Κωνσταντίνος Μπαντούνας
STAND-UP

Αγαπητοί κωμικοί, γιατί γελάμε με καμένα αστεία;

Στέλιος Ανατολίτης, Ήρα Κατσούδα, Αριστοτέλης Ρήγας, Γιώργος Χατζηπαύλου και Μιχάλης Σεβαστέρης αναμετρώνται με το μεγάλο μυστήριο της κωμωδίας.

Αν ήταν χειρονομία, θα ήταν το facepalm. Και αυτό είναι το μόνο που μπορείς να πεις με σιγουριά για τον όρο «καμένο» στην κωμωδία, που σχεδόν όλοι καταλαβαίνουμε τι μπορεί να σημαίνει αλλά αδυνατούμε να προσδιορίσουμε με αυστηρά κριτήρια.

Διότι ακριβής μετάφραση δεν υπάρχει – το bleak humor [που πλέον χρησιμοποιείται αντί του black humor (bleak σημαίνει θλιβερό)] είναι μόνο ένα μέρος από την πίτα αυτών των αστείων, των οποίων η ειδοποιός διαφορά είναι ότι φτάνουν τον εγκέφαλο «σε βαθμούς πυράκτωσης», για να ακολουθήσει το γέλιο σαν πυροσβεστήρας.

Και δεν είναι φαινόμενο των καιρών μας. Αυτή η παράδοση απαντάται τουλάχιστον από την εποχή που οι παρέες έλεγαν μεταξύ τους ανέκδοτα. Τα μακάβρια με την Αννούλα, ας πούμε, ήταν καμένα. Εκείνα τα ανέκδοτα που κρατούσαν 20 λεπτά, επίσης. Καμένα ήταν και τα σκετσάκια στα Σφηνάκια, τα twists που είχαν τα Εγκλήματα αλλά και η πιο αδικοχαμένη, κατά τη γνώμη μου, σειρά της ελληνικής τηλεόρασης, οι Άσφαιροι. Τι είναι που συνδέει όλα αυτά και άλλα τόσα παραδείγματα καμένου χιούμορ; Μάλλον, το εφέ του mind-blown.

Το θυμάμαι χαρακτηριστικά όταν είχα παρακολουθήσει ένα bit της Δήμητρας Νικητέα στο φεστιβάλ κωμωδίας στην Αθήνα: για ένα 10λεπτο έβλεπα ένα περίεργο κορίτσι, που είχε συσπάσεις από την αμηχανία, να πετάει σύντομα αστεία για το «μικρό πουλί» της. Και δεν είχε κάποιο πτηνό. Απλά είχε βγάλει ένα σερί, γράφοντας σαν να ήταν αγόρι. Ήταν από τις σπάνιες φορές που με έπιασε νευρικό γέλιο.

Για άλλους, τα πιο καμένα αστεία έχουν ακουστεί στις Pitatakes, για άλλους τα έχει πει ο Άγγελος Σπηλιόπουλος, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που stand up κωμικοί υπεράνω κάθε υποψίας πετάνε εμβόλιμα μια καμενιά στα σόου τους, σαν χειροβομβίδα. Ο Μιχάλης Μαθιουδάκης, ας πούμε, το κάνει συχνά. Το «νεράκι» που έλεγε και ξανάλεγε (για 10 συναπτά λεπτά) σε ένα παλιότερο σόλο του ήταν από τα πιο καμένα αστεία, κατά τη γνώμη μου. Σαν κοινωνικό πείραμα καμενιάς ήταν αυτό το πράγμα.

Και αφού έχουμε επαινέσει τη μισή σκηνή, πάμε να δώσουμε το μικρόφωνο στην άλλη μισή: Στέλιος Ανατολίτης, Ήρα Κατσούδα, Αριστοτέλης Ρήγας, Γιώργος Χατζηπαύλου και Μιχάλης Σεβαστέρης αποπειρώνται να λύσουν το μυστήριο. Αρχικά, τι είναι τα καμένα αστεία και μετά γιατί απολαμβάνουμε να γελάμε με αυτά; Είναι το junk food της κωμωδίας ή εκείνα τα αστεία που δοκιμάζουν περισσότερο τα όριά της;

Στέλιος Ανατολίτης: Σαν πρωινό εσπρεσάκι

Ο Στέλιος Ανατολίτης ετοιμάζεται για το Athens Comedy Festival (16-18 Σεπτεμβρίου), ενώ από τον αρχές Οκτωβρίου θα βρίσκεται στο θέατρο Αλάμπρα με την καινούργια παράσταση «Κανονική δουλειά».

