Ξεπαρθενών/Departhenon/Facebook
BUZZ

Ξεπαρθενών: Είδαμε την ταινία που έχει προκαλέσει θύελλα αντιδράσεων

Σε μία συμβολικής σημασίας, σύμφωνα με τους δημιουργούς, σκηνή της μόλις 36 λεπτών ανεξάρτητης παραγωγής, ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι κάνει σεξ σε δημόσια θέα στον ιερό βράχο της Ακρόπολης.

Εδώ και περίπου ένα 24ωρο, όλοι μιλούν -εκτός από τον κορονοϊό, την πανδημία και τα κρούσματα- για μία ερασιτεχνική ταινία μικρού μήκους που έχει κάνει άνω-κάτω την ελληνική κοινωνία. Το Ξεπαρθενών, που γυρίστηκε από ακτιβιστικές οργανώσεις που συνδέονται με την LGBTQ+ κοινότητα και όχι μόνο, δείχνει, μεταξύ άλλων, ένα ομοφυλόφιλο ζευγάρι να κάνει σεξ ελάχιστα μέτρα από το ναό του Παρθενώνα στον βράχο στην Ακρόπολη και ενώ είναι μέρα και τουρίστες και επισκέπτες έχουν κατακλύσει το μνημείο. 

Την ανεξάρτητη παραγωγή έφεραν στη δημοσιότητα χρήστες των social media. Το Twitter έχει κατακλυστεί από χθες με αναρτήσεις με το hashtag #ξεπαρθενών, με τα σχόλια να είναι άλλοτε καυστικά και άλλοτε να αντιμετωπίζουν με χιούμορ το συμβάν.  

Το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού έσπευσε με επίσημη ανακοίνωσή του να ξεκαθαρίσει ότι «για τις συγκεκριμένες σκηνές προφανώς δεν έχει δοθεί καμία άδεια από τις καθ΄ ύλην αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Ο αρχαιολογικός χώρος της Ακρόπολης δεν προσφέρεται για κανενός είδους ακτιβιστική ή άλλη δραστηριότητα, η οποία προσβάλλει και συμπεριφέρεται ασεβώς στο μνημείο».

Επισημάνθηκε μάλιστα ότι με εντολή της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού, Λίνα Μενδώνη προς την Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Αθηνών, διενεργείται προκαταρκτική εξέταση, σύμφωνα με όσα προβλέπονται στον Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων, προκειμένου να διερευνηθούν οι συνθήκες υπό τις οποίες έλαβε χώρα το περιστατικό και να αποδοθούν ευθύνες.

Για το θέμα μίλησε και ο πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών, Σπύρος Μπιμπίλας. «Κάθε μέρα ακούμε και κάτι παράλογο. Μου το έστειλαν στο email για να το δω. Αισθάνομαι ντροπή σαν Έλληνας. Είμαι και αρχαιολάτρης και με λυπεί πολύ αυτό που έγινε», ανέφερε στο Πρωινό του ANT1 και πρόσθεσε ότι «στο όνομα του ακτιβισμού δεν μπορούμε να τα θυσιάζουμε όλα και να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Δεν το θεωρώ ακτιβισμό αυτό».

Τι είναι όμως το Ξεπαρθενών;

Το Ξεπαρθενών προβλήθηκε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης μέσα στον Δεκέμβριο και πλέον, είναι ανοιχτά διαθέσιμο στο διαδίκτυο.

 Οι δημιουργοί και οι συντελεστές του το περιγράφουν ως εξής, στη σελίδα τους: «Πρόκειται για ένα έργο τέχνης που αποτελεί και πολιτική δράση. Η ιστορία αναφέρεται σε δύο άνδρες που μετά από μία πεζοπορία με την παρέα τους, της αφηγούνται πώς παλιότερα ήταν ζευγάρι. Για τις ερωτικές τους περιπέτειες και το ότι πλέον δεν έχουν το θάρρος και τον ερωτισμό που είχαν παλιότερα.

Η παρέα αποφασίζει να μεσολαβήσει για να τα βρούνε όλα αυτά και δημιουργεί ένα πλαίσιο αισθησιασμού και υπέρβασης. Δημιουργείται μία ρωγμή στο δημόσιο χώρο, και συγκεκριμένα στον αρχαιολογικό χώρο του Παρθενώνα, ο οποίος είναι συμβολικά φορτισμένος με εθνικιστικά και ετεροκανονικά στοιχεία, για να ανθίσει ο ζητούμενος ερωτισμός».

