ΤΑΞΙΔΙ

Σποράδες είναι και η Σκόπελος. Και η Αλόννησος.

Το ΟΝΕΜΑΝ πήρε το πλοίο από Άγιο Κωνσταντίνο αλλά δεν κατέβηκε στην Σκιάθο. Συνέχισε στους επόμενους προορισμούς και σου εξηγεί γιατί θα ξαναπάει.

Αν είσαι ο τύπος που του βάζει μπροστά το μικρόφωνο του Star ο Γρηγόρης Μπάκας για να σε ρωτήσει “πώς περνάς εδώ;” και απαντάς “Τιιιιιιιιιιιιιιιιιιι;;;;”, σε ξαναρωτάει πιο δυνατά “πώς περνάς εδώωωωωω;” και απαντάς “Σούυυυυυυυυυυυυπερ” και αμέσως το μικρόφωνο πάει στον διπλανό σου που ουρλιάζει “Ουάουυυυυυυυυυυυ”, μην συνεχίσεις αυτό το κείμενο. Κάτσε να πληρώνεις στη Σκιάθο 8 με 10 ευρώ για δυο ξαπλώστρες και 15 ευρώ το μοχίτο στις “μαξιλάρες”. Και άσε με να διηγηθώ στους υπόλοιπους πως κυλάει η ζωή το καλοκαίρι λίγο πιο μακρυά, στη Σκόπελο και την Αλόννησο.

Για να μην παρεξηγηθώ: Η Σκιάθος είναι όμορφη. Την έχω επισκεφτεί 2-3 φορές πριν γίνει… hot προορισμός της νεολαίας. Αλλά επειδή οι τιμές έχουν μείνει σε προ κρίσης επίπεδα, αποφάσισα να κατέβω στους δύο επόμενους σταθμούς του πλοίου από Άγιο Κωνσταντίνο. Για πρώτη φορά. Και σίγουρα όχι τελευταία! Και ας ξεκινάς να σχεδιάζεις τις διακοπές σου εκεί με ένα -θεωρητικά- μειονέκτημα: Είναι πιο μακρυά από την ηπειρωτική Ελλάδα από όσο η Σκιάθος, συνεπώς είναι και πιο ακριβό το κόστος μετάβασης. Όταν φτάσεις όμως σε αυτά τα δύο νησιά, αντιλαμβάνεσαι ότι αυτή η απόσταση είναι στην πράξη πλεονέκτημα.

Η Σκόπελος έχει τόσο κόσμο όσο χρειάζεται για να περάσεις καλά ακόμα και τον 15αύγουστο. Να μην χρειαστεί δηλαδή να δώσει καμία μάχη για να βρεις ξαπλώστρα ή τραπέζι. Και η Αλόννησος; Ακόμα πιο ήσυχη. Σαν να την έχουν αφήσει επίτηδες στην άκρη των τριών αυτών νησιών. Όχι γιατί την έχουν ξεχάσει αλλά για να την απολαύσεις όπως της αξίζει

Mamma Μia, τι πράσινο!

Έφτασα στην Σκόπελο γνωρίζοντας ότι το μεγαλύτερο κομμάτι της έκτασης του νησιού καλύπτεται από παρθένο πευκοδάσος. Άλλο όμως να το διαβάζεις στο ίντερνετ και να το βλέπεις σε φωτογραφίες και άλλο να το αντικρίζεις με τα μάτια σου. Για κάποιον δε (σαν εμένα) που προτιμά το πεύκο να καταλήγει στο νερό από τα άσπρα σπιτάκια στους κυκλαδίτικους βράχους, το τοπίο είναι βγαλμένο από τον παράδεισο. Γαλαζοπράσινος παράδεισος για την ακρίβεια, αφού η θάλασσα στις ακτές παίρνει αυτό το χρώμα που σε κάνει να κοιτάς τον βυθό για να σιγουρευτείς ότι δεν βρίσκεσαι σε πισίνα! Δεν είναι τυχαίο ότι το 1997 η Σκόπελος ανακηρύχθηκε επίσημα ως “πράσινο και γαλάζιο νησί” από τον διεθνή οργανισμό Βιοπολιτικής.

