ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟ

Ο Λάμπρος Αθανασούλας γκαζώνει για το Ράλι Μόντε Κάρλο

Λίγο πριν τον μεγάλο αγώνα, ο Λάμπρος Αθανασούλας βάζει το Oneman σε ρόλο συνοδηγού.

Ζούμε σε μία χώρα που οι μισοί είναι πρόεδροι και οι άλλοι μισοί πιστεύουν θα μπορούσαν κάλλιστα να κάνουν καριέρα στον αθλητισμό. Τουλάχιστον αν δεν προέκυπτε η «χ» συνωμοσία του σύμπαντος, που τους κράτησε δεμένους στη Γη αντί να ταξιδεύουν στα αστέρια. Στη χώρα του «ό,τι δηλώσεις είσαι» λοιπόν, κοιτάξου στον καθρέφτη και πες μου αλήθεια: δεν έχεις νιώσει ποτέ πως θα μπορούσες (έστω υπό προϋποθέσεις)  να γίνεις οδηγός αγώνων;

Δεδομένου πως ένας στους δύο έχοντες αγωνιστική άδεια στην Ελλάδα έχει στομαχικό αερόσακο σαν τον δικό μου, ίσως να μην έχεις κι άδικο. Εφόσον υπάρχει money, θα υπάρξει και honey και θα την κάνεις την τρέλα σου. Όμως αν ψάχνουμε πραγματικούς οδηγούς αγώνων, οδηγούς-αθλητές, οδηγούς με κότσια βαριά που ξέρουν να πηγαίνουν με τα φρένα σπασμένα, οι επιλογές στα μέρη μας είναι περιορισμένες.

Θυμάμαι μεγαλώνοντας, χάζευα στο «ιερό» Ράλι Ακρόπολις τον Τζίγγερ (κι ας είμαι γαύρος), τον Στρατισσίνο και τον Βωβό. Σήμερα, αν ψάξουμε ένα όνομα που έχει πωρώσει τον πιτσιρικά ώστε να σκαρφαλώσει στο βουνό και να εθιστεί στα ράλι, αναμφίβολα αυτό είναι του Λάμπρου Αθανασούλα. Δεκαπέντε χρόνια στους αγώνες, δέκα σε πρωταγωνιστικό ρόλο και με επιτυχίες σε διεθνές επίπεδο – έστω και στις λιγοστές ευκαιρίες που είχε να δείξει το πλούσιο ταλέντο του.

Εικόνες από το shakedown μπορείτε να δείτε στη σελίδα του Λάμπρου στο Facebook.

Μία τέτοια ξεκινά σήμερα με το Ράλι Μόντε Κάρλο, που σηματοδοτεί και την έναρξη του φετινού Παγκοσμίου Πρωταθλήματος Ράλι. Σε αντίθεση με τους αντιπάλους του στην κατηγορία WRC2, το πιθανότερο είναι πως θα κάνει μία one-off εμφάνιση φέτος αλλά αυτό δεν τον πτοεί. Είναι όνειρο που πάντα ήθελε να ζήσει. «Νομίζω πως είναι από τα πράγματα που πρέπει κάποια στιγμή στην καριέρα σου ως οδηγός να έχεις κάνει. Αν φυσικά σου δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία. Είμαι αρκετά προνομιούχος γιατί έχω τρέξει στο Ακρόπολις, στο Ράλι Μεγάλης Βρετανίας, στη Φινλανδία, την Κορσική. Αλλά ειδικά το Μόντε Κάρλο, είναι όνειρο για πολλούς οδηγούς». Το βλέμμα του ταξιδεύει. Στο μυαλό του οδηγεί ήδη.

Τον συνάντησα πριν από μία ακριβώς εβδομάδα στο Λουτράκι και την «έδρα» του, το Waves. Μαγαζί-παράθυρο προς το γαλάζιο της θάλασσας, μόνο που ενώ όλοι έπιναν τον καφέ τους κοιτώντας τη θέα, ο Λάμπρος ήταν χωμένος σε μία οθόνη υπολογιστή. Έψαχνε εικόνες από τις γαλλικές Άλπεις, πάνω από τη Gap όπου απλώνονται οι ειδικές διαδρομές.

