ORIGINALS

6 μικρά ανδρικά καλοκαιρινά δράματα

Το δωμάτιο που δεν ήταν αυτό που φαινόταν, το περπάτημα για την παραλία και άλλες τραγωδίες.

Αν αυτό το κείμενο γραφόταν από άντρα θα θεωρούνταν ένα μάτσο σεξιστικά κλισέ. Γράφεται όμως από γυναίκα. Που δεν θεωρεί εαυτόν κλισέ. Και αγαπάει πολύ τις άλλες γυναίκες. Αλλά έχει υποπέσει σε όλα τα παρακάτω στραβοπατήματα, τα οποία και βλέπει συχνά γύρω της. Επομένως, ως γυναίκα μπορώ να το γράψω και να δώσω στον καημένο τον Τάκη κάποια δίκια και μάλιστα δημόσια.

Υ.Γ. Σε όσα κείμενα έχω γράψει στη ζωή μου με πρωταγωνιστή έναν υποθετικό άντρα της διπλανής πόρτας, ο άντρας αυτός λέγεται Τάκης. Και η σύντροφός του Μαρία, έλαρεΜαρία και Μαράκι.

“Τάκη, τι ρούχα θα πάρεις μαζί στις διακοπές;”

 

Ό,τι και να απαντήσεις Τάκη μου θα είναι λάθος. Αν πεις “τίποτα, δυο μαγιό, τρία τισέρτ και μια βερμούδα” θα είσαι ο “Σαν τον λέτσο θα έρθεις; Είπαμε να χαλαρώσουμε, αλλά δεν θα είμαστε και σαν πρωτόγονοι. Και ποιος θα σου πλένει τις τρεις μπλούζες που θα πάρεις για δέκα μέρες; Ή μήπως δεν θα τις πλένεις; Κι άμα θέλουμε να βγούμε για ένα κοκτέιλ, με τι θα έρθεις, με τη σαγιονάρα; Κι αυτό το χαβανέζικο πουκάμισο τι στο αγόρασα; Για το γραφείο; Πάρ’ το μαζί”. Αν πεις παραπάνω από είκοσι κομμάτια θα είσαι η Μαρία Αντουανέτα, που “Που νομίζεις ότι πας, στη Μύκονο; (ακόμα κι αν όντως πας στη Μύκονο) Τι τα θες τα τέσσερα ζευγάρια παπούτσια και πόσα πια πουκάμισα θα φορέσεις, πάρε μόνο το χαβανέζικο που σου αγόρασα” (αυτό το πουκάμισο, που δεν είσαι και πολύ σίγουρος ότι θα θελήσεις να φορέσεις ποτέ, θα έρθει μαζί σου θες δεν θες φίλε Τάκη). Η ουσία είναι να πάρεις αρκετά, ώστε να κριθείς ευπαρουσίαστος μεν, αλλά να μην της πιάσεις πολύ χώρο στη βαλίτσα, ώστε να χωρέσουν οι τρεις διαφορετικές (αλλά ίδιες) σαγιονάρες της, με τις οποίες θα πάει για κοκτέιλ (γιατί αυτή είναι κορίτσι και στα κορίτσια η σαγιονάρα είναι άποψη, δεν είναι χυμαδιό). Και επίσης, μην τυχόν κι έχεις καμιά τρελή έμπνευση να πάρεις έξτρα βαλίτσα, γιατί ποιος θα κουβαλάει τη μεγάλη, τη βασική; Ή έστω και την έξτρα; Εσύ φίλε Τάκη, γιατί έχει σκαλιά, ανηφόρα, πλακόστρωτο, όλα τα παραπάνω. Πλας, γλιστράει η σαγιονάρα της.

