OPINIONS

Στο popular η Ελλάδα αναστενάζει: Λίγα λόγια για τα λόγια της Πάολα

H περιβόητη δήλωση της τραγουδίστριας για το πώς ο Καζαντζίδης έκανε κατάχρηση στον πόνο μπαίνει στο μικροσκόπιο. Μήπως ήμασταν και πάλι λίγο υπερβολικοί στις αντιδράσεις μας;

Στη διασκευή των ‘Αχαρνών’ του Αριστοφάνη το 1977, ο Διονύσης Σαββόπουλος απήγγειλε, κατά τη διάρκεια του τραγουδιού ‘Παράβαση’, που ήταν ένας από τους πρώτους λίθους στο θρύλο του Νίκου Παπάζογλου, το εξής τετράστιχο: “Τώρα με χειρουργεί η αλλήθωρη νεολαία, μια τσογλανοπαρέα, που κάνει κριτική”.

Είναι η ειλικρινής απόσταση του χάσματος γενεών. Μερικές φορές συμβαίνει σε επίπεδο που προτάσσει το φαρσοειδές, όπως αυτό που είχε πει η Έλλη Παπαγγελή για τα συγγράμματα του Καρλ Μαρξ, όταν δήλωσε ότι “αυτά που έγραφε ήταν ανοησίες”, άλλες γίνεται σε ανθρώπινο επίπεδο, δυσκολεύοντας τις σχέσεις, που ούτως ή άλλως υπάγονται σε φυσικούς νόμους και σε κοινωνική ευταξία, ένας συνδυασμός κατ’ εξοχήν οξύμωρος.

Το ίδιο αναγκαστικά θα συνέβαινε όταν η Πάολα, σε συνέντευξή της σε κυριακάτικη εφημερίδα, έκανε την εξής δήλωση για τον Στέλιο Καζαντζίδη: “Ο Καζαντζίδης, που είναι η μεγαλύτερη φωνή από όλες, τραγουδούσε 40 τραγούδια για τον πόνο και άλλα τόσα για τη μετανάστευση. Δεν αρκούσε να πει δυο-τρία για το κάθε θέμα; Άρα, ζητούσε και του έγραφαν τραγούδια γι’ αυτά. Άρα τα εκμεταλλευόταν. Έκανε κατάχρηση στον πόνο, στην απονιά, στην αδικία. Ο Μανώλης Αγγελόπουλος δεν το έκανε ποτέ αυτό. Μακάρι να τον είχα γνωρίσει. Οι παλιοί μετρ στα μαγαζιά που τραγουδούσα και η μητέρα μου, μου λένε ότι του μοιάζω πολύ”.

Η Πάολα, που σε πιο νεαρή ηλικία είχε πέσει θύμα παρομοιώσεων με συγκεκριμένο είδος του ζωικού βασιλείου, έχει αντιστρέψει κάπως τη συγκεκριμένη εις βάρος της κατάσταση. Στο αυτί του αμύητου, η φωνή της είναι λαϊκή και η συγκεκριμένη ικανότητα την κάνει να θυμίζει παλιές ερμηνεύτριες, περισσότερο από τραγουδίστριες. Αυτό αποδείχθηκε και στην τηλεοπτική εκπομπή που ερμήνευσε το ‘Ένας ευαίσθητος ληστής’ του Μάνου Χατζιδάκι. Μία στιγμή που έγινε viral στους κόλπους των ‘ποιοτικών’ περισσότερο από ό,τι δόνησε το λαϊκό αίσθημα. Συμπεριφερόμενοι δημοσιογραφικά, οι ‘έντεχνοι’ ανέσυραν μία ιστορία που ο μέσος θεατής και ακροατής δεν θα ήξερε καν ότι έχει συμβεί ή, εν πάση περιπτώσει, ότι είναι συζητήσιμο σε βαθμό που να χωράει υπαρξιακά ζητήματα που αφορούν στην παιδεία και άλλα φιλοσοφικά φληναφήματα, που επισείουν ατέρμονες συζητήσεις. Βεβαίως, Μάνο Χατζιδάκι έχει τραγουδήσει ο πάσα εις. Το πρόβλημα ήταν τι Χατζιδάκι τραγουδούσε: Αν ήταν τα ‘Παιδιά του Πειραιά’ ή το ‘Έχω ένα μυστικό’ δεν θα δημιουργούνταν ζήτημα. Το πρόβλημα έγκειτο στη λυρικότητα του Χατζιδάκι και όχι στον ίδιο το συνθέτη, ο οποίος, με έντονο το στοιχείο της λαϊκότητας, αποδομούσε την πνευματική ελίτ.