Να δει αν έπεσε χιόνι ή όχι. Να πάρει μία ιδέα τι θα συναντήσει τις επόμενες ημέρες.

 

Οι περισσότεροι αντίπαλοί του, ήταν ήδη εκεί. Επαγγελματίες γαρ, με φουλ υποστήριξη. Ο Λάμπρος και ο συνοδηγός του, Νίκος Ζακχαίος, ήταν ακόμα εδώ.  Υποχρεωτικά έκαναν «εντατικά» από το σπίτι τις τελευταίες εβδομάδες. «Μέσα Ιανουαρίου και καθόμαστε στον ήλιο, με θερμοκρασία στους 15 βαθμούς Κελσίου και συζητάμε για πράγματα που… θεωρητικά θα βρούμε μπροστά μας. Θερμοκρασίες κάτω από το μηδέν, χιόνι, θα πρέπει να προσαρμοστούμε απότομα σε όλα. Στο κρύο, τις συνθήκες οδοστρώματος, το υψόμετρο. Έχουμε δει πάρα πολλές ειδικές διαδρομές σε in-car λήψεις από τα αυτοκίνητα άλλων οδηγών, πως αυτά συμπεριφέρονται στις αλλαγές του κρατήματος ανάλογα το χιόνι και τον πάγο, που φρενάρουν, τι γράφουν στις σημειώσεις τους ώστε να είναι προετοιμασμένοι για αυτό που έρχεται».

Βουτιά στα βαθιά. Πρώτη εμφάνιση στο θρυλικό Μόντε που μέσα σε ένα χιλιόμετρο μπορεί να αντιμετωπίσεις στεγνό οδόστρωμα, βρεγμένο, χιόνι και πάγο. Στο ίδιο χιλιόμετρο! Με μοναδικό κριτήριο τη μία ημέρα δοκιμών και το ένστικτο. Αν σας ακούγεται δύσκολο, σας διαβεβαιώνω πως είναι. Αλλά ο Λάμπρος δεν θα ριχτεί στη μάχη μόνος του, έχει και το συνοδηγό του. Ο Νικόλας στο δεξί μπάκετ είναι ότι είναι ο Robin για τον Batman. Ο καθοδηγητής, ο φύλακας άγγελος, ο ψυχολόγος.

 

Τον ρωτάω πόσο σημαντική είναι αυτή η σχέση. «Ο συνοδηγός είναι η φωνή που καθοδηγεί τα χέρια και τα πόδια σου ώστε να κάνεις πράξη όσα απαιτεί το road book. Ένα λάθος, είτε από τον έναν είτε από τον άλλο, μπορεί να είναι πολύ επώδυνο. Τον εμπιστεύομαι απόλυτα την ώρα του αγώνα». Δεν είναι εύκολο να πρέπει να ξεκινάς να στρίβεις, χωρίς καν να βλέπεις τη στροφή. Όμως στη μάχη με το χρονόμετρο, δεν υπάρχει η πολυτέλεια του δισταγμού και ο λόγος του συνοδηγού αποτελεί Ευαγγέλιο.

