ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Ο “αδερφός του τύπου από τους National” είναι γαμάτος

Οι Νύχτες Πρεμιέρας μας άφησαν τον πιο κουλ καλεσμένο για το τέλος.

Είδαμε φανταστικές (ή ακραία ανόητες, καμιά φορά είναι εξίσου απολαυστικό) ταινίες χτες, στην τελευταία φουλ μέρα του Φεστιβάλ, καθώς σήμερα θα φάμε όλες τις ώρες στο Παλλάς με την ταινία λήξης και τα βραβεία. Αλλά όλα αυτά μπορούν να περιμένουν το απολογιστικό ποστ.

Για την ιστορία, το “Ain’t Them Bodies Saints” ήταν φανταστικό κι όχι μόνο επειδή παίζει η Ρούνεϊ Μάρα. Το “Cheap Thrills” έκανε ένα ολόκληρο σινεμά να μην είναι σίγουρος αν πρέπει να γουρλώνει τα μάτια από σοκ ή να χασκογελάει, το οποίο αν το καλοσκεφτείς είναι το απόλυτο είδος cheap thrill, οπότε όλα καλά.

Ακόμα, στη διάρκεια της χθεσινής μέρας μιλήσαμε με τον Νικ Μπράντσο, τον πρόεδρο της κριτικής επιτροπής του μουσικού διαγωνιστικού, σε μια φανταστική, all over the place συζήτηση. Μιλήσαμε 15’ για ντοκιμαντέρ, 10’ για την κριτική και 20’ για το ίντερνετ, το Sight & Sound και το ΟΝΕΜΑΝ (αυτός μας ρώταγε!). Και αργότερα είδαμε από κοντά την πολυσυζητημένη Αντέλ Εξαρχόπουλος, πρωταγωνίστρια του δράματος “Η Ζωή της Αντέλ” που κέρδισε Χρυσό Φοίνικα κι επίσης δε ξέρω αν έχετε ακούσει, έχει κάτι ακραίες λεσβιακές σκηνές μέσα. Γενικά, καθώς κλείνει το φετινό, 19ο Φεστιβάλ, συνέβησαν αρκετά ενδιαφέροντα πράγματα.

 

Και όλα αυτά ήταν φανταστικά, και θα επεκταθούμε στην πορεία, αλλά για τώρα ας κλείσουμε αυτές τις αναφορές με την κουβέντα που κάναμε το πρωί του Σαββάτου με τον Τομ Μπέρνινγκερ και τον Κρεγκ Τσάρλαντ.

Ο Τομ είναι ο αδερφός του Ματ Μπέρνινγκερ των National, και σκηνοθέτης του υπέροχου ντοκιμαντέρ “Mistaken for Strangers”, που είναι εν μέρει ντοκιμαντέρ για τους National κι εν μέρει η ιστορία αγάπης δυο αδερφών όπου ο ένας τυχαίνει να είναι ο τραγουδιστής των National κι ο άλλος… τίποτα.

Το βράδυ της Παραασκευής, αμέσως μετά την πρεμιέρα της ταινίας, είχαμε μιλήσει στα γρήγορα με τον Τομ και με τον Κρεγκ (τον παραγωγό της ταινίας) στο πάρτι του Φεστιβάλ, αλλά την μεγάλη κουβέντα την κρατήσαμε για το επόμενο πρωί, στο υπόγειο του βιλιοπωλείου Ιανός. Όπως φάνηκε, είχαμε πολλά να πούμε για αυτή την ταινία και, φυσικά, για τον αδερφό του Τομ.

Περάσατε καλά χτες;

Τομ: Ναι είναι τέλεια, και έχει πλάκα που ο εθελοντής μας λέει πως απόψε θα είναι ακόμα καλύτερα, κι εμείς λέμε “γιατί, ποιο ήταν το πρόβλημα χτες;”

Κρεγκ: Είναι η πρώτη φορά που ταξιδεύουμε σε Φεστιβάλ, είναι η πρώτη μου παραγωγή. Πρώτη φορά που το κάνουμε αυτό, έχουμε μείνει άφωνοι.

Τομ: Όταν πήγα στην περιοδεία με τους National ήταν η πρώτη μου φορά στην Ευρώπη και πήγα σε τόσες χώρες. Πού να φανταζόμουν πως μετά από λίγο καιρό θα έκανα τη δική μου περιοδεία με αυτή την ταινία. Έχουμε πάει σε φανταστικά μέρη, κι η Αθήνα είναι από τα ωραιότερα. Φανταστικοί άνθρωποι, μας έχουν φερθεί πολύ όμορφα. (Γελάνε.)

