ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Χάρης Τζωρτζάκης: «Όλη μου η πορεία στο θέατρο είναι μία αποτυχία»

Με αφορμή τον μονόλογο Τηλεφώνημα που ανεβάζει στο Faust, μιλήσαμε με τον ηθοποιό για το ελληνικό θέατρο που λειτουργεί σαν σούπερ μάρκετ, το multitasking, το Facebook, τη σουρεαλιστική συνομιλία με τον Netanyahu, την ανθρωποφαγία, τη νέα Δραματική Σχολή Υποκριτικής που οραματίστηκε και την έκανε πραγματικότητα. 

Δεν είναι εύκολο -τουλάχιστον για μένα- να παίρνεις συνέντευξη από κάποιον που τον γνωρίζεις, πριν γίνει αυτό που έγινε και το οποίο είναι η αφορμή για να τον συναντήσεις σε επαγγελματικό πλέον επίπεδο.

Τον Χάρη Τζωρτζάκη λοιπόν τον γνωρίζω από τα εφηβικά μου καλοκαίρια στη Νέα Μάκρη. Από τότε έχουν περάσει πολλά, πολλά χρόνια μέσα στα οποία ο Χάρης εξελίχθηκε προσωπικά και επαγγελματικά. 

Σήμερα, στα 38 του είναι ηθοποιός -από τους πιο ευφυείς της γενιάς του (είμαι σίγουρη ότι θα διαφωνήσει διαβάζοντάς το)-, σύζυγος και πατέρας δύο παιδιών, επιχειρηματίας -έχει ένα ξενοδοχείο, βασικά ένα Yoga Retreat Hotel, σε ένα χωριό στο πουθενά της Εύβοιας με όνομα λες και βρίσκεται στο Τέξας-, ένας νέος άνθρωπος με πολιτική σκέψη και επαναστατική διάθεση που τολμάει να βγει μπροστά. 

Αισίως, είναι και καλλιτεχνικός διευθυντής μίας νεοσύστατης Δραματικής Σχολής Υποκριτικής, της Σχολής Θεάτρου ΤΕΧΝΩΝ ΕΚΑΤΟ-Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, που στεγάζεται στο κτίριο του Ιδρύματος. Εκεί συναντηθήκαμε, αλλά η αφορμή ήταν άλλη. Η παράσταση που παίζει αυτή την περίοδο στη σκηνή του FAUST BAR-THEATRE-ARTS: στο Τηλεφώνημα, τον ανατρεπτικό μονόλογο που έγραψε ο Θανάσης Τριαρίδης και σκηνοθετεί ο Κώστας Φιλίππογλου.

Υπάρχει ανθρωποφαγία. Μας κατάντησαν να σφαζόμαστε μεταξύ μας, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουμε όλοι το ίδιο μερίδιο ευθύνης. Πρέπει την οργή που υπάρχει στην κοινωνία να τη διοχετεύσουμε στη σωστή κατεύθυνση και όχι στο αναμεταξύ μας.

Ποιον παίζεις κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο Τηλεφώνημα;

Έναν τύπο που αρχίζει να παίρνει τηλέφωνο πρώην προέδρους των ΗΠΑ για να τους θέσει το εξής δίλημμα: ή θα πουν δύο συγκεκριμένες λέξεις -«τσακαπίκο και μπριμπιλίκο»- και θα κερδίσουν 100 ευρώ ή δεν θα τις πουν και δεν θα πάρουν τα χρήματα. Αν όμως τις πουν τους ενημερώνει ότι θα πυροβολήσει ένα σκύλο στο κεφάλι. 

Σαν να υπονοεί δηλαδή ότι η συναίνεση στον φόνο είναι η καθημερινή κανονικότητα της εξουσίας.