 

Η ‘καζαντζίδεια’ θεωρία, βεβαίως, μοιάζει λίγο πιο σημαντική. Εκ πρώτης όψεως, προσβάλλει το λαϊκό αίσθημα και ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας αυτού του τόπου. Ο Καζαντζίδης ήταν η φωνή που υπενθύμιζε στους γκάσταρμπαϊτερ, τους Έλληνες που μετανάστευαν στο εξωτερικό για να μη λιμοκτονήσουν τόσο εκείνοι όσο και οι οικογένειές τους, τόσο τις ρίζες τους όσο και τη λύπη ή μάλλον τη βαθιά θλίψη, για το γεγονός ότι βρίσκονταν σε μία πατρίδα η οποία πεινούσε και που κυνηγούσε τα παιδιά της, με τη μάστιγα του εμφύλιου πολέμου να την καταδιώκει ως μέρος ενός παράλογου γονιδιακού σπειρώματος (ή μίας στατιστικής κατηγορίας), το οποίο αναφέρει ότι νομοτελειακά ό,τι αφήνει ένας πόλεμος ήταν ενδοοικογενειακές συγκρούσεις. Αυτή η βαθιά θλίψη αποτυπωνόταν στους αναστεναγμούς που άφηνε η βραχώδης φωνή του Στέλιου Καζαντζίδη, μία φωνή που το κινηματογραφικό ισοδύναμό της θα μπορούσε να είναι το τρανταχτό γέλιο του Άντονι Κουίν, ειδικά στον ‘Αλέξη Ζορμπά’.

Η Πάολα δεν είχε τύχη με αυτό. Από την αρχή οι επικρίσεις προς τη δήλωσή της ήταν πολλές. Η Καίτη Γκρέυ δήλωσε ότι “ό,τι και να κάνουν οι καινούργιες δεν μπορούν να φτάσουν τα δικά μας τραγούδια”, σε καθημερινή εφημερίδα ποικίλης ύλης. Επίσης τηλεοπτικά την αποκάλεσε ‘χαζή, πολύ χαζή’ και είπε ότι “είχε πολύ θράσος να πει ότι ο Καζαντζίδης εκμεταλλεύτηκε τους ξενιτεμένους”. Ο Παναγιώτης Ψωμιάδης τόνισε τηλεοπτικά ότι, αν την είχε κοντά του, θα τη ρωτούσε “τι πίνεις κορίτσι μου;”. Ο Γιώργος Πάλλας, φίλος του αείμνηστου Στέλιου Καζαντζίδη, είπε ότι “ο Στέλιος είναι η Ρωμιοσύνη και τα έβαλε με τη Ρωμιοσύνη”.

Τρεις διάσημοι ‘απάντησαν’ στην Πάολα για κάτι που, όμως, δεν είπε. Διότι δεν προκύπτει από κάπου ότι όντως η Πάολα αμφισβήτησε την ποιότητα των παλιών τραγουδιών ή ότι τα έβαλε με τον Καζαντζίδη. Ακόμα και αν το τελευταίο είναι αμφιλεγόμενο, επειδή προέβη σε σύγκριση με τον Μανώλη Αγγελόπουλο, για τον οποίο, δοθείσης της ευκαιρίας, εξέφρασε το θαυμασμό της,

Ας μείνει κάποιος στον κανόνα: Δηλαδή τι είπε η Πάολα και όχι τι καταλαβαίνουμε ότι είπε ή τι εννοούσε. Εκτός αν γνωρίζεις προσωπικά την τραγουδίστρια, δεν μπορείς να είσαι σίγουρος ότι εννοούσε κάτι διαφορετικό από ό,τι είπε, οπότε αυτό που είπε πρέπει να είναι αυτό που εννοούσε.

“Ο Καζαντζίδης, που είναι η μεγαλύτερη φωνή από όλες, τραγουδούσε 40 τραγούδια για τον πόνο και άλλα τόσα για τη μετανάστευση”.