Η προβολή πώς σας φάνηκε;

Τομ: Εξεπλάγην. Ξέρεις, ποτέ δεν ξέρω πόσοι άνθρωποι θα εμφανιστούν για μια τέτοια ταινία. Ήταν πολύ όμορφο που είδα τόσο μεγάλο πλήθος. Οι National είναι μεγάλο όνομα αλλά δεν είναι ας πούμε Metallica. Οπότε έχω πάντα περιέργεια πόσος κόσμος θα θέλει να δει την ταινία μας.

Εγώ μόλις είδα την ταινία ήθελα να βγω έξω να πάρω τηλέφωνο τον αδερφό μου.

Τομ: Μας το λένε πολλοί αυτό. Πολύς κόσμος μας εξομολογείται πως μετά την ταινία πήρε τηλέφωνο τον αδερφό του ή τους γονείς του, κι είναι ωραίο που συμβαίνει αυτό. Γιατί δεν σχεδιάζαμε ποτέ ότι θα φτιάχναμε μια ταινία που έκανε κάτι τέτοιο στους ανθρώπους, που θα είχε μια τόσο ζεστή ιστορία.

Τι ταινία ξεκινήσατε να φτιάξετε;

Τομ: Όταν με προσέλαβαν ήταν σαν βοηθός στην περιοδεία. Κι έφερα και μια κάμερα μαζί για να φτιάξω ένα βιντεο-ημερολόγιο του τουρ, για να βάζω μικρά βίντεο στο σάιτ, κλπ. Έπαιρνα βίντεο όποτε μπορούσα, και κάποια στιγμή ο αδερφός μου σκέφτηκε πως θα μπορούσαμε να φτιάξουμε μια μικρή ταινιούλα για έξτρα σε κανά DVD ή σε καμιά ειδική έκδοση CD, τέτοιο πράγμα. Μετά άρχισα να γυρίζω κάποιο υλικό από live, έκανα και κάτι αστεία και περίεργα μονόλεπτα με κάθε μέλος της μπάντας για το σάιτ. Άρεσαν και στη μπάντα, οπότε αρχίσαμε να σκεφτόμαστε αν μπορούμε να κάνουμε κάτι παραπάνω.

Το πρόβλημα ήταν πως δεν είχα πολύ υλικό, κι ακόμα δεν είχα σκεφτεί να κάνω την ταινία για μένα αντί για τη μπάντα. Η ιδέα μου ήρθε όταν κάποια στιγμή τα παιδιά κοιμόντουσαν. Και σκέφτηκα πως μόνο ο αδερφός ενός μέλους της μπάντας θα μπορούσε να γυρίσει τέτοια πλάνα και να γλιτώσει, να μην του κάνουν μηνύσεις ας πούμε. Όταν είδα κάποιες από τις σκηνές, μου άρεσαν πολύ. Ποτέ δε βλέπεις τέτοια ντοκιμαντέρ για διάσημους σταρ όταν κοιμούνται από την κούραση ή όταν είναι σε μια πιο ευαίσθηση κατάσταση. Εκεί μου ήρθε η ιδέα. Στο μοντάζ έβαλα και αρκετό εμένα μέσα, βγήκε κάτι διασκεδαστικό και δραματικό μαζί. Έβαλα σκηνές που ήμουν μεθυσμένος, που μου φωνάζουν… Ήθελα να δω τι μπορούσα να κάνω. Κι έτσι μεγάλωσε ο ρόλος μου στην ταινία.

Είναι ένα διαφορετικό είδος ροκ ντοκιμαντέρ, φαίνεται κι από το πόσο δίχασε, συνήθως τραγουδάμε πέντε τραγουδάκια, πάμε για μπύρες και το ξεχνάμε. Αυτό είχε… ιστορία.

Τομ: Ο Κρεγκ ήρθε και σουλούπωσε την ιστορία.