Τονίζουν μάλιστα ότι το Ξεπαρθενών «είναι ανεξάρτητη παραγωγή, χωρίς εμπορικούς σκοπούς. Στόχος είναι το μοίρασμα του έργου με ανθρώπους και ομάδες που το επιθυμούν», καθώς και ότι «σε κάποιες κοινωνίες μέρος του περιεχομένου της ταινίας θεωρείται κατάλληλο μόνο για ενήλικους ανθρώπους».

Παρακολουθώντας τα 39 λεπτά μίας ιδιότυπης διαμαρτυρίας

«Κάθε εργαλείο μέσα από τη φαντασία ή και την καλή παρέα μπορεί να αποκτήσει άπειρες χρήσεις. Έτσι και μία κάμερα φερμένη για να καταγράψει μερικές στιγμές μεταξύ φίλων που έχουν κάνει εξόρμηση στο βουνό, μπορεί να καταλήξει να καταγράφει μία ολόκληρη ταινία». Με αυτά τα λόγια ανοίγει το 39 λεπτών Ξεπαρθενών.

Αμέσως μετά, βλέπουμε άντρες και γυναίκες να περπατούν στον Υμηττό και να αράζουν σε ένα σημείο που έχει πιάτο την Αθήνα και τον Λυκαβηττό. Τη συζήτησή τους μονοπωλούν οι ερωτικές συνευρέσεις του ζευγαριού της παρέας, δύο ομοφυλόφιλων αντρών που θυμούνται πώς ξεκίνησε η σχέση τους, τότε που ζούσαν το πάθος στα νιάτα τους, χωρίς μιζέρια και χωρίς να τους ενδιαφέρει η γνώμη των άλλων, όπως αναφέρουν. 

Εξομολογούνται ότι η πρώτη φορά που έκαναν σεξ ήταν ένα βράδυ στην Ακρόπολη. Οι φίλοι τους έκπληκτοι τους ρωτούν όχι μόνο πώς τους ήρθε η ιδέα, αλλά κυρίως πώς δεν έγιναν αντιληπτοί από τους φύλακες. «Πριν δέκα χρόνια δεν είχε τη φύλαξη που έχει σήμερα», «Έτσι, πάνω στο πάθος της στιγμής αποφασίσαμε να το κάνουμε», απαντούν μεταξύ άλλων. 

Κάποια στιγμή, ακούγεται μία από τις γυναίκες της παρέας να λέει «έχουμε ξεχάσει την κάμερα ανοιχτή, όλο αυτό θα μπορούσε να γίνει ταινία».

Από τη θέα του Λυκαβηττού περνάμε σε εκείνη της Ακρόπολης και ο τίτλος της ταινίας πέφτει: Ξεπαρθενών.

Η αμέσως επόμενη σκηνή αποτελεί ουσιαστικά μία μυστικιστική προετοιμασία για την αναβίωση της πρώτης σεξουαλικής συνεύρεσης των δύο αντρών στον Παρθενώνα. Βλέπουμε όλα τα μέλη της παρέας να έχουν καλυμμένα τα πρόσωπά τους με μάσκες, να είναι γυμνά από τη μέση και πάνω, να ζωγραφίζουν τα κορμιά τους και να αγγίζονται μεταξύ τους, θέλοντας να ξυπνήσουν τις αισθήσεις τους. 

Η τελετή ολοκληρώνεται με τους δύο άντρες να μπαίνουν στην τουαλέτα και να βγαίνουν με ένα δοχείο γεμάτο σπέρμα. 

Από τους χώρους του κτιρίου που θυμίζει πανεπιστημιακή σχολή μεταφερόμαστε έξω από την Ακρόπολη. «Υγεία, καύλα και εξέγερση», φωνάζει η παρέα και κατευθύνεται στον ιερό βράχο της Ακρόπολης. Είναι μέρα και ο Παρθενώνας είναι κατάμεστος από τουρίστες και επισκέπτες. Βρίσκουν ένα σημείο που είναι κάπως πιο απόμερο και η κάμερα εστιάζει στους δύο άντρες που κάνουν σεξ -η σκηνή διαρκεί δευτερόλεπτα χωρίς να δείχνει γυμνό- με τα σώματα των φίλων τους να τους καλύπτουν από το να γίνουν αντιληπτοί από τον κόσμο και τους φύλακες.

