ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Ο αθλητισμός χρειάζεται περισσότερους Ντιρκ Νοβίτσκι

Ένας δημοσιογράφος του Oneman εξυμνεί τον μεγαλύτερο Ευρωπαίο μπασκετμπολίστα όλων των εποχών.

Δεν θυμάμαι πότε ακριβώς γεννήθηκαν τα αισθήματα αδυναμίας που τρέφω προς τον Ντιρκ Νοβίτσκι. Σίγουρα όχι κατά τη διάρκεια των πρώτων βημάτων του Γερμανού στο NBA.

Θυμάμαι άλλωστε με σιγουριά πως στη σειρά των playoffs με τους Σακραμέντο Κινγκς το 2002, υποστήριζα φανατικά την ομάδα από την Καλιφόρνια, λόγω της ιδιαίτερης συμπάθειάς μου προς τον Πέτζα. Οι Κινγκς απέκλεισαν τελικά το Ντάλας, ωστόσο το παράξενο, εκτός ισορροπίας, σουτ και το εμφανέστατο επιθετικό ταλέντο του Νοβίτσκι είχαν καταφέρει να τραβήξουν το ενδιαφέρον μου.

Ήταν εμφανές πως είχαμε να κάνουμε με μια αυθεντική καλαθομηχανή, η οποία άλλωστε είχε σκοτώσει και την εθνική Ελλάδας στο Ευρωμπάσκετ του 2001, εκεί όπου ολοκλήρωσε το τουρνουά με τον εξωπραγματικό μέσο όρο των 28,7 πόντων ανά παιχνίδι.

Το καλοκαίρι του 2002, ο 24χρονος τότε Ντιρκ ηγήθηκε της προσπάθειας των Γερμανών στο Μουντομπάσκετ της Ιντιανάπολης, οδηγώντας τα παντσέρ στην τρίτη θέση του κόσμου. Αναδείχθηκε πρώτος σκόρερ του τουρνουά με μέσο όρο 24 πόντους ανά παιχνίδι και ψηφίστηκε MVP της διοργάνωσης.

Ας μην το προσπερνάμε έτσι αψήφιστα αυτό, αναδείχθηκε MVP της διοργάνωσης παίκτης της ομάδας που κατετάγη τρίτη, σε ένα τουρνουά όπου αθλητές όπως ο Μποντίρογκα και ο Τζινόμπιλι έκαναν επίσης όργια. Ωστόσο στον Γερμανό αναγνωρίστηκε το γεγονός πως τα κατάφερε ουσιαστικά μόνος του, καθώς χωρίς την παρουσία του, η εθνική ομάδα της χώρας του δύσκολα θα έμπαινε έστω στα προημιτελικά. Η ιστορία της ζωής του.

Μετά το πέρας των playoffs, o Nτιρκ είχε κερδίσει την περιέργειά μου. Μετά το Μουντομπάσκετ, είχε πια την αμέριστη προσοχή μου. Έστω και καθυστερημένα, αφού ήδη από τη δεύτερή του χρονιά στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, τη σεζόν 2000-2001, είχε προλάβει να ψηφιστεί ανάμεσα στους κορυφαίους, στέλνοντας ένα μήνυμα για όσα θα ακολουθήσουν.

 

Όταν έχασαν μέσα από τα χέρια τους το πρωτάθλημα του 2006, στεναχωρήθηκα για τον ίδιο τον Ντιρκ, σαν να είναι φίλος μου. Όταν εξιλεώθηκε 5 χρόνια αργότερα, χάρηκα και συγκινήθηκα κυρίως για τον Γερμανό και λιγότερο για την ομάδα. Διάολε, ανέχομαι να χάνω στο 2K από καλύτερες ομάδες, μόνο και μόνο επειδή γουστάρω να τον χειρίζομαι.

Αν άλλαζε ομάδα, θα άλλαζα κι εγώ την ομάδα την οποία υποστηρίζω. Αλλά ο Ντιρκ είναι ένας πιστός στρατιώτης, οπότε παραμένω κι εγώ πιστός στους Τεξανούς του τρελό-Κούμπαν. Ας πάρουμε όμως την ιστορία του από την αρχή. Μια ιστορία την οποία μπορείς να παρακολουθήσεις και οπτικοποιημένη στο εξαιρετικό One Perfect Shot, το οποίο ξετυλίγει μοναδικά το κουβάρι της καριέρας του Ντιρκ.

