Kevin Frayer/Getty Images
EXPLAINED

Στην Κίνα, οι πολίτες ξεσπάνε κατά της πολιτικής Zero Covid

Έπειτα από μια φονική πυρκαγιά που κόστισε τη ζωή σε 10 ανθρώπους, η οργή ξεχείλισε στην Κίνα. Τα πλήθη στρέφονται ενάντια στον Σι Τζινπίνγκ και την πολιτική μηδενικής ανοχής που επιμένει να εφαρμόζει, σε αντίθεση με τη Δύση.

Τα τελευταία εικοσιτετράωρα, δοκιμάζονται τα όρια μεταξύ υπομονής και πολιτικής στην Κίνα: έχοντας ακολουθήσει τα αυστηρότερα μέτρα διεθνώς για τη διαχείριση της πανδημίας από τον Δεκέμβριο του 2019 και την εμφάνιση του ιού στη Γουχάν, τα εκατομμύρια των πολιτών βρίσκονται να βιώνουν σήμερα τη μεγαλύτερη έξαρση κρουσμάτων στην ιστορία τους –την Κυριακή, οι αρχές ανακοίνωσαν 40.000 νέες μολύνσεις, αριθμός-ρεκόρ για 4η συνεχή μέρα–, το οποίο συνεπάγεται νέο γύρο από lockdowns, τη στιγμή που ο υπόλοιπος πλανήτης έχει γυρίσει σελίδα, έστω κι αν η ανησυχία παραμένει.

«Τερματίστε το lockdown», φωνάζουν πλέον τα πλήθη στους δρόμους.

Το ντόμινο της λαϊκής διαμαρτυρίας ξεκίνησε το βράδυ της Παρασκευής από την επαρχία Σιντζιάνγκ και το Ουρούμτσι, ενώ μέσα στο σαββατοκύριακο επεκτάθηκε επίσης στην Ναντζίνγκ, το Πεκίνο, τη Σαγκάη και αλλού, καταλογίζοντας –πρώτη φορά τόσο ξεκάθαρα– τις ευθύνες στον γεν. γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, για τη μηδενικής ανοχής πολιτική που επιμένει να εφαρμόζει.

Στα πανεπιστήμια της χώρας, φοιτητές έχουν κρεμάσει πανό με σλόγκαν «Φαγητό, όχι Covid τεστ – Ελευθερία, όχι καραντίνα» κι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης βοούν από οργή.

Τη σπίθα άναψε ένα περιστατικό που συνέβη την περασμένη εβδομάδα: μια πυρκαγιά που ξέσπασε από βραχυκύκλωμα στον 15ο όροφο μιας πολυκατοικίας στη δυτική Κίνα, τυλίγοντας στις φλόγες ένα οικιστικό μπλοκ και επιφέροντας τον θάνατο σε 10 άτομα, μεταξύ των οποίων και ένα τρίχρονο παιδί, το οποίο «έζησε όλη του τη ζωή σε συνθήκες καραντίνας», όπως ανέφεραν μερικά posts στο WeChat, παρακινώντας στην κινητοποίηση.

Το βίντεο που κυκλοφόρησε από τα επίμαχα δευτερόλεπτα, δείχνει τις πυροσβεστικές μονάδες σε προσπάθεια κατάσβεσης της πυρκαγιάς από απόσταση. Ίσως οι πόρτες ήταν κλειδωμένες λόγω καραντίνας, ίσως τα άτομα εγκλωβίστηκαν. Από πλευράς τους, οι τοπικές αρχές απέδωσαν την ευθύνη στα θύματα που «στερούνται βασικών κανόνων επιβίωσης» – οπότε και το κύμα οργής θέριεψε.

Τι έδειξε η φονική πυρκαγιά

Το τραγικό περιστατικό συνέβη στην πόλη Ουρούμτσι, απ’ όπου γιγαντώθηκε το κύμα διαδηλώσεων. Η απαξιωτική δήλωση των αστυνομικών αρχών ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για την υπομονή των πολιτών στην πολιτική μηδενικής ανοχής της Κίνας, όπως και ακόμη μία απόδειξη για το γεγονός ότι η κινεζική ηγεσία δεν έχει καμία συναισθηματική ευαισθησία για την ανθρώπινη ζωή, μπροστά στον στόχο του μαζικού ελέγχου σε καιρό πανδημίας.

Το δεδομένο αυτό ήταν εμφανές από τις ακραίες συνθήκες λιμοκτονίας, στις οποίες είχαν περιέλθει οι κάτοικοι της Σαγκάης από την απρόσμενη καραντίνα τον περασμένο Απρίλιο, όπως και την απροθυμία του Σι Τζινπίνγκ να εφαρμόσει κάτι άλλο πέρα από δρακόντεια μέτρα.

