Keystone / Getty Images / Ideal Image
ΕΓΚΛΗΜΑ

Ο 19χρονος δολοφόνος που έπνιξε τη σύντροφό του υποστηρίζοντας ότι «την αγαπούσε πολύ»

Η ιστορία της γυναίκας που πέθανε από τα χέρια του συντρόφου της επειδή αυτός δεν μπορούσε να αποδεχτεί πως ήθελε να τον εγκαταλείψει.

Στις 7 Οκτωβρίου 1966 η κοινωνία του Παλαιού Φαλήρου συνταράσσεται από ένα έγκλημα που συμβαίνει στη γειτονιά της. Η 19χρονη Ε.Ζ. βρίσκεται νεκρή στο πάτωμα του σπιτιού του συντρόφου της. Πάνω στο ημίγυμνο πτώμα της υπάρχουν φωτογραφίες, κοσμήματα και ένα σημείωμα που προδίδει τον δολοφόνο.

«Δεν είναι ανάγκη να ψάχνετε. Θα σας φέρουν γρήγορα το πτώμα μου. Την αγαπούσα και τη σκότωσα. Λυπάμαι πολύ που το έκανα. Δεν είμαι δολοφόνος. Θα πληρώσω με τη ζωή μου. Αντίο μάνα». Αυτά είναι τα λόγια τα οποία αναγράφονται πάνω στο σημείωμα στο οποίο ο σύντροφος της άτυχης 19χρονης και δολοφόνος της απευθύνεται στη μητέρα του.

Το πτώμα βρίσκει το επόμενο πρωινό του φονικού στην κρεβατοκάμαρα του ζευγαριού. Πάνω στο σώμα της, ο δράστης έχει ζωγραφίσει έναν σταυρό με ιώδιο, ενώ έχει τοποθετήσει και ένα κολιέ σε σχήμα καρδιάς. Στο σημείο φτάνει άμεσα η αστυνομία, η οποία εξαπολύει αμέσως ανθρωποκυνηγητό στην πόλη για να συλλάβει τον δράστη.

Ο Χ.Φ. συλλαμβάνεται μια μέρα αργότερα στις τουαλέτες του Πταισματοδικείου. Κατά την ανάκριση παραδέχεται πως είναι αυτός που σκότωσε την Ε.Ζ. το προηγούμενο βράδυ στο Παλαιό Φάληρο, ωστόσο, προσπαθεί να ρίξει το φταίξιμο στο θύμα. Λέει στους αστυνομικούς πως ήταν άπιστη, πως τον περιέπαιζε, ενώ φτάνει στο σημείο να υποστηρίξει πως ακόμη και την ώρα που τη σκότωνε, τον προκαλούσε χαμογελώντας και κοροϊδεύοντας τον.

«Την ώρα που γελούσε της τύλιξα τον λαιμό με τη ζώνη της πιτζάμας ενώ αυτή εξακολουθούσε να με βρίζει. “Σε αγαπώ” της είπα. Εκείνη απάντησε πως δεν την ενδιαφέρει. Δεν έκανε καμία κίνηση να αμυνθεί. Δεν πίστευε ότι ήταν δυνατόν να της κάνω κακό και για αυτό δεν έκανε την παραμικρή κίνηση» υποστηρίζει. Τα ψέματα του δολοφόνου, όμως, δεν κρατούν πολύ. Κατά την αναπαράσταση του φόνου τα παραδέχεται όλα, αποκαλύπτοντας τους λόγους και το τι έγινε τελικά εκείνο το βράδυ του Οκτωβρίου 1966 στο Παλαιό Φάληρο.

Το χρονικό του φονικού

Το ζευγάρι γνωρίζεται στις αρχές του 1966 και ερωτεύεται. Η οικογένεια της Ε.Ζ. όμως δεν τον θέλει για γαμπρό και εκφράζει την εναντίωσή της. Ο Χ.Φ. την κλέβει και την παντρεύεται χωρίς να το γνωρίζει κανείς. Οι δυο τους δημιουργούν το δικό τους σπιτικό στον Άγιο Σώστη, ωστόσο, ήδη από τους πρώτους μήνες ο δράστης δείχνει την κακοποιητική του συμπεριφορά.

Οι τσακωμοί είναι καθημερινοί και η 19χρονη εγκαταλείπει συχνά το σπίτι. Κάθε φορά που το κάνει, όμως, ο Χ.Φ. πηγαίνει κάτω από το πατρικό της και απειλεί πως θα αυτοκτονήσει για να την πείσει να γυρίσει πίσω. Τρεις μέρες πριν τον θάνατό της γίνεται και η τελευταία επανασύνδεση.

Σύμφωνα με την ιατροδικαστική εξέταση, ο δολοφόνος προσπαθεί αρχικά να πνίξει το θύμα με μια ζώνη ρόμπας αλλά αυτή σπάει, με αποτέλεσμα να ολοκληρώσει την αποτρόπαια πράξη του με μια ζώνη πιτζάμας. Όπως αποδεικνύεται, η 19χρονη είναι έγκυος στο πρώτο τους παιδί.

Η δίκη και η ποινή κάθειρξης στον δολοφόνο

Κατά τη διάρκεια της δίκης ακούγονται διάφορες θεωρίες για τα κίνητρα του Χ.Φ. Από το ότι ο δολοφόνος προωθούσε την κοπέλα και τη σκότωσε φοβούμενος πως θα αποκαλύψει τα μυστικά του, μέχρι το ότι δεν ήθελε να το παιδί που κυοφορούσε το θύμα. Το επικρατέστερο σενάριο, το οποίο χρησιμοποιεί ακόμη και ο δικηγόρος του δράστη, είναι πως το έκανε «επειδή την αγαπούσε πολύ», όπως είχε παραδεχτεί και ο ίδιος μετά την αναπαράσταση του εγκλήματος.

Τα ακριβή αίτια της δολοφονίας δεν γίνονται γνωστά μιας και ο Χ.Φ. κρατά το στόμα του κλειστό, ωστόσο, το επικρατέστερο σενάριο είναι πως τη σκότωσε επειδή αυτή ήθελε να τον εγκαταλείψει. Παρά την προσπάθεια του δικηγόρου να πείσει τους δικαστές πως η δολοφονία έγινε εν βρασμώ ψυχής, εκείνοι τον κρίνουν ένοχο για ανθρωποκτονία με πρόθεση και του επιβάλουν ποινή κάθειρξης 17 ετών.