Η πράξη ολοκληρώνεται. Η παρέα αποχωρεί από το μνημείο ανεμίζοντας στον αέρα μία μικρή σημαία της LGBTQ+ κοινότητας.

«Σε όλους τους ανθρώπους που δέχονται βία για κανένα άλλο λόγο πέρα από το ότι είναι διαφορετικοί. Και σε όλους όσοι δεν παραιτούνται από τον έρωτα», είναι τα λόγια που ρίχνουν τους τίτλους τέλους του Ξεπαρθενών.

Η ταινία τελειώνει με το ζευγάρι να διαβάζει στους φίλους του αποσπάσματα από το Συμπόσιον ή περί του έρωτας του Πλάτωνα (αν δεν κάνω λάθος, από το 4ο κεφάλαιο, το εγκώμιο Σωκράτους από τον Αλκιβιάδη). «Θα συμμορφωθούμε ποτέ;», ρωτά χαριτολογώντας μία από τις φίλες. «Δεν θα συμμορφωθούμε», απαντούν με μία φωνή.

Παρακολουθώντας τα 39 λεπτά του Ξεπαρθενών είναι ξεκάθαρο ότι δεν μιλάμε για ένα καλλιτεχνικό έργο, μία ταινία, αλλά ούτε και για ένα πορνογραφικό φιλμ. Είναι μία ιδιότυπη διαμαρτυρία, μία ακτιβιστική δράση που βιντεοσκοπήθηκε.

Σίγουρα, ο τρόπος που έπραξαν υπερβαίνει κατά πολύ τα εσκαμμένα, προσβάλει τη δημόσια αιδώ, το δημόσιο αίσθημα και το σύμβολο της εθνικής μας ταυτότητας. Σίγουρα, επίσης, θα μπορούσαν να είχαν βρει έναν άλλο τρόπο για να δράσουν-αντιδράσουν-εκφραστούν. Πίσω από την πρόκληση ωστόσο, διαφαίνεται το σκεπτικό τους, που σε κάποια σημεία του ξύνει πληγές της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.  

Η εξήγηση του Ξεπαρθενών από τους ίδιους τους δημιουργούς του

Οι συντελεστές είχαν ήδη προεξοφλήσει τη δυσαρέσκεια και τις δημόσιες αντιδράσεις για το εγχείρημά τους, όπως διαβάζουμε στο μακροσκελές κείμενο με το οποίο επεξηγούν ουσιαστικά τις προθέσεις τους. 

«Γενικά, ως απάντηση σε όλα τα γιατί στην αρχή, στη μέση ή στο τέλος των επεξηγήσεων, που μπορούν να δοθούν, πάντα υπάρχει κι αυτή: γιατί έτσι γουστάρουμε. Από εκεί κι έπειτα στο γιατί μια ταινία που έχει το ερωτικό στοιχείο μέσα, ίσως η απάντηση είναι κάπως προφανής: γιατί ο έρωτας κι η σεξουαλικότητα παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή μας. Όσον αφορά τον έρωτα μεταξύ δύο ή τριών ή παραπάνω ανδρών ή και γυναικών, πρώτα από όλα, ας αναρωτηθούμε τι είναι ο άνδρας, η γυναίκα, κι αν υπάρχουν φύλα, σε τι βαθμό έχουν φυσικά ή επίκτητα χαρακτηριστικά, αλλά αυτή η συζήτηση ξεφεύγει από τους σκοπούς του κειμένου αυτού.

Σε κάθε περίπτωση, αυτού του τύπου η σεξουαλικότητα μας ενδιαφέρει στο συγκεκριμένο έργο ως συντελεστές/τριες/στά κι αυτή προβάλλουμε. Με ένα τρόπο που, με τα μέσα τα οποία διαθέτουμε, εκφράζουμε κάποια από αυτά που θέλουμε να ζήσουμε ή που ζούμε ή που μας ανησυχούν όπως τα ζούμε», γράφουν χαρακτηριστικά.

Η επιλογή του Παρθενώνα όπως διευκρινίζουν δεν ήταν τυχαία: «Το πρόβλημα πάλι δεν είναι οι άνθρωποι που ζούνε σε ένα τόπο και έχουν κάποια χαρακτηριστικά που τους ενώνουν, όπως η γλώσσα ή ήθη, έθιμα και τα λοιπά. Αλλά όταν αυτοί αποχτούν ως εθνικός οργανισμός μια τοξική αρρενωπή συμπεριφορά θέλοντας να κυριαρχούν και να ισοπεδώνουν τους άλλους/ες/α.