Πλέον, έχει επέλθει η εξάντληση. «Με το να μένω κολλημένη στο σπίτι μου, πίσω από μια κλειδωμένη πόρτα, αισθάνομαι ότι δεν έχω κίνητρο να κάνω το οτιδήποτε», μετέφερε μια κάτοικος μόλις 20 ετών στην Guardian, «δεν επιθυμώ να πάω στη δουλειά, να σπουδάσω· μερικές φορές, κουλουριάζομαι στο κρεβάτι μου και κλαίω».

Ως γνωστόν, το αίσθημα της ματαιότητας φουσκώνει έπειτα από μια ηχηρή αποτυχία. Τον ρόλο αυτό έπαιξε το φιάσκο της πόλης Σιγιαζουάνγκ: κάπου στα μέσα του Νοέμβρη, διαδόθηκε η φήμη ότι η πόλη των 11 εκατομμυρίων κατοίκων πρόκειται να είναι η πρώτη όπου θα χαλαρώσουν τα μέτρα προστασίας, δίνοντας κουράγιο σε όλο τον κόσμο της Κίνας – τελικά, πράγματι άρθηκε το lockdown αλλά δεν πέρασαν 10 μέρες και η καραντίνα επέστρεψε, απλά με διαφορετική ονομασία («ρευστή διαχείριση», «περίοδος ησυχίας»).

Αυτόματα, εξέπνευσαν και οι τελευταίες ελπίδες για επιστροφή σε μια ζωή με λιγότερες απαγορεύσεις, μαζικά τεστ και απρόσμενες καραντίνες.

Και το Μουντιάλ έπαιξε ρόλο

Σύμφωνα με πρόσφατα δεδομένα της χρηματιστηριακής εταιρίας Nomura, αυτή τη στιγμή καταγράφεται ρεκόρ αυστηροποίησης στην επικράτεια της Κίνας: πάνω από 412 εκατομμύρια κάτοικοι τελούν υπό καθεστώς καραντίνας με κάποιον τρόπο.

Όπως είχε περιγράψει η Ελληνίδα κάτοικος της Σαγκάης Ελένη Οικονόμου στο OneMan, «καραντίνα εδώ σήμαινε και σημαίνει ότι δε βγαίνω καν έξω από την πόρτα του σπιτιού μου». Διαρκής εποπτεία, μαζικά τεστ και απομόνωση σε περίπτωση που εμφανιστεί κρούσμα εντός των (γιγαντιαίων) οικιστικών μπλοκ είναι η καθημερινότητα για εκατομμύρια κόσμου στην άλλη πλευρά του πλανήτη.

Την ίδια στιγμή, η Δύση έχει απελευθερώσει εδώ και μήνες τα αεροπορικά της ταξίδια, έζησε ένα καλοκαίρι «όπως παλιά» και τώρα παρακολουθεί με θέρμη τους αγώνες του Μουντιάλ. Το οποίο παραδόξως συνέβαλε στην οργή των Κινέζων πολιτών.

Διότι, όπως συνειδητοποίησαν, δε μεταδίδονται τα ίδια πλάνα με τον υπόλοιπο κόσμο: το κρατικό τηλεοπτικό κανάλι της Κίνας φροντίζει να απομονώνει σε ζωντανή μετάδοση τα πλάνα που δείχνουν φιλάθλους χωρίς μάσκες και πλήθη συνωστισμένα στις κερκίδες. Βίντεο στα social media συγκρίνουν το ίδιο ματς στην εκδοχή της FIFA και της κινεζικής τηλεόρασης, υπογραμμίζοντας την προσπάθεια του κράτους να αποκρύψει την πραγματικότητα ενός ολόκληρου πλανήτη, προκειμένου να μην οξυνθούν οι αντιδράσεις ενάντια στην πολιτική μηδενικής ανοχής.

Αλλά αυτά τα τερτίπια πέτυχαν το ακριβώς αντίθετο. Το καζάνι της κινεζικής κοινωνίας ήταν ήδη σε σημείο βρασμού, όπως υποδείκνυαν διαδηλώσεις πριν το περιστατικό με την πυρκαγιά, αν και η ιστορία έχει δείξει πως δύσκολα θα οδηγήσουν σε σοβαρή αλλαγή της κρατικής πολιτικής: όπως ανέφερε ο Δρ. Chung Kim-wah από το Πανεπιστήμιο του Χονγκ Κονγκ, «μικρές τροποποιήσεις, αρκούν για να κατευνάσουν την οργή των διαδηλωτών, γι’ αυτό και οι αλλαγές από τα κάτω είναι πολύ δύσκολες να συμβούν εδώ, έως και απίθανες».