ΤΑΞΙΔΙ

Οδοιπορικό στο Άουσβιτς: Η εκδρομή που δεν θέλεις, αλλά πρέπει να κάνεις

Μια εμπειρία - μάθημα ζωής στο στρατόπεδο εξόντωσης που έχασαν τη ζωή τους πάνω από 1.500.000 άνθρωποι.

Χιόνι και ξεραμένα δέντρα. Άντε και μερικά σπίτια με τις κλασσικές τριγωνικές σκεπές. Αυτή ήταν η εικόνα που βλέπαμε από το παράθυρο του λεωφορείου που μας μετέφερε από την Κρακοβία, στην περιοχή Οσβιέτσιμ, περίπου 60 χιλιόμετρα μακριά, όπου βρίσκεται το Άουσβιτς.

Γνωρίζαμε εξαρχής πού πηγαίναμε. Για την ακρίβεια, γνωρίζαμε τα βασικά. Πως το Άουσβιτς ήταν το κυριότερο στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης των Γερμανών Ναζί και πως εκεί έχασαν τη ζωή τους πάνω από 1.500.000 άνθρωποι, στην πλειοψηφία τους Εβραίοι, στους θαλάμους αερίων.

Τίποτα όμως δεν είναι το ίδιο από τη στιγμή που κάνεις το πρώτο σου βήμα έξω από το λεωφορείο και αντικρίζεις με τα μάτια σου όλο αυτό το σκηνικό φρίκης. Νιώθεις σαν να έχεις ανοίξει το βιβλίο της ιστορίας, να έχεις σταματήσει σε μία από τις πιο μαύρες σελίδες του και να κάνεις βουτιά μέσα του.

Το Καζιμίερζ και η Λίστα του Σίντλερ

Η εκδρομή στο Άουσβιτς είναι ίσως το πιο must πράγμα που θα κάνει κάποιος που θα ταξιδέψει στην Κρακοβία. Έτσι λοιπόν, φτάνοντας στην πανέμορφη πολωνική πόλη, αρχίσαμε να ψάχνουμε τα πακέτα ξενάγησης για το συγκεκριμένο μέρος. Μπορεί κάποιος αν θέλει να πάει και μόνος του, χωρίς να κλείσει με κάποιο γκρουπ, αλλά πραγματικά αξίζει το πρώτο.

Έρχονται σε παίρνουν το πρωί και σε αφήνουν το απόγευμα στο δωμάτιό σου, περιλαμβάνουν ξενάγηση, σου παρέχουν ακουστικά, στα οποία ακούς συνεχώς τη φωνή του ξεναγού να σου εξηγεί τα πάντα, καθώς επίσης στη διαδρομή προς το Άουσβιτς, βλέπεις και ντοκιμαντέρ μέσα στο λεωφορείο για την ναζιστική κτηνωδία και την δημιουργία των στρατοπέδων. Ένας μαύρος πρόλογος, για αυτά που θα ακολουθήσουν στη συνέχεια.

Επιλέξαμε να κάνουμε την εκδρομή την τρίτη ημέρα του ταξιδιού. Έτσι ώστε να έχουμε ήδη δει μερικά πράγματα στην Κρακοβία. Είχαμε μπει άλλωστε στο κλίμα, μιας και μέναμε στην εβραϊκή συνοικία της πόλης, το Καζιμίερζ. Εκεί όπου ήταν γυρίστηκαν οι περισσότερες σκηνές της βραβευμένης με Όσκαρ ταινίας του Στίβεν Σπίλμπεργκ, ‘Η λίστα του Σίντλερ’.

Είχα δει πιο παλιά την ταινία, αλλά δεν την θυμόμουν με κάθε λεπτομέρεια. Η εικόνα από τα πλακόστρωτα δρομάκια πάντως μου είχε μείνει. Και ήταν τρομερό να γνωρίζεις ότι περπατάς στους δρόμους όπου είχε γραφτεί μία από τις πιο μαύρες σελίδες στην ιστορία της ανθρωπότητας.