Καλά όλα αυτά αλλά χρειάζεσαι και ανταγωνιστικό αυτοκίνητο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ένα Skoda Fabia R5. Ίδιο με το αυτοκίνητο με το οποίο ήταν πριν μερικούς μήνες τρίτος στο Ράλι Ακρόπολις που προσμετρούσε στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα. Πράγμα που μου τονίζει πως είναι πολύ σημαντικό. «Θα νιώσω οικεία όταν μπω μέσα, σε ό,τι αφορά στο κάθισμα, το που ακριβώς είναι τοποθετημένοι οι λεβιέδες, που βρίσκεται το χειρόφρενο, τα κουμπιά που ρυθμίζεις το stage mode. Θα γλιτώσουμε από τον έξτρα χρόνο που θα χρειαζόμασταν για να προσαρμοστούμε και θα επικεντρωθούμε στο να βρούμε το σωστό setup ώστε το αυτοκίνητο να είναι ευκολοδήγητο. Αυτό είναι το κλειδί στο συγκεκριμένο αγώνα, να έχεις ένα αυτοκίνητο που να μπορείς να φέρεις στα μέτρα σου και να σου χαρίζει τη σιγουριά πως κάθε σου κίνηση, θα μεταφράζεται στη συμπεριφορά που θέλεις. Αν θέλω να το γλιστρήσω, να μπορώ να το γλιστρήσω. Είναι ένα πολύ καλά δουλεμένο αυτοκίνητο, που έχει ξεχωρίσει για την αξιοπιστία του. Δεν έχει βγάλει προβλήματα στους αγώνες που τρέχει και γι’ αυτό το επιλέξαμε. Το Νο1 σε κάθε αγώνα, είναι να έχεις αξιόπιστο αυτοκίνητο. Όλα τα άλλα έπονται».

True story. Για να κερδίσεις, πρέπει πρώτα να τερματίσεις. Και για να τερματίσεις σε ένα Ράλι σαν το Μόντε, το γκάζι δεν είναι μονόδρομος. «Δεν είναι αγώνας που θέλει οδήγηση στο 100%. Νομίζω πως αν κινείσαι παντού στο 80% και ίσως και πιο αργά σε ειδικές με δύσκολες συνθήκες, είναι πιο έξυπνο. Κι αυτό έχουμε στο μυαλό μας να κάνουμε».

 

Αναρωτιέμαι αν υπάρχει κάτι που τον φοβίζει στο συγκεκριμένο ράλι. Απαντά χωρίς δισταγμό. «Τα πάντα και τίποτα! Θεωρητικά είναι ένα τιμόνι και τέσσερις ρόδες. Και το χιόνι, ο πάγος, η βροχή ή το στεγνό οδόστρωμα, τέσσερις διαφορετικές επιφάνειες με μία κοινή απαίτηση: να νιώσεις το grip και να προσπαθήσεις να μείνεις στο δρόμο. Να σου φέρω και το παράδειγμα του περυσινού Ακρόπολις που πρώτη φορά είχε γίνει με λασπωμένες ειδικές διαδρομές. Μείναμε όμως στο δρόμο, καταλάβαμε από την αρχή τις διαφορετικές απαιτήσεις και προσαρμοστήκαμε».

Αφήνω στην άκρη το Μόντε Κάρλο, αναγκαστικά η συζήτηση πάει στο Ράλι Ακρόπολις. Ο εθνικός μας αγώνας που την τελευταία διετία έχει χάσει τη θέση του στο καλεντάρι του Παγκοσμίου Πρωταθλήματος. Παραμένει όμως ζωντανός, είναι στο ERC και βλέπουμε. Σε αυτό το πλαίσιο οι Αθανασούλας-Ζακχαίος ανέβηκαν στο βάθρο τον περασμένο Οκτώβρη. Του ζητάω να ζυγίσει αυτή την επιτυχία, με την 8η θέση στο Ακρόπολις του 2009. Στο WRC τότε, απέναντι σε όλους τους εργοστασιακούς οδηγούς και πρώτοι στην κατηγορία Production.

 

«Σίγουρα το 2009 ήταν η μεγαλύτερή μας επιτυχία. Γιατί τότε δεν είχαμε την εμπειρία που αποκτήσαμε με τα χρόνια και αντίπαλοί μας ήταν μερικοί εξαιρετικοί οδηγοί. Δεύτερος στην κατηγορία μας ήταν ο Nasser Al-Attiyah, πρωταθλητής παλαιότερα στο PWRC, έχει κερδίσει το Ράλι Ντακάρ, πήρε πάλι τίτλο στο WRC2. Ένας οδηγός με τρομερή εμπειρία, που έχει αποδείξει την ικανότητά του σε όλες τις επιφάνειες. Γι’ αυτό και θεωρώ πως το αποτέλεσμα του 2009 ήταν μεγαλύτερη επιτυχία. Βέβαια, ξεχωριστή θέση θα έχει πάντα στην καρδιά μου η πρώτη μου νίκη στο παγκόσμιο πρωτάθλημα, το 2006 στη Γερμανία (σ.σ. στην κατηγορία Fiesta Sporting Trophy). Την πρώτη φορά που ανεβαίνεις στο βάθρο ενός τέτοιου αγώνα, έχοντας μάλιστα κερδίσει στην κατηγορία σου, δεν τη ξεχνάς».

