iStock
OPINIONS

Οι αλυσίδες της βιασύνης

Τρέχουμε κάθε μέρα να προλάβουμε· άραγε ξέρει κανείς τι;

Ξυπνάμε οριακά, να ετοιμάσουμε ό,τι για τον καθένα από εμάς ορίζεται ως σημαντικό. Άλλος απλώς να πιει έναν καφέ, άλλος να φροντίσει τα παιδιά του πριν φύγουν για το σχολείο, άλλος να ντυθεί μηχανικά για να φτάσει αυτοματοποιημένα στον χώρο που βαφτίζεται δημιουργικός, αντί για αυτό που μετατρέπεται, μετά την ορμή του πρώτου καιρού, σε ανάγκη επιβίωσης.

Πόσοι σε κάθε δεκάδα ανθρώπων παίρνουν θέση εκκίνησης για το καθημερινό 100στάρι ευτυχισμένοι για τον αγώνα που επαναλαμβάνεται καθημερινά, με σχεδόν παρόμοιες συνθήκες; Όμως το συναίσθημα, μπροστά στην αναγκαιότητα, πνίγεται. Η φωνή της επιβίωσης το τρομάζει.

«Προέχει η ζωή μας, εσύ μετά· αν δεν ζήσουμε, σβήνεις κι εσύ», του φωνάζει, και αυτό σιωπά.

Η λογική συνήθως κερδίζει, εκτός από τις φορές που ο έρωτας, σαν παλίρροια, καταστρέφει κάθε τοίχο λογιστικού υπολογισμού.

Τρέχουμε να γυρίσουμε σπίτι, να πετάξουμε το «κουστούμι» που φορούσαμε στη βάρδια μας, να σκεπαστούμε με την κουβέρτα της ασφάλειας που αισθανόμαστε μπαίνοντας στον χώρο. Τις φωνές που κραυγάζουν «εδώ φυλακίζεσαι» τις πνίγουμε, κλείνοντας τα αυτιά μας, σαν μικρά παιδάκια που δεν θέλουμε να ακούσουμε τη γκρίνια των γονιών μας. Τις βαφτίζουμε βολικά γκρίνια για να μην αναγνωρίσουμε την αλήθεια των λόγων τους. Θα τρομάξουμε, και ο τρόμος φέρνει φυγή.

Πού να πάω τώρα; Θα χαθώ. Δεν μπορώ. Δεν θα τα καταφέρω.

Ήσυχη αλλά πιο επιβλητική, η φωνή που από παιδιά ακούγαμε μάς δένει στο κατάρτι, να μην μας μαγέψουν όπως η Κίρκη τον Οδυσσέα.

Τρώμε βιαστικά, σκεφτόμαστε αυτό που έχουμε για μετά, αντί για το παρόν που χάνεται για πάντα. Χάνουμε τις γεύσεις, τα αρώματα και τις εικόνες που δεν επαναλαμβάνονται, όπως η άχνα του καφέ το πρωί καθώς ζεσταίνει τα τοιχώματα από το ποτήρι.

Κοιτάμε την ταινία ψάχνοντας τη διάρκειά της. Δεν μετέχουμε στη θέασή της, γιατί στο μυαλό μας τρέχει μια υποχρέωση που τη φέραμε μαζί μας. Ποιος ξέρει, ίσως να μην θέλαμε να νιώσει μόνη αυτή — κι εμείς με τον εαυτό μας.

Αγγίζουμε τον/την σύντροφό μας μηχανικά. Τα δάχτυλα του άλλου χεριού μάς βυθίζουν στον κόσμο που τρέχει παράλληλα και χωρίς να μας ξέρει. Όλοι, χέρι χέρι πιασμένοι, περιστρεφόμαστε γύρω από το FOMO. Τι ειρωνεία όμως· κανείς δεν αισθάνεται την αφή του χεριού του άλλου.

Σοκαριζόμαστε από τις σκληρές εικόνες και τη βία που 24/7 είναι προσβάσιμη στη μικρή μας οθόνη. Ένα μικρό repost, ένα story δεικτικό, μια ανάρτηση, βοηθά τις ενοχές μας να μη μας χτυπούν την πλάτη τόσο δυνατά.

Ζούμε γρήγορα.

Βιαζόμαστε να τελειώνουμε με τη ζωή, γιατί ενώ αισθανόμαστε ελεύθεροι, κουραζόμαστε να σέρνουμε τις αλυσίδες που κάνουμε πως δεν βλέπουμε.

Χρόνια πολλά.

Αυτό το άρθρο κι εγώ βιαστικά το έγραψα.

Ο Αλέξανδρος Αλαμάνος είναι κοινωνικός λειτουργός.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις