ΤΑΞΙΔΙ

Monaco. Στη χώρα της αλόγιστης σπατάλης

Ένα κρατίδιο που γεννήθηκε και ζει στους δικούς του ουτοπικούς αλλά και τόσο αληθινούς ρυθμούς. Ένας συντάκτης αναρωτιέται, με αφορμή το Grand Prix.

Στον τίτλο το αποκαλώ χώρα. Λανθασμένα καθότι στην έννοια της χώρας περιλαμβάνονται οι έννοιες του έθνους και του κράτους, πέρα από εκείνη του γεωγραφικού προσδιορισμού. Και σίγουρα δεν μπορείς να ορίσεις ιδιαίτερα εθνικά χαρακτηριστικά σε αυτό το μείγμα Γάλλων, Ιταλών και μετοίκων που συμπληρώνουν τους περίπου 36 χιλιάδες κατοίκους του Μονακό. Αλλά μέσα σε αυτά τα 201 εκτάρια συμβαίνουν τόσα πολλά και τόσα θαυμαστά που θα μπορούσαν κάλλιστα να αποτελούν την agenda μιας ολόκληρης χώρας.

Βρέθηκα πριν ένα μήνα στο Μονακό. Στις 28 Απριλίου και με βροχερό καιρό πέρασα τα σύνορα από την πλευρά της Γαλλίας για να εισέλθω στο πριγκηπάτο. Και μετά από έναν δρόμο με αρκετές στροφές και κατέβασμα από την πλαγιά, βρέθηκα με την παρέα μου να επιλέγουμε parking ανάμεσα στα δεκάδες που βρίσκονται στη διάθεση των κατοίκων και των επισκεπτών.

Επιλέξαμε εκείνο που βρίσκεται έξω και υπόγεια του Casino de Monte-Carlo. Ένα από τα διασημότερα καζίνο της Ευρώπης, στολίδι για την πόλη τους και έναν από τους μεγαλύτερους τουριστικούς προορισμούς για τον επισκέπτη. Επισκέπτης που κατά 99% θα βρεθεί στην κοινή σάλα των τουριστών για να παίξει όπως εμείς και δεν θα αντικρύσει ποτέ τα “σοβαρά” τραπέζια του Casino. Πολλοί στεκόντουσαν έξω από την επιβλητική του είσοδο για να φωτογραφηθούν. Οι πιο πολλοί όμως είχαν τις φωτογραφικές τους στραμένες αλλού.

 

Βλέπεις έξω από το Casino και τα γειτονικά ξενοδοχεία υπάρχει ένα ιδιότυπο showroom πανάκριβων αυτοκινήτων. Το κολάζ το έφτιαξε ο κολλητός μου την μέρα εκείνη. Σε μία γωνία που λογικά αν έχεις κάτι φθηνότερο από Bentley δεν σε αφήνουν να στρίψεις. Μερικοί παρκαδόροι να προσέχουν τις Ferrari, τις Lamborghini, τις Porsche, τις Rolls Royce και τις Maseratti και μερικές δεκάδες τουρίστες να ποζάρουν δίπλα στα αυτοκίνητα για να σχολιάσουν μετά στους φίλους τους το πόσα χρήματα μπορεί να έχει κάποιος για να έχει ένα τέτοιο αυτοκίνητο.

Τέτοιες συζητήσεις κάνεις αναπόφευκτα στο Monaco. Και τέτοιο είναι και το ύφος αυτού του κειμένου. Όχι από φθόνο για αυτόν τον πλούτο που βρίσκεται συμπυκνωμένος εκεί. Αλλά από εύλογη απορία για μια ζωή που ξεφεύγει τόσο συχνά από τα όρια που καθιστά παράβαση κάθε λογικής.

 

Από το πρώτο δευτερόλεπτο μέχρι το τελευταίο αυτής της επίσκεψης, βίωνα μία τελειότητα αλλά και ένα χάσμα. Μία τελειότητα σε αυτά που ζουν οι Μονεγάσκοι και ένα χάσμα σε σχέση με τις εικόνες που είχα λάβει και θα λάμβανα ακόμα και στις εύφορες τριγύρω περιοχές της Γαλλίας και της Ιταλίας.

Ναι, υπήρχε και η απλή πλευρά του Monaco. Το βρωμερό bar στο λιμάνι, η άθλια πιτσαρία δίπλα στη γραμμή τερματισμού του Gran Prix. Αλλά στο 98% αυτή η πόλη σού έβγαζε ότι είχε οικοδομηθεί για πρίγκηπες, βασιλιάδες και φαντασμένους. Πάνω από όλα όμως είχε οικοδομηθεί για ανθρώπους που θέλουν να ζήσουν την χλιδή μέσα σε πολύ περιοριστικά πλαίσια.