“Τάκη, τι απαίσιο δωμάτιο είναι αυτό που έκλεισες, δεν φαινόταν έτσι στη φωτογραφία”

Το ότι έχει δει και η ίδια τη (τις) φωτογραφία(ες) από πριν δεν παίζει κανένα ρόλο. Γιατί εσύ, Τάκη, έπρεπε να την έχεις ψυλλιαστεί, να το έχεις καταλάβει, να ρωτήσεις τέλος πάντων αν η ντουζιέρα έχει κουρτίνα. Η αλήθεια μπορεί να είναι ότι την πατήσατε αμφότεροι. Αλλά επίσης η αλήθεια είναι ότι μόνο εσύ φταις. Κι όσο αυτή περιφέρεται μέσα στο δωμάτιο εν εξάλλω γιατί το μπάνιο είναι μαύρα χάλια, δεν έχει καν ραφάκι να βάλει τα σέρουμ της και η ντουλάπα μυρίζει κλεισούρα και δεν έχει κρεμάστρες και που θα κρεμάσει όλα της τα φορέματα, στους τοίχους; Επίσης, πως θα κοιμηθεί σε αυτό το κρεβάτι; Πως; Που το στρώμα είναι χειρότερο κι από αυτά που είχε δει στο Breaking Bad στις φυλακές. Δεν έχει σημασία αν ΚΑΙ εσύ θα ζήσεις στο ίδιο, μετριοχάλια δωμάτιο. Σημασία έχει ότι θα ζήσει αυτή εκεί μέσα για μια εβδομάδα. Και αν νομίζεις ότι είναι δύσκολο να ανοιγοκλείνεις τη βαλίτσα για να πάρεις ένα σώβρακο (προφανώς και δεν είχε χώρο και για τα δικά σου πράγματα στην ντουλαπίτσα-μια-σταλιά, οπότε η δική σου ντουλάπα είναι η βαλίτσα, η οποία την κάνει έξτρα έξαλλη γιατί είναι συνέχεια μέσα στη μέση), Τάκη μου, δοκίμασε να κρεμάσεις τέσσερα φορέματα σε μια κρεμάστρα.

“Τάκη, δεν έχει ελεύθερη ξαπλώστρα, εσύ που παρακοιμήθηκες βρες τώρα που θα κάτσουμε”

Δεν ξέρουμε αν είστε από τα ζευγάρια που ο άντρας περπατάει μπροστά σε απελπισία και η γυναίκα πίσω βρίζει ή από αυτά που η γυναίκα περπατάει μπροστά πετώντας με νεύρα άμμο με τις σαγιονάρες της και ο άντρας από πίσω προσπαθεί να την ηρεμήσει γιατί “θα βρούμε μια ξαπλώστρα ρε Μαράκι”, αλλά σίγουρα καταλαβαίνεις τι εννοούμε. Και καλά, να είναι κοινή απόφαση η καθυστερημένη άφιξη στη χοτ παραλία με τα 5 μπιτσόμπαρα και τις 600 -γεμάτες- ξαπλώστρες. Αν όμως Τάκη, όλα αυτά έγιναν γιατί ήθελες στις διακοπές σου να κοιμηθείς ως τις 10, μαύρο φίδι που σε έφαγε. Γιατί το Μαράκι είναι ήδη έξαλλο, η ώρα είναι ήδη 12 (έκανες και μισή ώρα να βρεις να παρκάρεις) και οι ελπίδες να βρείτε ξαπλώστρα λιγοστεύουν λεπτό με το λεπτό. Θα ακολουθήσει γερακίσιο mapping της παραλίας για τυχόν οικογένειες που φεύγουν ή για καμιά ξέμπαρκη ομπρέλα που είναι άδεια. Θα ακολουθήσει έξτρα καυγάς γιατί θα σου υποδείξει δυο free spots αλλά δεν θα είσαι αρκετά γρήγορος ή αρκετά αδίστακτος για να της τα εξασφαλίσεις. Και θα ακολουθήσουν “τι χρωστάω στη ζωή μου η γυναίκα” μούτρα, όταν τελικά βρεις μια μόνη της ξαπλώστρα κάτω από ένα ηχείο που παίζει Φουέγκο. Κι ενώ της την παραχωρήσεις ευγενικά και κάτσεις σαν αποπαίδι στην άμμο κάτω από το λιοπύρι, εκείνη θα κοιτάζει έξαλλη το ίνσταγκράμ της (και όσους ακολουθεί που είναι σε μια ερημική παραλία με κάποιο φουσκωτό) και θα βλαστημάει την τύχη της (εσένα δηλαδή). Η (προς στιγμή ανακουφιστική) ετυμηγορία της “να τη χέσω την ωραιότερη παραλία του νησιού, μια βλαχιά και μισή είναι, άμα ήθελα έμενα και στην Αθήνα” έρχεται και κουμπώνει γλυκά με την επόμενη ατάκα, που είναι η…

