OPINIONS

Σαν πολλοί ξερόλες δεν μαζευτήκαμε;

Η Έρρικα Ρούσσου μιλά για το φαινόμενο του 'δεν ξέρεις εσύ' (στη γλώσσα του Game Of Thrones 'You Know nothing Jon Snow') σε έναν κόσμο που ζει για να καταδικάζει τις ενέργειες του άλλου.

Σε μία κρίση αυτογνωσίας είχα παραδεχτεί κάποτε σε ένα καφέ κάτω από το Σύνταγμα ότι είμαι ο μεγαλύτερος ξερόλας που έχω συναντήσει στη ζωή μου. Χωρίς να είμαι σε θέση να εξηγήσω τους λόγους που με έκαναν να προσθέσω στο CV ένα όχι και τόσο κολακευτικό χαρακτηριστικό, θυμάμαι ότι εκείνη η δήλωσή μου, έδωσε το έναυσμα για μία συζήτηση όχι και τόσο ευχάριστη. Καθόλου θα έλεγα. Δέκα άτομα ήμασταν εκείνη την ημέρα και μόλις οι τρεις από εμάς κατάφεραν να κρατήσουν την ψυχραιμία τους. Οι υπόλοιποι μόνο που δεν πιάστηκαν στα χέρια. Μεταξύ μας, αν αντί για εκείνο το καφέ κάναμε εκείνη τη συζήτηση σε κάποιο σπίτι, αμφιβάλλω αν η βία θα είχε αποφευχθεί. Τέλος πάντων.

Στο δικό μου ‘είμαι ξερόλας’ ένας φίλος από την παρέα (χωρίς σπουδές σχετικές με την ψυχική υγεία), έσπευσε να μου εξηγήσει ότι είναι ‘ένα χαρακτηριστικό του ανθρώπου να λέει σε κοινό πράγματα τα οποία δεν πιστεύει μόνο και μόνο για να τον διαψεύσουν‘. Ε, τι ήταν να το πει, γυρίσαμε τη βόλτα για καφέ σε talk show χωρίς συντονιστή. Πρέπει να άκουσα ίσαμε οχτώ φορές το ‘Η Έρρικα το λέει αυτό γιατί‘ με διαφορετική συνέχεια κάθε φορά. Λες και εγώ δεν ήμουν εκεί ή ακόμα χειρότερα λες και οι άλλοι ήξεραν καλύτερα από μένα τι και πώς σκέφτομαι.

Ναι, ήταν τρομακτικό. Και ναι, ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που αντί να χυμήξω στη συζήτηση ανεβάζοντας τους ήδη υψηλούς τόνους της (το συνηθίζω) λούφαξα στην βελούδινη πολυθρόνα μου και δεν έβγαλα άχνα. Τα επόμενα λεπτά, με το βλέμμα μου αφηρημένα κολλημένο πάνω στο μισό μπισκοτάκι που η φίλη μου είχε αφήσει δίπλα στον καφέ της (μα, ποιος τρώει μία μπουκιά μπισκότο και το αφήνει;) τους άκουγα με αμέριστη προσοχή να τσακώνονται. Για μένα. Συγκεκριμένα για τις σκέψεις που σίγουρα έχω.

Αφήνω κατά μέρος εκείνη την μάλλον διδακτική και όχι και τόσο ατυχή στιγμή της παρέας μου για να σε ρωτήσω το εξής: Πόσες φορές έχεις γίνει αυτόπτης μάρτυρας μίας τέτοιας συζήτησης; Πόσες φορές έχεις δει ανθρώπους να φωνάζουν για να βρουν ένα δίκιο στη σκέψη ή τα πιστεύω των άλλων; Και για να κάνουμε λίγο πιο γενική την ερώτηση.