Γι’ αυτό και δεν είναι τυχαία η επιλογή του Παρθενώνα ως τόπου. Λειτουργεί για πολλούς ως ένα παράσημο εθνικισμού, αρχαιολατρείας, πατριαρχίας, εμπορευματοποίησης, μαζικής κουλτούρας και καθωσπρεπισμού μεταξύ άλλων. Έστω ότι υπάρχει μια κάποια σύνδεση γλωσσική, γενετική, πολιτισμική των νέων με τους αρχαίους Έλληνες, ακόμη και μετά από όλους τους λαούς που έχουν περάσει από τούτο τον τόπο. Τότε, λοιπόν, αποκτούν κωμικό ενδιαφέρον οι αντιδράσεις μερικών αρχαιολάγνων αρρενωπών τύπων σε αυτό που ονομάζουν ομοφυλοφιλία, την ίδια στιγμή που στο συμπόσιο του Πλάτωνα έχουμε σκηνή με ερωτικό καβγαδάκι μεταξύ Σωκράτη και Αλκιβιάδη για παράδειγμα.

Έτσι, με αφορμή κιόλας την επέτειο των διακόσιων ετών από την ελληνική επανάσταση του 1821 σας παρουσιάζουμε έναν ωραίο τρόπο να δώσουμε μερικά ωραία νοήματα — άλλα εμπνευσμένα από το παρελθόν άλλων και άλλα από εμάς — και περιεχόμενα σε σημαντικά μέρη του τόπου αυτού».

Ξεκαθαρίζουν επίσης ότι «θα ήταν λάθος να πιστέψει κάποιος ότι ο σκοπός της ταινίας είναι τόσο η αντίδραση όσο, κατά βάση, η επιθυμία και η ανάγκη να ζούμε με τον τρόπο που θέλουμε. Έμείς δεν βλέπουμε κάτι περίεργο ή αφύσικο σε αυτό που κάνουμε».

Το πλήρες κείμενο των δημιουργών, όπως αναρτήθηκε στη σελίδα του Ξεπαρθενών

«Με αυτό το συνοδευτικό κείμενο της ταινίας μικρού μήκους «Ξεπαρθενών»* θα δοθούν κάποιες εξηγήσεις σχετικά με αυτή. Προκαλεί δυσφορία αρκετές φορές, όταν ένα έργο για να σταθεί απαιτούνται εξηγήσεις, όμως, υπάρχει η εκτίμηση ότι αυτό το έργο θα προκαλέσει δημόσιες αντιδράσεις. Εφόσον, λοιπόν, θέλει να έχει και δημόσια απεύθυνση καλό είναι να στηριχθεί από έναν λόγο που ξεκαθαρίζει το ποιον του. Επί της ουσίας δεν είναι τόσο εξηγήσεις, όσο η ίδια η οπτική των συντελεστών και των συντελεστριών.

Γενικά, ως απάντηση σε όλα τα γιατί στην αρχή, στη μέση ή στο τέλος των επεξηγήσεων, που μπορούν να δοθούν, πάντα υπάρχει κι αυτή: γιατί έτσι γουστάρουμε. Από εκεί κι έπειτα στο γιατί μια ταινία που έχει το ερωτικό στοιχείο μέσα, ίσως η απάντηση είναι κάπως προφανής: γιατί ο έρωτας κι η σεξουαλικότητα παίζουν σημαντικό ρόλο στη ζωή μας. Όσον αφορά τον έρωτα μεταξύ δύο ή τριών ή παραπάνω ανδρών ή και γυναικών, πρώτα από όλα, ας αναρωτηθούμε τι είναι ο άνδρας, η γυναίκα, κι αν υπάρχουν φύλα, σε τι βαθμό έχουν φυσικά ή επίκτητα χαρακτηριστικά, αλλά αυτή η συζήτηση ξεφεύγει από τους σκοπούς του κειμένου αυτού.

