LONGREADS

Πάντειος Εμπιστευτικό: Μπήκαμε στο πιο ‘εδώ και τώρα’ πανεπιστήμιο της χώρας

Οι ιστορίες, οι αμαρτίες, οι απόφοιτοι και τα θρυλικά πέριξ της σχολής που βρίσκει τον τρόπο να είναι πάντα επίκαιρη.

Δεν το έχεις απλά ακούσει, αλλά σίγουρα ξέρεις αρκετά για αυτό. Για τον πανεπιστημιακό θεσμό που κρύβεται πίσω από εκείνο το όμορφο βυσσινί παλιό κτίριο (και όχι μόνο) και τον ωραίο του κήπο στις αρχές της Συγγρού, στα σύνορα της Καλλιθέας, του Κουκακίου και του Νέου Κόσμου. Έχεις ακούσει να το λένε σχολή ή και πανεπιστήμιο, μιας και έχει υπάρξει και τα δύο. Αν δεν έχεις εσύ ο ίδιος περάσει από τα έδρανά του, έχεις πολλούς γνωστούς, φίλους, συγγενείς, ανθρώπους που θαυμάζεις ή ανθρώπους που απεχθάνεσαι που έχουν βιώσει την ακαδημαϊκή εμπειρία του σημαντικότερου θεσμού ανθρωπιστικών και κοινωνικών σπουδών της χώρας. Γιατί το Πάντειο Πανεπιστήμιο είναι ιδέα.   

Θυμάμαι την πρώτη μου εικόνα από το Πάντειο, όταν Σεπτέμβριο του 2000 είχα κατέβει από το λεωφορείο στη στάση της Συγγρού, είχα περάσει την υπόγεια διάβαση και ψαρωμένος έψαχνα να βρω το κεντρικό κτίριο και να γραφτώ. Είχε τραπεζάκια με σκισμένες αφίσες και πολύ κόσμο, φασαρία, δυνατή μουσική που εναλλασσόταν από Βασίλη Παπακωνσταντίνου σε Άννα Βίσση και μια ωραία αίθουσα που μετά από λίγο έμαθα ότι γίνονται οι ορκωμοσίες. Είχε και κορίτσια. Πολλά κορίτσια. Που είτε μου χαμογελούσαν γιατί έπαιζε ένα πάρτι για την υποδοχή των πρωτοετών, είτε γιατί ήθελαν να υπογράψω σε μια κόλλα χαρτί για να σταματήσει ένας πόλεμος που τον έλεγαν ιμπεριαλιστικό και γινόταν κάπου σε κάποια άλλη χώρα μακριά αλλά μετά σίγουρα θα ερχόταν και στην Ελλάδα και θα διαλυόταν και η χώρα και το Πάντειο που εγώ είχα πρωτοπατήσει το πόδι μου μόλις πριν δέκα λεπτά.

Δεν θυμάμαι αν πήγα στο πάρτι, ή αν υπέγραψα για να σταματήσει η παγκόσμια αδικία. Θυμάμαι όμως ότι από εκείνη την πρώτη μέρα κατάλαβα ότι το Πάντειο Πανεπιστήμιο είναι κάτι διαφορετικό.

Ιστορία μου, αμαρτία μου

(Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου-Watkinson)

Απευθύνομαι σε έναν από τους ‘δασκάλους’ που με σημάδεψαν και που ακόμα νιώθω πως ξέρουν να ξεψαχνίσουν καλά αυτή την ιδιαίτερη μεταβλητή του Παντείου. Ο Νίκος Θεοτοκάς, καθηγητής και για πολλά χρόνια Πρόεδρος του Τμήματος της Πολιτικής Επιστήμης, διακρίνει δύο διαφορετικά είδη Παντείου:

“Κοίτα, το Πάντειο έχει ανάμεσα στα χαρακτηριστικά του δύο μεγάλες κληρονομιές, εξαιρετικά διαφορετικές και αντιφατικές μεταξύ τους.

1) Την εποχή των σπουδαίων δασκάλων, των καθηγητών που το έκαναν διανοητικό κέντρο και ένα πανεπιστήμιο αναγνωρίσιμο σε όλη την Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Γαλλία. Εδώ, μετά τις γενιές των παλαιών και σημαντικών, όπως ο Τενεκίδης ή ο Δεσποτόπουλος, έδρασε ένας κύκος προοδευτικών διανοουμένων που δίνουν ακόμα τον τόνο. Ως ανωτάτη σχολή,  γίνεται κατά τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης, η μόνη σχολή ανθρωπιστικών επιστήμων στην Ελλάδα με διεθνές κύρος και αξιώσεις. Κοσμάς Ψυχοπαίδης, Σάκης Καράγιωργας, Βασίλης Φίλιας, Νίκος Πετραλιάς.

