OPINIONS

Η γυναίκα το θέλει το ψέμα της

Φέρνουμε μια συντάκτρια αντιμέτωπη με την πικρή αλήθεια: οι γυναίκες γουστάρουν να τους λέμε ψέματα. Και εκείνη, σαν κλασική γυναίκα, μας τα γυρνάει.

Το κεφάλαιο Ψέματα έχει απασχολήσει πολύ τους μεγάλους φιλόσοφους και τα μεγάλα μυαλά του ONEMAN, δηλαδή της γράφουσας και του Ηλία Αναστασιάδη, οι οποίοι έχουν χύσει πολύ μελάνι (σιγά μη γράφετε και με καλέμι) για να συντάξουν το μεγάλο έπος Τα ψέματα που δεν πείθουν ποτέ καμία γυναίκα και το άξιο αντίπαλο δέος του Τα ψέματα που δεν έχαψε ποτέ κανένας άντρας. Και βέβαια, στο Database Σοφίας του ONEMAN υπάρχει και το 20 γυναικείες ερωτήσεις ζητούν ψεύτικες απαντήσεις (δικό μου, πολύ καλογραμμένο, ευχαριστώ), που επιβεβαιώνει αυτό ακριβώς που λέει ο τίτλος του σημερινού μας θέματος: Η γυναίκα το θέλει το ψέμα της.

Ναι, προφανώς και όταν σε ρωτάω “Που σου φάνηκε η μαμά μου;”, η απάντηση “είναι μια κλώσα με τσιριχτή φωνή, ελιές στη μούρη και μυρίζει παράξενα” δεν είναι αποδεκτή. Οπότε, αν αυτή είναι η γνώμη σου, θα αναγκαστείς να την παραποιήσεις/ εξωραΐσεις/ βελτιώσεις/ αλλάξεις ριζικά, αν και εφόσον φιλοδοξείς να μη φύγω τρέχοντας. Όπως επίσης αν αυνανίζεσαι για την κολλητή μου, καλό θα ήταν να κρατήσεις αυτή την πληροφορία για τον εαυτό σου όταν σε ρωτάω πόσο όμορφη την βρίσκεις. Ένα “χαριτωμένη”, αρκεί.

Το θέλουμε οι γυναίκες το ψέμα μας, όπως το θέλουν όλοι οι άνθρωποι στα πλαίσια των κοινωνικών συμβάσεων και των τρόπων καλής συμπεριφοράς, για να μπορούμε να συνυπάρχουμε ειρηνικά. Διαφορετικά, αν όλοι λέγαμε αφιλτράριστα ό,τι σκεφτόμασταν, σε κάθε γωνία κάποιος θα έσπαγε τη μούρη κάποιου άλλου, σε κάθε γραφείο κάποιος θα πέρναγε το πληκτρολόγιό του κολάρο στον συνάδελφο και σε κάθε μέσο ελληνικό νοικοκυριό βάζα, τασάκια και άλλα βαριά διακοσμητικά δεν θα υπήρχαν – ούτε λόγος βέβαια για αιχμηρά αντικείμενα. Βασικά δεν θα υπήρχαν σχέσεις – φιλικές, οικογενειακές, ερωτικές – γιατί ως γνωστόν στην πιο καθαρή, απογυμνωμένη μας εκδοχή είμαστε όλοι λίγο – πολύ ανυπόφοροι.

Αν εξαιρέσεις όμως τα κατά συνθήκη ψεύδη, τα μικρά ψέματα που το τραβάει ο οργανισμός μας να μας τα πείτε όταν σας κάνουμε αυτές τις χαζές ερωτήσεις (το “είμαι χοντρή;” συμπεριλαμβάνεται σε αυτές) κατά τ’ άλλα όχι, κύριοι, δεν το θέλουμε όλες το ψέμα μας.

Προσωπικά μισώ το ψέμα αλλά λατρεύω να πιάνω κάποιον να μου λέει ψέματα. Αφενός γιατί ηδονίζομαι να εξευτελίζω τον ψεύτη δείχνοντας του με τους πιο επίπονους τρόπους ότι ξέρω την αλήθεια (μικροπρεπές εκ μέρους μου, το γνωρίζω, αλλά τόσο, μα τόσο απολαυστικό) αφετέρου γιατί εκείνη τη στιγμή αλλάζει άρδην η δυναμική της σχέσης μας: τον λυπάμαι. Με πάσα ειλικρίνεια, τον λυπάμαι τόσο βαθιά που σχεδόν νιώθω τρυφερότητα για αυτόν τον μικρό ανθρωπάκο που προσπάθησε μάταια να καταχωνιάσει μέσα σε ένα ψέμα την άσχημη αλήθεια του. Για να φτάσει στο σημείο να πει μου ψέματα, πάει να πει πως μόνος του, σε μια εντελώς εσωτερική διαδικασία, έχει ήδη κρίνει τον εαυτό του, τον έχει βρει κατώτερο των περιστάσεων και έχει επιλέξει να τον προστατέψει με ένα ψέμα (που όπως όλα δείχνουν δεν ήταν καν αρκετά καλό, διότι πιάστηκε). Αυτά περί “είπα ψέματα για να μη σε στεναχωρήσω” ακούγονται τόσο αστεία. Είπες ψέματα γιατί στεναχώρησες τον εαυτό σου με μια κακή επιλογή. Πρώτα απογοητεύτηκες εσύ ο ίδιος από την πάρτη σου. Έχεις ήδη περάσει τον εαυτό σου από ένα δικαστήριο και δεν αντέχεις να περάσεις και από το δικό μου. Όποιος λέει ψέματα δεν πέφτει μες τα αίματα, πέφτει όμως στην εκτίμηση εκείνου που τον νοιάζει – ανυπόφορο, δεν λέω.