 

Τα πρώτα χρόνια: το πρότζεκτ του Γκεσβίντερ

 

Δεν είναι καθόλου υπερβολή να πούμε ότι η τεράστια καριέρα του Ντιρκ οφείλεται σε έναν και μόνο άνθρωπο. Τον Χόλγκερ Γκεσβίντερ. Ποιος είναι ο κύριος με το παράξενο όνομα; Ο προπονητής που έχει αναλάβει τον Ντιρκ από την ηλικία των 15 ετών, όταν και τον παρακολούθησε να αγωνίζεται στην ομάδα της γενέτειράς του, το Βούρτσμπουργκ.

Ο πρώην μπασκετμπολίστας εντυπωσιάστηκε από το άγουρο ταλέντο του Νοβίτσκι και ζήτησε από τους -επίσης πρώην αθλητές- γονείς του την άδεια, ώστε να τον προπονεί ατομικά μερικές φορές την εβδομάδα. Εκείνοι δέχτηκαν κι ο Χόλγκερ έβαλε μπροστά μια ανορθόδοξη μέθοδο προπόνησης.

Συγκεκριμένα, εστίασε στο σουτ και την πάσα του νεαρού, αδιαφορώντας για την τακτική και την ενδυνάμωση. Ανάγκασε τον Ντιρκ να δουλέψει πάνω στο σουτ του, τελειοποιώντας αυτόν τον ιδιαίτερο fade away τρόπο που σουτάρει, από την ηλικία των 15 ετών. Καταλαβαίνεις τώρα γιατί όποτε χάνει σουτ ο Νοβίτσκι αποτελεί είδηση;

O Γκεσβίντερ όμως ανέλαβε να δουλέψει και πάνω στον άνθρωπο Νοβίτσκι, αναγκάζοντάς τον να μελετήσει λογοτεχνία καθώς και κάποιο μουσικό όργανο, ώστε να χτίσει μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Καταλαβαίνεις τώρα γιατί ο Γερμανός παραμένει πάντοτε τόσο ταπεινός και προσγειωμένος;

Έπειτα από έναν χρόνο προπόνησης, ο προσωπικός προπονητής του Ντιρκ του έθεσε το πρώτο σημαντικό δίλημμα της καριέρας του: “Ξεκινάμε καθημερινές, σκληρές προπονήσεις με στόχο να βρεθείς αντιμέτωπος με τους καλύτερους, στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, ή σταματάμε τις προπονήσεις και αρκείσαι στο να είσαι ο καλύτερος μπασκετμπολίστας της χώρας. Για το δεύτερο δεν χρειάζονται περισσότερες προπονήσεις, είναι ήδη αναπόφευκτο”.

Φαντάζομαι μπορείς να μαντέψεις τι επέλεξε ο Ντιρκ. Αγωνιζόμενος με τη Βούρτζμπουργκ στην Α2 της Γερμανίας και αντιμέτωπος με τις καθημερινές, εντατικές προπονήσεις του μέντορά του, η βελτίωση του Νοβίτσκι ήταν ραγδαία. Έπειτα από 4 σεζόν στη δεύτερη κατηγορία της Γερμανίας, ο 20χρονος πια Ντιρκ, είχε εξελιχθεί στον ηγέτη της ομάδας του, οδηγώντας την στην πρώτη κατηγορία, αφού σκόραρε 26 πόντους στο ντέρμπι ανόδου με την Φράιμπουργκ.

 

Αν θέλεις να μάθεις περισσότερες πληροφορίες για τον τρόπο που χτίστηκε αυτός ο αθλητής – φαινόμενο, μπορείς να παρακολουθήσεις το παρακάτω ντοκιμαντέρ, “How Dirk became DIRK”, στο οποίο βλέπουμε τον προπονητή του, τους φίλους του και την οικογένεια του να μιλούν όλο περηφάνια για την απίστευτη πορεία του Ντιρκ από το Βούρτζμπουργκ μέχρι την κορυφή του κόσμου.

