PROFILE

Αριστομένης Προβελέγγιος, ο εμβληματικός αρχιτέκτονας που ενέπνευσε τον Σωτήρη Κοντιζά

Πολυτάλαντος και πολυσχιδής, ο αρχιτέκτονας που έχει σχεδιάσει το κτίριο στο οποίο στεγάζεται το ολοκαίνουργιο εστιατόριο Proveleggios του Σωτήρη Κοντιζά στον Κεραμεικό, υπήρξε ένας διανοούμενος του αστικού τοπίου με σήμα κατατεθέν την ποιότητα και την απλότητα.

Αντικειμενικά ο -αρχιτέκτονας και πολεοδόμος- Αριστομένης Προβελέγγιος, γόνος παλαιάς Αθηναϊκής οικογένειας με καταγωγή από τον Μάρκο Μπότσαρη, συνεργάτης του Le Corbusier, στοχαστής και πανεπιστημιακός (Πανεπιστήμιο του Παρισίου και επίτιμος διδάκτορας του Ε.Μ.Π. και του Α.Π.Θ.) δεν χρειάζεται κανέναν φόρο τιμής.

“Ο Le Corbusier ήταν ανώτερος και της φήμης του. (…)Την εποχή εκείνη στο εργαστήρι του ήμασταν ο Κανδύλης, Χατζιδάκις, ο Ξενάκις κι εγώ. (…) Ο θάνατος του με συγκλόνισε. Όταν το έμαθα σκέφτηκα, εκ μέρους του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων, να του προσφέρω χώμα της Ακρόπολης (…). Την άλλη μέρα πήρα το αεροπλάνο και πήγα στο Παρίσι. Μόλις έμαθε ο Μαλρώ ότι θα πρόσφερα χώμα της Ακρόπολης, με κάλεσε και μου ζήτησε να σταθώ δίπλα του, μαζί με τον πρέσβη της Ινδίας που θα πρόσφερε νερό του Γάγγη”.

Το δικό του έργο, η δική του η κληρονομιά έχει γραφτεί ανεξίτηλα στον διεθνή αρχιτεκτονικό χάρτη, παρότι την υπογραφή του φέρουν μόλις 15 κτίρια, 3 στο Παρίσι και 12 στην Αθήνα, με ένα από αυτά, το Comité d’ Acceuil (κτίριο υποδοχής σπουδαστών) να περιλαμβάνεται στο κατάλογο των 120 έργων αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του Παρισιού. Ενώ, επιπλέον, έχει καταθέσει πολλές καινοτόμες πολεοδομικές προτάσεις όπως π.χ. για το Ηράκλειο, το Φαληρικό Δέλτα και τη Βάρκιζα.

Και, ακόμη περισσότερο, στα διθυραμβικά σχόλια που έχουν κάνει για εκείνον όλοι όσοι είχαν την τύχη να τον συναντήσουν, να τον γνωρίσουν, να βρεθούν στην εμβέλεια του ζωογόνου πνευματός του.

“Αναμνήσεις τέλειες, βαθύτατες, αυθεντικές, ευαίσθητες, γεμάτες τύψεις, με οίηση καμία, με αναπολήσεις, με μηνύματα ανεπανάληπτα ηρώων και τάφων και παραγγελιών ‒ και πάντα είμαι ταπεινός οφειλέτης αγάπης και παραδειγμάτων που εισέπραξα αλλά και ομορφιάς της όψης ή της κίνησης, της ακοής και των ήχων και των ψιθύρων όσων και οπωσδήποτε έφθασαν κοντά μου”, θα πει στην συνέντευξη που παραχώρησε στο περιοδικό ’01’ τον Νοέμβριο του 1995 και αναδημοσιεύτηκε στη Lifo.

Δεν πειράζει, όμως. Τέτοιοι άνθρωποι αξίζει να έρχονται πάντα ξανά στην επικαιρότητα. Έστω και αν η αφορμή, όπως συγκεκριμένα το εστιατόριο Proveleggios στον Κεραμεικό (σ.σ. o ίδιος έχει επίσης σχεδιάσει το Au Revoir), έχει μόνο επιδερμικά σχέση με το ποιός ήταν και τι έχει προσφέρει. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους υπεύθυνους του χώρου ‘Ο Proveleggios, όπως ακριβώς ο αρχιτέκτονας που σχεδίασε το κτίριο που τον στεγάζει, ο οποίος δεν έχτιζε απλώς σπίτια αλλά σκεφτόταν πάνω στον τόπο, δεν θέλει μόνο να φτιάχνει φαγητό: θέλει να σκέφτεται πάνω σε αυτό. (…) Ο Αριστομένης Προβελέγγιος ήταν ένας διανοούμενος του αστικού τοπίου, που έδινε μεγαλύτερη αξία στον άνθρωπο, παρά στο κτίριο και στις αρχιτεκτονικές προτάσεις”.

Ο αξιότιμος κύριος Προβελέγγιος υπήρξε ένας μοντέρνος φιλόσοφος που δεν κύρησσε ποτέ αλλά έδειχνε πάντα το δρόμο με το παράδειγμα του. Ξεκινώντας από την σημασία και την αξία της λιτότητας ως φιλοσοφίας και πρακτικής.