Κρεγκ: Ήρθα αφού ο Τομ είχε απολυθεί από την περιοδεία. Για να φέρω μια νέα ματιά στο πρότζεκτ. Και ήμουν τεράστιος φαν της μπάντας. Δυστυχώς για τον Τομ, μου φαινόταν πως ήταν σα να ζούσε ο ίδιος ένας τραγούδι των National. Εκείνος με έβλεπε σαν κατάσκοπο. Γνώρισα τον Ματ και την Κάριν, μιλούσαμε για ταινίες, για μουσική, αρχίσαμε να γινόμαστε φίλοι, και ο Τομ το έβλεπε όλο αυτό σαν ο αδερφός του να είχε προσλάβει εμένα για κατάσκοπο ώστε α) να σιγουρευτώ πως η μπάντα θα μοιάζει κουλ και β) θα του αναφέρω τα πάντα.

Στην πραγματικότητα τι έφερες στο τραπέζι;

Κρεγκ: Νομίζω πως βγήκε μια πολύ ειλικρινής απόδοση του τι σημαίνει να είσαι στα 30 σου και να πασχίζεις να φέρεις σε πέρας κάποια βαθιά σου φιλοδοξία, ενώ κοιτάζεις την πραγματικότητα του τι αυτό απαιτεί ώστε να συμβεί. Είναι δύσκολο να βρεις καλές δουλειές, να λάβεις στήριξη στην εκπαίδευση, είναι δύσκολο να στηρίζεις την τέχνη ενώ δεν έχεις τα χρήματα να το κάνεις. Σε καταβάλει. Και αυτό είναι κάτι που το έζησα πολύ στα 20-κάτι μου. Έζησα σε άθλια μέρη στη Νέα Υόρκη, έβλεπα για χρόνια τους φίλους μου να προχωρούν τις καριέρες τους, να εξελίσσονται. Στις τέχνες είναι πολύ δύσκολο. Είτε εξελίσσεσαι, είτε όχι. Αν δεν κάνεις το μπαμ…

Και ειλικρινά, τελικά είπαμε πως αν θέλει κανείς να δει ένα ντοκιμαντέρ για τους National, τότε μπορεί να δει κλιπάκια και συνεντεύξεις, να τα ενώσει μεταξύ τους και τότε έχεις την ταινία σου. Αλλά αυτό ήταν πολύ πιο ενδιαφέρον. Είχε ένα συναισθηματικό στοιχεία, αλλά και ένα meta στοιχείο. Και είχε και τα αδέρφια, έναν άντρα που προσπαθεί να κερδίσει την εκτίμηση του αδερφού του και να βγει κάτω από τη σκιά του.

Τομ: Άσε που ήταν δύσκολο να κάνω μια ταινία για τους φανς, γιατί… δεν είμαι φαν. Δε θα έκανα καλή δουλειά. Επίσης ο ίδιος ο αδερφός μου ήταν πολύ υπέρ του να μην είναι μια ταινία τόσο πολύ για τους National. Έλεγε να πετάμε τα κομμάτια με τη μουσική, έλεγε “θέλω να κάνουμε μια ΤΑΙΝΙΑ”. Οπότε αν δεν αρέσει σε κάποιον η ταινία, το μισό φταίξιμο είναι του Ματ! (Γελάει.) Είχαμε αρκετό υλικό αλλά ο αδερφός μου έλεγε “Πέτα το έξω, δε θέλω να το δω αυτό! Καθυστερεί την ιστορία!” Ας πούμε πέρασα δυο μέρες στο μοντάζ φτιάχνοντας ένα κλιπάκι του “All the Wine” κι ο Ματ μου ζήτησε να το βγάλω, μου λέει “κάνει την ταινία αργή!”

Κρεγκ: Μοντάραμε την ταινία σαν κωμωδία, επίσης. Ο Ματ κι ο Τομ έχουν πολλές ομοιότητες, αλλά το χιούμορ είναι η καλύτερη σύνδεσή τους. Ειδικά εγώ που το έβλεπα απ’έξω, ήταν εμφανές. Φαίνεται και στο τέλος της ταινίας, που ο Ματ τον αφήνει να τον φιλμάρει εκεί στον καθρέφτη και κάνουν ένα σωρό χαζομάρες.

Αυτό το μοντάζ στο τέλος που επισκέπτεται ξανά ο Τομ διάφορες σκηνές της ταινίας και αποφασίζει να τις συμπεριλάβει ήταν πολύ συγκινητικό επίσης.

Τομ: Στο τέλος σκέφτηκα πως θα άξιζε να δείξω μες στην ταινία τι έκανε ο αδερφός μου για μένα. Γιατί εγώ το ξεκίνησε, αλλά εκείνος συμφώνησε σε όλο αυτό. Ήταν μια πολύ βαθιά στιγμή για μένα. Ήταν το δικό μου “εύρηκα”. Και σκέφτηκα να το συμπεριλάβω στην ταινία.