 

Το ντραφτ και οι πρώτες χρονιές στο NBA

Ντιρκ και Νας λίγο αφότου άφησαν τους *ΝSync για το Ντάλας

Μετά από 4 χρόνια “αγροτικού” στην γερμανική Α2 κι ενώ είχε ήδη τραβήξει το ενδιαφέρον ομάδων όπως η Μπαρτσελόνα, έφτασε η στιγμή για τον Νοβίτσκι να εκπληρώσει το σχέδιο του προπονητή του: να βρεθεί δηλαδή αντιμέτωπος με τους καλύτερους.

Στις Η.Π.Α. είχε καταφέρει ήδη να στρέψει πάνω του κάποια πολύ σημαντικά βλέμματα, παίρνοντας μέρος σε γνωστό τουρνουά απέναντι σε μύθους όπως ο Σκότι Πίπεν κι ο Τσαρλς Μπάρκλεϊ.

 

Τελικά ο Γερμανός δεν χρειάστηκε το βύσμα του Μπάρκλεϊ, αφού επιλέχθηκε στην ένατη θέση του ντραφτ από τους Μπακς, οι οποίοι τον έδωσαν στα πλαίσια μιας ανταλλαγής στους Μάβερικς. Ευτυχώς και για τον Ντιρκ και για το άθλημα και για εμάς.

Την πρώτη του χρονιά στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου, ο Ντιρκ είχε πολλά προβλήματα να αντιμετωπίσει, πέραν του απαράδεκτου κουρέματος το οποίο είχε επιλέξει να λανσάρει. Βλέπεις ενώ είχε δουλέψει συστηματικά το σουτ του, είχε μείνει πίσω στον τομέα της δύναμης, με τους σαφώς πιο σκληρούς αντιπάλους του να του δυσκολεύουν τη ζωή. Οι Μάβερικς πήγαιναν από ήττα σε ήττα και ο Ντιρκ σκέφτηκε μέχρι και να τα παρατήσει όλα και να γυρίσει στη Γερμανία. Τελικά επέμεινε, δούλεψε ακόμα περισσότερο και μέσα από τους αγώνες βελτιώθηκε αισθητά.

Τις επόμενες σεζόν, η πρόοδος του Γερμανού ήταν ραγδαία. Συμμετοχή στο διαγωνισμό τριπόντων, υποψήφιος για πιο βελτιωμένος παίκτης του πρωταθλήματος, έκλεισε τη σεζόν 2000-2001 με 42 πόντους και 18 ριμπάουντ στην ήττα – αποκλεισμό από τους Σπερς. Μικρή σημασία είχε όμως ο αποκλεισμός. Ο ηγέτης Ντιρκ είχε αρχίσει να σφυρηλατείται και οι Μάβερικς δημιούργησαν μια ομάδα που θα εξασφάλιζε σταθερή παρουσία στα playoffs και θα διεκδικούσε τίτλους.

Ο ίδιος ο Νοβίτσκι έδειχνε γεννημένος για ηγετικό ρόλο. Πήρε την ομάδα στις πλάτες του και κατάφερε κάτι πρωτόγνωρο για Ευρωπαίο μπασκετμπολίστα: ανάγκασε τον ιδιοκτήτη της ομάδας, Μαρκ Κούμπαν, να χτίσει την ομάδα γύρω του. Μέχρι σήμερα, κανείς δεν έχει εξασφαλισμένη θέση στο Ντάλας, πλην του Ντιρκ. Η προφητεία του Γκεσβίντερ είχε βγει αληθινή. Ο Νοβίτσκι τα είχε βάλει με τους κορυφαίους και είχε γίνει ένας απ’ αυτούς. Η σκληρή, μεθοδική δουλειά του είχε ανταμειφθεί. Επόμενος στόχος: ένα πρωτάθλημα.

Το χαμένο πρωτάθλημα – πλήγμα

 

Οι Μάβερικς είχαν γίνει πλέον σταθερό μέλος της παρέας της post season, όμως έμοιαζαν ανήμποροι να κάνουν το κάτι παραπάνω. Ο Ντιρκ προσπαθούσε να πάρει όλη την ομάδα στις πλάτες του και δεν δίσταζε να τα βάλει με τους συμπαίκτες του όταν αυτοί δεν ανταποκρίνονταν. Είπαμε, βρισκόταν σε αποστολή, είχε αποδεχθεί ότι σε τόσο νεαρή ηλικία ήταν ήδη ο ηγέτης μιας ομάδας ΝΒΑ και ήθελε πλέον το δαχτυλίδι, σαν το απόλυτο ιερό δισκοπότηρο.

Στους τελικούς του 2006, ο Ντιρκ έφτασε μια ανάσα από την εκπλήρωση του στόχου. Μπροστά με 2-0 στους τελικούς με το Μαϊάμι, το Ντάλας απώλεσε διαφορά 15 πόντων στο Game 3 και τελικά έχασε τη σειρά με 4-2. Είχαν φτάσει στη πηγή και δεν είχαν πιει νερό κι ο Ντιρκ δεν ήταν ο γνωστός αλάνθαστος παίκτης που ξέραμε, δεχόμενος κριτική για την αστοχία του. Ο ίδιος στεναχωρήθηκε, πληγώθηκε, αλλά δεν το έβαλε κάτω, ούτε σκέφτηκε να αναζητήσει μια διαφορετική στέγη. Έμεινε, το πάλεψε και η ιστορία τον δικαίωσε για ακόμη μια φορά.

Η εξιλέωση

 

Η ιστορία επαναλαμβάνεται σαν τραγωδία ή σαν φάρσα λένε μερικοί. Για τον Ντιρκ, η ιστορία επαναλήφθηκε σαν θρίαμβος. 5 χρόνια αργότερα το Ντάλας βρέθηκε ξανά σε τελικό, απέναντι και πάλι στο Μαϊάμι, των Big Three, Λεμπρόν, Μπος και Γουέιντ. Ο Ντιρκ όμως δεν υπήρχε περίπτωση να πετάξει και αυτήν την ευκαιρία.

Με τεράστιες εμφανίσεις, αναδείχθηκε φυσικά MVP των τελικών και εκπλήρωσε το πεπρωμένο του. Το δαχτυλίδι ήταν δικό του. Μόλις έληξε ο τελευταίος τελικός, ο Ντιρκ έφυγε για τα αποδυτήρια, βουρκωμένος. Δεν ήθελε να φανερώσει τα συναισθήματά του δημόσια, ήθελε να ξεσπάσει μόνος του για τη λύτρωση στην οποία είχε φτάσει. Στην κερκίδα, ο μέντοράς του, Γκεσβίντερ, δεν μπορούσε φυσικά να συγκρατήσει τα δάκρυά του.

 

 

Ο μύθος του είχε πια ολοκληρωθεί. Υπήρξε ο ηγέτης μιας ομάδας που έφτασε στην κορυφή του κόσμου, κατόρθωμα το οποίο κανένας άλλος Ευρωπαίος δεν έχει να επιδείξει.

Η αγαπημένη του Γερμανία

 

Όλα αυτά τα χρόνια στα οποία ο Ντιρκ πάλευε για τον τίτλο, δεν ξέχασε πότε την αγαπημένη του Γερμανία, λαμβάνοντας μέρος σχεδόν σε όλα τα μεγάλα τουρνουά του καλοκαιριού. Τι κι αν προερχόταν από μακριές σεζόν στο πιο απαιτητικό πρωτάθλημα του κόσμου; Ο Γερμανός ήταν πάντα εκεί για την εθνική ομάδα της χώρας του, χωρίς να επικαλεστεί ποτέ την ανάγκη για ξεκούραση, τραυματισμούς και άλλες δικαιολογίες. Αντί να απολαμβάνει τις διακοπές του και να ξεκουράζεται ενόψει της νέας σεζόν, ο Ντιρκ φορούσε με περηφάνια την φανέλα με το εθνόσημο. Η ξεκούραση άλλωστε δεν υπήρχε ποτέ στο λεξιλόγιό του.

Ακόμη και φέτος, στα 37 του, ο Νοβίτσκι θα ηγηθεί για ακόμη μια φορά της προσπάθειας των παντσέρ για μια διάκριση. Με μέτριους (και λίγα λέω) συμπαίκτες, της έχει ήδη χαρίσει ένα ασημένιο μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ του 2005 (χάνοντας στον τελικό από την Ελλάδα) και φυσικά το χάλκινο στο Μουντομπάσκετ του 2002.

