ORIGINALS

Η πρώτη φορά που πήγα διακοπές μόνος μου

Άλλος για Πάρο τράβηξε κι άλλος -προφανώς- για Σπέτσες.

Το πρώτο σου φιλί. Η πρώτη φορά που θα κάνεις σεξ. Το πρώτο σου ποτό. Σημαντικές πρώτες στιγμές, αλλά καμία δεν μεταφράζεται περισσότερο ως ότι δεν είσαι πια παιδί, όσο η πρώτη φορά που θα πας διακοπές χωρίς τους γονείς σου. Αν και εδώ που τα λέμε, στις πρώτες διακοπές μόνος σου, μπορεί και να συνδυαστούν όλα τα παραπάνω.

Οι δημοσιογράφοι του Oneman θυμούνται την μετάβασή τους στην πίστα της ωριμότητας -λέμε τώρα- και τον πρώτο τους προορισμό μακριά από γονική επίβλεψη και πιθανότατα γονική συναίνεση.

Σε ένα ξενοδοχείο στην Κω, ο Κωνσταντίνος Αμπατζής

Προφανώς και πήγα στις Σπέτσες τόσο στη δευτέρα όσο και στην τρίτη Λυκείου με μεγάλη παρέα από το σχολείο, αλλά νομίζω ότι αυτό είναι υποχρεωτικό, δεν πιάνεται. Η πρώτη φορά που πήγα διακοπές με φίλους χωρίς την παρουσία γονέων, ήταν κάποια στιγμή στο Γυμνάσιο. Κολλητός φίλος είχε σπίτι στην Κω, στο οποίο έμεναν η γιαγιά του και ο παππούς του και το είχαμε ήδη επισκεφτεί την περασμένη χρονιά. Κάποια στιγμή όμως, πάρθηκε η μεγάλη απόφαση: εκείνος, εγώ κι ένας κολλητός ακόμα, θα πάμε και πάλι στο νησί, αλλά αυτή τη φορά θα μένουμε σε ξενοδοχείο στην πόλη, μακριά από το οικογενειακό σπίτι, πρακτικά χωρίς την παραμικρή επίβλεψη. Όλα κύλησαν όπως περιμένεις ότι θα κυλήσουν όταν αφήνεις τρεις 15χρονους μόνους τους σε ένα ξενοδοχείο ελληνικού νησιού. Γυρνάγαμε τα ξημερώματα, πηγαίναμε στην παραλία το απόγευμα και προσπαθούσαμε να μείνουμε ζωντανοί. Στον ελεύθερο χρόνο μας, κάναμε τη ζωή των άλλων ενοίκων στο ξενοδοχείο δύσκολη. Ήταν μια καλή προετοιμασία για τις επόμενες διακοπές χωρίς γονείς, ένα σχολείο που μας έβγαλε σοφότερους αλλά με ένα τεράστιο χανγκόβερ.

Με ευτράπελα αλλά πολύ γέλιο για τον Γιάννη Μπαϊρακτάρη

Ήταν το καλοκαίρι μετά τη δευτέρα λυκείου. Ένα χρόνο πριν τις πανελλήνιες και λίγες ημέρες μετά το τέλος των θερινών μαθημάτων στο φροντιστήριο. Στον ένα και μοναδικό κενό μήνα που έμενε πριν το άνοιγμα των σχολείων, πήγαμε με τους δύο παιδικούς κολλητούς στο εξοχικό σπίτι του ενός λίγο έξω από το Ξυλόκαστρο, στον εξωτικό νομό Κορινθίας. Το προηγούμενο βράδυ πριν ξεκινήσει η περιπέτεια, δεν είχα κοιμηθεί ούτε λεπτό. Έφτιαξα τη βαλίτσα με τα απαραίτητα και περίμενα καρτερικά στο κρεβάτι μου, ώσπου να ξημερώσει. Ήταν αυτό το αίσθημα ελευθερίας που είχε αρχίσει να με κυριεύει. Πρώτη φορά μόνος μου, παρέα με τους δύο κολλητούς μου, σε ένα εξοχικό σπίτι πάνω από τη θάλασσα για πέντε μέρες. Με το που βγήκε ο ήλιος, φόρεσα το γυαλί ηλίου, πήρα ανά χείρας τη βαλίτσα μου και σαν άλλος Tom Cruise στο Top Gun πήγα να βρω τα άλλα δύο ρεμάλια. Τις θυμάμαι ακόμα εκείνες τις διακοπές, γιατί κάναμε συνεχώς την μία βλακεία μετά την άλλη. Πίναμε σαν να μην υπάρχει αύριο, κοιμόμασταν όπου βρίσκαμε (ακόμα και στο πάτωμα), πηγαίναμε βράδυ για μπάνιο, γελάγαμε με την ψυχή μας, κάναμε χαζομάρες και ο ένας κατάφερε να σπάσει την τελευταία μέρα τη μεγάλη και ακριβή τηλεόραση του σαλονιού από τα νεύρα του, μετά από μια βαρβάτη ήττα στο Pro. Όχι, δεν ήμουν εγώ, αλλά προφανώς μετά, είπαμε ότι το κάναμε όλοι μαζί. Τι περίμενες να τον δώσουμε;