Υπό μία έννοια από ένα σημείο και μετά, η ταινία είναι σαν making of του εαυτού της.

Τομ: Ναι, κι είναι περίεργο να το κοιτάω ως θεατής. Η ταινία δεν ολοκληρώνεται μέχρι κάποιος να κάτσει σε ένα σινεμά και να τη δει, και το να τη βλέπω τώρα είναι πολύ παράξενο. Όλα μπήκαν στη θέση τους. Ήταν πολύ δύσκολο, δουλέψαμε πολύ για να την καταφέρουμε. Ήταν μια δύσκολη ταινία. Αλλά σταθήκαμε πολύ τυχεροί τελικά.

Μιλώντας ως φαν, πρέπει να πω ότι αυτό που εν τέλει κάνατε μου είναι πολύ πιο ενδιαφέρον από ένα τυπικό ροκ ντοκιμαντέρ. Την έχω δει τη μπάντα ζωντανά, μπορώ να δω κλιπάκια στο ίντερνετ όποτε θέλω, να βάλω τα τραγούδια τους να τα ακούσω- αλλά αυτό, το να βλέπω τον Ματ όταν ξυπνάει ή όταν στραβώνει μια συναυλία και φεύγει πίσω τσαντισμένος, αυτό ως φαν μου είναι πολύ πιο ενδιαφέρον.

Τομ: Όλα αυτά έχουν να κάνουν με τον αδερφό μου. Δεν ήθελε ούτε ένα ολόκληρο τραγούδι. Έλεγε, “όποιος θέλει live, θα έρθει να το δει.” Ήθελε να κάνουμε κάτι άλλο.

Κρεγκ: Και αυτός όσο κι η μπάντα δεν άλλαξαν ποτέ τίποτα ως προς το πόσο κουλ μπορεί να δείχνει η μπάντα εδώ κι εκεί. Υποστήριξαν απόλυτα το χιούμορ. Ποτέ δεν είπε κανείς να αλλάξουμε κάτι επειδή δεν δείχνει κουλ.

Τομ: Όλες οι επεμβάσεις είχαν να κάνουν με το ρυθμό του φιλμ. Θέλαμε να πούμε μια ιστορία.

Διαφωνούσατε εσείς οι δύο ποτέ πρακτικά, επειδή ο ένας ήταν φαν της μπάντας κι ο άλλος όχι;

Τομ: Το κοιτούσαμε από διαφορετική σκοπιά και γι’αυτό δουλέψαμε τόσο καλά μαζί. Θα έκοβα μια σκηνή, κι ο Κρεγκ θα την κοίταζε και θα μου έλεγε ότι δε λειτουργεί ας πούμε επειδή δεν πιάνει την ουσία της μπάντας. Ή ότι τους κάνεις να μοιάζουν βλάκες. Ότι δεν είναι αστείο, εν ολίγοις.

Γιατί κοίτα ποιο είναι το θέμα. Οι φανς των National είναι πολύ παθιασμένοι με τη μπάντα, και την παίρνουν πολύ σοβαρά. Έπρεπε να περπατήσουμε μια λεπτή γραμμή. Να κάνουμε την ταινία που θέλαμε, αλλά να προσέξουμε να μην προσβάλουμε τους φανς, να μην σπάσουμε πλάκα με την εικόνα της μπάντας υπερβολικά πολύ. Υπάρχουν άνθρωποι για τους οποίους αυτή η μουσική σημαίνει πολλά, τους έχει βοηθήσει σε δύσκολες στιγμές. Ο Κρεγκ κι η Κάριν ήθελαν να προσέξουμε να μην το παρακάνουμε. Έλεγαν στον Τομ πως το κοινό τον θεωρεί κουλ, τον σέβεται, τον θαυμάζει. Πως αν δείξει υπερβολική ασέβεια απέναντι στον εαυτό του, θα είναι κάτι που θα προσβάλει τους ίδιους τους φανς.