Σε κάθε περίπτωση, αυτού του τύπου η σεξουαλικότητα μας ενδιαφέρει στο συγκεκριμένο έργο ως συντελεστές/τριες/στά κι αυτή προβάλλουμε. Με ένα τρόπο που, με τα μέσα τα οποία διαθέτουμε, εκφράζουμε κάποια από αυτά που θέλουμε να ζήσουμε ή που ζούμε ή που μας ανησυχούν όπως τα ζούμε. Επιλέγουμε τη δημόσια απεύθυνση, όχι μόνο για να μοιραστούμε τις εμπειρίες μας. Κάποιες από εμάς δεχόμαστε σωματική και λεκτική βία για τις επιλογές κι εκφράσεις της σεξουαλικότητάς μας, ενώ ξέρουμε ότι υπάρχουν κι άνθρωποι που δολοφονούνται ή/και φυλακίζονται, γιατί έχουν αυτό που άλλοι λένε αποκλίνουσα σεξουαλικότητα.

Από τα παιδιά — συνήθως αγόρια — που δεν βρίσκουν τόπο να σταθούν, όταν οι συμμαθητές τους αποφασίσουν ότι είναι αδερφές, μέχρι το ξύλο, την περιθωριοποίηση ή και τα μαχαιρώματα από τα οποία υποφέρουν πολλοί και ιδιαίτερα ομάδες όπως οι τρανς γυναίκες. Σε όλο αυτό δεν στεκόμαστε απαθείς. Ας αποτελέσει αυτή η μικρή κίνηση μια φωνή πως κανείς και καμιά δεν είναι μόνη. Θα ζούμε τον έρωτα και τη σεξουαλικότητα, όπως επιθυμούμε και θα υπερασπιζόμαστε τη δημόσια ύπαρξη, μα και συνύπαρξη, όλων των σεξουαλικοτήτων που δεν παραβιάζουν την αυτοδιάθεση των σωμάτων μας.

Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το ρόλο της πατριαρχίας σε όλα αυτά τα προβλήματα. Ας πούμε, βλέπε στο πρότυπο του βίαιου επιθετικού άνδρα οικογενειάρχη —  το οποίο μπορεί να αντανακλάται και από τις γυναίκες —  που δεν ανέχεται να τον αγγίζουν ή να είναι ευαίσθητος και πρέπει να κυριαρχεί πατώντας σε οποιονδήποτε άλλο είτε αυτός είναι μια γυναίκα είτε ένας «θηλυπρεπής» άνδρας είτε ένας συνάδελφος όχι αρκετά ανταγωνιστικός, και ισοπεδώνει ό,τι αμφισβητεί την κοσμοθεωρία του είτε αυτό το ονομάσει ομοφυλοφιλία είτε πολυσυντροφικότητα και ούτω καθεξής.

Αυτό δεν σημαίνει ότι η ανταγωνιστικότητα ή η βία ή η οικογένεια ή τα λοιπά θεσμικά μας πλαίσια, όπως ο εργασιακός χώρος, έχουν μόνο αρνητικά στοιχεία, παρ’ ότι όπως τα έχουμε δει στο πατριαρχικό πλαίσιο, είναι κατά βάση τοξικά. Και, φυσικά, δεν μπορούμε να μην δούμε στην εξίσωση τη σύνδεση μεταξύ πατριαρχίας, οικογένειας και έθνους.

Το πρόβλημα πάλι δεν είναι οι άνθρωποι που ζούνε σε ένα τόπο και έχουν κάποια χαρακτηριστικά που τους ενώνουν, όπως η γλώσσα ή ήθη, έθιμα και τα λοιπά. Αλλά όταν αυτοί αποχτούν ως εθνικός οργανισμός μια τοξική αρρενωπή συμπεριφορά θέλοντας να κυριαρχούν και να ισοπεδώνουν τους άλλους/ες/α.

Για αυτό και δεν είναι τυχαία η επιλογή του Παρθενώνα ως τόπου. Λειτουργεί για πολλούς ως ένα παράσημο εθνικισμού, αρχαιολατρείας, πατριαρχίας, εμπορευματοποίησης, μαζικής κουλτούρας και καθωσπρεπισμού μεταξύ άλλων. Έστω ότι υπάρχει μια κάποια σύνδεση γλωσσική, γενετική, πολιτισμική των νέων με τους αρχαίους Έλληνες, ακόμη και μετά από όλους τους λαούς που έχουν περάσει από τούτο τον τόπο.

Τότε, λοιπόν, αποκτούν κωμικό ενδιαφέρον οι αντιδράσεις μερικών αρχαιολάγνων αρρενωπών τύπων σε αυτό που ονομάζουν ομοφυλοφιλία, την ίδια στιγμή που στο συμπόσιο του Πλάτωνα έχουμε σκηνή με ερωτικό καβγαδάκι μεταξύ Σωκράτη και Αλκιβιάδη για παράδειγμα. Έτσι, με αφορμή κιόλας την επέτειο των διακόσιων ετών από την ελληνική επανάσταση του 1821 σας παρουσιάζουμε έναν ωραίο τρόπο να δώσουμε μερικά ωραία νοήματα — άλλα εμπνευσμένα από το παρελθόν άλλων και άλλα από εμάς — και περιεχόμενα σε σημαντικά μέρη του τόπου αυτού.

