© Gregorio Borgia / AP
ΙΣΤΟΡΙΑ

Πώς εξηγείται η ουδετερότητα της Ελβετίας στους πολέμους εδώ και 500 χρόνια

Υπάρχει λόγος και δεν έχει να κάνει μόνο με τις τράπεζες.

Είναι ένα διαχρονικό ερώτημα η ουδετερότητα της Ελβετίας, το πώς καταφέρνει αυτή η χώρα ενώ βρίσκεται ανάμεσα σε παραδοσιακές δυνάμεις να μην έχει πάρει μέρος σε τόσους πολέμους που έχουν γίνει γύρω της. Λοιπόν, υπάρχει απάντηση και δεν είναι αυτή που κατευθείαν νομίζουμε όλοι, δεν έχει δηλαδή να κάνει με τις τράπεζες (μόνο).

Εκτός από την περίοδο που ο Ναπολέων εισέβαλε στην Ελβετία, κάπου στις αρχές του 19ου αιώνα δηλαδή (όπου και πάλι κατάφεραν να διατηρήσουν την ουδετερότητά τους στο τέλος), αυτή η μικρή χώρα της κεντρικής Ευρώπης έμεινε μακριά από τις διαμάχες της ηπείρου για σχεδόν 500 χρόνια. Και ο λόγος ίσως να είναι η «Μάχη του Μαρινιάνο».

Η «Μάχη του Μαρινιάνο» είναι μια μεγάλη μάχη μεταξύ Γαλλίας και Ελβετίας, η οποία πραγματοποιήθηκε στις αρχές του 16ου αιώνα, το 1511.

Πριν από αυτήν τη μάχη, οι Ελβετοί είχαν πετύχει μια μεγάλη σειρά νικών, κατακτώντας μεγάλο μέρος της βόρειας Ιταλίας και προσαρτώντας το Μιλάνο, ένα μέρος με μεγάλη στρατηγική σημασία. Ο γαλλικός στρατός, υπό την ηγεσία του νέου βασιλιά, του Φραγκίσκου, αποφάσισε να αιφνιδιάσει τους Ελβετούς, μετακινώντας τα στρατεύματα μέσα από τις Άλπεις, και μέσω μιας προηγουμένως αχρησιμοποίητης διέλευσης, προκειμένου να φτάσει στην περιοχή γύρω από το Μιλάνο.

Οι Ελβετοί, βλέποντας ότι υστερούν αριθμητικά, άρχισαν να διαπραγματεύονται τους όρους παράδοσης, αλλά αυτές οι διαπραγματεύσεις τελείωσαν με το που ήρθαν νέες ενισχύσεις. Τότε άρχισαν πάλι να προετοιμάζονται για μάχη.

Ο στρατός των Ελβετών μετρούσε περίπου 22.000 στρατιώτες, οι οποίοι έπρεπε να αντιμετωπίσουν τους 40.000 στρατιώτες του γαλλικού στρατού, συμπεριλαμβανομένων των διαβόητων Γερμανών μισθοφόρων «Λαντσνεχτ», του πυροβολικού και του ιππικού. Αυτό όμως δεν τους ανησυχούσε ιδιαίτερα. Είχαν πολεμήσει με αριθμητικό μειονέκτημα και στο παρελθόν και οι πρόσφατες ενισχύσεις θεώρησαν ότι τους αρκούν.

Πριν από τη μάχη, ο Φραγκίσκος αποφάσισε να τοποθετήσει τα δεκάδες κανόνια του στο κέντρο του σχηματισμού, κατά μήκος των μπροστινών γραμμών, με το ιππικό να μάχεται στην αριστερή και δεξιά πλευρά. Δεδομένου ότι οι Ελβετοί δεν είχαν ούτε πυροβολικό ούτε ιππικό, η στρατηγική των δεύτερων ήταν να επιτεθούν στα πυροβόλα, να τα συλλάβουν και να τα στρέψουν εναντίον του γαλλικού στρατού. Αυτή η τακτική είχε λειτουργήσει και στο παρελθόν. Το ελβετικό πεζικό ήταν ονομαστό εκείνα τα χρόνια για την αποτελεσματικότητά του.