Ναι. Δεν είναι όμως ένα έργο-καταγγελία μόνο απέναντι στο σύστημα, αλλά και ένα έργο-καθρέπτης που γυρίζει το βλέμμα στην κοινωνία. Μας βάζει να σκεφτούμε και να μας πει ότι δεν μπορούμε να μένουμε αμέτοχοι. Πρέπει να παίρνουμε θέση στα πράγματα. Εγώ αυτό βλέπω στο Τηλεφώνημα. Οποιαδήποτε επιλογή κάνουμε στη ζωή σε κάθε πτυχή της, έχει συνέπειες και μας καλεί να αναλάβουμε την ευθύνη της απόφασής μας. Είτε ψηφίσεις, είτε δεν ψηφίσεις, θα λουστείς την απόφασή σου και θα πάρεις το μερίδιο της ευθύνης που σου αναλογεί.

Αυτό το μερίδιο ευθύνης δεν έχει κάπως διαφοροποιηθεί με το που μπήκε στη ζωή μας η ατομική ευθύνη;

Αυτό θα έλεγα τώρα για τα περί ατομικής ευθύνης, το «όλοι είμαστε συνένοχοι» και όλες αυτές τις παπαριές. Όχι φιλαράκι μου, δεν είμαστε όλοι το ίδιο υπεύθυνοι για ό,τι συμβαίνει σε αυτή τη χώρα. Γιατί αν το πούμε αυτό, ότι τελικά όλοι φταίμε, θα στραφούμε ο ένας εναντίον στον άλλον. Όπως συμβαίνει δηλαδή σήμερα. Κυκλοφορείς έξω στον δρόμο, ακούς μία κόρνα και ξαφνικά, βγαίνουν από τα αυτοκίνητα οι οδηγοί να παίξουν ξύλο έτσι στην ψύχρα.

Υπάρχει ανθρωποφαγία. Μας κατάντησαν να σφαζόμαστε μεταξύ μας, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουμε όλοι το ίδιο μερίδιο ευθύνης. Πρώτα, φταίνε εκείνοι που στηρίζουν και θρέφονται από το σύστημα εξουσίας που έχουμε και μετά, φυσικά, εμείς που τους επιτρέπουμε να συνεχίζουν να λειτουργούν βάσει αυτού του συστήματος. Πρέπει την οργή που υπάρχει στην κοινωνία να τη διοχετεύσουμε στη σωστή κατεύθυνση και όχι στο αναμεταξύ μας.

Αν μπορούσες να πάρεις κάποιον τηλέφωνο, όπως ο θεατρικός σου ήρωας, ποιος θα ήταν αυτός;

Θα έκανα δύο τηλεφωνήματα: το πρώτο, θα ήταν ένα τηλεφώνημα αγάπης και ομορφιάς σε έναν δικό μου άνθρωπο που δεν είναι εν ζωή και το δεύτερο, ένα τηλεφώνημα οργής σε έναν ζωντανό άνθρωπο (;). Στον παππού μου που τον έχω χάσει και στον Benjamin Netanyahu. «Κοιμάσαι ρε κτήνος τα βράδια; Πώς μπορείς και κοιμάσαι;», θα ήταν μάλλον οι πρώτες μου λέξεις από την άλλη άκρη του ακουστικού.

Όσο σε ακούω, μου δίνεις την εντύπωση σαν ο ήρωας που παίζεις να είναι και λίγο εσύ. 

Βασικά, δεν υποδύομαι κάποιον. Κατά ένα τρόπο είναι σαν να παίζω τον εαυτό μου. Κι αν συμβαίνει πράγματι αυτό, τότε, ναι, μιλάμε για έναν σίγουρα τρελό τύπο (γελάει). 

Πάντως, πέρα από την πλάκα, πιστεύω ότι όσοι άνθρωποι έχουν επίγνωση του τι συμβαίνει γύρω τους σήμερα, δεν γίνεται να μην κουβαλάνε τρέλα. Κανείς δεν λέει για τον εαυτό του ότι είναι τρελός. Συνήθως, οι άλλοι το λένε. «Να, ένας τρελός». Επομένως, και ο ήρωας του Θανάση Τριαρίδη και εγώ, σίγουρα είμαστε στο όριο της τρέλας.