‘Έφυγες για Σκόπελο λοιπόν αν θες να κολυμπάς σε νερά όπου το τοπίο γύρω σου θυμίζει σκηνικό από ταινία. Όπως του “Mamma Mia”, καθώς τα πλάνα με τους ηθοποιούς να χορεύουν στην άμμο και να βουτάνε από την εξέδρα, γυρίστηκαν στην παραλία Καστάνη. Μέχρι πρόσφατα το συγκεκριμένο μέρος δεν ήταν οργανωμένο. Πλέον όμως έχει δημιουργηθεί ένα μικρό μπαράκι, με αναπαυτικές καρέκλες, κρεβάτια και ξαπλώστρες που φτάνουν μέχρι το νερό. Και το σημαντικότερο; Χωρίς να προσβάλει το τοπίο αφού αφομοιώθηκε από το γαλαζοπράσινο ντεκόρ. Να συνεχίσω; Κάθεσαι όπου θες δωρεάν, πίνεις τον φρέντο σου με 3,5 ευρώ και το μοχίτο σου με 8. Ναι. Εκεί όπου θα μπορούσαν να σου πουν “Ξηλώσου, ήρθες στο μέρος όπου έπαιξαν οι Μέριλ Στριπ και Πιρς Μπρόσναν”. Ξέρω πολύ καλά τι λέω καθώς το έζησα στην πατρίδα μου με “Το μαντολίνο του λοχαγού Κορέλι”.

 

Δεν είναι όμως μόνο η παραλία Καστάνη που αξίζει στο νησί. Σχεδόν όλες οι οργανωμένες παραλίες έχουν το ίδιο σκηνικό. Ξεχώρισα το Λιμνονάρι, τον Πάνορμο, τον Αγνώντα, την Μηλιά. Όσες πρόλαβα να πάω δηλαδή με τη λίστα για την επόμενη φορά να είναι γεμάτη (Στάφυλος, Βελανιό, Αντρίνα, Γλυστέρι κ.ά.).

Ζήλεψα όμως αυτές που δεν έχουν οδική πρόσβαση. Όλο το νησί είναι γεμάτο με μικρές παραλίες που μπορείς να φτάσεις μόνο από τη θάλασσα ή από μονοπάτια που περνούν μέσα από τα πευκοδάση. Κάποιες τις… χάζεψα από το πλοίο της γραμμής. Κάποιες θα βρω τρόπο να τις πατήσω, όταν θα έχω περισσότερο χρόνο από 4 ημέρες στη διάθεσή μου.

Κλείνοντας το κεφάλαιο παραλίες, αξίζει να τονιστεί ότι στη Σκόπελο πας με μάσκα, αναπνευστήρα, βατραχοπέδιλα. Μαγικός βυθός! Ψάρια με… τροπικά χρώματα κάνουν βόλτες στα ρηχά. Και λίγο πιο μέσα θα βρεις κάποιον βράχο όπου ένα μικρό χταποδάκι θα προσπαθεί να βρει καταφύγιο. Το πέτυχα στην Μηλιά.

Ένας βράχος, ένα εκκλησάκι

Αρκετή ώρα όμως έκατσες στην παραλία. Τόση βέβαια ώστε να δεις το ηλιοβασίλεμα από τον Πάνορμο ή την Καστάνη. Η’ για να δεις την μέρα να φεύγει από το εκκλησάκι του Άι Ιωάννη. Ναι, εκεί που έγινε ο γάμος του “Mamma Mia”. Αλλά θα πας σούρουπο. Πρώτον οι καλύτερες φωτογραφίες βγαίνουν μισή ώρα πριν και μετά την ανατολή και την δύση του ηλίου. ΝΟΜΟΣ. Επειδή λοιπόν είναι λίγο μακρυά από τη Χώρα και δεν βλέπω να σηκώνεσαι τα χαράματα, πήγαινε στη δύση. Δεύτερον, πέρα από τις φωτογραφίες, είναι πιο εύκολα να ανέβεις τα 112 σκαλοπάτια εκείνη την ώρα παρά με τον ήλιο πάνω από το κεφάλι σου.

Και θα πας εκεί, όχι λόγω της ταινίας, αλλά λόγω της σπάνιας ομορφιάς του τοπίου. Άγριο και ταυτόχρονα ρομαντικό. Σου κόβει την ανάσα όσο ανεβαίνεις και κοιτάς πίσω σου. Σου ταξιδεύει το μυαλό όταν φτάσεις στο εκκλησάκι και χαθεί το μάτι σου στον ορίζοντα. Από τα πιο όμορφα μέρη που έχουν δει τα μάτια μου. Ντρέπομαι που για να μάθω την ύπαρξή του, χρειάστηκε να έρθει το χόλιγουντ στην πατρίδα μου.