2) Η δεύτερη φάση είναι αυτή των κλυδωνισμών. Όταν έρχεται ο νέος νόμος 1268 και ιδρύονται τα νέα τμήματα. Από εκεί ξεκινάει το πρόβλημα. Αντί να έχουμε έναν αναγκαίο εξορθολογισμό, καταλήξαμε να φτιάχνονται Τμήματα με κριτήριο το αν ταιριάζουν τα χνώτα των ανθρώπων. Στο Πάντειο, η κορύφωση αυτής της δεύτερης φάσης, τα αποτελέσματα της οποίας ζούμε ακόμα και σήμερα, είναι η δεκαετία του 1990 και τα διαβόητα σκάνδαλα. Ωστόσο, η σημαντική του παράδοση διατηρεί ακόμα το βάρος της”.

Λεφτά υπήρχαν

(Χώρος του ‘Αίθριου’ που παλιά, μεταξύ άλλων, δούλευε το ‘Άρτιον Καφέ’)

(Η αίθουσα των ορκομωσιών)

Φοιτητής στο Πάντειο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990: Η σχολή έχει ήδη γίνει Πανεπιστήμιο (από το 1989). Ο πίσω πεζόδρομος έχει γεμίσει με μαγαζιά. ‘Φέντιας’ για ποντιακή κουζίνα, ‘Μηχανουργείο’ για διασκέδαση, κήπος για άραγμα και (κομματικά) τραπεζάκια έξω. Τα πανεπιστήμια αλλάζουν όμως το Πάντειο φέρει ακόμα την κουλτούρα του κοινωνικού επιστήμονα με το πτυχίο του ως βαρύ χαρτί και το διάβασμά του ως όχημα.

1924-30: Και εγένετο Πάντειος. Ήδη από το 1911 ο Ελευθέριος Βενιζέλος συντάσσει νομοσχέδιο περί Ιδρύσεως Σχολής Πολιτικών Επιστημών, όμως η προσπάθεια θα ευδοκιμήσει το 1924 όταν οι Γεώργιος Φραγκουδάκης και Αλέξανδρος Πάντος ιδρύουν το Σωματείο ‘Εκπαιδευτική Αναγέννηση’. Ο  θάνατος του  Αλεξάνδρου Πάντου το 1930 επιταχύνει τις εξελίξεις και προκαλεί την ίδρυση ‘Σχολής Πολιτικών Επιστημών’ (με την δημιουργία κληροδοτήματος από την διαθήκη του) και την συγχώνευση της με την ‘Εκπαιδευτική Αναγέννηση’. Οι δύο αυτές σχολές μετονομάζονται σε ‘Πάντειο Σχολή Πολιτικών Επιστημών’.

Το κλίμα είναι ευφορικό και το Πανεπιστήμιο μοιάζει να εξελίσσεται σε κάτι που γρήγορα θα διαπιστωθεί ως φούσκα, όμοια με αυτή που και η ίδια η ελληνική κοινωνία ονειροβατεί. Συζήτηση για το κτίριο Σαρίδη (έγινε ‘Γενική Γραμματεία Τύπου’ εν τέλει), και την ανάγκη για νέες αίθουσες. Συζήτηση για το ‘Τμήμα Δικαίου’, την μελλοντική ‘Νομική Σχολή’ Παντείου που δεν έγινε ποτέ. Συζήτηση πίσω από κλειστές αίθουσες. Κόκκινες Ferrari, χαλιά, κεραμοσκεπές και λεκέδες που δεν καθαρίζουν ούτε στο κοχλάζον νερό ενός τζακούζι. Ο Δημήτρης Μανιάτης τα θυμάται καλύτερα:

“Μπήκα το 1998 στο Πάντειο και τελείωσα το 2003. Το πανεπιστήμιο είναι σε μια έντονα κομματικοποιημένη κατάσταση. Θυμάμαι ακόμα την πρώτη μου εικόνα από την μέρα που πάω για πρώτη φορά με τα τραπεζάκια και της παρατάξεις: σταμάτησα στο τραπεζάκι της παράταξης του ΣΕΚ, του ‘Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος’, οι οποίοι έκαναν το λάθος να με θεωρήσουν ως πιθανή πολιτική τους επιρροή και δεν σταμάτησαν για πολύ καιρό να με παίρνουν τηλέφωνο. Μέχρι που μια μέρα τους είπα ότι είμαι Σταλινικός.