 

Πριν απαντήσεις ας δούμε μαζί λίγο τη ‘θεωρία’. Οι απανταχού ξερόλες χωρίζονται σε διάφορες υποκατηγορίες της μεγάλης κατηγορίας ‘σταμάτα να μιλάς’. Υπάρχει για παράδειγμα εκείνος που (όπως μου είπε και ο Βασίλης Χαραλαμπόπουλος πριν λίγο καιρό) ‘θα το έκανε καλύτερα από σένα’ ή εκείνος που ‘ξέρει ότι αυτό που λες είναι λάθος και υποστηρίζει το σωστό σε μία πρόταση πιο ακαταλαβίστικη και από ταινία του Κισλόφσκι’ ή εκείνος που ‘ξέρει απλώς τα πάντα’. Τα τελευταία χρόνια, συναντάμε αυτούς που ξέρουν τι συμβαίνει στο μυαλό ενός ανθρώπου καλύτερα από τον ίδιο τον άνθρωπο. Πράγματι, αυτούς τους τελευταίους τους λες και ‘εξελιγμένη γενιά’.

 

Παρότι δηλώνω ξερόλας, αυτό το new entry δεν ήμουν και ελπίζω να μη βρεθώ ποτέ σε θέση να το ακολουθήσω. Αφενός γιατί θεωρώ κάπως παράλογο να πιστεύεις ότι μπορείς να δεις πίσω από την ενέργεια κάποιου ανθρώπου και αφετέρου γιατί το θεωρώ άκομψο να μιλάς για αυτήν και να την κρίνεις. Στο μυαλό μου, κάνει κάπως επικίνδυνο όλο αυτό. Κάνω ένα γρήγορο flashback στην ιστορία παραπάνω για να σου θυμίσω την αντίδρασή μου απέναντι στο γεγονός ότι οι φίλοι μου έλεγαν τι μπορεί να σκέφτομαι. Σκέψου με τους αγνώστους τι παθαίνω. Εν πάση περιπτώσει αυτός είναι και ένας από τους βασικούς λόγους που αποφάσισα να γράψω το σημερινό κείμενο. Γιατί νιώθω ότι τα πράγματα, έχουν κάπως ξεφύγει.

 

Μία μικρή υποσημείωση: Έπιασα το ακραίο και πρόσφατο παράδειγμα του Αρχιεπισκόπου όχι για να βλασφημήσω ούτε για να κρίνω τα λεγόμενά του. Άσχετα αν πιστεύω ότι ξεφεύγει της δικαιοδοσίας ενός ανθρώπου το να εκφράζεται έτσι ενάντια σε άλλους ανθρώπους και δη όταν η ιδιότητά του έχει ως κύριο μέλημα τον ανθρωπισμό. Ένας λόγος που το έκανα είναι για να σκεφτούμε μαζί πόσοι άνθρωποι επώνυμα ή ανώνυμα έσπευσαν να τσακωθούν εξαιτίας των συγκεκριμένων λεγομένων. Πόσοι απλώς στάθηκαν υπέρ ή κατά και πόσοι μπήκαν στη διαδικασία να μιλήσουν επικαλούμενοι τις γνώσεις τους για την όποια συνωμοσία των γκέι και άλλα τέτοια λογικά παράλογα. Ένας ακόμη λόγος είναι γιατί θα ήθελα με αφορμή αυτό το παράδειγμα να βάλουμε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο όλον αυτό το συρφετό διαπληκτισμών για τα πιστεύω του άλλου.

 

Ας μου συγχωρεθεί η ίσως ηλίθια απορία αλλά: Ρε παιδιά, αλήθεια πού το ξέρετε αυτό που θέλει να πει ο άλλος αν δεν είναι ήδη γραμμένο και, εφόσον ο άλλος γράφει την άποψή του πώς γίνεται να είναι ανίδεος; Γίνεται εσύ να έχεις περισσότερη ιδέα από αυτόν για την άποψή του; Ειλικρινά τόσον καιρό παρακολουθώ όλη αυτήν την μανία κατακραυγής μέσω σχολίων και προβληματίζομαι τι μπορεί να είναι αυτό που πυροδοτεί ένα πληκτρολόγιο να ξεκινήσει να γράφει για λογαριασμό των σκέψεων κάποιου άλλου. Όλα αυτά τα ‘σε ξέρω εγώ εσένα, εσύ το γράφεις γιατί θέλεις να μας περάσεις το τάδε ή το δείνα’ από πού πηγάζουν;

Χωρίς ίχνος ειρωνείας ή κακίας, θα ήθελα κάποιος από όλους αυτούς που μπαίνουν στη διαδικασία να κάνουν ένα σχόλιο που περιγράφει την πνευματική και πολλές φορές την ψυχική κατάσταση ενός κειμενογράφου να μου εξηγήσει πώς ξέρει κάτι το οποίο δεν έχει ειπωθεί από κάποιον που δεν γνωρίζει στην πραγματικότητα. Αυτά.