Η τρέλα σου σε δυσκολεύει;

Δεν ξέρω, με δυσκολεύει; Μωρέ τους άλλους δυσκολεύει πιο πολύ νομίζω. Φίλους, οικογένεια, συνεργάτες. Με αντιμετωπίζουν τύπου «Α καλά, άλλη μία τρέλα του Χάρη». Εγώ βέβαια ό,τι λέω το κάνω. Ποτέ δεν πετάω πράγματα στον αέρα. Και τις τρέλες μου δηλαδή προσπαθώ να τις πραγματοποιήσω, αν και τις περισσότερες φορές αποτυγχάνω.

Μετράς πολλές αποτυχίες στη ζωή;

Πολλές; Άπειρες. Όλη μου η πορεία στο θέατρο είναι μία αποτυχία. 

Τις προάλλες, τσακώθηκα με ένα φίλο. Μου λέει «Τι είσαι μωρέ μαλάκα; Μία περσόνα στο Facebook είσαι». «Έλα ρε μάγκα, αλήθεια», του λέω. «Έλα στη δουλειά μου να δεις αν αυτά που λέω, τα κάνω και τα υποστηρίζω». 

Δεν το εννοείς αυτό.

Φυσικά, και το εννοώ. Ενώ ξεκίνησα ως ένας νέος, φέρελπις ηθοποιός που κάτι θα κάνει, θα πετύχει, δεν έχω πετύχει τίποτα. Έχω αποτύχει πολλές φορές και έχω επιτύχει πολύ λίγες, αλλά αυτός είναι ο δρόμος μου και τον έχω αποδεχτεί. Τώρα, μετά από 13 με 14 χρόνια που δουλεύω στο θέατρο, αρχίζω και καταλαβαίνω τι σημαίνει πατάω το πόδι μου στη σκηνή. 

Για να μην παρεξηγηθώ με όλες τις παραστάσεις που έχω κάνει μέχρι σήμερα, νιώθω ωραία. Ανεξαρτήτως αν άρεσαν ή δεν άρεσαν και αν εγώ άρεσα ή δεν άρεσα, ξέρω ότι έδωσα το 100% και τα έχω καλά με τον εαυτό μου. Δεν το λέω για να περιαυτολογήσω. Το λέω με ειλικρίνεια. Είμαι περήφανος από την πιο μικρή μέχρι την πιο μεγάλη παραγωγή και αυτό με έχει οδηγήσει στο να χαράξω τον δικό μου δρόμο. Να μην περιμένω κανένα όραμα κανενός άλλου. Να προσκαλέσω εγώ τους ανθρώπους που θέλω για να επιχειρήσουμε να κάνουμε πράξη το δικό μου όραμα. Αυτό είναι κάτι που κατέκτησα από τις αποτυχίες μου. 

Σκέψου το λίγο, δεν έχω υπάρξει ποτέ υποψήφιος στα δεκάδες θεατρικά βραβεία που υπάρχουν στη χώρα μας. Δεν έχω προτάσεις για το σινεμά, δεν με καλούν καν για ακροάσεις, ακόμα και στην τηλεόραση τα μεγάλα γραφεία κάστινγκ έχουν ξεχάσει το τηλέφωνό μου.

Διακρίνω κάποιο παράπονο ή είναι ιδέα μου;

Δεν το εκφράζω ως παράπονο. Δεν βγάζω την ουρά μου απ’ έξω ποτέ. Εννοείται ότι είναι και δική μου επιλογή και ευθύνη όλο αυτό. Είμαι περίεργος άνθρωπος. 

Σε αυτό τον επιθετικό προσδιορισμό έχει συμβάλλει και η δραστηριότητά σου στο Facebook; Δεν φοβάσαι να σχολιάσεις τα κακώς κείμενα του χώρου σου, αλλά και της χώρας γενικότερα και είναι κάτι που το κάνεις καιρό τώρα με συνέπεια.

Ξέρεις τι, δεν τα γράφω απλά για να τα γράψω. Για να το παίξω κάποιος που δεν είμαι πίσω από την οθόνη. Τα πιστεύω κιόλας. Τις προάλλες, τσακώθηκα με ένα φίλο. Μου λέει «Τι είσαι μωρέ μαλάκα; Μία περσόνα στο Facebook είσαι». «Έλα ρε μάγκα, αλήθεια», του λέω. «Έλα στη δουλειά μου να δεις αν αυτά που λέω, τα κάνω και τα υποστηρίζω». 

Το σύστημα στο ελληνικό θέατρο δεν σέβεται τους ηθοποιούς. Η δουλειά μας είναι συγκεκριμένη, δεν πρέπει να ασχολούμαστε με τίποτα άλλο, παρά μόνο με την ερμηνεία. Όχι, γιατί είμαστε ψώνια, αλλά γιατί αυτή είναι η δουλειά μας.

Δηλαδή, τι εννοείς;

Υπερασπίζομαι τις εργασιακές συνθήκες των ηθοποιών από την πρώτη στιγμή, από το πρώτο μου κιόλας γύρισμα στην πρώτη τηλεοπτική διαφήμιση που συμμετείχα. Θυμάμαι τότε πώς υπερασπίστηκα το επάγγελμά μου κι ενώ ήμουν ακόμα πιτσιρίκι, όταν κανείς δεν είχε έρθει στο πλατό στην ώρα του και μετά, ήθελαν από εμάς μετά από τόση ώρα αναμονής και ταλαιπωρίας να δώσουμε το 100%. 

Το σύστημα στο ελληνικό θέατρο δεν σέβεται τους ηθοποιούς. Η δουλειά μας είναι συγκεκριμένη, δεν πρέπει να ασχολούμαστε με τίποτα άλλο, παρά μόνο με την ερμηνεία. Όχι, γιατί είμαστε ψώνια, αλλά γιατί αυτή είναι η δουλειά μας. Αν το μυαλό μας πρέπει να είναι παντού, στα ρούχα, στα σκηνικά, στα φώτα, τότε πάει χάθηκε το παιχνίδι. Κι αυτό είναι κάτι που το υπερασπίστηκα από την πρώτη στιγμή. Με έκανε αυτό περίεργο στα μάτια ορισμένων; Με έκανε σίγουρα, ναι. 

Έχεις τσακωθεί με ανθρώπους του χώρου, καταλαβαίνω.

Πολλές φορές, διεκδικώντας για μένα και για τους συναδέλφους μου τα αυτονόητα. Όταν όμως η πλειοψηφία σκύβει το κεφάλι και τα κάνει, τρέφει αυτό το σύστημα και γι’ αυτό είμαστε εδώ που είμαστε. 

Το βλέπουμε μωρέ σαν σούπερ μάρκετ το θέατρο στην Ελλάδα. Αυτό είναι το πρόβλημα. Η δουλειά στο θέατρο έχει κανόνες, όπως κι όλες οι άλλες δουλειές. Δεν πρέπει να λειτουργεί υπό καθεστώς χάους. Για κάποιο λόγο χρειάζεται ένας τεχνικός. Δεν μπορεί ο ηθοποιός να κάνει και τη δουλειά του τεχνικού ή του σκηνογράφου ή του ενδυματολόγου. Όχι, δεν θα φέρω ρούχα από το σπίτι μου για να ανεβάσουμε την παράστασή μας στο θέατρό σου. Το να ανοίξεις μία θεατρική σκηνή θέλει φροντίδα και είναι ακριβό σπορ. Δεν μπορείς απλά να την ανοίγεις και να τη νοικιάζεις έτσι ξερά. Τι θα πληρώσω μόνο το κτίριο; Πρέπει να έχεις φτιάξει και μία ομάδα παραγωγής, η οποία θα πηγαίνει πακέτο. 

Διαφορετικά, μπορούμε να κάνουμε ερασιτεχνικό θέατρο και να μην βάζουμε τον κόσμο να πληρώνει εισιτήριο. Θα πρέπει να τιμήσουμε το εισιτήριο που πληρώνει, κάνοντας όσο πιο επαγγελματική δουλειά γίνεται, ανεξαρτήτως αν το αποτέλεσμα θα αρέσει ή όχι. 

Έχεις σκεφτεί να δημιουργήσεις το δικό σου θέατρο;

Το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης αυτή τη στιγμή το βλέπω ως μία εν δυνάμει θεατρική μου στέγη. Νιώθω ότι μαζί με τους ανθρώπους που δουλεύουν εδώ και οι οποίοι λειτουργούν με βιώσιμο τρόπο, σε ένα κλίμα συνδιαμόρφωσης και σεβασμού, μπορούμε να συμπράξουμε και να δημιουργήσουμε τον νέο καλλιτεχνικό πόλο της Αθήνας και παράλληλα, να παράξουμε το καινούργιο σύγχρονο υλικό των παραστατικών τεχνών της χώρας.

Αναφέρεσαι στη Δραματική Σχολή Υποκριτικής, που εγκαινιάσατε φέτος.

Η Σχολή Θεάτρου ΤΕΧΝΩΝ ΕΚΑΤΟ-Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης είναι μία σύμπραξη του ιδρύματος με την Τεχνών 100 του Λάκη Λαζόπουλου. Εγώ μπήκα στο σχήμα ως καλλιτεχνικός διευθυντής και ως μέτοχος. Δεν είμαι στο σώμα των καθηγητών, δεν έχω αναλάβει δηλαδή κάποιο τμήμα. Θα διδάσκω σαν μπαλαντέρ όταν προκύπτει ανάγκη. Οι σπουδές θα είναι τέσσερα χρόνια, με το τελευταίο να είναι το έτος των παραστάσεων που θα παίζονται στο Κακογιάννης. 

Έχουμε ανάγκη μία ακόμα Δραματική Σχολή; 

Έχουμε ανάγκη μία ακόμα καλή Δραματική Σχολή. Πέραν αυτών του Εθνικού Θεάτρου και του Ωδείου, πάσχουμε. Και τι εννοώ; Η διδασκαλία που συμβαίνει ως επί το πλείστον στις σχολές της χώρας είναι εμπειρική. Ο εκάστοτε καθηγητής προσπαθεί να διδάξει, να μεταλαμπαδεύσει τη γνώση που έχει κερδίσει από την εμπειρία και τη διαδρομή του. 

Μας λείπει να διδάσκεται μία τεχνική μέθοδος και όχι πολλές και κατακερματισμένες βάσει προσωπικών εμπειριών. Αυτό είναι το όραμά μου. Μετά από 20 χρόνια από τώρα, να αφήσουμε μία μέθοδο-παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές.

Επειδή ζούμε στους καιρούς που ζούμε, πού βρίσκεις έμπνευση, τη δύναμη της θέλησης για να μην σταματάς να οραματίζεσαι;

Ζούμε εν καιρώ πολέμου, ο οποίος μπορεί να μην έχει έρθει στη δική μας γειτονιά αλλά είναι δίπλα μας. Ζούμε ξανά τη σφαγή της Γάζας, την τρομοκρατική επίθεση των φονταμενταλιστών της Χαμάς απέναντι σε αμάχους Ισραηλινούς και την αντεκδίκηση και πάλι απέναντι σε αμάχους και μάλιστα με πολλαπλάσια ένταση και βιαιότητα. Βλέπω όλη αυτή τη φρίκη και μετά πρέπει να πάω να παίξω στο θέατρο και λέω «Ρε πούστη μου, τι πας να κάνεις; Πού ζεις;». Και μετά, μαλακώνω.

Το να παίζεις στο θέατρο μπορεί να είναι μία πολιτική, κοινωνική πράξη. Η τέχνη μας προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει τον κόσμο για να μην συμβαίνουν οι πόλεμοι, οι καταστροφές, τα δεινά, που η απαρχή τους είναι οι κατεστραμμένες ανθρώπινες σχέσεις.

Δεν μπορώ να συνεχίζω να ζω χωρίς να συνεχίζω να οραματίζομαι και να δουλεύω προς αυτή την κατεύθυνση. Ακόμα και ότι στο τέλος θα νικήσουμε εμείς. Όχι, εκείνοι που βάζουν τον άνθρωπο στην κρεατομηχανή του πολέμου. 

Πες μου κάτι που έχεις πει στους μαθητές της Σχολής.