“Τάκη, μου είπαν για μια τέλεια ερημική παραλία που θέλει είκοσι λεπτά περπάτημα για να φτάσεις”

Μην τολμήσεις και πεις ότι βαριέσαι να περπατήσεις. Μην το διανοηθείς. Ούτε ότι “έλαρεΜαρία που θα σηκωθούμε 8 το πρωί να περπατήσουμε στην παραλία μην μας πιάσει η ζέστη”. Στην τελική, προτιμάς να ξαναρισκάρεις την πανωλεθρία της προαναφερθείσας χοτ παραλίας του νησιού; Αν προσπεράσεις τον πρώτο σκόπελο και πεις ναι εννοείται να πάμε, να σηκωθούμε όμως νωρίς, έχε το νου σου στους επόμενους. Στο μυαλό του Μαρακίου, η απόμακρη, ερημική παραλία έχει μια λογοτεχνική γοητεία ναυαγού σε ερημικό νησί. Που εσείς θα είστε μποέμ και μαυρισμένοι και με αλατισμένα beach waves (αυτή, γιατί εσύ δεν έχεις και τόση σημασία και ούτε μαυρίζεις, καίγεσαι, ούτε μπούκλες έχεις σαν τον Κρίστοφερ Άτκινς στη Γαλάζια Λίμνη -κάτι κροτάφους να έχεις με το συμπάθειο). Και θα βρείτε σκιά κάτω από ένα μεγάλο αλμυρίκι, και θα ρίξτε τις δυο πετσέτες σας και θα κοιμηθείτε αγκαλιά. Εραστές του καλοκαιριού φάση. Με το που εμφανίζεσαι ζαλωμένος με ομπρέλα, καρεκλάκι, ψυγειάκι, ήδη είσαι μικροαστός και χωρίς ένα κύτταρο coolness και περιπέτειας στο πετσί σου. Αφού επιχειρηματολογήσεις ότι π.χ. αν δεν βρείτε ελεύθερο αλμυρίκι θα καταλήξετε στο ιατρείο του νησιού με ηλίαση, το δέχεται με ξινίλα και ξεκαθάρισμα “πάρε ό,τι θες, αλλά εσύ θα τα κουβαλήσεις (λες και υπήρχε άλλη πιθανότητα), εγώ έχω ό,τι χρειάζομαι -ένα μπουκαλάκι νερό, ένα καπέλο και το βιβλίο μου (και πέντε αντηλιακά, δύο έξτρα μαγιό, μια βούρτσα και δυο κολιέ)”. Και ξεκινάτε. Και προφανώς δεν της τα είχαν πει καλά. Γιατί η απόσταση είναι καμιά ώρα, με τη μισή διαδρομή σε γκρεμούς και κατσάβραχα και το Μαράκι έξαλλο γιατί γλιστράνε οι σαγιονάρες και σου λέει να τη βοηθήσεις και κάνεις μια ώρα να την πιάσεις (ας μην κουβάλαγες καρεκλάκια, στο είπε). Τέλος πάντων φτάνετε. Προφανώς δεν είναι ούτε τόσο ερημική. Και τα (δύο) αλμυρίκια είναι πιασμένα. Στήνεις την ομπρέλα (όχι εδώ ρε Τάκη, φερ’ τη πιο μπροστά, όχι έτσι, λίγο πιο πλαγιαστή), στήνεις και το νοικοκυριό και κάθεσαι άρχοντας. Το Μαράκι, Μπρουκ Σιλντς με πείσμα για κανένα δεκάλεπτο ζει το Καρίμπιαν όνειρο. Μετά νταλιάζει, χώνεται κάτω από την ομπρέλα, όταν βουτάς θρονιάζεται στο καρεκλάκι σου, νιαουρίζει όταν ανοίγεις την κρύα μπίρα σου, οπότε της τη δίνεις, τρώει γλυκά κι αθώα τα δυο σου ροδάκινα, τα κριτσίνια και κάτι πατατάκια και τελικά κοιμάται σαν άγγελος στη σκιά. Το “μα τι ωραία περάσαμε σήμερα, αυτό είναι διακοπές” μπορεί και να μη σε βρει απολύτως σύμφωνο, δεδομένου του εγκαύματος στην πλάτη και του 38 που δείχνει το θερμόμετρο λόγω θερμοπληξίας, αλλά είσαι υπερβολικός και φιλάσθενος και τέλος πάντων τι προτιμάς, λίγη κούραση ή τους τακατούκες της χοτ παραλίας μέσα στα μούτρα σου;