«Κύλησε ο Ντέιντζερους και βρήκε το παπάκι».
«Το καλό το σαλιγκάρι ξέρει κι άλλον μονομάτη».

Αυτά τα δύο υπερ-καμένα punchlines (και όλη η σουρεάλ ιστορία που τα συνόδευε) έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στο πώς διαμορφώθηκαν ο δικός μου εγκέφαλος, όσο και της παρέας μου, απ’ όταν ήμασταν ακόμη σχολείο, εκεί στις τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Από τότε και μετά, ήταν λες κι έσκασε μια βόμβα στο κεφάλι μας και ψάχναμε να βρούμε ομόηχες λέξεις για να διαλύσουμε παροιμίες ή γνωμικά.

Είχε τόση πλάκα που θυμάμαι ότι για κανέναν μήνα αναζητούσαμε με μανία το πιο καμένο πράγμα που μπορεί να σκεφτεί ο ανθρώπινος νους. Ένας φίλος μου άρχισε να κατασκευάζει άχρηστα αντικείμενα, όπως το «αλεξίπυρο σπίρτο» και ο «μαύρος φωσφοριζέ μαρκαδόρος».

Χρόνια αργότερα, όταν ασχολήθηκα επαγγελματικά με την κωμωδία κι αναγκάστηκα να κάτσω να διαβάσω, έμαθα ότι ο εγκέφαλος μας είναι φτιαγμένος για να σε κλωτσάει με ρεύμα όταν αυτό που λαμβάνει περιλαμβάνει ακραίες αντιθέσεις. Και μια αντίδραση είναι το γέλιο.

Έχουν προταθεί πολλές θεωρίες γέλιου και κανείς δεν ξέρει ακριβώς τι ισχύει. Ωστόσο, έχουμε μια καλή εικόνα για τον μηχανισμό της έκπληξης. Και ξέρουμε ότι ο κάθε εγκέφαλος κουβαλάει μια διαφορετική προσωπικότητα, επομένως κλωτσάει κάθε φορά σε άλλου είδους αντιθέσεις.

Εγώ πιστεύω ότι απλώς είμαστε όλοι κρυφοκαμένοι και μας αρέσουν πολύ οι απενοχοποιημένες χαζομαρίτσες. Ένα καμένο αστείο, άλλωστε, σπανίως καταπιάνεται με κάτι σοβαρό. Είναι ελαφρύ και εύπεπτο, σαν πρωινό εσπρεσάκι.

Μερικές συχνές ερωτήσεις:

– Είναι κακό που δε μου αρέσουν τα καμμένα αστεία;
– Όχι.

– Είναι κακό που τα θεωρώ φτηνά;
– Ναι.

– Μα, εγώ το χιούμορ μου το θέλω έξυπνο.
– Υπάρχει χώρος για όλα.

– Κι αν ακούσω κάποια πολύ μεγάλη βλακεία και πάθω κάτι;
– Θα σε υποδεχτούμε στο κλαμπ μας.

Ήρα Κατσούδα: «Όταν οι εγκεφαλικοί νευρώνες κάνουν πάρτι»

Η Ήρα Κατσούδα από τον Νοέμβριο θα βρίσκεται στο Θέατρο Αλκμήνη με νέα παράσταση.

Αρχικά να πούμε ότι δεν μπορεί να δοθεί κάποιος ορισμός για το τι είναι καμένο. Εκτός από αυτά που αφήνουν πίσω τους οι πυρκαγιές. Όπου μέχρι και εκεί βέβαια έχουν υπάρξει ασυμφωνίες (βλέπε: Μυκήνες – κάηκαν, δεν κάηκαν, κάηκαν λίγο κοκ). Φαντάσου τώρα αυτό σε πλαίσιο αστείων, όπου το χιούμορ είναι πιο προσωπικό και από άρωμα. Απλά δεν βγαίνει άκρη.

Ο κάθε άνθρωπος έχει άλλες προσλαμβάνουσες, άλλα βιώματα οπότε γελάει με άλλα πράγματα, με αποτέλεσμα να έχει διαφορετική θεώρηση για το ποιο αστείο βρίσκει καμένο. Θέλω να πω και τον καλύτερο κωμικό του κόσμου να δείξεις στον πατέρα μου, θα βρει όλα τα αστεία ακαταλαβίστικα και καμένα, αλλά θα συνεχίσει να ξεκαρδίζεται με το «Τρύπια ήταν η κανάτα» κάθε φορά που τελειώνει κάποιο ποτό.

Παρόλα αυτά ό,τι και αν σημαίνουν αυτά τα αστεία για τον καθέναν, νομίζω ότι όλοι γελάμε με καμενιές. Και για να μην πείτε ότι γενικεύω, το διορθώνω και λέω ότι εγώ πάντως γελάω. Δεν έχω καταλήξει αν αυτό το γέλιο οφείλεται στην αμηχανία ως αποτέλεσμα κωμικής αποσυμπίεσης από την καΐλα που μόλις άκουσες, ή είναι κάτι πιο primitive που μας ακολουθεί μέσα στην όλη εξέλιξη μας και ταυτίζεται με εκείνο που μας κάνει να γελάμε όταν βλέπουμε μια καλή και αστεία τούμπα.

Ίσως και τίποτα από τα δύο και απλά εκείνη την ώρα οι εγκεφαλικοί νευρώνες μας κάνουν από μόνοι τους πάρτι. Στη δική μου περίπτωση νομίζω αυτό συμβαίνει. Πολλές φορές γελάω χωρίς να υπάρχει κάτι δομημένο σε αστείο. Για να καταλάβεις, με διασκεδάζουν άπειρα τα υποκοριστικά. Έτσι και πει κάποιος «πήγα στον γιατρό», θα τον ακούσω σοβαρή. Αν όμως πει «πήγα στον γιατρούλη», όποια και αν είναι η σοβαρότητα της κατάστασης, θα μου ξεφύγει ένα γελάκι. Θα μου πεις τώρα, ποιος λέει ότι πήγε στον «γιατρούλη». Ε, κι όμως, έχει ειπωθεί.

Κλείνοντας να πω πως εννοείται ότι έχω μερικά καμένα αστεία τα οποία και υπεραγαπώ (όχι υποκοριστικά μην ανησυχείτε, αυτά τα κρατάω για το σπίτι). Τώρα το αν θα τα πω στη σκηνή εξαρτάται από τον βαθμό εγκαύματος. Όχι τίποτε άλλο, κρίμα οι άνθρωποι.

Αριστοτέλης Ρήγας: «Πρέπει να υπερασπιστώ την τιμή των λογοπαιγνίων; Πρέπει»

Ο Αριστοτέλης Ρήγας ετοιμάζεται για το Athens Comedy Festival (16-18 Σεπτεμβρίου). Τον Νοέμβριο θα βρίσκεται στο Θέατρο Άβατον για τη δεύτερη σεζόν της παράστασης «Και το όνομα αυτού».

Γιατί γελάμε με καμένα αστεία; Σύντομη απάντηση: Γιατί όχι;

Μεγαλύτερη απάντηση: ΟΚ, η σύντομη απάντηση παραήταν. Κατ’ αρχάς, δεν μπορώ παρά να σχολιάσω το γεγονός ότι το να μου απευθύνεται προσωπικά αυτή η ερώτηση είναι οριακά προσβλητικό, έτσι; Είμαι εγώ δηλαδή αρμόδιος για να υπερασπιστώ την τιμή των λογοπαιγνίων; (Που είμαι.) Μήπως έχω και μια δεκαετία που λέω λογοπαίγνια σε παραστάσεις και προσπαθώ να τα απεμπλέξω από τη «ρετσινιά» του «αχα καλό ε»; (Που έχω.)

Τέλος πάντων. Τα «καμένα», λοιπόν, αστεία είναι αστεία που έχουν δύο χαρακτηριστικά: Είναι μεν αστεία, δηλαδή ο σκοπός τους είναι να προκαλέσουν το γέλιο, βάζουν όμως και το θεατή στη δυσάρεστη θέση να πρέπει να δουλέψει λίγο για να τα καταλάβει. Το αστείο ξεκινάει από κάπου, ο κωμικός κάνει μια απροσδόκητη στροφή και φτάνει κάπου αλλού, έτσι που το τελικό σημείο συνδέεται με την αφετηρία του αστείου αλλά με έναν μη προφανή τρόπο.

Όταν η μετάβαση είναι «ομαλή» και «προβλέψιμη», δεν υπάρχει έκπληξη άρα ούτε αστείο. Όταν η μετάβαση είναι εντελώς παράδοξη και μακροσκελής, το αστείο επίσης αποτυγχάνει, δεν είναι κατανοητό.

Τα λογοπαίγνια που λειτουργούν βρίσκονται ακριβώς στην κατάλληλη θέση του μηχανισμού που εγγυάται ότι ο θεατής ναι μεν θα κάνει ένα «κόπο» να τα αντιληφθεί, αλλά δε θα χρειαστεί να του κολλήσουμε και ένσημο.

Και στην περίπτωση που λειτουργήσει το αστείο, υπάρχουν δύο ειδών αντιδράσεις: Η μια είναι το γέλιο και η άλλη είναι το «γιατί το είπες αυτό τώρα μια χαρά περνούσαμε». Που και αυτή είναι θεμιτή αντίδραση γιατί ενισχύει τη σύνδεση του κοινού με τον κωμικό. Η οποία είναι σημαντικότερη από τα αστεία τα ίδια, στην τελική. Αυτό είναι η εμπειρία της παράστασης.