Θα ήταν λάθος, ωστόσο, να πιστέψει κανείς ότι ο σκοπός της ταινίας είναι τόσο η αντίδραση, όσο, κατά βάση, η επιθυμία και η ανάγκη να ζούμε με τον τρόπο που θέλουμε. Εμείς δεν βλέπουμε κάτι περίεργο ή αφύσικο σε αυτό που κάνουμε. Για μας είναι η φυσιολογική εξέλιξη της ανέμελης ροής μας. Ο αισθησιασμός —  ας μην ξεχνούμε κιόλας τον αρχαίο ελληνικό αισθησιασμό κι εκστατικότητα, τα αγάλματα δεν ήταν λευκά, είχαν πολλά και έντονα χρώματα και σχέδια — η επαφή, η συσχέτιση μεταξύ ανθρώπινων σωμάτων ανεξαρτήτως διαφόρων χαρακτηριστικών είτε συμβαίνει ιδιωτικά είτε δημόσια.

Τα επιζητούμε. Πόσο μάλλον τώρα που ζούμε τον εγκλεισμό, την αποξένωση των ανθρώπινων σχέσεων, τη μεταφορά των σχέσεων μας σε πλασματικούς κι εγκεφαλικούς κόσμους πίσω από οθόνες στερώντας μας την αισθητηριακή ολοκλήρωση, την ουσιαστική επικοινωνία και συνύπαρξη συνολικά. Ο Παρθενώνας είναι ένα όμορφο μέρος για να κάνεις έρωτα, μην ξεχνάτε τη θέα (φροντίσαμε στις πιο όμορφες στιγμές μας να είμαστε μακριά από τον τσιμεντένιο διάδρομο), ενώ οποιοδήποτε μέρος αποχτά μεγαλύτερη αξία, όταν ζωντανεύει με την παλλόμενη ανθρώπινη παρουσία. Εξάλλου, αυτή είναι και η επιθυμία, η νοοτροπία και η εμπειρία των πρωταγωνιστών μας. Δεν θα κρύψουμε βέβαια και το σκέλος της υπέρβασης.

Την ομορφιά του να κάνεις κάτι που απαιτεί να υπερβείς τα όρια σου, αυτή την προϋπόθεση για τη συνέχεια της ζωής και της αυτοπραγμάτωσης. Ούτε ότι ίσως βαρεθήκαμε τη ρουτίνα, την απομόνωση και τις στατιστικές θανάτων από κορωνοϊό και αποζητήσαμε την περιπέτεια, τον πειραματισμό, την καύλα και τη συντροφικότητα, διότι όλο αυτό χωρίς συντροφικότητα δεν στήνεται. Το να κάνεις δηλαδή σεξ σε ένα συνωστισμένο δημόσιο χώρο με φύλακες και κάμερες και να μη σε δει κανένας για να μην έχεις προβλήματα, παρ’ ότι το νόμιμο δεν είναι αναγκαία ηθικό.

Ευχόμαστε να απολαύσετε το έργο αυτό όσο ή και περισσότερο από ό,τι εμείς τη δημιουργία του και — ειδικά οι νεότερες φίλες και φίλοι που υφίστανται τόσο εκφοβισμό —  να νιώσετε ότι αυτό που φαντάζει αδιανόητο ίσως και να μην είναι».

*Η ταινία είναι δημόσια προσβάσιμη χωρίς αντίτιμο και μπορεί να αναπαραχθεί ή και να τροποποιηθεί όλη ή μέρος αυτής με την προϋπόθεση να αναφέρεται το όνομα των δημιουργών, να μην γίνεται εμπορευματική χρήση και να αναγράφεται η ίδια άδεια πνευματικών δικαιωμάτων με την παρούσα. Αν επιμένετε να μας ανταμείψετε παρ’ ότι δε ζητούμε αντίτιμο, τότε κάντε το με τις πράξεις σας. Με τις δικές σας δημιουργίες να μπαίνουν στο δημόσιο χώρο και χρόνο και να τους ομορφαίνουν».