“Τάκη, θέλω να κάνω ντους πριν πάμε στη Χώρα”

Το ντιλ ήταν να το πάτε σερί μετά το θαλασσινό μπάνιο, να δείτε κάπου από ψηλά ηλιοβασίλεμα και να φάτε ψαράκια. Το δικό της ντιλ. Αυτή ήθελε να ζήσει τη ρετρό ανεμελιά των διακοπών. Κάπου λίγο πριν φύγετε από την παραλία, αρχίζει και έχει αμφιβολίες. Δεν έχουν στεγνώσει ωραία τα μαλλιά της και έχει τσαλακωθεί το καφτάνι της. Οπότε σου λέει γλυκούλικα, “δεν περνάμε μία από το δωμάτιο να κάνουμε ένα γρήγορο ντουζάκι ίσα ίσα;”. Ξέχνα και το φαγητό και το ηλιοβασίλεμα και τη Χώρα. Εκτός αν είσαι κανένας αδαής που ακόμα νομίζει ότι το δικό του ντους και το ντους της Μαρίας είναι ένα και το αυτό. Θα μπουν ειδικά άφτερ σαν προϊόντα (και στη δική σου όμως πλάτη, γιατί σε φροντίζει), ειδικές μάσκες στο πρόσωπο, ειδικές μάσκες και ξεμπερδευτικά στα μαλλιά, θα αλλάξει πέντε διαφορετικά ατημέλητα looks νησιού και τελικά κατά τις 10 το βράδυ θα είναι πανέτοιμη για αθερίνα. Θα μου πεις, σιγά ΟΚ δεν ετοιμάστηκε και τα μεσάνυχτα. Και κάθε νησί έχει μια άφτερ ντίσκο. Ε, ας πάτε εκεί.

“Τάκη, θα με βγάλεις μια ωραία φωτογραφία;”

Η αρχή και το τέλος των διακοπών σου. Αν η Μαρία έχει σόσιαλ μίντια και δη ίνσταγκραμ, είσαι Instagram Ηusband και δέξου το. Θα σου δώσουμε μερικές μικρές συμβουλές επιβίωσης στα νέα σου καθήκοντα:

Δεν ξέρεις τίποτα. Δεν έχεις δική σου γνώμη. Δεν έχεις καν αισθητική. Δεν πρέπει να παίρνεις πρωτοβουλίες. Δεν πρέπει να νιώθεις μόνος ή να ντρέπεσαι που το κάνεις (όλοι το κάνουν, κοίτα γύρω σου). Το “δεν σε βγάζω” είναι απάντηση που μπορεί να ξεσηκώσει μεγαλύτερο πόλεμο κι από τη δολοφονία του Αρχιδούκα Φρανζ Φέρντιναντ. Όταν η Μαρία έρθει στο κέφι για ίνσταγκραμ ποστ γιατί την ενέπνευσε η ώρα και το σημείο (μια οποιαδήποτε παραλία, βραχάκι, εκκλησάκι, σοκάκι, αρκεί να νιώθει η ίδια όμορφη) πες ναι. Όταν σου πει “να εδώ θέλω να σταθώ και να με βγάλεις από εκεί” μην φέρεις αντιρρήσεις. Η μόνη αποδεκτή ένσταση είναι π.χ. να πρέπει να κρεμαστείς στο κενό σε κάποιον γκρεμό και να μην έχεις μαζί σχοινιά. Όλα τα άλλα εμπόδια είναι προσπελάσιμα. Πριν τη βγάλεις διακόσιες φωτογραφίες και της δώσεις το κινητό λέγοντας “έλα σίγουρα θα έχεις μια ωραία”, βγάλε δύο και δείξε της το αποτέλεσμα. Μπορεί να φαίνεται ένα πλαστικό μπουκάλι πεταμένο. Μπορεί το φως να μην είναι αυτό που φανταζόταν. Η θάλασσα να μη δείχνει αρκετά τιρκουάζ (και να μη δείξει ούτε με τα φίλτρα που θα βάλει). Μπορεί τα μαλλιά της να μην ανεμίζουν σωστά. Ή να έχεις σκύψει πέντε εκατοστά πιο χαμηλά από εκεί που σου είπε να κρατάς το κινητό και δείχνουν χοντρά τα χέρια της ή κοντά τα πόδια της και “‘έλεος δηλαδή πόσο δύσκολο είναι αυτό που σου ζήτησα”. Να ξέρεις, πως ακόμα κι όταν τα έχεις κάνεις όλα σωστά, ακόμα κι όταν έχεις ακολουθήσει κατά γράμμα τις οδηγίες που σου κραυγάζει (γιατί έχει αέρα, όχι γιατί έχει νεύρα) την ώρα της φωτογράφισης, ακόμα κι αν έχεις προσέξει όλες τις λεπτομέρειες που σου είπε (ναι, και το πιατάκι με τη φάβα στο τραπέζι), το αποτέλεσμα θα είναι απλώς ΟΚ, μεχ. Τύπου τέλος πάντων, άμα το φτιάξω με φίλτρα κάπως θα βλέπεται. Και τότε, να νιώσεις σαν Χέλμουτ Νιούτον, σαν Ρίτσαρντ Άβεντον, σαν Μπρους Γουέμπερ. Μέχρι την επόμενη στιγμή που θα νιώσει το Μαράκι την ανάγκη να μοιραστεί με τους φόλοουέρζ της τη μαγεία του Αδάμαντα στη Μήλο.

Είναι πιθανό διαβάζοντας αυτό το (υπερβολικό σε στιγμές για το αστείο της υπόθεσης) κείμενο, αν είσαι άντρας να ταυτιστείς ή να γελάσεις ή να νιώσεις τυχερός γιατί δεν σου συμβαίνουν τέτοια. Αν είσαι γυναίκα, να πεις τι λέει μωρέ αυτή, εγώ δεν είμαι έτσι (ειλικρινά μπράβο σου, εγώ είμαι συχνότερα από όσα θα ήθελα έτσι). Αν όμως είσαι γυναίκα και έχεις ένα, δύο ή όλα τα παραπάνω στραβά στις διακοπές και διαβάζοντάς το πεις “δεν θα το κάνω αυτό φέτος” έχουμε τουλάχιστον ένα ζευγάρι που θα κάνει καλύτερες διακοπές. Κι αυτό είναι νίκη.

Φωτογραφίες: Outnow.ch