OPINIONS

Γλυκά Νερά: Oι 37 μέρες που η χώρα είδε στον καθρέφτη τον χειρότερο εαυτό της

Από το ξενοφοβικό κρεσέντο, στις ψυχολόγους που δεν ήταν ψυχολόγοι και τελικά στο σοκ για ακόμα μία γυναικοκτονία.

Στις 11 Μαΐου, η Κάρολαϊν, γυναίκα μόλις στα 20 της χρόνια, δολοφονείται μέσα στο σπίτι της στα Γλυκά Νερά και μπροστά στο παιδί της, θύμα, όπως φαινόταν τότε, μίας διάρρηξης από τρεις ληστές. Η ελληνική κοινωνία σοκάρεται από την αγριότητα του εγκλήματος. Ακολουθούν 37 μέρες που τελικά καταλήγουν σε μία όχι και τόσο σοκαριστική ανατροπή.

Όλο το story της διάρρηξης ήταν μία επινόηση του καθ’ομολογίαν δολοφόνου συζύγου της Κάρολαϊν, προκειμένου να γλυτώσει τη σύλληψη. Στις 37 μέρες που μεσολάβησαν, η ελληνική κοινωνία κοιτάχτηκε πολλές φορές στον καθρέφτη και είδε τη χειρότερη εκδοχή του εαυτού της. Η κοινή γνώμη κουτούλησε το κεφάλι της στον τοίχο των ηγεμονικών της τάσεων.

Η ξενοφοβία που είναι ακόμα ο κανόνας

Ο ίδιος ο δολοφόνος ήξερε σε ποια κοινωνία απευθυνόταν, όταν έπλαθε το σενάριο της διάρρηξης και της ληστείας. Το πρώτο και βασικό διακριτικό χαρακτηριστικό που επινόησε είναι ότι εκείνοι μιλούσαν και τον απειλούσαν σε «σπαστά ελληνικά». Η αναπαραστατική πρόσδεση της εγκληματικότητας στη μετανάστευση είναι γνωστή. Στήθηκε από τα κανάλια και τις εφημερίδες τη δεκαετία του 1990 και ισχύει δυστυχώς μέχρι και σήμερα. Μπορεί να γίνεται με περισσότερο new age και όχι τόσο απόλυτους όρους, αλλά παραμένει ηγεμονικός.

Ο δράστης το γνώριζε και επέλεξε να κάνει πιο πιστευτή την ιστορία του φτιάχνοντας ένα προφίλ ξένου εισβολέα. Με τη σειρά της η ελληνική κοινωνία άρχισε νιώθει εαυτήν αυτοεπιβεβαιωμένη. Το μόνο σοκαριστικό στην είδηση τους εγκλήματος ήταν το πόσο ειδεχθές ήταν αυτό. Κατά τα άλλα στη συντριπτική τους πλειοψηφία όλοι πείστηκαν. Κάποιοι μάλιστα άρχισαν να ψάχνουν μοτίβα με εθνικά πρόσημα. «Αυτά τα κάνουν οι Γεωργιανοί ή οι Ρώσοι ή οι Πακιστανοί ή οι Αλβανοί».

Χιλιάδες μετανάστες που ζουν και δουλεύουν στην Ελλάδα παρακολουθούσαν με αγωνία τη λύση της υπόθεσης, φοβούμενοι ότι θα φορτωθεί στις πλάτες τους ακόμα ένα έγκλημα. Ο φονιάς ήταν τελικά Έλληνας και όλοι έμειναν με το στόμα ανοιχτό.

Η δημοσιογραφία στα χειρότερά της

Για να μην είμαστε απόλυτοι. Υπήρξαν πολλοί που έκαναν πολύ καλά τη δουλειά τους και το ρεπορτάζ. Η πλειοψηφία όμως ήταν κατώτερη των περιστάσεων για ακόμα μία φορά. Πάνω στο story με τους αλλοδαπούς δράστες πολλές παλιές καραβάνες του χώρου έπιασαν το νήμα από εκεί που το είχαν αφήσει το 1995. Έσπειραν τρόμο και συγκεκαλυμμένο ρατσισμό αποδίδοντας εθνικά πρόσημα σε βίαιες και εγκληματικές συμπεριφορές.

Την ίδια στιγμή, χωρίς κανένα στοιχείο γι’αυτό, η σχέση του ζευγαριού παρουσιαζόταν ως ιδανική και ότι οι δύο ήταν πολύ αγαπημένοι. Μιλάμε πάντα για μία σχέση που ξεκίνησε με τον πρώτο στα 28 του και τη δεύτερη, μαθήτρια ακόμα, στα 16 της. Αμέσως μετά τη δολοφονία άρχισαν ως δια μαγείας να αποκαλύπτονται στοιχεία χειριστικής και καταπιεστικής συμπεριφοράς του συζύγου.

Η ψυχολόγος που δεν ήταν ψυχολόγος

Ξαφνικά, μέσα σε ένα χάος συγκεχυμένων πληροφοριών εμφανίζεται το πρόσωπο μίας ψυχολόγου. Η τελευταία που έγινε ένας από τους βασικούς μάρτυρες στην υπόθεση δε δίστασε, παραβιάζοντας κάθε έννοια δεοντολογίας του επαγγέλματος, να αποκαλύψει τελείως ιδιωτικές πληροφορίες του ζευγαριού (τότε ο σύζυγος δεν ήταν καν ύποπτος) στο πανελλήνιο.