Στάση πρώτη: Άουσβιτς Ι

Μιάμιση ώρα. Περίπου τόσο κάνει το λεωφορείο από την Κρακοβία για να αφήσει τους εκδρομείς στο Άουσβιτς I. Είχα την εντύπωση ότι το Άουσβιτς είναι ένα, όμως οι Γερμανοί Ναζί δεν ήταν ικανοποιημένοι από το μέγεθος του πρώτου. Έτσι, αποφάσισαν να χτίσουν ακόμη δύο. Το Άουσβιτς ΙΙ – Μπίρκεναου, το οποίο ήταν 20 φορές μεγαλύτερο και δημιουργήθηκε ουσιαστικά ως στρατόπεδο εξόντωσης (θα πηγαίναμε στη συνέχεια) και το Άουσβιτς ΙΙΙ – Μόνοβιτς, το οποίο ήταν στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας.

Η πρώτη κρυάδα, λοιπόν, μας ήρθε φτάνοντας στο Άουσβιτς Ι. Και ήταν διπλή, μιας και φτάσαμε με την θερμοκρασία στους -3 βαθμούς Κελσίου. “Αυτές είναι πολύ καλές θερμοκρασίες για την εποχή. Φανταστείτε ότι οι κρατούμενοι έφταναν εδώ τότε με ελάχιστα ρούχα και τη θερμοκρασία στο -20”, μας είπε η ξεναγός μας, καθώς κάναμε τα πρώτα βήματα και η αλήθεια είναι πως δαγκωθήκαμε.

Αφού περάσαμε από τους κλασσικούς ελέγχους (και ήταν πολλοί), συνδέσαμε τα ακουστικά για να ακούμε όλοι την ξεναγό και προχωρήσαμε προς το πρώτο στρατόπεδο συγκέντρωσης.  Σε πιάνει ένα σφίξιμο, καθώς βλέπεις το κουβάρι της ιστορίας να ξετυλίγεται μπροστά σου. Ειδικά δε στην πρώτη στάση, στην είσοδο.

Είναι ακριβώς μπροστά στην επιγραφή των Γερμανών “Arbeit macht frei”, ή στα ελληνικά “Η δουλειά απελευθερώνει”. Αυτό ήταν και το πρώτο που αντίκριζαν οι ανυποψίαστοι άνθρωποι που έφταναν εκείνη την εποχή σε αυτό το μέρος. Ένιωθαν ότι ξεκινούν μια νέα ζωή, όπου θα δουλεύουν και θα βρίσκονται κοντά με τα αγαπημένα τους πρόσωπα. Πού να ‘ξεραν.

Δεν ήταν λίγες οι φορές που ένιωσα ότι βρίσκομαι ανάμεσα σε σκηνικά κάποιας πολεμικής κινηματογραφικής παραγωγής. Ο ανθρώπινος νους δεν μπορεί να συλλάβει ότι όλα αυτά που έχουμε ακούσει και διαβάσει συνέβησαν όντως. Το μέρος γινόταν ακόμη πιο φρικιαστικό με το χιόνι, την παγωνιά και την λάσπη που γέμιζε τον πάτο των παπουτσιών μας.

Και η ξενάγηση συνεχίστηκε. “Σε αυτό το σπίτι που κανονικά χωράει 50 άτομα έμεναν 400. Στις τουαλέτες περίμεναν κάθε πρωί 800 άτομα και είχαν πέντε λεπτά στη διάθεσή τους για τις βιολογικές τους ανάγκες”. Τα λόγια της ξεναγού σε έκαναν να θες να φωνάξεις, να ουρλιάξεις.

