© ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI)
ΕΝΟΙΚΙΟ

Πώς θα αξιοποιηθούν τα άδεια ακίνητα του Δημοσίου για κοινωνικές κατοικίες

Προ των πυλών βρίσκεται το νέο νομοσχέδιο για την ενεργοποίηση των δημόσιων ακινήτων ανά τη χώρα, μέσω συμβάσεων μακροπρόθεσμης απόδοσης με εταιρείες real estate. Πόσο κοινωνική θα είναι τελικά η κοινωνική αντιπαροχή;

Έφτασε η ώρα. Το αίτημα για κοινωνική στεγαστική πολιτική με την αξιοποίηση των (πολλών) άδειων ακινήτων του Δημοσίου –ένα αίτημα το οποίο εδώ και χρόνια διαλαλούν φορείς και πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης ειδικά στα μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας– φαίνεται να εισακούεται επιτέλους από την κυβέρνηση, με ένα σχετικό νομοσχέδιο το οποίο βρίσκεται υπό κατάθεση, όπως αποκαλύφθηκε από δημοσιογραφικά Μέσα. Είναι όμως όντως κοινωνικά τα κριτήρια ή βιαστήκαμε να πανηγυρίσουμε;

Να αρχίσουμε από μία αδιαμφισβήτητη παραδοχή: για να μειωθούν τα ενοίκια, πρέπει να αυξηθούν τα ακίνητα. Και το κτιριακό απόθεμα του Δημοσίου είναι αρκετά μεγάλη υπόθεση (παρότι δεν έχουμε ακριβή εικόνα, ελλείψει καταγραφής από επίσημο φορέα).

Βέβαια, σε γενικότερο πλαίσιο, γνωρίζουμε απ’ τις αναλύσεις του Ινστιτούτου Eteron (το οποίο έχει ασχοληθεί επισταμένα με τη στεγαστική κρίση και τις πτυχές της) ότι η Ελλάδα «έχει ένα από τα μεγαλύτερα ποσοστά κενών κατοικιών στην Ευρώπη, με μεγάλες συγκεντρώσεις στα αστικά κέντρα».

Συγκεκριμένα, κατά τη δεκαετία 2001-2011, τα κενά διαμερίσματα εντός Αττικής αυξήθηκαν κατά 77%, ενώ μόνο στον Δήμο Αθηναίων έφτασαν σε αριθμό τα 132.000. Για ένα μέρος από αυτά τα ακίνητα υφίστανται νομικές εκκρεμότητες ή αδιευκρίνιστα ιδιοκτησιακά καθεστώτα, ενώ ένα δεύτερο μέρος ανήκει σε φορείς του Δημοσίου, οι οποίοι ενδεχομένως έχουν συγχωνευτεί ή αδρανήσει και οι άλλοτε έδρες τους παραμένουν εδώ και χρόνια κενές (περίπου 72.000 ανά τη χώρα είχε αναφέρει σε ανάρτηση ο βουλευτής Παύλος Γερουλάνος).

Στα άδεια κτίρια έχει αναφερθεί επανειλημμένες φορές και ο πρωθυπουργός της χώρας, ως διέξοδο από τη στεγαστική κρίση (αλλά και ως απάντηση στην κριτική για τα ήπια μέτρα περιορισμού των βραχυχρόνιων μισθώσεων).

Το κυβερνητικό σχέδιο, δε, για την αξιοποίησή αυτών με τη θεσμοθέτηση της κοινωνικής αντιπαροχής είχε πέσει πρώτη φορά στο τραπέζι τον Φεβρουάριο (μέσω του Υπουργείου Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, επί Σοφίας Ζαχαράκη). Τώρα, το νέο νομοθετικό πλαίσιο έχει λάβει την τελική του μορφή και πρόκειται να κατατεθεί τις επόμενες μέρες (από τη Δόμνα Μιχαηλίδου, πλέον, στο αρμόδιο υπουργείο), με τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη να χαρακτηρίζει «εμβληματική παρέμβαση» τη θεσμοθέτηση της κοινωνικής αντιπαροχής.

Πράγματι, από το όνομα και μόνο, φαίνεται για μία ιστορική αλλαγή στη στεγαστική πολιτική της χώρας, φέρνοντας στο νου το μοντέλο που είχε εφαρμοστεί κατά τη δεκαετία του ’60, αλλά με πιο συγκεκριμένους (και κοινωνικούς όρους) αυτή τη φορά. Είναι όμως έτσι, όταν κοιτάξεις τις λεπτομέρειες;

Πώς θα οικοδομηθούν οι νέες κοινωνικές κατοικίες

Το επικείμενο νομοσχέδιο συμβαδίζει με όσες πληροφορίες είχαν ακουστεί τους προηγούμενους μήνες σχετικά με την κοινωνική αντιπαροχή που ετοιμάζεται να θέσει σε εφαρμογή η κυβέρνηση.