Κορυφαία του στιγμή με την εθνική ομάδα της χώρας του όμως, ήταν η παρουσία του στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2008. Ο Νοβίτσκι δεν έκρυψε ποτέ ότι πάντοτε το όνειρό του ήταν να εκπροσωπήσει τη χώρα του σε μια Ολυμπιάδα. Τον Ιούλιο εκείνης της χρονιάς, ο Ντιρκ βρέθηκε στην Ελλάδα, στα πλαίσια του προολυμπιακού τουρνουά, ορκισμένος να τα καταφέρει. Εγώ πάλι, βρέθηκα στις κερκίδες του ΟΑΚΑ, για να τον καμαρώσω για πρώτη φορά από κοντά.

Με ηγέτη -προφανώς- τον Ντιρκ, η Γερμανία πήρε την τρίτη θέση και την πρόκριση στο Πεκίνο, με τον ίδιο να είναι εκεί ο σημαιοφόρος της πατρίδας του. Εγώ είδα για πρώτη φορά το είδωλό μου από απόσταση αναπνοής και θαύμασα το ταλέντο του, συνειδητοποιώντας πως είχα την τύχη να δω έναν ζωντανό θρύλο να αγωνίζεται μπροστά μου.

 

Μόλις εκπλήρωσε ακόμη ένα μεγάλο στόχο της καριέρας του, ο Ντιρκ δεν άντεξε και ξέσπασε σε κλάματα. Ακόμη δεν είχε καταφέρει να φορέσει το δαχτυλίδι του ΝΒΑ και αυτή η πρόκριση αποτέλεσε μια τεράστια προσωπική δικαίωση. Δεν θυμάμαι καν πόσο κέρδισε η Ελλάδα στο παιχνίδι που ακολούθησε. Στο μυαλό μου είχε καρφωθεί η εικόνα του συγκινημένου Νοβίτσκι, είχα χαρεί σαν να τα κατάφερε ένας δικός μου άνθρωπος, σε ένα μικρό “προσεχώς” του τι θα ακολουθούσε τρία χρόνια αργότερα.

Το αναπόφευκτο τέλος

 

Τα χρόνια περνάνε για όλους και φέτος ο μεγάλος Ντιρκ μπαίνει αισίως στην 18η σεζόν του στο ΝΒΑ. Για ακόμη μια χρονιά, θα είναι φυσικά ο αδιαπραγμάτευτος ηγέτης της ομάδας του. Τα τελευταία καλοκαίρια, τα δημοσιεύματα ότι θα πρέπει να αναζητήσει μια άλλη ομάδα για το κλείσιμο της καριέρας του, δίνουν και παίρνουν. Όμως ο Ντιρκ παραμένει πιστός στο σύλλογο που αγάπησε και τον αγάπησαν.

Γιατί αυτός είναι ο Ντιρκ Νοβίτσκι. Ένας ηγέτης, ο οποίος παραμένει πιστός τόσο στην πατρίδα του όσο και στην ομάδα του, δημιουργεί διαρκώς νέους στόχους και παραμένει κορυφαίος, έστω κι αν πλησιάζει στα 40. Πατέρας δυο παιδιών πλέον, αναζητεί μια τελευταία πρόκληση. Μια καλή τελευταία σεζόν με τους Μάβερικς, μια ακόμη παρουσία σε Ολυμπιακούς Αγώνες.

Εγώ θα συνεχίσω να παρακολουθώ φανατικά τους αγώνες του, ελπίζοντας ότι θα καταφέρει να πετύχει ακόμη μια διάκριση με το Ντάλας. Ακόμη όμως κι αν δεν περάσουν καν στα playoffs, οι 13 παρουσίες του σε All Star Game, η ανάδειξή του σε MVP της σεζόν το 2007, το πρωτάθλημα του 2011 και οι αμέτρητες ακόμη ατομικές διακρίσεις του τον καθιστούν ήδη τον μεγαλύτερο Ευρωπαίο μπασκετμπολίστα όλων των εποχών.

 

Τελικά ο 16χρονος Ντιρκ διάλεξε τον σωστό δρόμο, ο οποίος τον οδήγησε κατευθείαν στην κορυφή, παραμένοντας πάντοτε ταπεινός και προσγειωμένος, ένας μεγάλος αθλητής κι ένας μεγάλος άνθρωπος.

Σε τελική ανάλυση, όταν όλοι οι κορυφαίοι του αθλήματος έχουν μόνο καλά να πουν για σένα, κάτι έχεις καταφέρει πολύ σωστά.