Έπειτα, μπήκαμε μέσα σε κάποια από τα blocks, τα πανομοιότυπα κτίσματα των Γερμανών, τα οποία ήταν όλα αριθμημένα. Οι Ναζί είχαν μανία με την τάξη και με το να κρατούν αρχεία για τα πάντα. Χάρη σε αυτό βέβαια έχουν διασωθεί ένα σωρό αντικείμενα από τότε.

Αφού είδαμε από κοντά τα δωμάτια (αν μπορείς να τα πεις έτσι), στα οποία έμεναν οι κρατούμενοι, έπειτα αντικρίσαμε κάτι ακόμη πιο σοκαριστικό. Τα αντικείμενά τους. Χιλιάδες βαλίτσες που πάνω τους είχαν γραμμένα τα ονόματά τους, μαγειρικά σκεύη, χτένες, ρούχα, γυαλιά μυωπίας, στοίβες από παπούτσια, καθώς και το πιο ανατριχιαστικό απ’ όλα. Τόνους από ανθρώπινες τρίχες, μιας και με το που έφταναν εδώ οι κρατούμενοι τους ξύριζαν.

Το αποκορύφωμα ήταν όταν φτάσαμε μπροστά στην τεράστια σκοτεινή αίθουσα, η οποία ήταν η μισή κάτω από το έδαφος. Εκεί οι κρατούμενοι έμπαιναν γυμνοί κατά εκατοντάδες, προκειμένου να πλυθούν. Τουλάχιστον έτσι νόμιζαν.

Οι πόρτες έκλειναν, το αέριο Zyklon b του γέμιζε το χώρο και σε 20 λεπτά είχαν ‘χαθεί’. Στη συνέχεια, έπιαναν δουλειά οι ‘φούρνοι’, ή αλλιώς κρεματόρια όπου οι Γερμανοί Ναζί εξαφάνιζαν κάθε ίχνος. Ο γιατρός Γιόζεφ Μένγκελε, ο “Άγγελος του Θανάτου του Άουσβιτς”, ήταν ο κύριος υπεύθυνος γι’ αυτή την κτηνωδία που λάμβανε χώρα εκεί.

Στάση δεύτερη: Άουσβιτς ΙΙ – Μπίρκεναου

Μετά από αυτή την ξενάγηση χρειάζεσαι τουλάχιστον μερικές ημέρες για να συνειδητοποιήσεις όσα έχεις δει και ακούσει. Δεν τις είχαμε. Το μόνο που είχαμε ήταν περίπου 15 λεπτά, μέχρι να φτάσουμε στο Άουσβιτς ΙΙ – Μπίρκεναου, όπου εδώ το σαδιστικό μυαλό χτύπησε κόκκινο και ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Σε αυτό το τεράστιο σε έκταση στρατόπεδο εξόντωσης οι άνθρωποι έφταναν με τρένο και με το που έβγαιναν από το βαγόνι, το 90% από αυτούς οδηγούνταν απευθείας στους θαλάμους αερίων. Ελάχιστοι επιβίωσαν από αυτό το κολαστήριο.

Το σκηνικό ήταν βγαλμένο από ταινία τρόμου. Παντού περίπου 5-10 πόντους χιόνι, ξεραμένη φύση και η πύλη του στρατοπέδου έτοιμη να μας ‘ρουφήξει’ μέσα της. Οι Γερμανοί λίγο πριν την απελευθέρωση του στρατοπέδου πρόλαβαν και ανατίναξαν τα κρεματόρια, τους θαλάμους αερίων, καθώς και κάποια από τα κτήρια, όμως ένα μεγάλο κομμάτι παραμένει εκεί για να θυμίζει τα όσα φρικιαστικά έγιναν.