 

Στη δευτερεύουσα πρόταση έρχεται η, προφανώς πολύ λογική, παραδοχή ότι ο Καζαντζίδης είχε την πιο σημαίνουσα φωνή στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Στην κύρια πρόταση αναφέρει ότι είπε 40 τραγούδια για τη μετανάστευση. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα users.sch.gr, που περιέχει υλικό προφανώς ισχυρού ακροατή ο οποίος, εκτός της μουσικής, πιθανότατα έχει ιστορία να διηγηθεί για την ξενιτιά, ο Καζαντζίδης είπε 37 διαφορετικά τραγούδια για τη μετανάστευση. Στα 11 εξ αυτών έχει γράψει τη μουσική ή τους στίχους. Αναλυτικά:

– Απόψε, μάνα, σε συλλογιέμαι (με Μαρινέλλα)

– Το ψωμί της ξενιτιάς

– Ανάθεμά σε ξενιτιά (μουσική-στίχοι)

– Από μικρός στην ξενιτιά (μουσική, με Βούλα Γκίκα)

– Βαρέθηκα τα ξένα (μουσική)

– Δε με θαμπώνουν οι ουρανοξύστες

– Γράμμα σου στέλνω, μάνα μου (μουσική)

– Δύο πατρίδες

– Είναι φριχτό να μένεις μόνος (μουσική-στίχοι)

– Έλα, μάνα, να με δεις (μουσική)

– Ένα πιάτο άδειο στο τραπέζι

– Η φυλακή και η ξενιτιά (με Καίτη Γκρέυ)

– Η φωτογραφία (Μια μάνα κλαίει)

– Ήπια της πίκρας τα ποτήρια (μουσική)

– Θα φύγω μάνα, δεν μπορώ 

– Κι αν ξενιτεύτηκες (μουσική)

– Μες στα έρημα τα ξένα (μουσική)

– Ξημέρωσε στις λαγκαδιές 

– Ο ξενιτεμένος πατέρας

– Όταν βραδιάζει στην ξενιτιά

– Παναγιά μου χρυσή (μουσική)

– Παπούτσι από τον τόπο σου 

– Σε ξένη χώρα μόνος (με Μαρινέλλα) 

– Σκοτεινιασμένε ουρανέ

– Το τρένο Γερμανίας-Αθηνών (στίχοι) 

– Στις φάμπρικες της Γερμανίας 

– Στις φάμπρικες της ξενιτιάς 

– Ο γυρισμός του μετανάστη 

– Της νύχτας ο διαβάτης (με Μαρινέλλα) 

– Το διαβατήριο

– Το παιδί μου περιμένω (με Μαρινέλλα)

– Το παράπονο του μετανάστη 

– Τρεις αγάπες

– Φεύγει το καράβι 

– Φεύγω, μανούλα μου γλυκιά

– Φεύγω με πίκρα στα ξένα (με Μαρινέλλα) 

– Μετανάστης 

Μέχρι εδώ καλά. Δεν είναι 40, όπως ένας έφηβος Γιάννης είναι Γιαννάκης μέχρι να βρεθεί το κορίτσι που θα τον κάνει άντρα.

“Δεν αρκούσε να πει δυο-τρία για το κάθε θέμα; Άρα, ζητούσε και του έγραφαν τραγούδια γι’ αυτά. Άρα τα εκμεταλλευόταν. Έκανε κατάχρηση στον πόνο, στην απονιά, στην αδικία”.

Τώρα, αυτή η απάντηση είναι λίγο πιο σύνθετη. Η Πάολα αναρωτιέται αν αρκούσε να πει δυο-τρία τραγούδια για τη μετανάστευση. Αυτό πρέπει να αποδοθεί στο χάσμα γενεών. Ο Καζαντζίδης ήταν ο τραγουδιστής του πόνου και τα τραγούδια που είπε, είτε επρόκειτο για δικές του ιδέες είτε για άλλους στιχουργούς και μουσικούς, έπρεπε να είναι του πόνου. Ουσιαστικά, με βάση το πρώιμο παρελθόν, τη ‘Μαντουμπάλα’ (έστω και αν έκανε ρεκόρ πωλήσεων για την εποχή) και την ‘Μπουκουβάλα’, επί παραδείγματι, πρέπει να παραδεχθεί κάποιος- έστω και αν είναι σιωπηλά- ότι ο πόνος σε συνδυασμό με την εποχή, που το επέτρεπε, δεν του έδωσε απλώς την ώθηση που επιζητούσε στην καριέρα του, αλλά μία θέση (και μάλιστα εξασφαλισμένη από πολύ νωρίς) στην ελληνική πολιτιστική μυθολογία.

Και αφού επίσης είναι σχεδόν βέβαιο ότι ζητούσε να του τα γράφουν ή τα έγραφε ο ίδιος, το σημαίνον σημείο της συνέντευξης είναι το αμέσως επόμενο. Το “άρα τα εκμεταλλευόταν, έκανε κατάχρηση στον πόνο, στην απονιά, στην αδικία”.