 

Στριφτή τυρόπιτα από την κυρά Σοφία

Πάμε στο φαγητό; Για να πω την αλήθεια, χορτασμένος από τις παραλίες, το πράσινο, το τοπίο όλη μέρα, δεν ήταν το κριτήριό μου για να κρίνω αυτές τις διακοπές. Την πρώτη μέρα έπεσα στο χειρότερο εστιατόριο της Χώρας (όπως ενημερώθηκα εκ των υστέρων από ντόπιους). Την δεύτερη έφαγα θαλασσινά σε τραπεζάκι στην άμμο, μισό μέτρο από το νερό στον γραφικό Αγνώντα. Οι ποσότητες θα μπορούσαν/έπρεπε να ήταν μεγαλύτερες. Την τρίτη ακολούθησε η μύηση στην παραδοσιακή στριφτή τυρόπιτα. Πρώτα από φούρνο στη Χώρα. Δεν βρήκα καμία διαφορά από αυτές που έχω δοκιμάσει στην Αθήνα. Τυποποιημένη και στην Σκόπελο; Και όμως ναι. Ευτυχώς το βράδυ ήμουν καλεσμένος σε φίλη της μητέρας της κοπέλας μου. Πρώτον, για να φτάσουμε στο σπίτι της περάσαμε (μαζί της=ξενάγηση) από όλα τα όμορφα σημεία της Χώρας. Τα ανηφορικά σοκάκια, τα σπίτια με τις μικροσκοπικές αυλές και τις μπουκαμβίλιες που στολίζουν τα μπαλκόνια, τα εκκλησάκια. Δεύτερον η κυρά Σοφία μας έφτιαξε εκείνη τη στιγμή την παραδοσιακή τυρόπιτα. Κατευθείαν από το τηγάνι. Υπέροχη. Απλά υπέροχη.

Ακολούθησε το επόμενο βράδυ η συμβουλή του αγαπητού κυρίου Σταύρου για να πάω στον “Πεπάρηθο”, μετά το λιμάνι προς Γλυστέρι. Ο χαμογελαστός κύριος Σταύρου (με εμφάνιση σούπερ μάριο), γνωρίζει σε κάθε γωνιά της Ελλάδας όλες τις ξεχωριστές ταβέρνες. Όπως καταλάβες (λόγω… κυβικών σούπερ μάριο), αξίζει να τον εμπιστευτείς. Κοντοσούβλι λοιπόν, κολοκυθοκεφτέδες, σαγανάκι, πατάτες σπιτικές. Όλα σε πήλινα. Και την άλλη μέρα αναχώρηση από το νησί με όμορφες γευστικές αναμνήσεις.

 

Σκοπελίτικος επίλογος

Γαλαζοπράσινο όνειρο. Κοσμοπολίτικος αέρας. Έλληνες και Ιταλοί τουρίστες (Άνγκελα Μέρκελ dislike this). Οικογένειες και ζευγάρια. Ήρεμες διακοπές. Έλα στη Σκόπελο και θα με θυμηθείς. Πριν φύγεις όμως, είτε για επιστροφή στο σπίτι είτε για να συνεχίσεις στην Αλόννησο, έχε το νου σου στο πλοίο! Συχνά, πυκνά δεν πιάνει- λόγω καιρού- το λιμάνι της Χώρας αλλά αυτό του Αγνώντα.

Στα βράχια της Αλόννησου…

Μέχρι φέτος η μόνη πληροφορία που είχα για την Αλόννησο ήταν ο συγκεκριμένος στοίχος από τραγούδι κατηγορίας “δεν ακούγεται”. Ναι, δεν υπερηφανεύομαι γι’ αυτό. Δεν υπερηφανεύομαι καθόλου γι’ αυτό. Πλέον όμως μπορώ να συστήσω το νησί ως ένα τόπο που αν δεν μπορέσεις να χαλαρώσεις και να ηρεμήσεις σε αυτόν, τότε θα χρειαστείς να δεις (αν δεν βλέπεις ήδη) ένα ειδικό για τα νεύρα σου.

Η νότια και ανατολική της πλευρά της Αλοννήσου είναι ομαλή και οι παραλίες της προσβάσιμες με το αυτοκίνητο. Σε πολλά σημεία σου θυμίζει τη Σκόπελο όπως στη Μηλιά. Έχει όμως τις δικές της ξεχωριστές γωνιές όπως το Κοκκινόκαστρο (με το χαρακτηριστικό κόκκινο χρώμα των βράχων) ή τον Άγιο Δημήτριο (όπου μια λωρίδα ξηράς μπαίνει στη θάλασσα). Το θετικό με τις παραλίες αυτής της πλευρά του νησιού, είναι πως προστατεύονται από τον άνεμο από το γειτονικό νησί Περιστέρα. Συνεπώς θα απολαύσεις τη θάλασσα αδιαφορώντας για τον καιρό.

 

Όσον αφορά τα βράχια του τραγουδιού; Η βόρεια και δυτική πλευρά του νησιού είναι γεμάτη από απόκρημνες ακτές που οι περισσότερες δεν είναι προσβάσιμες με το αυτοκίνητο, τουλάχιστον από ασφαλτοστρωμένο δρόμο. Παράλληλα είναι εκτεθειμένες στους βόρειους ανέμους, κάτι που σου δίνει τη δυνατότητα να νιώσεις ερημίτης τον Αύγουστο που φυσούν τα μελτέμια ακόμα και στα Τσουκαλιά, που φτάνεις οδικώς χωρίς να ταλαιπωρήσεις το αυτοκίνητό σου. Φαντάζομαι πως θα νιώθεις στις υπόλοιπες που η πρόσβαση είναι πιο δύσκολη από στεριά ή είναι μόνο από θάλασσα. Η επόμενη φορά έχει στη λίστα μέρη όπου θα αισθανθείς σαν να ναυάγησες σε κάποια παραλία.

Εναλλακτικός οικολογικός τουρισμός

Πέρα από τη δυνατότητα να γίνεις… ναυαγός, η Αλόννησος σου δίνει απλόχερα την ευκαιρία υλοποίησης πολλών δραστηριοτήτων εναλλακτικού τουρισμού. Ομολογώ ότι δεν είμαι φίλος με αυτές (ή αν θέλεις μου είναι άγνωστες), αλλά μιλώντας με ντόπιους κατάλαβα ότι για τους λάτρεις αυτών των διακοπών, η Αλόννησος είναι παράδεισος. Βλέπεις, περικλείεται από διάσπαρτα ερημονήσια και βραχονησίδες που της χαρίζουν ένα ξεχωριστό ζωικό και φυτικό βασίλειο.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1992 ιδρύθηκε το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Αλοννήσου Βορείων Σποράδων. Εκεί έχει βρει καταφύγιο η μεσογειακή φώκια, το σπανιότερο είδος φώκιας και ένα από τα έξι περισσότερο απειλούμενα με εξαφάνιση θηλαστικά στον πλανήτη. Περίπου ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός από το συμπαθέστατο ζώο κατοικεί στα ερημονήσια γύρω από τη Αλόννησο, αναδεικνύοντας ουσιαστικά τον τόπο ως το πιο σημαντικό πυρήνα επιβίωσης του είδους. Καραβάκια καθημερινά από το Πατητήρι (το λιμάνι του νησιού) κάνουν το γύρω του Πάρκου, καραβάκια που δεν πρόλαβα να πάρω λόγω χρόνου και άστατων καιρικών συνθηκών (αχ αυτά τα μελτέμια).

Παλιό Χωριό: Με τη φωτογραφική στο χέρι

Το Παλιό Χωριό (ή Παλιά Αλόννησος) είναι χτισμένο στην κορυφή ενός λόφου με εποπτική θέα προς όλα τα σημεία του ορίζοντα. Μετά τους σεισμούς του 1965, και χωρίς τον κίνδυνο πλέον των πειρατών, οι κάτοικοι το εγκατέλειψαν και μετοίκησαν προς τη θάλασσα, στον οικισμό Πατητήρι. Εκεί δένουν τα πλοία και υπάρχουν όλες οι διοικητικές υπηρεσίες. Εγκαταλείποντας όμως το χωριό, εγκατέλειψαν και το πιο όμορφο/ξεχωριστό μέρος του νησιού. Ευτυχώς όμως ξένοι επισκέπτες, λάτρεις της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής, αγόρασαν τα παλαιά κτίσματα δίνοντας ζωή στην περιοχή. Εκεί πλέον χτυπάει η τουριστική καρδιά της Αλοννήσου.