Εκείνη η χρονιά ήταν γεμάτη εμπειρίες ζωής για τον Λάμπρο. Θυμάται και ένα μεγάλο χαμόγελο γεμίζει το πρόσωπό του. Ακόμα και με την ανάμνηση της Φινλανδίας. Όχι άδικα, χαρακτηρίζουν το συγκεκριμένο αγώνα Grand Prix. Οι ταχύτητες είναι μεγάλες, τα άλματα εντυπωσιακά και τα ατυχήματα συνήθως τρομακτικά. Ευτυχώς στην περίπτωση του Λάμπρου, τραυματίστηκε μόνο το αυτοκίνητό του. Προσπαθώ να μπω στη θέση του (εκ του ασφαλούς βέβαια). Φοβούνται μωρέ τα παλικάρια αναρωτιέμαι; Ο Λάμπρος δεν το παίζει Iron Man.

«Σίγουρα φοβάσαι. Όταν νιώθεις πως κάτι πάει να συμβεί, πως γλιστράς, πως μάλλον φεύγεις από το δρόμο ή πως κάτι συμβαίνει στο αυτοκίνητο. Θυμάμαι μια φορά στην Ισπανία, πήγα να πατήσω φρένο και δεν είχα φρένο! Τίποτα! Προφανώς το συναίσθημα που νιώθεις είναι αυτό του φόβου. Αυτά είναι μέσα στο πρόγραμμα. Κάθε αγώνας έχει και το ρίσκο του, τους κινδύνους του. Ζυγίζεις τις καταστάσεις και ανάλογα το τι θες να πετύχεις, παίρνεις και το ανάλογο ρίσκο. Αλλιώς είναι να πηγαίνεις με 150 σε ασφάλτινο κομμάτι, φαρδύ και χωρίς γκρεμό κι αλλιώς σε κατηφορικά κομμάτια στο χώμα, όπου απλά σημαδεύεις ανάμεσα στα δέντρα. Σφίγγεσαι, αναρωτιέσαι αν θα περάσεις, τι θα συμβεί αν δεν περάσεις».

Ο Λάμπρος μας περιγράφει τη στιγμή λίγο πριν την έξοδο.

Όμως κύριε οδηγέ, εκείνα τα ελάχιστα αλλά βασανιστικά δευτερόλεπτα που αντιλαμβάνεσαι πως… δεν το έχεις, τι περνάει από το μυαλό σου; Τι σκέφτεσαι; «Τίποτα, μέχρι την τελευταία στιγμή προσπαθείς να το σώσεις. Ο οδηγός έχει αυτό το πείσμα, μέχρι την τελευταία στιγμή σκέφτεται πως ίσως τα καταφέρει ή πως ίσως καταφέρει να μειώσει το αντίκτυπο της εξόδου, αποφεύγοντας για παράδειγμα ένα δέντρο. Δεν το παρατάς. Όσο προδιαγεγραμμένη κι αν είναι η πορεία, προσπαθείς να έχεις το καλύτερο δυνατό φινάλε».

