SEX

Η πρώτη μου χυλόπιτα

4 συντάκτες συντάκτες του ONEMAN προσπαθούν να ξορκίσουν τους δαίμονες της παιδικής ηλικίας γράφoντας ομαδικά για την πρώτη φορά που άκουσαν το μεγάλο "όχι".

Το να γράφουμε ομαδικά για τέτοιες καταστάσεις δεν είναι μόνο για να ξορκίσουμε τους δαίμονες. Θέλουμε να πιστεύουμε ότι με κάποιο μαγικό και απροσδιόριστο μοιραζόμαστε τη ντροπή (…αφού το κάνουν όλοι ας το κάνω και εγώ), ότι έχουμε καλύτερες πιθανότητες να μη φάμε παντόφλα (όπως θα γινόταν αν έγραφε ο καθένας μας ένα homme alone), ότι, ρε παιδάκι, μου θα τη γλυτώσουμε φτηνά ένα πράγμα (δε θα προσέξουν το δικό μου).

Είναι κάτι που το πιστεύουμε όλοι οι συντακτες εδώ στο ONEMAN, με πρώτο το Μάνο το Μίχαλο που πήρε την πρωτοβουλία να κάνει μια ιδέα ομαδική υπόθεση και εστειλε ένα mail που ξεκινούσε ως εξής: “Παρότι ο Πάνος ήθελε να το γράψει μόνος του, γι’ αυτές τις περιπτώσεις είναι οι φίλοι… Να μοιράζονται την ξεφτίλα.” Ακριβώς έτσι. “Να μοιράζονται.” Με άλφα γιώτα. “Μοιράζονται.” Τρίτο πληθυντικό. Και κυριολεκτούσε.

H Αγγελική χυλόπιτα του Ηλία Αναστασιάδη

Ήταν η εποχή που έτρωγα καθημερινά 13 εκλεράκια από τον Τζιβελέκα, στην Γ’ Γυμνασίου, και άκουγα το “Θέλω να σε Ξαναδώ” του Σφακιανάκη πριν κοιμηθώ και αφού ξυπνήσω, έτσι για να μπω στο κλίμα της κλάψας με το καλημέρα. Η Αγγελική, αυτό το κορίτσι με το ίσιο μαύρο μαλλί και την κλασική μαύρη φόρμα Adidas με τις ρίγες στο πλάι, δεν σέρβιρε απλά την πρώτη χυλόπιτα της ζωής μου. Μου έριξε και την δεύτερη και την τρίτη και την έβδομη.

Σταμάτησα την προσπάθεια μόλις σιγουρεύτηκα πια ότι αν η Αγγελική ξέμενε σε ένα ερημικό νησί μαζί μου, είναι πιθανότερα να έκανε κάτι με κάποιον διερχόμενο καρχαρία παρά με μένα. Παρ’ όλ’ αυτά, πονούσα, ήλπιζα και κλαιγόμουν σε κάθε συμμαθητή που έκανε το λάθος να με ρωτήσει τι έχω.

Το πρόβλημά μου με την Αγγελική -μετά από 10 μήνες απόρριψης, όχι μόνο δεν έτρωγα εκλεράκια, αλλά δεν θυμάμαι καν αν έπινα νερο- έληξε μόνο όταν τελείωσα το Γυμνάσιο. Όχι, εδώ δεν έχει happy end, ούτε ανατροπές στην διαδικασία της καψούρας. Η Αγγελική δεν με θέλησε ποτέ. Δυο τρεις φορές που την ξαναπέτυχα στο δρόμο από τότε, δεν με θυμόταν καν.

Ναι, έχω κι εγώ έναν γραφικό φίλο που πιστεύει ότι όλα αυτά τα έκανε επειδή κατά βάθος με γουστάρει.

Ο Πάνος Κοκκίνης θυμάται την Μαρία της 1ης γυμνασίου

Ήταν μελαχρινή, νταρντάνα και με περνούσε 1 1/2 κεφάλι. Ένα κεφάλι -ειδικά την πίσω πλευρά- που μπορώ να σας περιγράψω με κάθε λεπτομέρεια , αφού το έβλεπα καθημερινά από την 3η δημοτικού που κάθισα για πρώτη φορά από πίσω της.

Η πρώτη φορά που με έφτυσε ήταν στο πάρτι μου με άφησε να κάνω η μάνα μου για να γιορτάσουμε ότι τελειώσαμε το δημοτικό. Όχι μόνο δεν χόρεψε μαζί μου (ούτε μια φορά), αλλά επίτηδες προτίμησε να χορεύει σφιχτά όλο το βράδυ με τον Μπάμπη, το πέος του οποίου όλοι ξέραμε ότι ήταν μεγέθους 35χρονου άντρα.

Αλλά εννοείται πως δεν τα παράτησα τόσο εύκολα. Στην αρχή το «έπαιζα» φίλος της, φτάνοντας στο σημείο να ρίχνω χυλόπιτες -χωρίς εκείνη να το ξέρει- σε όποιον συμμαθητή με πλησίαζε και μου ζητούσε να του κάνω κονέ μαζί της.

Ύστερα τα έφτιαξα για μια εβδομάδα με την κολλητή της την Τάνια, μπας και ζηλέψει. Αλλά και πάλι τζίφος.

