SEX

#Πρώτη_Φορά_Τουαλέτα: Το μεγαλύτερο βάσανο σε μία σχέση

Μία δημοσιογράφος μιλά για την πιο awkward στιγμή στην ιστορία ενός ζευγαριού. Τη στιγμή που θέλει εκείνη να κάνει το 'χοντρό' της.

Αυτή η στιγμή, ω, αυτή η στιγμή. Η πιο αμήχανη από τις πιο αμήχανες, η πιο δύσκολη από τις πιο δύσκολες, η πιο ‘γιατί σε εμένα’ από τις πιο ‘γιατί σε μένα’. Η στιγμή της τουαλέτας. Γιατί αν υπάρχει κάτι που παραμένει αναλλοίωτο στο πέρασμα των χρόνων μίας σχέσης, αυτό είναι το βάσανο της γυναικείας τουαλέτας*. Και προφανώς, δεν αναφέρομαι στο φόρεμα.

*Έπρεπε κάποιος ή μάλλον κάποια, να το θίξει κάποτε αυτό το ζήτημα και όπως καταλαβαίνεις, μού λαχε ο κλήρος.

Στο κείμενο με τη μακροχρόνια σχέση, η οποία παρεμπιπτόντως θέλει και κόπο και τρόπο, θυμάμαι ότι είχα προσπαθήσει έστω και επιδερμικά να προσεγγίσω το θέμα, απέξω απέξω. Με αφορμή την περίπτωση της οικειότητας έσπευσα να βάλω ένα μεγάλο θαυμαστικό και ένα ακόμη μεγαλύτερο ‘προσοχή, προσοχή’ στο διάκενο μεταξύ άνεσης και ‘ανοιχτής πόρτας στην τουαλέτα’. Δεν το συνέχισα όσο ήθελα ή όσο θα έπρεπε γιατί αλήθεια, δεν νιώθω και πολύ καλά να γράφω για κάτι τέτοιο.

 

Ανεξαρτήτως χυμαδιού, άνεσης, αυτοπεποίθησης ή coolness υπάρχουν κάποιες αντικειμενικές δυσκολίες στο όλο θέμα που μας κάνουν να νιώθουμε εξαιρετικά αμήχανα κάθε φορά που παρουσία του άντρα, αγοριού, εραστή μας θέλουμε να κάνουμε την ανάγκη μας. Κοκκινίζω προκαταβολικά και ξεκινώ να απαριθμώ με αντιστρόφως ανάλογη σε σημαντικότητα σειρά.

Α! Σε παγκόσμια πρώτη, το δεύτερο ενικό που ακολουθεί δεν απευθύνεται σε σένα αλλά σε μένα. Κοινώς, μιλάω μόνη μου.

Αγάπη μου, αργείς;

Υπάρχει η φάση που σου έρχεται κατευθείαν και ούτε γάτα ούτε ζημιά. Υπάρχει όμως και εκείνη που η πτήση έχει καθυστέρηση. Στην δεύτερη περίπτωση, βράσε ρύζι. Στο μυαλό σου έρχονται μυριάδες ιδέες πώς να τον ξεφορτωθείς, πώς να τον διώξεις από το σπίτι. Και πάει καλά να είστε σπίτι σου, του λες να πάει αγοράσει κάτι. Μία σόδα, ένα ουίσκι, ένα γλυκό. Αν είστε σπίτι του; Καμία ελπίδα. Κρατιέσαι μέχρι να ‘κατέβει’ η ισοτιμία για να γλιτώσεις χρήματα από το συνάλλαγμα.

Τι μυρίζει;

Ούτε Χριστούγεννα ούτε άνοιξη ούτε καλοκαίρι. Μυρίζει κάτι άσχημο που θέλεις πάση θυσία να μην συνδυαστεί με εσένα.

Αν είσαι σπίτι σου: Καταριέσαι τον εαυτό σου που ξέχασε να πάρει το ανταλλακτικό του αποσμητικού και επιστρατεύεις την κολόνια που σου έκανε δώρο η θεία από το χωριό που βρομάει χειρότερα. Εντάξει, δεν θα χαλάσεις και το άρωμά σου για ένα -συγνώμη- χέσιμο. Οι πιο οργανωμένες είναι εφοδιασμένες με τη Μυρτώ, την κολόνια που έχει το εξαιρετικό άλλοθι ότι θυμίζει τα παιδικά μας χρόνια και κολοκύθια τούμπανα. Οι πιο άσχετες με το θέμα ή εκείνες που είχαν καιρό να κάνουν σχέση, απλώς ανοίγουν το παράθυρο και κράζουν τον κατασκευαστή που το έφτιαξε τόσο μικρό. ‘Μα το λες αυτό παράθυρο;

 

Αν είσαι σπίτι του: Με soundtrack το ‘άνοιξε πέτρα’ ανοίγεις τα ντουλάπια (ντροπή) αναζητώντας κάτι σε αποσμητικό χώρου, κάτι σε αποσμητικό σκέτο, κάτι σε κολόνια, κάτι σε άρωμα μπας και γλιτώσεις. Συνήθως δεν υπάρχει τίποτα. Σε εργένικο μπάνιο βρισκόμαστε, τι να υπάρχει; Καταφεύγεις και πάλι στη λύση του παραθύρου. Και πάλι τα ακούει ο κατασκευαστής.

Άκουσες κάτι;

Αυτό το ‘μπλουμ’. Ποιο facebook και κουραφέξελα, αυτό το ‘μπλουμ’ είναι που έχει καταστρέψει οικογένειες.

Αν είσαι σπίτι σου: Βάζεις μουσική. Ψιλοδυνατά. Όχι πολύ δυνατά γιατί μπορεί να του ρθει να την χαμηλώσει την χειρότερη στιγμή και να είσαι και γκαντέμω και ρόμπα. Ή βάζεις τηλεόραση και εκεί που έχετε απορροφηθεί από την πλοκή του έργου ή τις ατάκες του Μουτσινά (άσχετο) εξαφανίζεσαι.

Αν είσαι σπίτι του: Αν δεν είσαι σε θέση να κάνεις τα παραπάνω γιατί δεν κολλάει να βάλεις μουσική ή να ανοίξεις τηλεόραση, τότε αναγκαστικά προσπαθείς να αυτοσυγκεντρωθείς. Παίρνεις ανάσες, ανάσες, ανάσες και δευτερόλεπτα πριν το ‘μπλουμ’ πατάς το καζανάκι. Παίζεις με τη φλόγα, αλλά τι να κάνεις η ανάγκη.

Εντάξει, πράγματι υπάρχουν και οι ακομπλεξάριστες με τέτοια θέματα γυναίκες που όχι μόνο δεν σκέφτονται όπως παραπάνω αλλά συζητάνε με το έτερον ήμισυ αν ‘η παραγωγή πήγε καλά’, αν ‘έχουν δυσκοιλιότητα’, αν ‘θέλουν αλλά δεν μπορούν’. Αλήθεια δεν μπορώ να πω ότι τις κατακρίνω γιατί χαλάνε το μύθο της γυναίκας κοκέτας αλλά ούτε μπορώ να πω ότι τις ζηλεύω κιόλας. Προτιμώ να περνάω τον παραπάνω Γολγοθά παρά να φτάσω στο σημείο που το αγόρι μου θα με ρωτήσει ‘τι έγινε αγάπη μου, θέλουμε κακάκια;‘.

Ανατρίχιασα.