Άλλωστε στους αγώνες, τις περισσότερες φορές τα λάθη πληγώνουν μόνο εγωισμούς. Αντίθετα, στους δημόσιους δρόμους είναι μία άλλη ιστορία. «Στο δρόμο έχεις γύρω σου άλλους οδηγούς, πεζούς, σκυλιά που μπορεί να πεταχτούν στην πορεία σου, πρέπει να οδηγείς αμυντικά. Δεν μπορώ να πω ότι κι εγώ στα νιάτα μου δεν έχω κάνει βλακείες αλλά σκεπτόμενος τώρα όσα έκανα μικρός, σίγουρα δεν θα τα έκανα ξανά. Τώρα πια πάω με 110km/h χιλιόμετρα στην εθνική, με cruise control. Θεωρώ πως όσο περισσότερο εμπλέκεσαι στους αγώνες, τόσο πιο προσεκτικός και ήρεμος γίνεσαι στους δρόμους». Συζητάμε για το πόσο εύκολα ζαλίζεται ως συνοδηγός, το Nissan GT-R που είναι το αγαπημένο του αυτοκίνητο, τους ελληνικούς αγώνες, τα κόστη και επιστρέφουμε στους πιτσιρικάδες. Στη διέξοδο των track days ή ακόμα και του καρτ, που μπορούν να βοηθήσουν νέους οδηγούς να εκτονωθούν. Να τρέχουν εκεί, με ασφάλεια κι όχι στους δημόσιους δρόμους τους οποίους συχνά μετατρέπουν σε πίστες. Μεγάλη κουβέντα αυτή.

Η επιστροφή του σε αγώνα του παγκοσμίου πρωταθλήματος, έγινε πρώτο θέμα και στο wrc.com, την επίσημη ιστοσελίδα του θεσμού.

Προσπαθώ να μάθω τι του αρέσει πέρα από τα γκάζια και διαπιστώνω πως ψηλά στη λίστα έχει πάλι πίστες. Όχι της εθνικής οδού και των γαρυφάλλων αλλά αυτές του σκι. Τον εξιτάρει ένα γρήγορο κατέβασμα στην πλαγιά, με τη λίστα των χόμπι του να περιλαμβάνει ακόμα ποδήλατο και φυσικά οτιδήποτε έχει κινητήρα. Καρτ, φορμουλάκια, το μικρόβιο το είχε από μικρός. Ωστόσο ο πατέρας του είπε πως θα του δώσει το πράσινο φως μόνο αν πρώτα τελειώσει τις σπουδές του. Πήρε πτυχίο Μηχανολόγου Μηχανικού, με MSc στα Χρηματοοικονομικά. Έκανε το χατίρι του μπαμπά αλλά αμέσως μετά, έκανε και το δικό του. Ξεχώρισε στο διαγωνισμό «Γίνε Πρωταθλητής» που διοργάνωσε το 2002 το περιοδικό 4Τροχοί και τα υπόλοιπα είναι πια ιστορία. Όμως χαρακτηριστικά μου λέει, «το μικρόβιο των αγώνων μεγάλωσε και έγινε ασθένεια». Συνήθως αυτές είναι ανίατες. Το ξέρω και το ξέρει. Τον ρωτάω για όνειρα, παραμένει ρεαλιστής. Είναι δεδομένο πως αν είχε φουλ εμπλοκή θα ήταν τουλάχιστον ανταγωνιστικός απέναντι σε πολλούς μόνιμους του παγκοσμίου, όμως είναι πια 39 κι ας μη του φαίνεται. «Αν μία ομάδα θέλει να επενδύσει σε έναν οδηγό, θα επιλέξει ένα ταλέντο 21-22 ετών. Εμείς είμαστε καθαρά ένα πλήρωμα ερασιτεχνικό, που καταφέρνει ενίοτε να λάβει μέρος σε διεθνείς αγώνες, εκπροσωπώντας τη χώρα του».

 

Όντως, αλλά αυτό δεν μειώνει τις επιτυχίες τους. Μας έχουν κάνει ξανά και ξανά υπερήφανους. Και χάρη στην υποστήριξη του Lascaris Foundation, έχουν την ευκαιρία να μας κάνουν ξανά. Το Ράλι Μόντε Κάρλο αρχίζει και ο Λάμπρος Αθανασούλας με τον Νίκο Ζακχαίο έχουν άστρο λαμπρό να τους οδηγεί. Καλή επιτυχία παιδιά!