Το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ κυβερνάει την χώρα, αλλά η ΔΑΠ είναι ήδη πρώτη δύναμη και αυτό ήταν εμφανές από τις εγγραφές κιόλας. Το Πάντειο ζει έντονα, όπως και όλη η ελληνική κοινωνία την εν λόγω εποχή. Το 1997, υπό την πρυτανεία του Αιμίλιου Μεταξόπουλου γίνεται άλλωστε και η επίσκεψη του πρωθυπουργού Σημίτη στο Πάντειο. Μικροεπεισόδια με τα ΕΑΑΚ που έπαιρναν από τους μπουφέδες γλυκά και τα πετούσαν κατά διαφόρων. Ο απόηχος είναι ότι βρισκόμαστε στην πρώτη περίοδο αποκρυστάλλωσης του εκσυγχρονιστικού αφηγήματος στην Ελλάδα. Ο δε Σημίτης είναι ένας άνθρωπος ο οποίος έχει ιδιαίτερους δεσμούς και σχέσεις με το Πάντειο και το παντειακό περιβάλλον. Όλα αυτά είναι πολύ ζωντανά στην καθημερινότητα του πανεπιστημίου. Αφίσες, παρατάξεις, προσδοκίες στους ίδιους τους φοιτητές. Όλοι μίλαγαν από τότε για τα μεταπτυχιακά τους ακόμα και αν ήταν στο πρώτο ή στο δεύτερο έτος. Μετά βέβαια έρχεται το διαβόητο σκάνδαλο με τις εισαγγελικές παρεμβάσεις και το ζήτημα φτάνει και στα ίδια τα όργανα του Παντείου, στο Πρυτανικό Συμβούλιο και την Σύγκλητο. Τα έζησα ως συνδικαλιστής όλα αυτά. Η κανονικότητα και η φούσκα του εκσυγχρονισμού ηττήθηκε κάπως βάναυσα”.

Η βιβλιοθήκη γίνεται πόλος έλξης

Έχουμε να θυμόμαστε κάτι καλό από αυτή την περίοδο; Κοιτάω το χρονολόγιο της ιστορίας του Πανεπιστημίου: από τα έργα – τα μη ‘μακέτα’ – του εκσυγχρονισμού έχουμε να θυμόμαστε την επέκταση της βιβλιοθήκης (1998) που παραμένει ακόμα και σήμερα σημείο αναφοράς για το υλικό των ανθρωπιστικών επιστημών στην Ελλάδα. Συναντάω την Ντίνα Κάκαλη, σημερινή διευθύντρια της βιβλιοθήκης:

“Στο κτίριο αυτό είμαστε από το 1998. Υπήρχε ως βιβλιοθήκη το ισόγειο και κάποια ξέχωρα αναγνωστήρια στο ισόγειο του γυάλινου κτιρίου. Όμως, από το 1996 έως το 1998 έγιναν εργασίες στο παλιό αμφιθέατρο 1 και έτσι η βιβλιοθήκη απέκτησε το κτίριο που έχουμε ακόμα και τώρα. Σήμερα, ζούμε την μετάβαση στον ψηφιακό κόσμο. Η παλιά βιβλιοθήκη όπως την ξέραμε έχει γίνει ένα σύγχρονο κέντρο πληροφόρησης. Δεν διαχειρίζεται μόνο το βιβλιακό υλικό αλλά και ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της επιστημονικής πληροφορίας. Έτσι, έχουμε πρόσβαση σε περίπου 12.500 επιστημονικά περιοδικά, σε βάσεις δεδομένων αλλά και στην ίδια την δημοσιευμένη έρευνα του κάθε ιδρύματος (ΠΑΝΔΗΜΟΣ: μεταπτυχιακά, διατριβές).

(Η διευθύντρια της βιβλιοθήκης, Ντίνα Κάκαλη)

Όμως όσο εντυπωσιακό και να είναι το κτίριο η αλήθεια είναι ότι μας λείπει προσωπικό. Είναι μεν απολύτως εξειδικευμένο, αλλά αριθμητικά ανεπαρκές. Προσπαθούμε όσο μπορούμε να συντηρήσουμε τις υπηρεσίες που έχουμε ήδη αναπτύξει και να τις εξελίξουμε και ακόμα περισσότερο. Φυσικά, μας λείπουν και τα χρήματα ώστε να αγοράζουμε καινούργιο υλικό (ή ψηφιακή πρόσβαση σε αυτό). Μπορεί να έρχονται δωρεές και μάλιστα πολύ πλούσιες σε υλικό όμως τα καινούργια βιβλία που θα έρθουν από επιλογή της βιβλιοθήκης είναι εξίσου σημαντικά και απαραίτητα”.