Οι Ελβετοί πεζικάριοι κατάφεραν να καταλάβουν μερικά κανόνια, αλλά το ιππικό τους απώθησε και η πρώτη ημέρα της μάχης τελείωσε χωρίς νικητή.

Την επόμενη μέρα, τη δεύτερη ημέρα της μάχης, οι Ελβετοί χρησιμοποίησαν παρόμοιες τακτικές. Επιτέθηκαν στα πυροβόλα, αλλά αυτή τη φορά οι στρατιώτες του πυροβολικού ήταν έτοιμοι. Τα πυροβόλα κατάφεραν να χτυπήσουν τους συμπαγείς σχηματισμούς των Ελβετών, οι οποίοι όμως συνέχισαν να προχωρούν πολύ κοντά στα κανόνια. Αυτή τη φορά όμως προστατεύονταν στην τελευταία γραμμή από τους Γερμανούς μισθοφόρους.

Η αντεπίθεση ξεκίνησε όταν μπήκαν στη μάχη και οι δυνάμεις των Βενετών-συμμάχων των Γάλλων. Οι Ελβετοί θα ηττηθούν, θα χάσουν τους μισούς τους άντρες στη μάχη, ενώ οι Γάλλοι θα χάσουν κοντά στις πέντε χιλιάδες.

Η ήττα θα οδηγήσει στη σύναψη ειρήνης με τους Γάλλους, η οποία θα έχει μακροπρόθεσμες επιπτώσεις. Η συνθήκη είχε ως ρήτρα την «αιώνια ειρήνη», η οποία όριζε ότι η Γαλλία και η Ελβετία δε θα πολεμούσαν ποτέ ξανά μεταξύ τους ούτε και θα συμμαχούσαν ποτέ με τους εχθρούς της άλλη χώρας. Και για κάποιο λόγο αυτό λειτούργησε. Προφανώς, η συμφωνία τους θα ευνοήθηκε και από τις συγκυρίες.

Η ρήτρα παρέμεινε σε πλήρη ισχύ μέχρι και τη Γαλλική Επανάσταση. Έσπασε όταν αναγκάστηκαν οι Ελβετοί να υπερασπιστούν τα εδάφη τους ενάντια στους Γάλλους που εισέβαλαν. Απ’ την άλλη, Ελβετοί μισθοφόροι έχουν πολεμήσει σε διάφορες περιπτώσεις, αλλά και αυτές ήταν σπάνιες. Κατά τη διάρκεια των αιώνων, η ουδετερότητα της Ελβετίας έχει γίνει ακόμη πιο ισχυρή. Για παράδειγμα, σήμερα υπάρχουν νόμοι που εμποδίζουν τους Ελβετούς πολίτες να παίρνουν μέρος σε ξένους πολέμους.

Οι μόνες σύγχρονες στρατιωτικές δραστηριότητες της Ελβετίας ήταν η αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων και η επίθεση εναντίον ξένων αεροπλάνων που πετούσαν πάνω από τη χώρα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Μπορεί μία μάχη που έγινε πριν 500 χρόνια να επηρεάζει ακόμα τη στάση της χώρας κατά τους σύγχρονους; Οι ιστορικοί υποστηρίζουν πώς «ναι», έχει δημιουργηθεί μία παράδοση και μία νοοτροπία βαθιά ριζωμένη, αλλά η στάση της χώρας επηρεάζεται φυσικά και από τις συνθήκες που κάθε φορά προκύπτουν.

υγ: O πόλεμος στην Ουκρανία έχει δημιουργήσει ένα τρομερό δίλημμα στην ελβετική κοινωνία και πολιτική σκηνή για το κατά πόσο ή όχι θα πρέπει να εμπλακεί, όπως αναφέρουν τα διεθνή Μέσα.