Άρης Οικονόμου/SOOC
ΘΕΑΤΡΟ

Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου: Τις καλύτερες μέρες θα τις φέρει η νέα γενιά

Ο φετινός εορτασμός ανήκει στους εκκολαπτόμενους ηθοποιούς και καλλιτέχνες, που τα αντανακλαστικά τους στη μηδενιστική διαχείριση των σπουδών τους από την Πολιτεία, αφύπνισαν μία ολόκληρη κοινωνία.

Η τυχαιότητα σε οτιδήποτε σταματάει να νοείται ως τέτοια, όταν μπαίνει στο παιχνίδι η έννοια της επαναληπτικότητας. Όταν ξεκινάει να χτίζεται ένα μοτίβο συμπεριφοράς. 

Σκεφτόμουν δηλαδή ότι στις περισσότερες συνεντεύξεις ηθοποιών που έχω κάνει μέχρι στιγμής, στην ερώτηση «και πώς αντέδρασαν οι γονείς σου όταν τους ανακοίνωσες ότι θα γίνεις ηθοποιός;» η απάντηση έχει σχεδόν πάντα αρνητικό πρόσημο. Κι αυτό δεν είναι τυχαίο.

Το πρόβλημα φυσικά και δεν ξεκινάει από το οικογενειακό περιβάλλον, αλλά από το πώς το κράτος, η Πολιτεία, οι κυβερνήσεις και τα αρμόδεια υπουργεία διαχρονικά, έχουν καταφέρει με τις απαξιωτικές τους πρακτικές να κατοχυρώσουν τον ηθοποιό στη συνείδηση της κοινωνίας ως μη επάγγελμα – πόσο πιο στερεοτυπικό παράδειγμα από το «έλα μωρέ τώρα, αυτός είναι καλλιτέχνης», που μεταφράζεται από τεμπέλης έως άεργος.

Μιλάμε δηλαδή για έναν κλάδο -σίγουρα, όχι τον μόνο, στην Ελλάδα ζούμε- που μοιάζει να είναι ο τελευταίος τροχός της αμάξης -πιο πρόσφατο παράδειγμα το πώς διαχειρίστηκε η Πολιτεία τα κλειστά θέατρα και το άνοιγμα του Πολιτισμού στα χρόνια της πανδημικής κρίσης-, σαν να βρίσκεται διαρκώς, σαν από πάντα, σε ένα καθεστώς κρατικής υποτίμησης κι ενώ τα πολυμορφικά προβλήματα που τον ταλανίζουν είναι γνωστά.

Από τον περασμένο Δεκέμβριο όμως η υποτίμηση αυτή έλαβε διαστάσεις απόλυτου μηδενισμού με την έκδοση του αμφιλεγόμενου Προεδρικού Διατάγματος 85/22, μέσω του οποίου -για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους- οι τριετείς καλλιτεχνικές σπουδές όλων ανεξαιρέτως (απόφοιτων των κρατικών και των ιδιωτικών ανώτερων δραματικών σχολών και Σχολών χορού, μουσικής και κινηματογράφου) υποβιβάζονται στο επίπεδο της κατηγορίας του απολυτηρίου Λυκείου, στη δευτεροβάθμια βαθμίδα εκπαίδευσης.

Οι ηθοποιοί βγήκαν στους δρόμους. Ακόμα, στους δρόμους βρίσκονται.

Ξεκίνησαν από την εκπνοή του 2022 έναν τεράστιο αγώνα διαμαρτυρίας για την απόσυρση του διατάγματος, που πέντε μήνες μετά συνεχίζεται με την ίδια σαρωτική ορμή. Είναι αυτή η ορμή που ξεχειλίζει από τη νέα γενιά ηθοποιών, από αυτά τα παιδιά που σπουδάζουν τώρα το επάγγελμα που επέλεξαν να κάνουν γιατί πολύ απλά το αγαπούν και δεν μπορούν, δεν θέλουν και δεν πρέπει να συμφιλιωθούν με την ηθική και την πρακτική τους απαξίωση από ένα αδιάλλακτο όπως έχει αποδειχθεί κράτος.

Γι’ αυτό και η συμμετοχή τους στις πορείες, στις απεργίες και στις καλλιτεχνικές δράσεις διαμαρτυρίας μετεξελίχθηκε σχεδόν αμέσως μέσω των ειρηνικών (αξίζει να το τονίσουμε) καταλήψεων των Δραματικών Σχολών σε ένα σπουδαστικό κίνημα, που όμοιό του είχαμε να δούμε από τα 90s. Μόνο που τώρα σε σχέση με τότε η συμπαράσταση των διδασκόντων ήταν σύσσωμη.