Πρόκειται δηλαδή καταρχήν για ένα νομικό πλαίσιο το οποίο ορίζει μία νέα μορφή συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στον τομέα της στέγασης: το Ελληνικό Δημόσιο θα διαθέτει μεν τα ακίνητα, αλλά δεν θα κατασκευάσει το ίδιο τις κοινωνικές κατοικίες – αντίθετα τον ρόλο αυτό αναλαμβάνουν ανάδοχες εταιρείες real estate, φέροντας βέβαια κάποιες συγκεκριμένες δεσμεύσεις κοινωνικού χαρακτήρα.

Συγκεκριμένα, με βάση τα εδάφια που έφερε στο φως το Πρώτο Θέμα από το σχετικό νομοσχέδιο, έχουμε τα εξής:

  • Τα υπό αξιοποίηση ακίνητα περιλαμβάνουν μια πρώτη λίστα με περιπτώσεις όπως του πρώην βιομηχανικού συγκροτήματος ΧΡΩΠΕΙ και διάφορα οικόπεδα του ΕΦΚΑ εντός Αττικής, ενώ το συνολικό πλάνο περιλαμβάνει περίπου 36.000 ακίνητα της ΕΤΑΔ σε όλη τη χώρα.
  • Σε αυτά τα ακίνητα θα γίνει ανακατασκευή ή νέα ανέγερση (ανάλογα με την περίπτωση) από επενδυτές, με συμβάσεις μακροπρόθεσμης απόδοσης. Τη διενέργεια των σχετικών διαγωνισμών θα αναλάβει η Μονάδα Στρατηγικών Συμβάσεων (PPF) του Υπερταμείου. Στόχος να έχει γίνει η επιλογή ως το 2026.
  • Από τα νέα ακίνητα που θα προκύψουν, μονάχα το 30% υποχρεούται με βάση το νομοσχέδιο να διατεθεί με προνομιακούς όρους ενοικίασης, στο πλαίσιο κοινωνικής αντιπαροχής. Το ποσοστό αυτό θα περάσει στην κυριότητα του Δημοσίου ή του αρμόδιου φορέα ή ΟΤΑ, ενώ το υπόλοιπο όλου του κτιρίου θα ανήκει στη δικαιοδοσία του ιδιώτη ανάδοχου, θεωρητικά ως κίνητρο προσέλκυσης των επενδυτών.
  • Μάλιστα, μέσω του νέου νόμου παρέχεται η δυνατότητα το Δημόσιο να αναθέτει στον ανάδοχο και τη διαχείριση των ιδιοκτησιών του (εκμίσθωση των κοινωνικών κατοικιών, είσπραξη και απόδοση των μισθωμάτων, υπηρεσίες συντήρησης και επισκευών κλπ).
  • Πόσο θα είναι το μίσθωμα έστω σε αυτό το (κατ’ ελάχιστο) 30% των κτιρίων που θα απευθύνονται στην κοινωνική αντιπαροχή; Στόχος, αναφέρει το ρεπορτάζ, να μην ξεπερνά το 30% του μέσου μισθού. Δηλαδή, να υπολογίσουμε περίπου 400-450 ευρώ, δεδομένου ότι ο μέσος μισθός του 2024, σύμφωνα με το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, ανέρχεται στα 1.342 ευρώ;

Όπως καταλαβαίνουμε, είναι πολλά και κρίσιμα τα ερωτήματα που εγείρονται σε σχέση με το αρχικό αίτημα για φθηνή και προσιτή κατοικία προς τα ευάλωτα (η απλώς τα εργατικά) νοικοκυριά:

Γιατί ενώ χώρες όπως η Ισπανία και η Πολωνία επενδύουν κρατικά κονδύλια στην ανέγερση κοινωνικών κατοικιών, εμείς ψάχνουμε για ακόμη μια φορά τη χρηματοδότηση ιδιωτικών εταιρειών, όταν μάλιστα ήδη η παρουσία τους είναι ισχυρή στο real estate; Γιατί, για παράδειγμα, δεν αξιοποιούνται τα χρήματα του Πράσινου Ταμείου Ανάκαμψης, ώστε να αποδοθεί το 100% (και όχι μόνο το 30%) των ακινήτων με πραγματικά προσιτά ενοίκια, προφανώς όχι με βάση τον μέσο μισθό, αλλά τον κατώτατο; Και πώς αποκαλείται τελικά «κοινωνική αντιπαροχή» ένα πρόγραμμα που στοχεύει στο «επενδυτικό ενδιαφέρον»;

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.