“Εκλογές, κόμματα με φρου φρου κι αρώματα”

(Κατάληψη σε γραφείο καθηγητή από τα μέσα της δεκαετίας του ’90. Το αντιεξουσιαστικό στέκι Παντείου στο γυάλινο)

Διασχίζω τον χώρο από τη βιβλιοθήκη. Περνάω δίπλα από το κουβούκλιο με τα χαμένα κλειδιά των φοιτητών και τους φύλακες. Θυμάμαι ότι στα δικά μου προπτυχιακά χρόνια εκεί, πίσω από κάτι πικροδάφνες που σήμερα έχουν πυκνώσει γινόταν η ανάρτηση των αποτελεσμάτων των εξεταστικών. Κατευθύνομαι στο ‘γυάλινο’. Εκεί απ’ όπου το πάντοτε ενεργό αντιεξουσιαστικό στέκι Παντείου είχε κρεμάσει το διαβόητο ‘Destroy Athens 2004’ που σήμερα δικαιώνεται ακόμα και στα μάτια των συμπαθών φιλελεύθερων που ζουν ανάμεσά μας και πάντα τους ενδιαφέρει ο λογαριασμός.

Μπαίνω στην 108. Έχουν μάθημα και μάλλον είναι από το ΤΟΠΑ. Θυμάμαι τον κόσμο στα εξαιρετικά μαθήματα του Ηλία Κατσούλη και του Θωμά Κονιαβίτη, τις Γενικές Συνελεύσεις, τις βραδιές των εκλογών με τις επισκέψεις των φασιστών, τους μπράβους των λαμέ παρατάξεων, τις οριακές καταμετρήσεις στα τμήματα που η ΔΑΠ δεν ακούμπησε ποτέ. Λες να μας φταίει τελικά ο συνδικαλισμός; Συναντάω την Μπέτυ Τσακαρέστου, επικεφαλή του ‘Εργαστηρίου Διαφήμισης και Δημοσίων Σχέσεων’ του Τμήματος Επικοινωνίας, Μέσων και Πολιτισμού στο κτίριο της Πλάκας, στην οδό Χιλλ. Μου μιλάει για την Πάντειο που γνώρισε ως φοιτήτρια στη δεκαετία του 1980 και για το πρόβλημα της κομματικοποίησης που από τότε καθόριζε την ακαδημαϊκή σχολή.

(Η Μπέτυ Τσακαρέστου σε μάθημα-εργαστήριο στην αίθουσα της οδού Χιλλ στην Πλάκα)

“Μπήκα στην σχολή το 1983, στην τότε ‘Γενική Κατεύθυνση’ της Παντείου. Ήταν μια απόφαση της οικογένειάς μου. Ο πατέρας μου ήταν απόφοιτος της Παντείου και έτσι και εγώ ήθελα να ακολουθήσω μια αντίστοιχη διαδρομή και δεν δήλωσα καμία άλλη σχολή. Σκέψου ότι η αντίληψη στην κοινωνία τότε ήταν ότι η Πάντειος Σχολή είναι η σχολή για διπλωμάτες. Και εγώ με αυτή την μπήκα.

1930-50:  Η Σχολή γίνεται γνωστή διεθνώς. Η Πάντειος Σχολή αναπτύσσεται οργανικά και συγκροτείται ο πρώτος κανονισμός της (1933). Σύμφωνα με αυτόν τον κανονισμό, η φοίτηση προβλέπεται τριετής δημιουργούνται δυο τμήματα: 1) Το ‘Πολιτικό-Ιστορικό’ και 2) ‘Το Κοινωνικό-Οικονομικό’. Οι καθηγητές Ευελπίδης, Καλλιτσουνάκης, Κανελλόπουλος, Κουγέας, Κουτούπης, Λούβαρης, Σγουρίτσας, Σεφεριάδης, Σιδερής και Τσάτσος είναι οι πλέον αναγνωρίσιμοι καθηγητές εκείνης της περιόδου.

Η σχολή ήταν ιδιαίτερα απαιτητική. Τα μαθήματα κατάφερναν γνώση της επιστήμης σε βάθος: πηγαίναμε στα πρωτότυπα κείμενα, ή ακόμα και στην πρωτότυπη γλώσσα. Είχαμε έναν πολύ ευρύ οδηγό σπουδών με επτά μαθήματα το έτος. Όπως καταλαβαίνεις αν κάνεις Φιλοσοφία ετήσιο μάθημα, μέσα σε έναν χρόνο διάβαζες τουλάχιστον τα σημαντικά κείμενα τεσσάρων με πέντε φιλοσόφων. Έτσι, χρόνο με το χρόνο αποκτούσες σημαντικές βάσεις όχι μόνο για να καταλάβεις το επιστημονικού σου πεδίο αλλά και για να εμβαθύνεις πραγματικά. Θυμάμαι, παρακολουθούσα και διάβαζα πολύ, όμως το μόνο πρόβλημα ήταν ότι δεν υπήρχε καμία καθοδήγηση από τους περισσότερους καθηγητές στο πώς κάνεις επιστημονική εργασία. Έμαθα να γράφω δυστυχώς μετά και μόνη μου. Αυτό μπορεί κατά τη γνώμη μου να είναι το μεγαλύτερο μείον ενός πανεπιστημιακού ιδρύματος.