Στο τέλος απλά τα παράτησα και άρχισα να ασχολούμαι με την Βανέσα, μια Ελληνίδα της οποίας οι γονείς είχαν μόλις επιστρέψει από την Βραζιλία και η οποία ήρθε και κάθισε δίπλα μου, αφού αυτή ήταν η μοναδική ελεύθερη θέση στην τάξη. Και όταν λέω «ασχολούμαι», εννοώ να την αφήνω να με χαϊδεύει κάτω από το θρανίο.

Εννοείται πως τότε ήταν που η Μαρία αποφάσισε να με προσέξει. Οπότε άφησα τα χάδια της Βανέσας και έπεσα στην αγκαλιά (είπαμε, με περνούσε 1 1/2 κεφάλι) της Μαριάς.

Δυο μέρες -και ένα χαμούρεμα μετά- η Μαρία τα έφτιαξε με τον Μπάμπη (ναι, με το μεγάλο πέος). Η Βανέσα κάθισε αλλού. Και εγώ κατέληξα να «χαϊδεύομαι» μόνος μου.

Ο Στέλιος Αρτεμάκης δεν έχει φάει ποτέ χυλόπιτα

Δεν έχω φάει ποτέ χυλόπιττα. Όχι ότι δεν έχω φάει κέρατο ή δεν έχω πάρει ποτέ τον “πούλο” που λέμε, αλλά υποθέτω ότι η χυλόπιτα είναι όταν εκεί, κάπου στο Γυμνάσιο-Λύκειο, ζητάς από μια κοπέλα να τα φτιάξετε. Και εγώ το έκανα. Μία φορά και ήταν επιτυχής.

Στην 3η Γυμνασίου, νομίζω, ζήτησα από τη Ρενάτα να τα φτιάξουμε και είπε ναι. Κάπου μεταξύ ιστορίας και μαθηματικών της είχα δώσει ένα χαρτάκι -το λεγόμενο ραβασάκι- που έγραφε “θες να τα φτιάξουμε;” Αυτή το γύρισε πίσω γράφοντας “ναι”. Αντί να γράψει “όχι” ή “δεν ξέρω τι σημαίνει αυτό” (λες και ήξερα εγώ) είπε “ναι”. Και αυτό ήταν, δηλαδή τίποτα άλλο.

Ο καθένας περνούσε τις μέρες του όπως και πριν, σαν να μην τρέχει τίποτα. Ούτε φιλιά, ούτε αγκαλιές, ούτε διαλείμματα να μοιραζόμαστε μια τυρόπιτα. Έτσι “τα είχαμε”. Έτσι “δεν έφαγα ποτέ χυλόπιτα. Και όταν με ρωτούσαν αν ειχα κοπέλα, δε χρειαζόταν να καταπιώ τη ντροπή μου, να αποφύγω την ερώτηση, να πω ότι δε μιλάω για προσωπικά πράγματα. Μπορούσα να απαντήσω ένα ξερώ “ναι, έχω.” Τυπικά ήταν αλήθεια, είχε πει “ναι” λέμε, είχα γραπτές αποδείξεις. Μπορούσα να μείνω ήσυχος για όσο κρατούσε. Μέχρι τον επόμενο Σεπτέμβριο, δηλαδή, που τα έφτιαξε με τον καλύτερο μου φίλο. Ηταν μια εντελώς μονομερής ενέργεια. Δε με ρώτησε, δε μου είπε καν πρώτα “χωρίζουμε”. Αλλά δεν έγινε και τίποτα. Για μερικούς μήνες μπορούσα να λέω ότι “ξέρεις, είχα, αλλά χωρίσαμε πρόσφατα.”

Το φιλί του Ιούδα θυμάται μόνο ο Χρήστος Χατζηιωάννου

Είναι λίγο περίεργο να ορίσεις την πρώτη χυλόπιτα χρονικά. Θα πω για την πρώτη που την έφαγα in the face και την θυμάμαι ακόμα. Ένα πάρτι στην Γλυφάδα στο σπίτι ενός συμμαθητή μου, του Νάσου. Αρκετός κόσμος, ποτά, μαλακίες. Α ναι. Και η Κατερίνα. Θυμάμαι ότι δεν μου άρεσε κανονικά. Μου άρεσαν άλλες περισσότερο. Αλλά θεωρούσα χρέος μου να την πέσω σε κάποια που να μου αρέσει έστω αρκετά. Αλλά σαν τρανή κότα που ήμουν εκείνα τα χρόνια σε αυτά τα ζητήματα, έστειλα πρώτα έναν φίλο μου να σκανάρει.

Μετά την συζήτηση μαζί της είχε πάρει το vibe και ότι πρέπει να της την πέσω. Ακόμα δεν είμαι σίγουρος αν με έστειλε απλά για να γελάσει μαζί με τους άλλους ή αν απλά δεν κατάλαβε. Πήρα την Κατερίνα, πήγαμε στο μπαλκόνι και της είπα μετά πάσης βεβαιότητος κάποια παπαριά για να μου πει το “ναι είσαι φανταστικός αλλά”. Βασικά δεν θυμάμαι την δικαιολογία της γιατί εκείνη την στιγμή σκεφτόμουν το Χ που έτρωγα και το τι θα έλεγα στους φίλους μου μετά. Αυτό που δεν θα ξεχάσω ποτέ όμως είναι το φιλί του Ιούδα. Ένα φιλί ανάμεσα στο μάγουλο και στα χείλη. Έτσι να πάρει και λίγο χείλος για να μάθεις από μικρός ότι μια γυναίκα θα κάνει σχεδόν πάντα αυτό που θέλει.