Ο χώρος είναι γεμάτος στάχτες ανθρώπων (πάνω από 1.000.000 Εβραίοι) που θανατώθηκαν άδικα, χωρίς καν να γνωρίζουν πού πηγαίνουν και τι κάνουν. Γυναίκες, παιδιά, ηλικιωμένοι, άνδρες, έγιναν στάχτη και στη συνέχεια χρησιμοποιήθηκαν ως λίπασμα ή πετάχτηκαν σε τεχνητές λίμνες που δημιούργησαν οι Γερμανοί μέσα στο στρατόπεδο. “Τώρα περπατάτε πάνω από τις στάχτες 1.500.000 ανθρώπων”, ήταν τα λόγια της ξεναγού, καθώς πλησιάζαμε τα κτήρια όπου έμεναν οι κρατούμενοι.

Το Άουσβιτς Ι ήταν ‘παράδεισος’ σε σχέση με τις συνθήκες σε αυτό το στρατόπεδο. Πρέπει να χτίστηκε μέσα σε δύο βράδια, χωρίς καμία υποδομή, χωρίς νερό, ηλεκτρισμό, χωρίς τίποτε. Οι άνθρωποι έμεναν σε χειρότερες συνθήκες, ακόμη και από ζώα και οι περισσότεροι πέθαιναν από ασθένειες, από την πείνα κι από το κρύο το χειμώνα ή τη ζέστη το καλοκαίρι.

“Το ημερήσιο γεύμα τους περιελάμβανε κάτι σαν καφέ το πρωί, λίγο ζουμί σούπας το μεσημέρι κι ένα μικρό κομμάτι ψωμί το βράδυ”, τα λόγια της ξεναγού. “Πώς γίνεται;” η δική μας ερώτηση. Και η αφήγηση συνεχίστηκε “Όπως μου έχει πει ένας από τους επιζώντες, ακόμη και σήμερα, κάθε βράδυ που ξαπλώνει στο κρεβάτι παίρνει μαζί του και ένα κομμάτι ψωμί στο μαξιλάρι, γιατί φοβάται ότι μόλις ξυπνήσει μπορεί να βρεθεί εδώ”. Πραγματικά, ανατριχιαστικό.

Έμεινα για λίγα δευτερόλεπτα πιο πίσω από το γκρουπ που συνέχιζε να περπατάει. Κοίταξα τριγύρω. Έσκυψα και έπιασα το χιόνι δίπλα στα πόδια μου. Δεν θυμάμαι τι ακριβώς σκεφτόμουν. Το μυαλό είχε παγώσει. Σκόρπιες σκέψεις σχετικά με το ανθρώπινο είδος. “Μα είναι δυνατόν;” Κι όμως ήταν. Ασχέτως που, όπως μας είπε η ξεναγός, υπάρχουν πολλοί που προσπαθούν να αρνηθούν τα όσα συνέβησαν εκεί.

Μετά από από ένα δίωρο στο Άουσβιτς Ι κι άλλο ένα στο Άουσβιτς ΙΙ, η ξενάγηση τελείωσε. Προχωρήσαμε προς την έξοδο, προς το λεωφορείο που θα μας μετέφερε πάλι πίσω στην Κρακοβία για να φάμε, να βγούμε, να κάνουμε βόλτα στην κεντρική πλατεία και να συνεχίσουμε αμέριμνοι τις ζωές μας.

Η σκέψη, όμως, του Άουσβιτς και των είδαμε εκεί δεν βγαίνει από το μυαλό. Και δεν πρόκειται να βγει ποτέ. Γιατί όπως έλεγε και μια επιγραφή στο Μουσείο του Άουσβιτς, “όποιος δεν θυμάται το παρελθόν του, είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει”.

Υ. Γ. Η 27η Ιανουαρίου έχει καθιερωθεί ως Διεθνής Ημέρα Μνήμης για τα Θύματα του Ολοκαυτώματος. Επιλέχθηκε επειδή κατά την ημέρα αυτή το 1945 τα σοβιετικά στρατεύματα απελευθέρωσαν το Άουσβιτς-Μπιρκενάου, το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης και εξόντωσης του ναζιστικού καθεστώτος.