Το Πάντειο δυστυχώς δεν ξέφυγε από τον κανόνα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης της χώρας και αυτό σημαίνει την κομματικοποίηση και την καθοριστική ανάμειξη των κομμάτων στην καθημερινότητα των ιδρυμάτων. Αυτό είναι κάτι που εν τέλει επισκιάζει όλη την κουβέντα που γίνεται για τα ιδρύματα. Μάθαμε να ασχολούμαστε με αυτά τα γύρω γύρω και όχι με την έρευνα που γίνεται, το ουσιαστικό επιστημονικό έργο. Το Πάντειο έχει υποφέρει αρκετά από αυτό αλλά και από μερικούς δικούς του ανθρώπους που συνεχίζουν να επικεντρώνονται σε μη ακαδημαϊκά θέματα. Έτσι, μάθαμε να μην ξέρουμε το Πάντειο για την επιστημονική του συνεισφορά, αλλά να το κακοποιούμε για την υστεροβουλία μας με τις συνεχιζόμενες αναφορές σε ένα συγκεκριμένο σκάνδαλο της δεκαετίας του 1990. Φαντάζομαι ότι αυτό εξυπηρετεί ιδιαίτερα κάποιους. Και απορώ με τους ανθρώπους του Παντείου που δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτό είναι καταστροφή της φήμης με τραγικές συνέπειες για όλους: φοιτητές και διδάσκοντες”.

Τα ονόματα της/του Παντείου

Παίρνω το 040 από το κέντρο. Νομίζω ότι αυτό το λεωφορείο και το Πάντειο τα ‘χουνε. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής σκέφτομαι ότι θα πρέπει να μιλήσω για την πληθώρα των διάσημων φοιτητών/αποφοίτων του: Μεϊμαράκης, Χατζηνικολάου, Λοβέρδος, Διαμαντοπούλου, Πλεύρης, Τατσόπουλος. Δεν μπορεί, θα υπάρχει κάποια διαφυγή από μια τέτοια λίστα. Βρίσκω μια παρέα πρωτοετών στον κήπο. Τους ρωτάω  αν έχουν δει τον ‘Παντελή’, τη χελώνα του κήπου που από το Πάντ-ειο βαπτίστηκε Παντελής. Δεν έχουν ιδέα. Googlάρω πόσο ζουν οι χελώνες και συνεχίζω να τον ψάχνω. Τι να έχει δει άραγε αυτός ο Παντελής; Τι να έχει ζήσει; Και ψάχνοντας τον Παντελή βρίσκω τον διάσημο Παντειακό που ήθελα. Είναι ο Σταμάτης Κραουνάκης:

“Μπήκα το 1973 επί χούντας. Πρόλαβα έτσι και λίγο ξύλο από τους φασίστες στις συνελεύσεις. Αυτά τα χρόνια σημαίνουν για μένα μια έντονη σεξουαλική και οινοπνευματική δραστηριότητα. Είχα νοικιάσει ένα γκαρσονεράκι, επιπλωμένο ρεφενέ, κοντά στην σχολή. Μαζευόμασταν φίλοι και γνωστοί. Ήταν το καταφύγιο μας. Ανάμεσα στα διαλείμματα των μαθημάτων. Για να φάμε κάτι. Να βρεθούμε να μιλήσουμε. Να ερωτευτούμε.

1950-1960: Από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, η Σχολή μπαίνει σε μια τροχιά ανάπτυξης. Το 1951 εισάγεται η Ακαδημαϊκή Οργάνωση του Ιδρύματος. Πρώτος Πρύτανης εκλέγεται ο Μιχαήλ Στασινόπουλος και η ‘Πάντειος ΑΣΠΕ’ είναι σε θέση να απονέμει πλέον και διδακτορικά διπλώματα.

Με την μεταπολίτευση έρχονται όλα τούμπα. Έχουμε σπουδαίους καθηγητές που αντικαθιστούν τους διορισμένους της επταετίας: Ο Σάκης Καράγιωργας που επέστρεψε, ο Άλκης Ρήγος. Με τον Παντελιδάκη στήνουμε το Πολιτιστικό του Παντείου το 1974. Και το 1975-76 είναι η φουρνιά της Λίνας Νικολακοπούλου. Με την Λίνα ήταν ακαριαίο και την ξεχωρίζω ακόμα ανάμεσα σε πολλούς και καλούς συναδέλφους που έκαναν καριέρα στις τέχνες, στο τραγούδι, στο θέατρο ή ακόμα και στην πολιτική.

