OPINIONS

Πώς ο χίπστερ έγινε μία κακή απομίμηση του μποέμ (;)

Η Έρρικα Ρούσσου απορεί και ενίσταται απέναντι σε δύο κατ'εικόνα πανομοιότυπες τάσεις της μόδας που διαφέρουν στα σημεία. Σημαντικά.

Δεν ξέρω ποια είναι η σχέση σου με το ‘κίνημα’ του χιπστερισμού, ωστόσο σε προειδοποιώ εξαρχής ότι σήμερα δεν σκοπεύω να μιλήσω με τα καλύτερα λόγια για αυτό. Ο λόγος δεν είναι εκείνος που μάλλον υποθέτεις και δεν έχει να κάνει με τη μόδα που έπεισε ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό των αντρών να διατηρεί το μουστάκι του Σαλβαντόρ Νταλί ή το μούσι του Ρασπούτιν (στο πιο περιποιημένο) ή και τα δύο μαζί.

Μεταξύ μας, ποτέ μου δεν ένιωσα την ανάγκη να τα βάλω με τη μόδα, να την κρίνω ή να την κατηγορήσω για την όποια τάση θα μπορούσε κατά τη γνώμη μου να απεικονίζει άνετα τη λέξη έκτρωμα στο αντίστοιχο λήμμα του Μπαμπινιώτη. Αυτός ο χώρος υπάρχει για να πείθει και για να ακολουθείται και κάθε φορά που κάποιος προσπαθεί να σταθεί εμπόδιο σε αυτόν, το μόνο που καταφέρνει εν τέλει είναι να τον υποστηρίζει στην πιο άσχημη απομίμησή του.

 

Ή τέλος πάντων, αυτή είναι η δική μου άποψη.

Όπως προλόγισα και στην αρχή του κειμένου όμως, σήμερα σκοπεύω να μιλήσω για τους χίπστερ εξαιτίας ενός λόγου που πολλοί ίσως βρουν παντελώς αδύναμο. Παρόλα αυτά εμένα με ενοχλεί τα μάλα που θα έλεγε και ο Κωνσταντίνος Κατακουζηνός και αποφάσισα να τον μοιραστώ: Αν λοιπόν μου τη σπάει κάτι φανερά στους χίπστερ δεν είναι οι τρίχες, οι τιράντες, η ‘περίεργη’ μουσική που υποστηρίζουν ότι ακούν.

 

Πώς μου ήρθε αυτό; Λοιπόν, ας σκεφτούμε μαζί τα εξής χαρακτηριστικά.

Μποέμ: Γόης που προσέχει τρομερά τον εαυτό του αλλά τόσο ώστε να μην θεωρείται μετροσέξουαλ.

Χίπστερ: Το ίδιο (το γόης, κατά περίπτωση).

 

Μποέμ: Στα ενδιαφέροντά του βρίσκονται το διάβασμα των καταραμένων ποιητών, ταινίες που τις έχει δει μόνο το fan club του Ταρκόφσκι (σημειωτέον και αυτός καταραμένος θεωρείται αλλά για άλλο λόγο) ενώ τα μουσικά του ερεθίσματα αποκλίνουν από ‘αυτό που ακούει ο πολύς κόσμος’.

Χίπστερ: Το ίδιο. Όπου Ταρκόφσκι βάλε Ντέιβιντ Λιντς για το καλό.

 

Μποέμ: Αριστερός (αλά Μαρξ).

Χίπστερ: Αριστερός (άλλα ντ’άλλα).

 

Μποέμ: Έχει τα στέκια του. Τελεία και παύλα.

Χίπστερ: Το ίδιο και μάλιστα χωρίς παρένθεση.

 

Μποέμ: Κάνει παρέα με διανοούμενους, ψαγμένους και αγνοεί επιδεικτικά τους ‘κοινούς θνητούς’.

Χίπστερ: Το ίδιο. Με την εξαίρεση ότι οι πραγματικά διανοούμενοι ψαγμένοι δεν τον θέλουν στην παρέα τους.

Σε μία δεύτερη ανάγνωση, εφόσον πλέον συμφωνούμε ότι οι χίπστερ με τους μποέμ έχουν αρκετά κοινά, μπορούμε να πούμε ότι αποτελούν την ισχύ της σίγουρης κατάρας που οι όχι και τόσο ‘ψαγμένοι’ έριξαν κάποτε στους μποέμ επειδή τους έπαιρναν όλες τις γυναίκες. Ή μάλλον, τις έκαναν να τους ερωτεύονται.

 

Τώρα ίσως μου πεις ότι η μόδα σαν την ιστορία, επαναλαμβάνεται και γι αυτό κακώς μου κάνει εντύπωση αυτή η κατάληξη των αγαπημένων εραστών των απανταχού γυναικών μίας παλαιότερης εποχής. Συμφωνώ μαζί σου. Αλλά δεν μπορώ παρά να το θεωρώ άδικο. Α-δι-κο. Η μόδα των μποέμ έφτιαχνε στο μυαλό των γυναικών την μορφή ενός Τζέιμς Ντιν με το τσιγάρο στο στόμα και εκείνο το ακαταμάχητο βλέμμα που το βλέπεις στην τηλεόραση (ούτε καν από κοντά) και σου κόβονται τα πόδια. Μάλιστα, επίτρεψέ μου να το ρίξω και λίγο στο ρομαντισμό και να πω ότι η παραπάνω εικόνα ήταν πλαισιωμένη μουσικά από τη δεύτερη πράξη της ομότιτλης όπερας του Πουτσίνι όταν ο ποιητής Ροντόλφο ερωτεύεται την εκλεκτή της καρδιάς του Μιμή.

*Θέλεις τώρα να σου κάνω τον αντίστοιχο συνειρμό με τους σημερινούς μποέμ aka χίπστερ; Πολύ καλά.

 

Σήμερα λοιπόν, μόλις μία γυναίκα ακούει τη λέξη χίπστερ δεν σκέφτεται καν έναν τύπο. Στο μυαλό της έρχεται κατευθείαν μία μαζικότητα από πανομοιότυπους άντρες που ποζάρουν με βαρεμάρα στην μπάρα του πιο trendy bar του κέντρου. Αυστηρά. Όσο για το soundtrack; Αν δεν βάλουμε ένα κομμάτι από εκείνο το συγκρότημα που μετά βίας το ξέρει η μάνα του ντράμερ τότε μπορούμε να μείνουμε στην προαναφερθείσα όπερα και την τελευταία της πράξη όπου η Μιμή πεθαίνει από φυματίωση. Ζωή σε μας.

Όχι, αν αποδεχτούμε ότι οι χίπστερ είναι οι μποέμ της εποχής μας τότε πρέπει και να παραδεχτούμε ότι το εξελιγμένο μοντέλο δεν πιάνει μία. Πώς ήταν εκείνο το ντουέτο του Καλλίρη με τον Λιβιεράτο; ‘Ο νέος είναι ωραίος, μα όμως ο παλιός ο παλιός είναι αλλιώς’. Ε, στην δική μας περίπτωση ούτε αυτό δεν ισχύει. Να μας χρυσώσει τουλάχιστον το χάπι.

Δεν είμαι σε θέση ούτε διάθεση να υποστηρίξω ότι όλοι οι χίπστερ σήμερα θα ήθελαν να χαρακτηρίζονται ως μποέμ. Εκείνο που θέλω να πω πριν κλείσω, είναι ότι ακόμα και εκείνοι που υποσυνείδητα το επιθυμούν, συνειδητά δεν το μπορούν. Δυστυχώς.