Είδε το 0,5% των Σπετσών, ο Νίκος Σταματίνης

Η πρώτη φορά που πήγα διακοπές χωρίς γονείς ήταν αμέσως μετά τις Πανελλήνιες (εξαιρέσεις όπου έκανα διακοπές με μερική επιτήρηση δεν μετράνε). Ήμουν με άλλους τρεις φίλους. Και, επειδή νομίζαμε ότι ήμασταν εξυπνότεροι από όλους του υπόλοιπους που αποφάσισαν να πάνε πρώτες διακοπές Πάρο, διαλέξαμε κάτι κοντινό. Τι πιο κοντινό από τις Σπέτσες; Τα Πατήσια θα μου πείτε. Διορθώνω. Τι πιο κοντινό για διακοπές από τις Σπέτσες; Τίποτα.

Οι Σπέτσες είναι σε εκείνη την κατηγορία νησιών (μαζί με το Αγκίστρι και την Αντίπαρο) που για κάποιον παράδοξο λόγο είσαι σχεδόν προγραμματισμένος να περάσεις καλά από τη στιγμή κιόλας που θα την επιλέξεις. Η αλήθεια είναι ότι περάσαμε ωραία. Πολύ ωραία για την ακρίβεια, παρότι είμαι ιδεολογικά αντίθετος από το να κάνεις διακοπές στον Αργοσαρωνικό. Δεν είναι άσχημα αλλά, ρε παιδί μου, τι escapism να νιώσεις αν είσαι δίπλα -που λέει ο λόγος- στην Καλλιθέα;

Βέβαια δεν είχαμε μέσο, δεν δουλεύαμε και κυρίως δεν είχαμε εμπειρία από το πώς κάνει κανείς διακοπές, οπότε μάλλον είδαμε το 0,5% του νησιού. Και είναι κατόρθωμα να μένεις στις Σπέτσες 4-5 μέρες και να βλέπεις μόνο το 0,5% του νησιού. Σημαίνει ότι είδες μόνο έναν δρόμο βασικά. Αλλά πραγματικά ποιος έχει διάθεση για εξερεύνηση στα 18 του; Αυτά έρχονται μετά τα 22. Στα 18 σου το μόνο που θες είναι να φας και να πιεις ελεύθερος. Και μπορεί να μην πήραμε και βραβείο εξερεύνησης αλλά στο κομμάτι αυτό τα πήγαμε πολύ καλά.

Plus θετικό: όταν ξαναπάω στις Σπέτσες, θα είναι σαν να μην έχω ξαναπάει ποτέ.