Όπως και στον Άι Ιωάννη, έτσι και εδώ πας στο σούρουπο. Ο δροσερός αέρας σου επιτρέπει να γυρίσεις, πέρα από τον κεντρικό λιθόστρωτο πεζόδρομο, και τα καλντερίμια του Παλιού Χωριού. Έτσι θα χαθείς σε πανέμορφα σοκάκια, στολισμένα με λουλούδια και φόντο γραφικά εκκλησάκια και στο βάθος τη θάλασσα, γεμίζοντας τη μνήμη της φωτογραφικής σου μηχανής. Εκεί θα φας και καλό φαγητό. Οι σούβλες στις ταβέρνες στον κεντρικό πεζόδρομο έχουν πάνω όλα τα καλούδια. Και εδώ δοκίμασα κοντοσούβλι (ναι, κόλλημα) στο “Κάστρο”. Και μετά ιταλικό παγωτό λίγο πιο κάτω πληρώνοντας ανάλογα με το μέγεθος που έχει το κυπελλάκι και όχι τις μπάλες που διαλέγεις! Πρωτότυπο και… τσιμπημένο όπως και το φαγητό. Τουλάχιστον κατηφορίζεις φεύγοντας προς το δημοτικό πάρκινγκ (που μας χωράει όλους) έχοντας ικανοποιήσει απόλυτα τις γευστικές σου ιδιοτροπίες.

 

Αναχώρηση από το Πατητήρι

Εδώ μην ανησυχείς. Φεύγοντας από το νησί, δεν υπάρχει άλλο πιθανό λιμάνι αναχώρησης (όπως στη Σκόπελο) πέρα από το Πατητήρι. Μπαίνεις λοιπόν στο πλοίο και φεύγεις ή για Κύμη ή για Σκόπελο με κατάληξη την ηπειρωτική Ελλάδα. Έχοντας περάσει χαλαρά στις παραλίες, είτε ολομόναχος στις βόρειες, είτε με τόσο κόσμο στις οργανωμένες όσο να βρεις σίγουρα ένα σετ 2 ξαπλώστρες/μία ομπρέλα που πουθενά δεν ξεπερνά τα 5 ευρώ. Και εδώ, όπως στη Σκόπελο, βρήκες τουρίστες από Ελλάδα και Ιταλία, οικογένειες και ζευγάρια. Συνάντησες όμως και ένα Παλιό Χωριό που σε οδηγεί στο να βγεις στο κατάστρωμα του πλοίου για να του πεις ένα τελευταίο ευχαριστώ για τις αναμνήσεις. Μέχρι το επόμενο, από κοντά.

Πίσω στη Αθήνα

Περίπου 2.000 λέξεις στοιβάχτηκαν πιο πάνω ανάμεσα σε ελάχιστες φωτογραφίες από τις εκατοντάδες που έβγαλα. Συνοψίζοντας όλες αυτές τις λέξεις σε μια-δυο τελευταίες σκέψεις, καταλήγω πως αν ήταν στο χέρι μου θα έπαιρνα την Παλιά Αλλόνησο και θα την έβαζα στην Σκόπελο. Θα έφτιαχνα έτσι τον ιδανικό προορισμό για ήρεμες, χαλαρές, κοσμοπολίτικες διακοπές κάπου στον παράδεισο χωρίς να δώσεις μια περιουσία (και όμως, συνδυάζονται όλα αυτά). Αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι μάλλον όχι. Καλύτερα να αφήσω τον κάθε τόπο όπως είναι. Για να έχεις την αγωνία να επισκεφτείς για πρώτη φορά δύο πανέμορφα νησιά ή την επιθυμία να ξαναβρεθείς εκεί! Και στα δύο! Μισή ώρα τα χωρίζουν άλλωστε. Όσο κάνω να έρθω καθημερινά στο Παγκράτι από το σπίτι μου (αυτό το τελευταίο πες το και προσγείωση στην πραγματικότητα).