OPINIONS

Συνεχίστε ό,τι κάνατε, το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν θα αλλάξει ποτέ

Αρκούσε το ολέθριο λάθος του Ντεγκρά  για να μας προσφέρει το reality check που χρειαζόμασταν.

Η πικρή αλήθεια είναι ότι τα πράγματα κατά τη διάρκεια της πρώτης αγωνιστικής κυλούσαν υπερβολικά ομαλά για να είναι ελληνικά. Δεν ήταν Super League αυτή, όχι αυτή που γνωρίσαμε κι αγαπήσαμε τουλάχιστον.

Ούτε γκρίνια για διαιτησία, ούτε επεισόδια, ούτε απειλές, ούτε καν κακό θέαμα. Όλοι οι μεγάλοι νίκησαν, οι φίλαθλοι έχουν πειστεί απ’ τους δημοσιογράφους ότι έχουν ομαδάρες κι είναι όλοι φαβορί για το πρωτάθλημα κι η ζωή ήταν έτοιμη να συνεχιστεί μέσα σε κλίμα ευφορίας κι ικανοποίησης με τον τίτλο “άργησε άλλα τελικά άξιζε” να μοιάζει ο ιδανικός για να χαρακτηρίσει την πρώτη αγωνιστική της νέας σεζόν. Α, συγγνώμη, την τρίτη αγωνιστική εννοώ, αλλά ας μην κολλάμε τώρα σε λεπτομέρειες.

Πάνω λοιπόν που ετοιμαζόμασταν να πούμε “Ευρώπη γίναμε”, ήρθε η Λάρισα να μας επαναφέρει στην μίζερη ελληνική πραγματικότητα και να μας θυμίσει πού ζούμε και ποιο πρωτάθλημα παρακολουθούμε, στο απαραίτητο reality check της Δευτέρας.

Πρωταγωνιστής, στην πρώτη πράξη του δράματος, ο Ματίας Ντεγκρά. Ο Αργεντίνος έκανε πράγματι μια μυθική γκάφα, που στέρησε στην ομάδα του δύο βαθμούς στην πρεμιέρα της Super League. Χωρίς λόγο διπλή ντρίπλα(!) στον Περόνε, εκτός περιοχής, χωρίς καν τρομερή πίεση.

 

Θα καταλάβαινα απόλυτα αν ο Άγγελος Αναστασιάδης τον κατσάδιαζε στα αποδυτήρια, κεκλεισμένων φυσικά των θυρών, για το τραγικό σφάλμα του. Θα δεχόμουν στο επόμενο παιχνίδι να τον άφηνε στον πάγκο για παραδειγματισμό, ίσως και να τον άφηνε εκτός αποστολής. Το πώς θα επιλέξει άλλωστε ο προπονητής, να διαχειριστεί αγωνιστικά και πειθαρχικά τους παίκτες του, είναι αποκλειστικά δικό του δικαίωμα, όσο αυτό μένει μέσα στα στεγανά του οργανισμού.

Δεν μπορώ όμως, ούτε να καταλάβω, ούτε πολύ περισσότερο να δεχτώ, το θέατρο του παραλόγου που ακολούθησε. Με τον Αλέξη Κούγια να περιμένει στη φυσούνα τον ποδοσφαιριστή, έναν επαγγελματία αθλητή, για να τον τραμπουκίσει και να τον χαστουκίσει(!) για ένα λάθος που έκανε μέσα στον αγωνιστικό χώρο.

Με τον προπονητή, ο οποίος θεωρητικά πρέπει να στέκεται σαν ασπίδα απέναντι σε όλους τους παίκτες του, στα εύκολα και τα δύσκολα, να τον ‘τελειώνει’ απ’ τη συνέντευξη τύπου κιόλας. Και ποιον προπονητή έτσι; Τον Άγγελο Αναστασιάδη, έναν έμπειρο προπονητή, με πυγμή, προσωπικότητα και αν μη τι άλλο μια υπερβολική πίστη στο Θεό, που μπορεί στα μάτια των περισσοτέρων να τον κάνει να μοιάζει γραφικό, ταυτόχρονα όμως δημιουργεί προσδοκίες και για μεγαλύτερη ανοχή στο λάθος κι ευκολότερη συγχώρεση.

Κι όμως, λίγες μόλις ώρες μετά το τελικό σφύριγμα του διαιτητή, η Λάρισα έβγαλε επίσημη ανακοίνωση γνωστοποιώντας την λύση της συνεργασίας με τον ποδοσφαιριστή. Μέχρι και για την ακριβή ώρα που βγήκε το διαζύγιο μας ενημέρωσε, για να αποδείξει σε όλους μας με πόση σκληρότητα φέρθηκε σ’ έναν δικό της ποδοσφαιριστή που υπέπεσε σ’ ένα τραγικό λάθος.

