ΦΩΤΟΡΕΠΟΡΤΑΖ

Αυτή η νύχτα θα ανήκει για πάντα στον Αλέξη

Εικόνες και μνήμες από την εξέγερση που ξέσπασε 15 χρόνια πριν από σήμερα, με τη δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Η βίαιη ενηλικίωση μιας ολόκληρης γενιάς και τα ανακλαστικά μιας κοινωνίας που ακόμη ήταν ζωντανή.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: © EUROKINISSI

Ακόμη θυμάμαι το SMS που ήρθε στο κινητό μου την επομένη: «Αύριο, έχουμε κατάληψη, για τον Αλέξη που δολοφονήθηκε». Ήμουν στη Β΄ Γυμνασίου, αδιαμόρφωτος ακόμη πολιτικά, να προσπαθώ να καταλάβω ποια κομμάτια λείπουν απ’ την ιστορία για να βγάλει νόημα, να έχει ειρμό. Παιδί περίπου στην ηλικία μου έπεσε νεκρό από σφαίρα αστυνομικού κάπου στα Εξάρχεια. Είχα πάει στα Εξάρχεια μια εβδομάδα πριν, εντωμεταξύ.

Τι είχε προηγηθεί εκείνη τη νύχτα; Τι θα μπορούσε να είχε προηγηθεί ώστε ένας εντεταλμένος από το κράτος άνθρωπος για την ασφάλεια των πολιτών να σηκώνει το χέρι σε ευθεία βολή και να πυροβολεί, αφαιρώντας μια ζωή; Σε κάθε περίπτωση, δεν έπρεπε απλά να τον συλλάβει; Πόσο ασφαλείς είμαστε;

Είχα ακούσει για τη δύναμη της εξουσίας και περιστατικά αυθαιρεσίας από την ελληνική αστυνομία, αλλά όλα σε ένα θεωρητικό πλαίσιο, από απόσταση. Είχα ακούσει για τις δολοφονίες του Μιχάλη Καλτεζά, της Σταματίνας Κανελλοπούλου. Γνώριζα ότι ο Αλέξης δεν ήταν το πρώτο θύμα. Μόνο που άλλο να το ακούς και άλλο να το βλέπεις – το ντοκουμέντο που αναπαραγόταν με ραγδαίες ταχύτητες στα blogs, στις ιστοσελίδες, στα social media, το βίντεο από μπαλκόνι που έβλεπε τη διασταύρωση των οδών Τζαβέλλα και Μεσολογγίου τη μοιραία νύχτα, εκείνα τα λεπτά περίπου στις 9:20, ήταν μια σφαλιάρα που ήρθε σαν από το πουθενά να επιβάλλει τη βίαιη ενηλικίωση στη γενιά που περιγράφουμε ως millennials.

Μια ενηλικίωση που συνέβαινε σε πολλά επίπεδα ταυτόχρονα: Μαζί με το νεκρό σώμα του Αλέξη, σωριάστηκαν οι αυταπάτες για τα δικαιώματα και τις ελευθερίες, για το πρότυπο μιας ενήλικης ζωής όπως το είχαμε διδαχθεί, σωριάστηκε η εμπιστοσύνη προς το κράτος και τα media, τα οποία δεν δίστασαν να παραποιήσουν το βίντεο της δολοφονίας, επιχειρώντας να ανασκευάσουν το γεγονός ως απόρροια επεισοδίων. Ευτυχώς που βρισκόμασταν πλέον στη νέα εποχή διάχυσης της πληροφορίας μέσω του διαδικτύου και το σχέδιο παραποίησης αποκαλύφθηκε, αφήνοντας τον «βασιλιά» ακόμη πιο γυμνό.

Για τους περισσότερους της ηλικίας μου, οι «μέρες του Αλέξη» έφεραν τις πρώτες εμπειρίες από πορείες, τις πρώτες εμπειρίες από καταλήψεις και γενικά τις πρώτες εσωτερικές ζυμώσεις και το αίσθημα της συλλογικής αντίστασης απέναντι στο κράτος που αυθαιρετεί. Λέξεις όπως αυτοοργάνωση, κινηματική δράση, συνελεύσεις αποκτούσαν σάρκα και οστά, ζωντανεύοντας μια κατάσταση διαφορετική από εκείνη που μετέδιδαν τα δελτία των 20:00.

Τίποτα δεν φαινόταν ικανό να σταματήσει αυτό το πρωτόγνωρο σε διάρκεια και ένταση κίνημα διαμαρτυρίας, που απελευθερώθηκε σαν να ετοιμαζόταν σιωπηλά από καιρό. Εντελώς οργανικά, ο Αλέξης μετεξελίχθηκε σε σύμβολο μιας εξέγερσης που απολάμβανε μαζική αποδοχή – ακόμη και από γονείς που φοβούνταν, θυμάμαι, αλλά έδιναν το ΟΚ στα παιδιά τους να κατέβουν στις διαδηλώσεις στο Κέντρο.

Ήταν μια ιστορική στιγμή για την κινηματική δράση, που πολλοί αμφιβάλλουν ότι θα ξαναζήσουν.

Προσωπικά, δεν έχω να αφηγηθώ παρά ένα απρόσμενα συναρπαστικό από άποψη αδρεναλίνης χτυποκάρδι, ενώ τρέχαμε να ξεφύγουμε από τους «επίλεκτους» του αστυνομικού τμήματος στην Πετρούπολη, όταν αποφάσισαν να διαλύσουν το μικρό πλήθος, σχολιαρόπαιδα όλα που διαδήλωναν. Λίγα χιλιόμετρα μακριά, οι εικόνες από την πυρπολημένη Αθήνα κάνουν τον γύρο του κόσμου – οδοφράγματα, καπνοί που κάλυπταν τον ουρανό, καμένα αμάξια και πιο πολύ απ’ όλα το φλεγόμενο χριστουγεννιάτικο δέντρο του Δήμου Αθηναίων δείχνουν μια κατάσταση που έχει βγει εκτός ελέγχου.

Για όσους συνέχιζαν να παρακολουθούν τα γεγονότα από την τηλεόραση, το θέμα της δολοφονίας αντικαθίσταται από τον τρόμο των κουκουλοφόρων. Για όλους τους υπόλοιπους, όμως, για τον αμέτρητο κόσμο που επιμένει να κατεβαίνει στο κέντρο φωνάζοντας στους δρόμους «Εμείς θα πούμε την τελευταία λέξη, αυτές οι μέρες είναι του Αλέξη», εκτυλίσσεται μια μαγική στιγμή: μέσα στις ομάδες, τις καταλήψεις, τα δίκτυα και τις σχέσεις που καλλιεργούνται αυθόρμητα υπό τον φόβο ενός αδίστακτου και άδικου κράτους, γεννιούνται οράματα και ιδέες, όχι με τον παραδοσιακό τρόπο που είχε πια εκπέσει, αλλά συλλογικά, από τα κάτω.

Γεννιούνται συλλογικότητες και κινήματα, χιλιάδες κόσμου οργανώνεται, μοιράζεται, δρα. Το κοινωνικό σώμα αποδεικνύει –πρώτα από όλα στα ίδιο– ότι υπάρχει τρόπος απάντησης στα αδιέξοδα της κρίσης που εκείνη την εποχή βρισκόταν καθ’ οδόν προς τα πάνω μας. Άραγε, έχει μείνει κάτι από εκείνη την αυθόρμητη αισιοδοξία, την πίστη στην αλληλεγγύη, όταν πια πέρασε από πάνω μας, ποδοπατώντας κάθε ανακλαστικό;