 

Πώς αλλιώς να περιγράψεις τη ζωή κάποιου που έχει αμέτρητα εκατομμύρια και επιλέγει να ζει σε ένα πολυτελές διαμέρισμα στον 18ο όροφο μιας πολυκατοικίας αντί να χτίζει μία έπαυλη στην εξοχή της Νίκαιας, στα παράλια του Portofino, στην Προβάνς και σε άλλες κοντινές περιοχές;

Πώς εξηγείται αυτή η τόσο οργανωμένη αλλά και τόσο υπερβολική κάθετη δόμηση τριγύρω από τις δύο μαρίνες του Monaco; Πανύψηλα συγκροτήματα κατοικιών. Μπαλκόνια που είσαι σίγουρος ότι κρύβουν παλάτια στο εσωτερικό τους. Σπίτια σκαρφαλωμένα στο βουνό, τόσο κοντά μεταξύ τους που νιώθεις ότι ατενίζεις μια αυθαίρετα χτισμένη πλαγιά του Υμηττού. Τόσο στοιβαγμένα αλλά και τόσο τέλεια.

 

Γιατί ναι, την ένιωθες την τελειότητα, την μύριζες και την έβλεπες μπροστά σου. Τίποτα δεν ήταν τυχαίο, τίποτα δεν ήταν ελλιπές. Μόνο περιττό. Ήσουν βέβαιος ότι κάθε ένας από τους κατοίκους του Monaco έχει ακριβώς αυτά που χρειάζεται για να ζήσει ζωή χαρισάμενη.

Την ίδια ζωή που ζουν τα πρότυπά τους, η οικογένεια των Grimaldi, εκεί ψηλά στον λόφο που βρίσκεται το παλάτι. Το “βασίλειο” του πρίγκηπα Αλβέρτου και της γαλαζοαίματης οικογένειάς του. Ένα κόκκινο μεγάλο χαλί και τέσσερις απαστράπτοντες φρουροί στην είσοδο μαρτυρούσαν ότι αυτό είναι ένα παλάτι που δεν χρειάζεται ιδιαίτερη φύλαξη. Ο κόσμος αγαπά αυτή την οικογένεια. Κυρίως γιατί δεν έχει λόγο να την αντιπαθήσει.

 

Κι εκεί πάνω στον λόφο είναι που επιβεβαιώθηκε η εικόνα της τελειότητας. Στο μισό αποτσίγαρο που δεν έβρισκες στο δρόμο, στις δημόσιες τουαλέτες που ήταν πιο καθαρές και από του σπιτιού σου. Στην παιδική χαρά με το ταπί και την εκθαμβωτική θέα στη μαρίνα. Στα φρεσκοβαμμένα κτίρια όλης της παλιάς πόλης. Στα δεκάδες κόκκινα μακρυκότσανα τριαντάφυλλα που στόλιζαν τον καθεδρικό ναό της πόλης.

 

Όχι. Δεν είναι σίγουρα η πιο όμορφη πόλη στον κόσμο. Ούτε καν στις 30 πιο όμορφες δεν θα έμπαινε. Αλλά αν γινόταν κάποτε μια λίστα με τις πόλεις που σε γεμίζουν με την πληθωρικότητά τους, που σε αποσυντονίζουν με την τελειότητά τους και σε αφήνουν με το στόμα ανοιχτό, το Monaco θα ήταν σίγουρα στις πέντε πρώτες θέσεις.

 

Μία πόλη που θα την ζήσεις διαφορετικά αν πας με το πορτοφόλι σου γεμάτο και πολύ διαφορετικά αν πας με το πορτοφόλι σου άδειο. Ναι, αξίζει μία επίσκεψη στο Monaco, όσα χρήματα κι αν έχεις στο πορτοφόλι σου.

Για να μείνεις με το στόμα ανοιχτό καταμετρώντας την αλόγιστη σπατάλη τους. Για να οδηγήσεις ως άλλος πιλότος της F1 την κλασική διαδρομή. Για να ατενίσεις από την παλιά πόλη το Stade Louis II και την μαρίνα γεμάτη από πολυτελή σκάφη και ιστιοπλοϊκά. Για να ζηλέψεις έστω και λίγο τη χαλαρότητα εκείνων που βλέπεις τα απογεύματα να βγαίνουν από αυτοκίνητα με πινακίδες του πριγκηπάτου.

Για να κάνεις μια βόλτα στην Disneyland του πλούτου.