“Δεν είχα καιρό να λαχταρήσω περισσότερα απ’ αυτά που έχω. Εγώ μεγάλωσα στη θάλασσα. Κολυμπούσα μέχρι και εφτά ώρες την ημέρα ‒ ψαροντούφεκα κ.λπ. Δεν απέκτησα ούτε φουσκωτό βαρκάκι, δεν μ’ ένοιαζε.  Μ’ αρέσει πάρα πολύ η μουσική, μα αυτό το πικάπ εκεί μου αρκεί ‒ το πήρα στην Μπεζανσόν πριν από δεκαετίες, τιμή ευκαιρίας. (…) Μου αρέσει η λιτότητα. (…) Η αλήθεια είναι ότι αυτό το πουκάμισο είναι 25 ετών και τα παπούτσια μου είναι μονοφόρι του ’87, κι αυτό το παντελόνι μου είναι του 1963 ‒ και δεν λιώνει! Δεν ξοδεύω και δεν επιθυμώ”.

Ένας βαθιά πολιτικοποιημένος άνθρωπος που σπούδασε στη σχολή Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών του Ε.Μ.Π. έχοντας ως καθηγητές αρχιτέκτονες όπως ο Δημήτρης Πικιώνης, πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση ως αξιωματικός του ΕΛΑΣ στα Τουρκοβούνια, τραυματίστηκε στα Δεκεμβριανά, σπούδασε πολεοδόμος στο Παρίσι με υποτροφία της γαλλικής κυβέρνησης, επηρεάστηκε από τον Μάη του 68 και επέστρεψε οριστικά στην Ελλάδα το 1979.

H αλήθεια είναι ότι διαβάζοντας τις λιγοστές συνεντεύξεις που έχει δώσει στη ζωή του, όλες εξαιρετικές, αισθάνεσαι στην ανάγκη να βγεις έξω, να βρεις και να αγγίξεις ότι έχει δημιουργήσει. (Όσον αυτό είναι εφικτό με τα καλύτερα σωζόμενα κτίριά του να είναι ένα κτίριο γραφείων επί της οδού Ερμού 8, η Κλινική Παντοκράτωρ και κάποιες ιδιωτικές κατοικίες).

Θέλεις να ακουμπήσεις τις ίδιες πέτρες με εκείνον, προσπαθώντας να ξυπνήσεις ότι από το DNA του είναι γραμμένο εντός τους. Άλλωστε και ο ίδιος ανέκαθεν αυτό έκανε. Είτε πρόκειται για το αρχαίο κεραμίδι που βρήκε σε μια εκσκαφή της Αττικής, είτε για τον βράχο στον όρμο στη Σίφνο που πρωτοέμαθε κολύμπι.

“Τον βράχο αυτόν ‒μια κόλουρη πυραμίδα, ακουμπισμένη στον βυθό‒ τον κατέγραψα στο μυαλό μου σαν βωμό της μητέρας μου. Πήγαινα κάθε μέρα και τον χάιδευα, και μάλιστα αυτό το καλοκαίρι, που δεν έκανα καθόλου μπάνιο, πήγα ξανά και συνειδητά καθόμουν και τον χάιδευα”.

Ένας άνθρωπος που πρέσβευε την ποιότητα και την απλότητα, που αγαπούσε την Αθήνα του τότε και ο οποίος αντιτάχθηκε στα μεγάλα έργα της δεκαετίας 1990-2000, όπως στο μετρό, στο Νέο Μουσείο Ακρόπολης, στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας ή στην ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων.

“Οταν άρχισαν να δίνουν τα δάνεια για τις πολυκατοικίες, χωρίς να τους νοιάζει αν θα σκεπαστεί η Ακρόπολη, όταν άνοιξαν την οδό Διονυσίου Αρεοπαγίτου και κόψανε την Ακρόπολη από τους λόφους του Φιλοπάππου και τη Νυμφών και την Πνύκα, αυτό για μένα ήταν έγκλημα. Θα μπορούσε η αρχαία Αθήνα να μείνει μια κηλίδα με τα βραχάκια της, αφού αυτά λειτουργούσαν σαν σύνολο. Θα μου πείτε και γιατί την καταστρέψανε; Για ποιο λόγο; Μα για να περνάνε γρήγορα, να πηγαίνουν σπίτια τους χωρίς κόπο. Για την ευκολία κάποιων κάφρων απεκόπη η πόλη από το φυσικό της τοπίο;”.

Κρίμα που έφυγε νωρίς. Γιατί πάντα θα είναι νωρίς για τέτοιους ανθρώπους, ακόμη και αν η ληξιαρχική πράξη θανάτου γράφει, όπως στην περίπτωσή του, ‘ετών 83’. Γιατί μαζί του πάντα είχαμε Κυριακή. Χωρίς σλόγκαν, χωρίς εξυπνάδες. Μόνο αλήθεια.

“Ο άνθρωπος είναι ό,τι εξασκείται. Αν δεν εξασκήσεις το χέρι σου, δεν θα χτίσεις. Αν δεν εξασκήσεις το μυαλό σου, δεν θα σκεφτείς. Θα είσαι σαν αυτούς τους ανθρώπους που στέκονται μπροστά στην κάμερα και τρέμουν από ταραχή επειδή θα τους δουν. «Τι ωραία! Θα με γνωρίσουν! Θα βγω από τη μοναξιά μου!» Και έχουν Κυριακή όταν πουν ένα σλόγκαν ή μια εξυπνάδα στην τηλεόραση”.