 

Κλείνω την όχι και τόσο μικρή τελικά υποσημείωση, αφήνω κατά μέρος το κομμάτι του rookie ξερόλα και επιστρέφω σε ένα πιο γενικό πλαίσιο.

Σήμερα, όλοι γύρω μας σχολιάζουν με φράσεις όπως ‘άσε μας μωρέ που θα μου μάθεις εσύ εμένα’. Από την τηλεόραση μέχρι το διαδίκτυο και από τα social media μέχρι την παρέα μας, καθημερινά συναντάμε εικονικά ή μη, άτομα τα οποία σχολιάζουν και κρίνουν τους άλλους ή τις ενέργειές τους με την πεποίθηση ότι αυτοί, στη θέση των πρώτων θα λειτουργούσαν καλύτερα. ‘Γιατί ξέρουν καλύτερα’. Και πάει στα κομμάτια, άντε να δεχτώ ότι οι της show biz κάνουν όλον αυτόν τον ηλίθιο ντόρο σχολιάζοντας τους άλλους γιατί θέλουν διακαώς και πάση θυσία να παραμείνουν στην επικαιρότητα. Όλοι οι υπόλοιποι που σφάζονται καθημερινά και για τους πιο ανούσιους λόγους γιατί το κάνουν;

Παρά το γεγονός ότι εδώ στο Oneman ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με συμπεριφορές όπως οι παραπάνω, δεν ξέρω γιατί αλλά το πρώτο κείμενο που μου ήρθε στο μυαλό να σου φέρω ως παράδειγμα είναι το Αιώνιο Δίλημμα Σερβία ή Κροατία. Ο Χρήστος λοιπόν σε εκείνο το κείμενο έκανε όπως πάντα την επιλογή του αιτιολογώντας την όπως εκείνος θέλησε και σκέφτηκε εκείνη τη στιγμή. Τα σχόλια που ακολούθησαν τον έλουσαν με κοσμιτικά επίθετα όπως ‘ανθέλληνας’ ενώ τον ενημέρωναν ότι ‘δεν πρέπει να εκφράζεις γνώμη δημόσια’. Το ίδιο συνέβη και σε ένα παλαιότερο κείμενο του Ηλία για τις παρελάσεις. Μάλιστα σε αυτό πέρα από τις απειλές προς τον συντάκτη ακολούθησαν και οι απειλές προς το site για unfollow και unlike.

Επειδή είπαν τη γνώμη τους, τονίζω.

Και επειδή αρκετά το βάρυνα με τα προηγούμενα παραδείγματα θα σε πάω σε κάτι πιο ανάλαφρο για να καταλάβεις και περί ποίας σπατάλης κακιών μιλάμε. Στα κείμενα με το φαγητό είναι συνήθως αυτά που σημειώνουν τους μεγαλύτερους τσακωμούς. ‘Δεν ξέρεις εσύ, εμείς οι Θεσσαλονικείς το σουβλάκι δεν το ξέρουμε’ ή ‘δεν ξέρεις εσύ’ και το αντίθετο. Αρκεί να σου πω ότι στο κείμενο της Δώρας για την πίτσα του Σάκη, υπήρξαν αναγνώστες που τσακώθηκαν για την προέλευση του σουβλακιού. Αν είναι από τις Σέρρες ή τη Θεσσαλονίκη. Θυμίζω: Το κείμενο έγραφε για πίτσα.

 

Αυτά.

Υ.Γ.:  Θα ήταν ειρωνικό αν έγραφα ότι το ‘εσύ θα ακούσεις εμένα που ξέρω’ και γενικότερα αυτή η μανία να έχουμε τον τελευταίο λόγο ακόμη και σε πράγματα που δεν γνωρίζουμε, πρέπει να σταματήσει. Γι αυτό επιλέγω να κλείσω με μία ερώτηση (όχι ρητορική): Όλος αυτός ο αγώνας επικράτησης πάνω στη γνώμη του άλλου, πού ακριβώς βοηθάει;