Κρεγκ: Δεν θέλαμε να παρουσιάσουμε πολύ ευρύ χιούμορ. Ας πούμε σε μια περιοδεία βαριέσαι και υπάρχουν πολλές στιγμές που κάνεις πλάκα. Αλλά τα πιο αστεία πράγματα ήταν στην αλληλεπίδραση με τον Τομ. Δεν ήταν εύκολη η ισορροπία. Και τελικά φτιάξαμε μια ταινία που την είδαν όλοι και είπαν πως “αυτή είναι η ταινία που θέλω να δω για αυτή τη μπάντα”. Και λέει πολλά για τους National ότι αποφάσισαν πως θέλουν αυτή η ταινία να είναι Η Ταινία Για Τους National.

Το αγαπημένο σου άλμπουμ τους ποιο είναι;

Κρεγκ: Το “Alligator” μάλλον. Και από όλα τα άλμπουμ τους είναι εκείνο που μου θύμισε περισσότερο η εμπειρία αυτού του φιλμ. Οι θεματικές και οι στίχοι ταιριάζουν τόσο πολύ. Αλλά όλος τους ο κατάλογος είναι φανταστικός, άλλες μπάντες έχουν ένα καλό άλμπουμ και το παίζουν live όλο, πού είναι το ωραίο σε αυτό; Οι National αλλάζουν συνέχεια αυτό που κάνουν, αλλάζουν και τον ήχο τους στις συναυλίες. Είναι διαφορετικά τα κομμάτια. Το να βλέπεις live το “Squalor Victoria”…

Τομ: Νομίζω πως οι National είναι μεγάλη μπάντα αλλά νομίζω πως όταν έχουμε όλοι πεθάνει και ξεχαστεί, η μουσική τους θα συνεχίζει να μεγαλώνει και τότε. Δηλαδή δεν είναι όσο μεγάλοι είναι οι U2, αλλά θα είναι σε 100 χρόνια. Η διαφορά είναι πως έχουν πάρα πάρα πολύ σοβαρούς, αληθινά φανατικούς. Που έχουν πολύ βαθιά συναισθημάτα για αυτή τη μουσική. Μπορεί να μην έγραψαν ποτέ κάποιο αληθινά δημοφιλές ποπ κομμάτι ας πούμε, αλλά κάθε τραγούδι έχει κάτι σημαντικό.

Πόσο περίεργο είναι να βλέπεις τον αδερφό σου να πετυχαίνει απόλυτα σε κάτι που αγαπά, για το οποίο εσύ δεν νιώθεις απαραίτητα τον ίδιο ενθουσιασμό; Έχω κι εγώ αδερφό, δε μας ενθουσιάζουν πάντα τα ίδια πράγματα.

Τομ: Είναι πολύ περίεργο! Κοίτα, εγώ ας πούμε τους βλέπω πάντα όταν παίζουν. Και όταν πήγα στην περιοδεία ήμουν σε κάθε show. Αλλά πιθανότατα δεν έχω παρακολουθήσει ποτέ ολόκληρο live, είμαι συνήθως εκεί στα πλάγια της σκηνής. Και συνήθως κοιτάζω τις γυναίκες, OK; Και τις κοιτάζω που έχουν αυτά τα τεράστια μάτια και τραγουδάνε τους στίχους και κοιτάνε τον αδερφό μου λιώνοντας και… είμαι σε φάση… “για όνομα του θεού, ΕΛΑ ΤΩΡΑ!”

Δεν είναι ποτέ με ζήλεια όμως. Από την πρώτη στιγμή είχα εκπλαγεί, και ήμουν πολύ περήφανος γι’αυτόν. Ήταν κάτι που με σόκαρε να το βλέπω, αλλά ήταν και υπέροχο. Και παράξενο. Δεν είναι ζήλεια, είναι θαυμασμός. Έτσι συνειδητοποίησα κιόλας πόσο σοβαρό είναι αυτό για όλο αυτό τον κόσμο. Βλέπω πρώτες σειρές γεμάτες κόσμο που κλαίει. Μεγάλους άντρες να δακρύζουν. Ανθρώπους που έχουν στίχους για τατουάζ. Συγκινημένους.

Η αλήθεια είναι πως δεν ακούω πάρα πολύ τη μουσική τους, αλλά τη γνωρίζω. Και ξέρω τι κρύβεται πίσω από το κάθε τραγούδι. Από πού έρχεται. Και ξέρω πως αυτή η μουσική προέρχεται από ένα πολύ βαθύ, ζεστό, και κάπως γαμημένο μέρος! Τραβάνε κόσμο κοντά τους και τους βοηθάνε, τους σηκώνουν όρθιους. Είμαι τρομερά περήφανος που είμαι ο αδερφός του τύπου από τους National.