 

Και από την άλλη υπάρχουν τόσοι άντρες εκεί έξω που βαυκαλίζονται στη σκέψη πως “έλα μωρέ, οι γυναίκες το θέλουν το ψέμα τους”. Κάποιοι από αυτούς ευθύνονται και για την ανάθεση αυτού του άρθρου. Μάλλον νόμιζαν πως είμαι μια από αυτές.

Πράγματι, υπάρχουν κάποιες που το θέλουν το ψέμα τους, γυναίκες που δηλώνουν στις φιλενάδες τους στον καφέ “ας κάνει ό,τι θέλει, αρκεί να μην το μάθω”. Μιλάμε για ένα μάτσο ανώριμα κοριτσάκια κάθε ηλικίας που προτιμούν να περάσουν μια ζωή στο σκοτάδι παρά να έρθουν αντιμέτωπες με μια αλήθεια που δεν τις βολεύει, π.χ. ότι ο γκόμενός τους προτιμάει να πηδάει τη γραμματέα του παρά τις ίδιες, ότι ο γκόμενός τους τις βαρέθηκε ή ότι απλά ο γκόμενός τους είναι πολυγαμικό ον, πώς να το κάνουμε, θέλει να κάνει σεξ και με άλλες.

Και αν το καλοσκεφτείς, τα κίνητρα σε αυτές τις εθελοτυφλούσες είναι ακόμη πιο ταπεινά – δεν είναι μόνο ότι δεν θέλουν να πληγωθούν από την επιπολαιότητα του άλλου, αλλά επί της ουσίας δεν θέλουν να έρθουν αντιμέτωπες με τις ευθύνες τους και τις αποφάσεις που πρέπει να λάβουν, εν προκειμένω ή να πετάξουν τον άπιστο γκόμενο κλοτσηδόν ή να τον συγχωρέσουν και να τον κρατήσουν, γνωρίζοντας πως μπορεί στο μέλλον να το ξανακάνει. Έχω πολύ μεγαλύτερο σεβασμό για εκείνες που παραμένουν σε μια σχέση παρότι έμαθαν μια οδυνηρή αλήθεια, παρά για εκείνες που με τον τρόπο τους άφησαν να εννοηθεί στον γκόμενο ότι το ψέμα στη σχέση είναι αποδεκτό (και -έτσι για να ξέρεις- αυτός ο τύπος γυναίκας είναι που θα σου πει ότι έχει πάει με τρεις ενώ έχει πάει με χίλιους δεκατρείς). Τουλάχιστον οι πρώτες που τον συγχώρεσαν έκαναν μια επιλογή.

 

Αυτός είναι και ο λόγος που μισώ τον ψεύτη, ακριβώς γιατί σου στερεί αυτό το δικαίωμα επιλογής. Αν το καλοσκεφτείς, το ψέμα ισοδυναμεί με παραβίαση ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μου αφαιρείς το δικαίωμα της επιλογής μου. Ποιος είσαι εσύ ρε φιλέ που θα διαλέξεις για λογαριασμό μου αν θέλω να είμαι με κάποιον που κοιμάται και με άλλες; Ή με κάποιον που δεν έβαζε ποτέ προφυλακτικό; Ή με κάποιον που έδερνε την πρώην γκόμενά του; Εσύ έκανες τις παραπάνω επιλογές στη ζωή σου, άσε με και εμένα να κάνω τις δικές μου. Πες μου εσύ την αλήθεια και άσε με εμένα να κρίνω αν μου κάνεις. Που ξέρεις; Μπορεί και να μου κάνεις. Με όλα τα ελαττώματά σου, με όλο το σκοτεινό παρελθόν σου, με όλα τα βρώμικα μυστικά σου. Μπορεί να έχω και εγώ αλλά τόσα. Και να στα πω και να μη σε πειράζουν, τουλάχιστον όχι τόσο ώστε να μη θες να είσαι μαζί μου. Αυτό πάει να πει συμβατότητα χαρακτήρων και από αυτό το υλικό φτιάχνονται οι καλύτερες σχέσεις, εκείνες που το κλισέ τις ονομάζει “με γερά θεμέλια”. Διότι οι άλλες μοιάζουν με ετοιμόρροπο Jenga. Και με το που αποκαλύπτεται το πρώτο ψέμα καταρρέουν, γίνονται χίλια κομμάτια, και κάνουν και εκκωφαντικό θόρυβο.