Οι 5 Μανταλένες και ο μαρτυρικός γύρος, για τη Ναστάζια Καπέλλα

Ήταν 2008 είχαμε μόλις δώσει Πανελλήνιες και με την παρέα μου φιλονικούσαμε για το αν θα πάμε Πάρο ή Αντίπαρο. Καταλήξαμε στην Πάρο, γιατί το σκορ ήταν 3-2, δεν βρήκαμε όμως δωμάτια γιατί η Πάρος ήταν πολύ χοτ προορισμός τότε στους νέους. Έτσι κλείσαμε Αντίπαρο προς δική μου ικανοποίηση, αφού ήμουν στο team Αντίπαρος. Φυσικά ήταν από τις πιο ωραίες διακοπές της ζωής μου, αυτό που μου έχει μείνει περισσότερο όμως στο μυαλό ήταν η ταλαιπώρια που φάγαμε στον “Γύρο της Αντιπάρου”. Η κυρία που είχε τα δωμάτιά μας, μας έπεισε ότι δεν πρέπει να φύγουμε αν δεν κάνουμε τον γύρο της Αντιπάρου με  καΐκι. Κλείσαμε λοιπόν εγώ και η Εύη, μία από την παρέα μας, θέση και για τις 5 μας, με το καϊκι της επόμενης μέρας στις 10 το πρωί. Φυσικά γυρίσαμε 7 το πρωί από το La Luna και φυσικά ξυπνήσαμε με την Εύη σαν άρρωστες στις 10 παρά. Οι άλλες 3 μας είπαν  “δεν μας ρωτήσατε, όταν κλείσατε, εμείς θα κοιμηθούμε”. Εμείς από την άλλη ντρεπόμασταν να το ακυρώσουμε, έτσι συρθήκαμε ως το λιμανάκι και μπήκαμε στο καΐκι. Ήμασταν λοιπόν στο καΐκι εμείς και γύρω στους 15 μεσήλικες, ξένους τουρίστες. Ο γύρος ξεκίνησε και εγώ και η Εύη τον περάσαμε μέσα στο εσωτερικό του καϊκιού, τυλιγμένες με μία πετσέτα, τουρτουρίζοντας, γιατί ήταν 10 το πρωί, φύσαγε και είχαμε και τρελό χανγκόβερ. Σε κάποια φάση το καϊκι σταμάτησε, για να κάνουν βουτιές οι τουρίστες και ο Νίκος, που το πρωί ήταν ξεναγός και το βράδυ δούλευε στην κρεπερί της πλατείας, μας κορόιδευε μέχρι να καταφέρει να μας πείσει να ανέβουμε στην ταράτσα του καϊκιού, να δούμε λίγο το τοπίο. Φυσικά στην κατάστασή μας, δεν βουτήξαμε ποτέ, αποφασίσαμε όμως να τραβήξουμε φώτο που να φαίνεται ότι περνάμε τέλεια, για να πούμε στις φίλες πόσα χάσανε που δεν ήρθαν. Και πράγματι, μέχρι σήμερα που το αποκαλύπτω στο πανελλήνιο, δεν τους είπαμε ποτέ πόσο μαρτυρικός ήταν εκείνος ο γύρος.

Στην Πάρο αδέρφια μου στην Πάρο, ο Γρηγόρης Μπάτης

Λίγο μετά το σοκ των πρώτων πανελλαδικών εξετάσεων στην δευτέρα λυκείου, εγώ, ο Θανάσης, ο Πέτρος και ο Αλέξανδρος αποφασίσαμε πως ήρθε η στιγμή να πάμε μόνοι μας διακοπές, υψώνοντας το λάβαρο της ανεξαρτητοποίησης, με τα χρήματα των γονιών μας βέβαια. Το νησί που σημαδέψαμε στο χάρτη ήταν η Πάρος και χωρίς να το πολυσκεφτούμε κλείσαμε εισιτήρια με ημερομηνίες που μας βόλευαν όλους (κάπου στις αρχές Ιουλίου). Απ’ τα πρώτα κιόλας λεπτά που βρισκόμασταν στο πλοίο και απομακρυνόμασταν απ’ τον Πειραιά, υπήρχε μέσα μας η κάψα για περιπέτεια, χωρίς κανένα απολύτως πλάνο. Οργανωτής ήταν ο Πετράν, ο επιρρεπής κι αυτό ήταν το πιο επικίνδυνο απ’ όλα. Μόλις φτάσαμε στο λιμάνι της Πάρου, είδαμε δεκάδες ανθρώπους με ταμπέλες “rooms to let” και πήγαμε αμέσως στον πρώτο που μας βρήκε ένα δωμάτιο φθηνό και βολικό στην Νάουσα. Αυτά που θυμάμαι από το πρώτο τετραήμερο ενός free 16άρη, είναι εικόνες και στιγμές. Παρακάτω το Top5:

Ο χαμός στο μπαράκι Barbarosa και τα απανωτά σφηνάκια που κορυφώθηκαν όταν έπαιζε το “Μου χεις κάνει τη ζωή μου κόλαση” του Πάριου.

Η παραλία Κολυμπήθρες που πήγαμε με καραβάκι και το άραγμα στους βράχους, λες κι ήμασταν ο Ψάλτης, ο Γαρδέλης και ο Μιχαλόπουλος.

Το Punda Beach και η απόλυτη ρέκλα στην πισίνα.

Τα 7αράκια (παιχνίδι στο οποίο λες όλους τους αριθμούς εκτός απ’ αυτούς της προπαίδειας του 7 και όσους έχουν μέσα 7) με μαυροδάφνη που μετά από 20 λεπτά, είχαμε γίνει όλοι ζαμπόν.

Το 30ώρο χωρίς τροφή και το (απλησίαστο πλέον) ρεκόρ που ακολούθησε με 4 τυλιχτά.