Η επιλογή της αυτή εξόργισε τα κοινωνικά δίκτυα. Σύντομα άρχισε να αποκαλύπτεται ότι η ίδια δεν είχε κανένα διαπιστευτήριο ότι ήταν πράγματι ψυχολόγος. O Σύλλογος Ελλήνων Ψυχολόγων έβγαλε μία ανακοίνωση καλώντας τη να επιδείξει το πτυχίο της. Η «ψυχολόγος» αφού άλλαξε, μετά τον σάλο, την ιδιότητά της από «Ψυχολόγος» που συστηνόταν ως τότε σε «Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας», απάντησε με εξώδικο τονίζοντας ότι δε συστήθηκε ποτέ ως τέτοια.

Η ίδια η παραβίαση του ιατρικού απορρήτου αλλά και όσα δήλωνε περί «αγαπημένου ζευγαριού» φέρνουν στην επιφάνεια ακόμα μία κρίση, πιο πρόσφατη αυτή, που αφορά αυτή τη φορά και το ποιος έχει το δικαίωμα να παρουσιάζει τον εαυτό του ως ειδικό. Ειδικά ο τομέας της ψυχικής υγείας υποφέρει ακόμα περισσότερο με διαφόρους life coaches, personal θεραπευτές και συμβούλους στους οποίους χιλιάδες άνθρωποι εμπιστεύονται την ψυχική τους υγεία χωρίς εκείνοι να έχουν επαρκή επιστημονική κατάρτιση και λειτουργώντας συχνά ως νέοι φορείς αναπαραγωγής της καταπίεσης.

H Kάρολαϊν που δολοφονήθηκε στα Γλυκά Νερά.

Οι Κλουζό που κατέκλυσαν το διαδίκτυο

Στα απόνερα της κρίσης της εξειδίκευσης είναι και οι αυτόκλητοι ντετέκτιβ. Αφού δεν υπάρχει κανείς ειδικός σε τίποτα, όλοι είναι ειδικοί σε όλα. Επί 37 μέρες ο καθένας έπλαθε τις δικές του θεωρίες για το τι έγινε στο φονικό χωρίς καν να έχει πρόσβαση στα στοιχεία. Κάποιες από αυτές μάλιστα με λόγο που προσομοίαζε με επιστημονικό αλλά δημοσιευόταν μέσα από ανώνυμους λογαριασμούς στο Twitter ή από ανθρώπους που δεν είχαν καμία σχέση εξειδίκευσης με το ζήτημα.

Ακόμα και αν κάποιες από τις θεωρίες αυτές έπεσαν μέσα στις προβλέψεις τους, αυτό δε σημαίνει σε καμία περίπτωση ότι απέκτησαν μία παραπάνω εγκυρότητα. Μπορείς να φτάσεις τυχαία στο ίδιο συμπέρασμα από πολλούς και διαφορετικούς δρόμους. Εν προκειμένω και με την απουσία δεδομένων, καμία μεθοδολογία δεν μπορούσε να οδηγήσει σε ασφαλές συμπέρασμα. Η υπομονή είναι το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε από σεβασμό πρώτα από όλα στο ίδιο το θύμα.

Οι γυναικοκτονίες δεν είναι σενάρια βιβλίων της Άγκαθα Κρίστι

Το τελευταίο και ίσως το βασικότερο αυτή τη στιγμή. Από χθες το πανελλήνιο παρακολουθεί αποσβολωμένο την ανατροπή. Ο δράστης ενός από τα πιο συγκλονιστικά φονικά που έγιναν στη χώρα δεν ήρθε από έξω, δεν ήταν αυτό που η ελληνική κοινωνία έχει ονοματίσει ως «Άλλο». Ήταν ένας καλοβαλμένος, λευκός άντρας που είχε, όπως λέει το σύνθημα, τα κλειδιά του σπιτιού.

Παρότι αυτού του τύπου τα εγκλήματα γίνονται όλο και πιο συχνά, η ελληνική κοινωνία επιμένει να τα πλαισιώνει ως κάτι ιδιαίτερο, κάτι μοναδικό. Μιλάμε δε για έναν τύπο εγκλήματος που μάλιστα δεν γίνεται στιγμιαία αλλά στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων ως το αποκορύφωμα κακοποιητικών συμπεριφορών, κτητικών συμπεριφορών και ακραίας χειραγώγησης.

Η οργή και η απόγνωση είναι καιρός να αντικαταστήσουν την κατάσταση σοκ και την ελεύθερη πτώση από τα σύννεφα. Το να είναι το «καλό παιδί» της γειτονιάς ο δολοφόνος δεν είναι κάποιου τύπου ανατροπή. Η δολοφονία της συζύγου από τον άντρα της δεν είναι δείγμα κάποιου άρρωστου νου και κάποιου τέρατος που ζει στα περιθώρια της κοινωνίας. Βρίσκεται μέσα σε αυτή και οπλίζεται από τις ηγεμονικές της ιδεολογίες. Είναι καιρός να ενώσουμε τις βούλες που πολλοί επιμένουν να κρατούν απομονωμένες τη μία από την άλλη.

Ως πότε θα δολοφονούνται γυναίκες εξαιτίας του φύλου τους; Ως πότε θα σοκάρεται (ειλικρινότατα δεν αμφιβάλλω) η ελληνική κοινωνία από μία τόσο συχνή είδηση;