Θυμάμαι ακόμα πώς γνωριστήκαμε: στα πλαίσια του Πολιτιστικού έπαιζα Λόρκα μια μέρα στο αμφιθέατρο. Μπήκε μέσα, την είδα, με είδε και τα υπόλοιπα είναι ιστορία.

Ακόμα είμαι περήφανος για την δουλειά που κάναμε με την Πολιτιστική Ομάδα. Ήταν λίγο αναρχοκομμουνιστικό σαν σχήμα, εννοώ δεν είχε καπελωθεί από τα κόμματα. Το κρατούσαμε ανοιχτό και ακόμα και αν μας έλεγαν ‘θολούρα κουλτούρα’. Θυμάμαι, ότι είχε πρωτοπαίξει στον Κήπο του Παντείου ο Σαββόπουλος τους Αχαρνής, πολύ πριν την έκδοση του δίσκου, κάτω από τα λυσσασμένα όμματα της ΚΝΕ. Το είχα οργανώσει εγώ”.

Αν οι χελώνες δεν άκουγαν από τους κραδασμούς των υποστρωμάτων, ο Παντελής θα είχε ακούσει “Ευριπιδάκι κουρέλι κουρελάκι” πολύ πριν από τους περισσότερους Έλληνες. Και αν οι τοίχοι των αμφιθεάτρων είχαν φωνή θα μας είχαν ήδη διηγηθεί το πώς η Λίνα Νικολακοπούλου έδωσε στον Σταμάτη Κραουνάκη του πρώτους της στίχους κατά τη διάρκεια πρόβας του Πολιτιστικού που εν τέλει μελοποιήθηκαν και έγιναν τραγούδια στα ‘Σκουριασμένα Χείλια’ (‘Να σου λερώνω το φιλί’ και του ‘Αγίου Βαλεντίνου’).

 

“Η σχέση μου με το Πάντειο ξεκίνησε σημαδιακά. Όχι ότι το κατάλαβα τότε, αλλά κατοπινά για ό,τι έχω κάνει στην καλλιτεχνική μου πορεία. Την πρώτη κιόλας μέρα που πήγα να γραφτώ έτυχε στο αμφιθέατρο να είναι ο Σταμάτης και να παίζει μια πολύ ωραία μελωδία (μελοποίηση του Λόρκα). Άκουσα το πιάνο και έσπρωξα την πόρτα και τον είδα στο βάθος της αίθουσας να παίζει. Έκλεισα την πόρτα, πήγα γράφτηκα και μετά στο καφέ ρώτησα ένα παιδί αν ήξερε πώς λένε εκείνον που έπαιζε πιάνο. Ήταν ένα ραντεβού συντονισμένο μάλλον. Να πάω την στιγμή που ο Σταμάτης ήταν μέσα και έπαιζε μουσική. Ξεκινήσαμε και κάναμε πρόβες με το Πολιτιστικό και με μια χορωδία που είχε η Σχολή”, μου λέει η Λίνα.

Εγώ, ήμουν μαζί με άλλα παιδιά στην χορωδία. Και επειδή ήξερα ότι ο Σταμάτης γράφει μουσική πήρα το θάρρος και του έδωσα σε μια πρόβα μας κάποιους στίχους μου που αργότερα έγιναν τραγούδια στον πρώτο δίσκο ‘Σκουριασμένα Χείλια’. Τότε ήταν που αποκάλυψα στον Σταμάτη ότι έγραφα στίχους και ότι ήθελα πολύ να τους μελοποιήσει. Αυτά ήταν η αρχή, οι πρώτοι στίχοι που του έδωσα

“Έχω πολλές αναμνήσεις απ’ όσα κάναμε με το Πολιτιστικό της Παντείου. Θυμάμαι μια εκδήλωση που έγινε μέσα στο αμφιθέατρο και τον Σταμάτη να διασχίζει την αίθουσα με ένα νταούλι και να τραγουδάμε το ‘Καφενείον η Ελλάς’. Σημασία έχει ότι είχαμε γίνει μια παρέα που πραγματικά ασχολήθηκε με τον Πολιτισμό. Σχολιάζαμε, συζητήσαμε με τις ώρες, ανταλλάσσαμε βιβλία, αναλύαμε τα πάντα: νέες κυκλοφορίες δίσκων, θέατρο τέχνης, παραστάσεις, βιβλία. Ο Σταμάτης μου είχε χαρίσει το ‘Ημερολόγιο’ του Σεφέρη και μια συλλογή ποιημάτων του Λόρκα. Ο Στάθης Κατσαρός, ο γιος του Μιχάλη Κατσαρού, μου έδινε να πουλάω τις εφημερίδες της Α.Α.Σ.Π.Ε (Αντιφασιστική Αντιϊμπεριαλιστική Σπουδαστική Παράταξη Ελλάδας) αλλά εμένα ήταν αλλού τα μυαλά μου. Με την παρέα του Παντείου ακόμα αγαπιόμαστε πολύ για όλα αυτά που έχουμε ζήσει. 