Η παραίτηση του συλλόγου των καθηγητών της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου ήταν μία κίνηση-υπόδειγμα με συμβολική αξία για την ουσία της διαδικασίας της εκπαίδευσης και της άρρηκτης σχέσης δασκάλου και μαθητή και ταυτόχρονα, μία πράξη που βροντοφώναξε ότι το κράτος καίει το μέλλον των παιδιών του, αλλά και μία απόδειξη ότι η νέα γενιά θα δείχνει πάντα τον δρόμο, κινητοποιώντας και τις μεγαλύτερες, που είναι λίγο-πολύ πιο βολεμένες, πιο συμβιβασμένες, πιο απαισιόδοξες για το πού οδεύει ο κόσμος μας.

Το διαχρονικό ποίημα του Μπέρτολτ Μπρεχτ Μήνυμα στη νεολαία -(παραθέτουμε απόσπασμά του: «Έτσι κι εγώ, δε βάδισα με την εποχή μου, ξόδεψα τις μέρες μου. Και τώρα πρέπει να σας παρακαλέσω να πείτε εσείς αυτά πού δεν ειπώθηκαν. Να κάνετε αυτά πού δεν έγιναν, και μένα γρήγορα να με ξεχάσετε, σας παρακαλώ. Για να μην παρασύρει και σας το δικό μου κακό παράδειγμα»- δεν επιλέχτηκε τυχαία από τον Θόδωρο Τερζόπουλο, έναν από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες και δημιουργούς του τόπου μας με διεθνή πορεία και ιδρυτή του Θεάτρου Άττις, για να διαβαστεί από τα χείλη ενός φοιτητή σε μία από τις συνελεύσεις του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών (ΣΕΗ), πριν από περίπου ένα μήνα.

Κι όταν συνέβη η σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη, αυτή η νέα γενιά μετεξέλιξε για ακόμα μία φορά τον αγώνα της με το ίδιο ακριβώς πάθος αλλά και ήθος που αντιμετωπίζει τις διεκδικήσεις στην εκπαίδευση και στην εργασία όλου του θεατρικού και καλλιτεχνικού κλάδου. Του έδωσε κοινωνική διάσταση, συσπείρωσε ανθρώπους από διαφορετικούς επαγγελματικούς χώρους και όλων των ηλικιών. Πέρασε από το «οι σπουδές μας μετράνε», στο «οι ζωές μας έχουν αξία» και στη συνειδητοποίηση ότι ως καθρέφτες της κοινωνίας που είναι οι καλλιτέχνες οφείλουν να αγωνίζονται πάντα για κάτι μεγαλύτερο, που ξεπερνά τους ίδιους.

Ανήμερα της Παγκόσμιας Ημέρας Θεάτρου (27/03) είναι νομίζω ξεκάθαρο ότι ο φετινός εορτασμός ανήκει στο νέο αίμα, στους εκκολαπτόμενους ηθοποιούς και καλλιτέχνες, που τα αντανακλαστικά τους στη μηδενιστική διαχείριση των σπουδών τους από την Πολιτεία έλαβαν μεγαλύτερες διαστάσεις και υψηλότερα ιδανικά, αφυπνίζοντας μία ολόκληρη κοινωνία. Αυτούς πρέπει να γιορτάσουμε και να τιμήσουμε φέτος.

Διαβάζοντας το μακροσκελές κείμενο της Samiha Ayoub που επελέγη από το Διεθνές Ινστιτούτο Θεάτρου (Δ.Ι.Θ.) για να γράψει το μήνυμα της Παγκόσμιας Ημέρας Θεάτρου 2023, η Αιγύπτια ηθοποιός αναφέρει σε κάποιο σημείο:

«Σας απευθύνω τον λόγο σήμερα, ενώ έχω την αίσθηση ότι όλος ο κόσμος έχει γίνει σαν απομονωμένα νησιά ή σαν πλοία που δραπετεύουν μέσα σ’ έναν ομιχλώδη ορίζοντα, ανοίγοντας τα πανιά τους χωρίς καθοδήγηση, χωρίς να βλέπουν τίποτα στον ορίζοντα που να τα καθοδηγεί και παρ’ όλα αυτά συνεχίζουν ελπίζοντας να φτάσουν σ’ ένα ασφαλές λιμάνι μετά από τις μακρές περιπλανήσεις τους εν μέσω μιας φουρτουνιασμένης θάλασσας».

Η πυξίδα της ελληνικής κοινωνίας, όχι μόνο του ελληνικού θεάτρου, για τις καλύτερες ημέρες που δεν θα έρθουν, αλλά θα τις φέρουμε, είναι ξεκάθαρα η νέα γένια. Και τι πιο ελπιδοφόρο απ’ αυτό.