© EUROKINISSI / ΡΑΦΑΗΛ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Η Εισαγγελία ζήτησε την απομάκρυνση των λύκων από την Πάρνηθα. Γίνεται;

Ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη επιστημονικά προγράμματα για τη βέλτιστη συνύπαρξη με τους λύκους στην Πάρνηθα, το Υπουργείο Περιβάλλοντος προωθεί ξαφνικά μια αντίθετη απόφαση που εγείρει σημαντικά ερωτήματα.

Σαν κεραυνός εν αιθρία εμφανίστηκε η είδηση που διέρρευσε κυνηγετική ιστοσελίδα, την οποία επιβεβαιώσαμε επικοινωνώντας με περιβαλλοντικές οργανώσεις της άγριας ζωής: η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, μέσω του Εισαγγελέα Προστασίας Ζώων, διέταξε την «απομάκρυνση συγκεκριμένου αριθμού λύκων από την Πάρνηθα» και τη μεταφορά τους σε ορεινές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας – ένα αίτημα τουλάχιστον ανεδαφικό και αντίθετο με τη διεθνή πρακτική επί της διαχείρισης δασικών οικοσυστημάτων.

Οι λόγοι που επικαλείται η απόφαση για τη διαχείριση του ανώτερου θηρευτή; Η προστασία της δημόσιας ασφάλειας και των κόκκινων ελαφιών του Δρυμού, τα οποία πράγματι θηρεύουν συστηματικά οι λύκοι, μειώνοντας τον πληθυσμό τους. Ωστόσο, από τα προγράμματα που βρίσκονται σε εξέλιξη τα τελευταία χρόνια, δεν έχει διαπιστωθεί ακόμη σε ποιο βαθμό κινδυνεύει το ομολογουμένως πολύτιμο αυτό είδος για το οικοσύστημα της Πάρνηθας.

Όπως μας μετέφεραν πηγές από αρμόδιες οργανώσεις, η απόφαση εκδόθηκε χωρίς να έχει προηγηθεί κανενός είδους διαβούλευση αλλά και χωρίς να υπάρχουν επιστημονικά δεδομένα που να τη στηρίζουν.

Να πάρουμε το χρονικό της υπόθεσης από την αρχή. Περίπου μια δεκαετία πίσω, τον Νοέμβριο του 2014, είχε επιβεβαιωθεί η επανάκαμψη του λύκου στο Εθνικό Πάρκο Πάρνηθας, έπειτα από εξήντα χρόνια απουσίας – ένα νέο εξαιρετικά ελπιδοφόρο για το οικοσύστημα του σημαντικότερου πνεύμονα της Αττικής, που τότε ανέκαμπτε από το βαθύ πλήγμα της πυρκαγιάς του 2007. Θεωρείται ότι λύκοι στην Πάρνηθα υπήρχαν από το 2012. Μερικά χρόνια αργότερα, το 2020, υπολογιζόταν ότι στην Πάρνηθα υπήρχαν τέσσερις ομάδες λύκων, με συνολικό πληθυσμό 30-40 ατόμων.

Η αυξανόμενη παρουσία τους σε συνάρτηση με την άγνοια του κοινού προκαλούσε προβλήματα τα οποία εμφανίζονταν στις ειδήσεις ανά χρονικά διαστήματα: περιστατικά επίθεσης λύκων σε κτηνοτροφικές μονάδες, περιστατικά επίθεσης σε δεσποζόμενα σκυλιά τα οποία –κατά παράβαση των κανόνων συμπεριφοράς σε χώρο που είναι θεσμικά κατοχυρωμένος ως Δρυμός– κινούνταν ελεύθερα, κ.ά.

Με στόχο λοιπόν την απόκτηση τεχνογνωσίας που θα επιτρέψει την ορθή διαχείριση περιστατικών εμφάνισης λύκων σε αστικές και περιαστικές περιοχές, όσο και τη βέλτιστη συνύπαρξη μαζί τους, τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε εξέλιξη ευρωπαϊκά αλλά και κρατικά χρηματοδοτούμενα προγράμματα (μέσω του Πράσινου Ταμείου), όπως είναι το Life Wild Wolf του οποίου εταίρος είναι η Καλλιστώ με επίκεντρο το Εθνικό Πάρκο της Πάρνηθας.

Μάλιστα, όπως εντοπίσαμε στις σελίδες της περιβαλλοντικής οργάνωσης που ειδικεύεται στο ζήτημα διαχείρισης των λύκων, πρόσφατα είχε διοργανωθεί διήμερη συνάντηση-απολογισμός για τον ρόλο του λύκου στο οικοσύστημα της Πάρνηθας και τη δυναμική σχέση του με τον πληθυσμό των ελαφιών. Στο πλαίσιο αυτών των συναντήσεων, τονίστηκε η σημασία της τεκμηριωμένης πληροφόρησης για να αποφεύγονται παρανοήσεις σε σχέση με τον «κακό», «επικίνδυνο» λύκο, αλλά και τη σημασία της ευρύτερης αποδοχής της παρουσίας του λύκου στο βουνό.

Ευρύτερος στόχος του έργου (που τρέχει παράλληλα σε οκτώ χώρες της ΕΕ) είναι «η διατήρηση της άγριας φύσης και του ιδιαίτερου οικολογικού ρόλου των λύκων», με τη λήψη μέτρων για τη μείωση των συγκρούσεων ανθρώπου-λύκου.

Και ενώ το έργο Life Wild Wolf προβλέπεται να διαρκέσει μέχρι το 2027-2028, ενώ υπάρχουν και παράλληλα μικρότερα ερευνητικά προγράμματα σε εξέλιξη τα οποία δεν έχουν φτάσει σε πορίσματα για τα δεδομένα της Πάρνηθας και τα βέλτιστα διαχειριστικά μέτρα, το Υπουργείο Περιβάλλοντος προωθεί ξαφνικά, μέσω της απόφασης της Εισαγγελίας, μία εντελώς αντίθετη πρακτική, που εγείρει έντονα ερωτήματα, τόσο από πρακτικής όσο και δεοντολογικής άποψης:

Άραγε, πώς είναι πρακτικά εφικτή μια επιχείρηση απομάκρυνσης λύκων; Εκεί όπου θα επανενταχθούν δεν θα αναταράξουν τις ισορροπίες του οικοσυστήματος; Και έστω ότι κάπως απομακρύνονται, ποιος θεωρεί ότι δεν θα εμφανιστούν εκ νέου από τα παρακείμενα όρη, όπως του Ελικώνα;

Κι όλα αυτά, ενώ –υπενθυμίζουμε– δεν έχουν εξακριβωθεί οι πιθανότητες εξαφάνισης του κόκκινου ελαφιού εξαιτίας των λύκων. Για την ακρίβεια, προς το παρόν δεν διαθέτουμε ξεκάθαρη εικόνα για τον πληθυσμό των ελαφιών στην Πάρνηθα, στοιχείο σίγουρα απαραίτητο για τη συζήτηση και τη λήψη μιας τεκμηριωμένης απόφασης: το εύρος των εκτιμήσεων κυμαίνεται μεταξύ 100 και 350 ατόμων. Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να έχουμε κατά νου ότι τα φυσικά οικοσυστήματα έχουν την τάση να αυτορρυθμίζονται, οπότε τίποτα δεν προκύπτει εκ του μηδενός και κανένα «κενό» στην αλυσίδα δεν παραμένει κενό σε βάθος χρόνου.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.