Ήταν πολύ ιδιαίτερο να ήσουν φοιτητής της Παντείου εκείνη την εποχή. Στο σημείο κλειδί ήταν οι καθηγητές, αυτοί είναι που κάνουν την διαφορά σε κάθε πανεπιστήμιο, αυτοί είναι που κερδίζουν τους φοιτητές: Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, Βασίλης Φίλιας, Σάκης Καράγιωργας, Νεοκλής Σαρρής, Άλκης Ρήγος που τότε ήταν ακόμα βοηθός. Εμένα προσωπικά, η χαρά μου ήταν ότι η Σχολή ήταν πρωτοπόρα και στα μάτια μου μοντέρνα”.

Τα πέριξ

(Από τα παλιά φωτοτυπικάδικα του Παντείου και δίπλα με τα ρολά το κλειστό πλέον μαγαζί του Σπύρου)

Γυρνάω στους δρόμους στην γειτονιά που πάντα ζούσε μαζί με το Πάντειο. Μαγαζιά που αλλάζουν, χώροι που μένουν ίδιοι. Καφετέριες, θέατρα, συνεργεία. Ψάχνω να βρω τα παλιά στέκια των Παντειακών αλλά τα περισσότερα έχουν κλείσει: το Καφενείο του ‘Μπάρμπα Μήτσου’, που βρισκόταν στα κατεδαφισμένα κτίρια που είναι σήμερα το νέο κτίριο και το Αίθριο. Το καφέ του Σπύρου στην αρχή του πεζόδρομου, που όλοι οι θαμώνες κάπνιζαν στριφτά και το μαγαζί είχε ένα σύννεφο ομίχλης. Το μαγαζί του ‘Εβραίου’, ένα σουρεαλιστικό διανυκτερεύον γαλατάδικο δίπλα στη λέσχη. Το Bank of Game Centers για ηλεκτρονικά και μπιλιάρδο και από τα trendy μαγαζιά το Μηχανουργείο και το τεράστιο Friendz.

Όλα αυτά είναι πλέον ιστορία. Μόνο ο Φέντιας υπάρχει ακόμα (σε νέο βέβαια χώρο) με τον γιο Δημήτρη, να συνεχίζει ότι ξεκίνησε ο εκλιπών πατέρας: “Το μαγαζί ο πατέρας μου το άνοιξε το 1983. Ήρθαμε μετανάστες από την Τραπεζούντα και την Οδησσό και φέραμε μαζί μας αυτή την κουζίνα των Ρωσοποντίων. Αρχικά το μαγαζί δεν πήγαινε πάρα πολύ καλά. Σκέψου ότι για τα πρώτα χρόνια τον στήριζε η μητέρα μου που δούλευε ως νοσηλεύτρια. Όμως σιγά σιγά άρχισαν και το έμαθαν οι καθηγητές, το έκαναν στέκι και η δουλειά ανέβηκε αρκετά”.

Μιλάω με τον Ηλία από ένα συνεργείο: “Πάλι καλά που με την κρίση δεν έχουν οι φοιτητές αμάξι και έρχονται με τα μέσα. Παλιά δεν είχαμε που να παρκάρουμε τα αμάξια των πελατών μας άμα είχαμε πολύ δουλειά”.

Η Ιουλία δουλεύει στην μοναδική από τις παλιές καφετέριες που έχει μείνει ανοικτή: “Ήρθα εδώ κορίτσι και τώρα είμαι μάνα. Για μένα ήταν πάντα ένα ωραίο περιβάλλον να δουλεύεις εδώ, αν και το πανεπιστήμιο χρόνο με το χρόνο αλλάζει. Υπήρχαν χρονιές που δεν είχαμε καρέκλες να βάλουμε τον κόσμο, ενώ τώρα τα παιδιά δεν έχουν λεφτά και σπάνια θα κάτσουν για καφέ. Έρχονται εδώ για καφέ πακέτο και φεύγουν, εκτός αν έχουν εξεταστική και έρχονται για να κάνουν κανένα σκονάκι πριν μπουν στις αίθουσες ή να στέλνουν μηνύματα σε φίλους τους που είναι μέσα και γράφουν”.