Πρέπει να αποτύχεις ξανά και ξανά για να κάνεις κάτι που θα έχει ουσία και νόημα. Αν δεν τολμάς και παίζεις safe, θα είσαι πάντα στο μέτριο, στο μίζερο.

Έφτιαξα το Evia Silence και κέρδισα την ελευθερία μου στη δουλειά και στην τέχνη που αγαπώ για να μπορώ να μην ανέχομαι ανθρώπους, συμπεριφορές και καταστάσεις που βρωμάνε τοξικότητα και σαπίλα. Για να μπορώ να πω «αν δεν είσαι επαγγελματίας απέναντί μου, εγώ αποχωρώ. Δεν θα μου πιεις το αίμα για να με κακοπληρώσεις κιόλας».

Εσύ τι κέρδισες βγαίνοντας από το comfort zone;

Κοίτα εγώ δεν είμαι και το ενδεικτικότερο παράδειγμα, γιατί είμαι multitasker από παιδί. Αν δοθώ σε ένα πράγμα, βαριέμαι, δεν μπορώ. Δίνομαι σε πέντε ταυτόχρονα, αλλά αφοσιώνομαι σε όλα και κάτι βγαίνει μέσα από αυτό. Είναι εξαντλητικό, αλλά έτσι είμαι εγώ. Σίγουρα, δεν θα βγουν όλα σωστά και επιτυχημένα. Θα βγει το ένα από τα πέντε, μπορεί τα δύο από τα πέντε και τα πέντε πολύ δύσκολο, όχι ακατόρθωτο όμως.

Για να επιστρέψω στην ερώτησή σου, κέρδισα την ελευθερία μου στη δουλειά και στην τέχνη που αγαπώ για να μπορώ να μην ανέχομαι ανθρώπους, συμπεριφορές και καταστάσεις που βρωμάνε τοξικότητα και σαπίλα. Για να μπορώ να πω «αν δεν είσαι επαγγελματίας απέναντί μου, εγώ αποχωρώ. Δεν θα μου πιεις το αίμα για να με κακοπληρώσεις κιόλας».

Έτσι, έφτιαξες λοιπόν πριν από επτά χρόνια το Evia Silence;

Ακριβώς. Είχε η τρελή η μητέρα μου κάτι παρατημένα δωμάτια σε ένα χωριό στο πουθενά στην Εύβοια, στο Πόρτο Μπούφαλο, τα οποία τα πήραμε με τη γυναίκα μου, τα ανακαινίσαμε και φτιάξαμε ένα Yoga Retreat Hotel, έναν εναλλακτικό τουριστικό προορισμό για να βρίσκει ο κόσμος την ηρεμία του. Αυτή δηλαδή που δεν μπορώ να βρω εγώ με τίποτα (γελάει). 

Γιόγκα δοκίμασες για να τη βρεις;

Με βλέπεις για άνθρωπο που θα μπορούσε να κάνει γιόγκα; Εντάξει, δεν αποκλείω τίποτα, ποτέ δεν ξέρεις, αλλά δεν μου ταιριάζει. Έκανα παλιά μουάι τάι και τα τελευταία χρόνια, μόνο μποξ. Δεν γυμνάζομαι για να φτιάξω σώμα, την ψυχολογία μου προσπαθώ να φτιάξω. 

***
Το τηλεφώνημα
Κείμενο: Θανάσης Τριαρίδης
Σκηνοθεσία: Κώστας Φιλίππογλου
Σκηνογραφία – εικαστική επιμέλεια – πολυμέσα: Λυδία Τσάτσου Παρασκευοπούλου
Μουσική – ηχητικός σχεδιασμός: Γκρεγκ Ελευθερίου
Σχεδιασμός φωτισμών: Νίκος Βλασόπουλος
Βοηθοί σκηνοθέτη: Κωνσταντίνα Νταντάμη Αλεξάνδρα Σταμούλη 
Φωτογραφίες: Μυρτώ Κουτλή
Ερμηνεύει ο Χάρης Τζωρτζάκης

Info: FAUST BAR-THEATRE-ARTS. Δευτέρα και Τρίτη στις 20:00. Προπώληση εδώ.