Ας πάμε λίγο στην ουσία του θέματος. Αρχικά, από πότε ένα, έστω και πολύ χοντρό λάθος, είναι αρκετό για να στοιχίσει σ’ ένα επαγγελματία τη δουλειά του; Κι ας δεχτούμε ότι κάθε διοίκηση, είναι ελεύθερη να αγοράσει και να διώξει ποδοσφαιριστές κατά το δοκούν, όποτε κρίνει ότι δεν της κάνουν πλέον, αφού φυσικά πρώτα τους αποζημιώσει, όπως μπορεί να κάνει κάθε επιχείρηση.

 

Από πότε το κάθε αφεντικό μπορεί να τραμπουκίζει ελεύθερα έναν υπάλληλο, χαστουκίζοντάς τον σε κοινή θέα χωρίς την παραμικρή συνέπεια; Γιατί συγγνώμη, αλλά ήδη φτάσαμε Τρίτη μεσημέρι και δεν έχει καλέσει κανένας σε απολογία τον Αλέξη Κούγια για τη συμπεριφορά του, την οποία δεν έχει καταδικάσει ΚΑΝΕΝΑΣ, ούτε καν ο προπονητής του παίκτη, ο οποίος έσπευσε να διαλέξει πλευρά απ’ την πρώτη στιγμή.

Με λίγα λόγια, μετά από ένα λάθος, ένας παίκτης βρέθηκε χωρίς δουλειά, σκέφτεται σύμφωνα με τα ρεπορτάζ ακόμη και να σταματήσει το ποδόσφαιρο, κι όλα αυτά τα θεωρούμε φυσιολογικά, αφού τα αντιμετωπίζουμε με το συνηθισμένο και καθ’ όλα ελληνικό “έλα μωρέ, αυτά γίνονται”.

Όχι, σε καμία σοβαρή χώρα και σε κανένα σοβαρό πρωτάθλημα δεν γίνονται, τουλάχιστον δίχως συνέπειες. Ότι δεν είμαστε σοβαρή χώρα το ξέρουμε, δεν χρειάζεται το ποδόσφαιρο για να το διαπιστώσουμε. Το θέμα είναι αν θα κάνουμε κάποτε έστω και την παραμικρή προσπάθεια να σοβαρέψουμε. Με αυτά τα δείγματα, το θεωρώ απίθανο.

Μετά την ουσία, πάμε και σ’ αυτό που είμαι σίγουρος ότι σκέφτεσαι όσο με διαβάζεις, πιθανότατα το σκέφτεσαι ήδη από χθες το βράδυ. “Κι αν ο Ντεγρά ήταν στημένος;”

Αν ο Ντεγκρά ήταν στημένος, και στην ομάδα του ήταν χθες βράδυ τόσο βέβαιοι περί τούτου, ας τον καταγγείλουν στους αρμόδιους φορείς, ας παρουσιάσουν τα στοιχεία στον εισαγγελέα κι ας το πουν ανοιχτά για να τιμωρηθεί όπως του αρμόζει.

Με μισόλογα τύπου “όποιος κατάλαβε, κατάλαβε”, το μόνο που καταφέρνουν στη Λάρισα είναι να πλήξουν την υπόληψη ενός ποδοσφαιριστή, ο οποίος εκτός από άνεργος, πιθανόν να βρεθεί και με τη σκιά του στημένου να τον ακολουθεί, χωρίς την παραμικρή απόδειξη περί αυτού.

 

Επαναλαμβάνω, αν οι αποδείξεις υπάρχουν, ας παρουσιαστούν εκεί που πρέπει και τότε η κουβέντα θα αλλάξει, χωρίς φυσικά να δικαιολογήσει τους χθεσινοβραδινούς δημόσιους τραμπουκισμούς.

Μέχρι τότε, φοβάμαι ότι γίναμε μάρτυρες ενός ακόμη επεισοδίου στο σίριαλ “το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν θα αλλάξει ποτέ” με πρωταγωνιστές τους παράγοντες, τους προπονητές, τους παίκτες κι εμάς τους ίδιους. Άλλωστε το έρημο το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν κουβαλάει τίποτα περισσότερο παρά τις γενικότερες παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας.

Εκτός κι αν αύριο, στο πρώτο λάθος που θα κάνεις στη δουλειά σου, θεωρήσεις φυσιολογικό να έρθει το αφεντικό σου να σε τραμπουκίσει. Ελπίζω πως ποτέ και πουθενά δεν θα θεωρηθεί κάτι τέτοιο φυσιολογικό, αν κι αυτή η χώρα έχει ταλέντο στο να μας απογοητεύει διαρκώς.

Σε κάθε περίπτωση, το μόνο ασφαλές συμπέρασμα είναι ένα: το ελληνικό ποδόσφαιρο έχει πάρα πολύ δρόμο να διανύσει για να τολμήσει έστω και να αρθρώσει τη λέξη προηγμένο.