Παρελθόν, Παρόν και Μέλλον

Δεν θα μπορούσα παρά να ολοκληρώσω τη βόλτα μου με μια στάση στα παγκάκια του πεζόδρομου. Στις κοινωνικές επιστήμες το πεδίο της μελέτης είναι στο παρελθόν και στο παρόν αλλά η ίδια η ζωή λυσσάει για το μέλλον. Και αν το Πάντειο έχει ήδη αλλάξει αρκετά τώρα τι θα γίνει; Μπορούν τα ντουβάρια να συντηρήσουν την κληρονομιά του; Η Μπέτυ Τσακαρέστου είναι αρκετά αισιόδοξη. Πιστεύει στους νέους φοιτητές και εκτιμά ότι η κρίση έχει διαμορφώσει ένα νέο πιο απαιτητικό και φιλόδοξο ακροατήριο στις κοινωνικές επιστήμες:

“Τα τελευταία χρόνια η ‘μη εντατικοποίηση’ των σπουδών και ο χαβαλές έχει αντικατασταθεί από απαιτητικούς φοιτητές με επαγγελματική νοοτροπία. Τα παιδιά είναι καταπληκτικά. Φρέσκα μυαλά που θέλουν να πετύχουν. Έχουν αντιληφθεί ποια είναι η συνθήκη γύρω τους και θέλουν να συμμετέχουν στην διεθνή σκηνή. Δουλεύουν πολύ συνειδητά και με μεγάλη υπευθυνότητα. Σε κρίνουν αυστηρά και ζητούν από τον εκάστοτε διδάσκοντα να τους καθοδηγήσει. Αυτό είναι μια πραγματική πρόοδος. Πλέον, και ιδιαίτερα στο τμήμα μας, υπάρχει μια πραγματική σύνδεση με τις αγορές μας. Είμαι τυχερή γιατί αυτό το κερδίσαμε με κόπο και νιώθω ιδιαίτερη περηφάνια”.

1974-89: Μεταπολίτευση και Αλλαγές. Η Πάντειος Σχολή γίνεται το Πάντειο Πανεπιστήμιο. Το 1982 είναι η πρώτη σημαντική τομή στην ιστορία της Σχολής και κατατέμνεται σε τρία Τμήματα: α) το Τμήμα ‘Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σπουδών’, β) το Τμήμα ‘Δημόσιας Διοίκησης’ και γ) το Τμήμα ‘Κοινωνιολογίας’. Σταδιακά, διδάσκοντες που είχαν φυλακιστεί ή εξοριστεί επί χούντας επανέρχονται στις θέσεις τους (Σάκης Καράγιωργας και Βασίλης Φίλιας).

Αντιλαμβάνομαι ότι μια παρέα αγοριών από κάποια Σχολή του Πολυτεχνείου έχει έρθει στο Πάντειο για βόλτα. Τελικά υπάρχουν και σταθερές. Στερεοτυπικά υπονοούμενα για την επιστημονικότητα των ανθρωπιστικών επιστημών και βόλτες στο Πάντειο για αυτό το κάτι ιδιαίτερο που έχει ακόμα και για τα κορίτσια του, που σε έναν ανδροκρατούμενο κόσμο πάντα κατόρθωναν να ξεχωρίζουν.  Είναι οι άνθρωποι του αυτοί που εν τέλει θα σώσουν το Πάντειο από την κρίση της Τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην χώρα; “Μα φυσικά”, μου λέει ο Νίκος Θεοτοκάς. Το Πάντειο ήταν πάντα οι άνθρωποι του:

“Το Πάντειο έχει κρατήσει μια δυναμική που το κάνει, απέναντι στον κυκεώνα που διαλύει την εκπαίδευση, να διατηρεί την ακαδημαϊκότητά του. Δεν είναι τυχαίο ότι στα μεταπτυχιακά του προγράμματα δεν υπάρχουν δίδακτρα. Δες τι συνέβη πέρυσι: η Σύγκλητος πιέστηκε να βάλει δίδακτρα και το Συμβούλιο είπε ότι είναι απαράδεκτο να συμβεί αυτό σε τέτοιες συνθήκες πρωτοφανούς κρίσης. Εδώ επιβιώνουν ακόμα συλλογικότητες και το Πάντειο έχει μάθει να διαχειρίζεται – όχι πάντα με επιτυχία-  ένα μεγάλο διανοητικό βάρος της ιστορίας του. Αυτός είναι και ο δύσκολος δρόμος του”.

Πηγές Χρονολογίου:

http://panteion.gr/index.php?p=content&section=17&id=65&lang=el

https://drive.google.com/file/d/0B1SDM6H9U8IddjhaakFhV1VWRXM/view