Εκμεταλλεύομαι. Ρήμα σύνθετο, από την πρόθεση εκ και το ουσιαστικό μέταλλο. Χρησιμοποιώ πλουτοφόρα πηγή για να αντλήσω κέρδος. Δηλαδή παίρνω το μέταλλο, όπου το βρω και του αλλάζω τον αδόξαστο. Σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, ο τελευταίος επαγγελματίας τραγουδιστής που έκανε κάτι για την ψυχή της μάνας του ήταν ο Αττίκ, που δεν ήταν επαγγελματίας τραγουδιστής. Από τη στιγμή που ο Καζαντζίδης πληρωνόταν τα δικαιώματα των τραγουδιών και από τη στιγμή που είτε ο ίδιος είτε ο κόσμος επιζητούσαν να ακούνε νέα τραγούδια για την ξενιτιά και τον καημό του ξενιτεμένου και από τη στιγμή που έκανε περιοδείες τις οποίες πιθανώς πληρωνόταν αδρά, ώστε να βρεθεί στη Γερμανία ή όπου υπήρχαν Έλληνες, ε, η χρήση του ρήματος πρέπει να θεωρείται δόκιμη. Όπως και ότι έκανε κατάχρηση στον πόνο, την απονιά και την αδικία. Η Πάολα εδώ μπορεί να υπερβάλλει, παρ’ όλα αυτά, ακόμα και αν συνέβη με τις ευχές όλων, 37 τραγούδια για την ξενιτιά είναι τρεις γεμάτοι δίσκοι.

Έπειτα είπε ότι ο Μανώλης Αγγελόπουλος δεν το έκανε αυτό. Είναι βέβαιο ότι ούσα στην ίδια φυλή, τα ακούσματά της πρέπει να έχουν να κάνουν με τον Αγγελόπουλο, που οι Ρομά της Ελλάδας λατρεύουν. Ο Αγγελόπουλος, βεβαίως, με τον Καζαντζίδη να έχει προλάβει την πρωτοκαθεδρία στο είδος των τραγουδιών για την ξενιτιά όταν ο ίδιος ήταν νεαρός, δεν μπορούσε να το κάνει, πέρα από το αν το ήθελε ή όχι.

Εν κατακλείδι, η Πάολα δεν είπε κάτι υπερβολικό. Ακόμα και αν υπήρξε επικριτική, δεν μπορούμε να αναγνωρίζουμε, αυτό μπορεί (και παίζεται) να το καταλάβει μόνο ο δημοσιογράφος που κάνει την απομαγνητοφώνηση και γράφει την ατάκα όπως ακριβώς ειπώθηκε

Και ασφαλώς, από το μύθο του Καζαντζίδη δεν αφαιρεί κάτι, διότι δεν πρόκειται για αποκάλυψη αλλά για ένα συμπέρασμα, που τα στοιχεία δείχνουν ότι είναι επιχειρηματολογικά δομημένο. Πολύ πιο δομημένο από το “τι πίνεις κορίτσι μου;”, από το “έχεις θράσος” και από το “τα έβαλες με τη Ρωμιοσύνη”. Τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Καζαντζίδης εκμεταλλεύτηκε το θέμα της ξενιτιάς, χωρίς αυτό να είναι αρνητικό ή αξιόποινο, χωρίς να σημαίνει δεν έπρεπε να το κάνει. Όπως ο Έντισον εκμεταλλεύτηκε τον Τέσλα, ο Αστέρ τη Ρότζερς, ο Τζόρνταν τον Πίπεν, ο Μπράντο τη Λι, ο Ντε Νίρο τον Σκορσέζε και τανάπαλιν, η Αλίκη την Τζένη, ο Αϊνστάιν τους άσημους επιστήμονες που του έδωσαν την πηγή, ο Φρόιντ τον Γιουνγκ και το αντίθετο, όπως η Τέχνη εκμεταλλεύεται τη Ζωή και το αντίθετο.

Το έκανε, παραμένει θρύλος, τα τραγούδια του μιλάνε στις καρδιές όλων, με όποιον τρόπο κι αν αυτό έγινε, όποιο και αν ήταν το προσωπικό κίνητρο. Ο Καζαντζίδης βρέθηκε στο κατάλληλο σημείο την κατάλληλη στιγμή, με τον ίδιο τρόπο, αν θέλετε, που οι διαστάσεις μαζί με τον χρόνο βρήκαν επίσης τον κατάλληλο άνθρωπο με τις χορδές που προορίζονταν για να κάνουν ανθρώπους που βρίσκονταν μίλια μακριά να κλαίνε σαν μικρά παιδιά. Δεν του χαρίστηκε κάτι, εκτός από μία ευκαιρία. Που την πήρε και την εκμεταλλεύτηκε- και τώρα η χρήση του ίδιου ρήματος μοιάζει λίγο πιο σύννομη.