Αν δηλαδή άκουσες ένα αστείο που το κατάλαβες, το βρήκες έξυπνο και αντί να γελάσεις ενοχοποίησες τον εαυτό σου και έκανες γκριμάτσα αποδοκιμασίας (ενώ το χαμόγελο σοβεί κάτω από την επιφάνεια) επειδή είσαι «σοβαρός άνθρωπος», κάτσε και αναλογίσου το τι έχεις ψηφίσει κατά καιρούς.

Γιώργος Χατζηπαύλου: «Είναι το junk food της κωμωδίας»

Ο Γιώργος Χατζηπαύλου στις 29 Σεπτεμβρίου θα δοκιμάσει τα νέα κείμενα που έχει συγκεντρώσει με ένα Work in Progress στο Θέατρο Χυτήριο.

Γενικά κανείς δε λέει όχι στα καμένα αστεία και πάντα προκαλούν κάποια αντίδραση – από ένα καλό γέλιο μέχρι χαρακτηριστικές αποδοκιμασίες με φράσεις του τύπου «Πω… τι είπες τώρα…» και ταυτόχρονο facepalm. Σίγουρα πάντως δε μένουν ασχολίαστα και παρατηρείται μάλιστα το εξής: σε μια παρέα, όταν κάποιος πει ένα καμένο αστείο, ακολουθούν και οι άλλοι. Και ο στόχος είναι το επόμενο να είναι πιο καμένο. Μια τέτοια συζήτηση ξέρεις ότι έχει πάει εξαιρετικά καλά, όταν το ένα αστείο είναι χειρότερο από το άλλο.

Επίσης, ξέρεις ότι ένα αστείο είναι καμένο, όταν τη στιγμή που το σκέφτεσαι παράλληλα στο μυαλό σου «κατεβάζεις» τη λίστα με τους ανθρώπους στους οποίους μπορείς να το πεις χωρίς δεύτερη σκέψη. Το κλειστό γκρουπ που τα θεωρεί guilty pleasure.

Γιατί το απολαμβάνουμε όλο αυτό; Γιατί η έκπληξη υπάρχει τόσο στο set up όσο και στο punch line.

Η έκπληξη αποτελεί έναν βασικό μηχανισμό της κωμωδίας. Όταν ακούς κάτι που φαίνεται ότι πάει σε μια λογική κατεύθυνση αλλά τελικά πάει κάπου εντελώς απροσδόκητα, σε κάνει να γελάς. Τα καμένα αστεία δεν έχουν μόνο απροσδόκητη κατάληξη αλλά και απροσδόκητο set up. Και ξεκινάει όλες τις φορές με προειδοποίηση: «να σας πω ένα καμένο που άκουσα/σκέφτηκα…». Έτσι, βγάζεις από πάνω σου τις προσδοκίες εφόσον αν πάρεις το ΟΚ –που το παίρνεις πάντα, εννοείται– και οι άλλοι το ακούν πλέον με δική τους ευθύνη.

Προσωπικά, επειδή είμαι σε περίοδο που γράφω νέο υλικό κι ετοιμάζω παράσταση, είναι το διάστημα που απολαμβάνω περισσότερο αυτά τα αστεία. Ξεφεύγεις λίγο, είναι σαν να πηγαίνεις για junk food ενώ είσαι σε διατροφή.

Μιχάλης Σεβαστέρης: «Πάρα πολύ κακό ή πάρα πολύ καλό»

Ο Μιχάλης Σεβαστέρης επιστρέφει τον Οκτώβριο στο Λοσάντζελε με τη σόλο παράσταση «Είμαι Vegan».

Τα καμένα αστεία με κάνουν να νιώθω πολύ περίεργα όταν τα λέω και πληρώνομαι γι’ αυτά. Είναι σαν ο Steve Jobs να βγαίνει να παρουσιάζει την πιο χαζή εφεύρεση αλλά όλοι να χειροκροτάνε.

Το αστείο είναι ότι τα καμένα αστεία έχουν διαφορετικό φάσμα γέλιου. Ένα μέτριο κανονικό αστείο, ας πούμε, μπορεί να πάρει γέλιο, αλλά ένα μέτριο καμένο δε θα πάρει ποτέ. Ένα καμένο αστείο πρέπει να είναι είτε πάρα πολύ κακό ή πάρα πολύ καλό. Και πολλές φορές, αυτά τα δύο ταυτίζονται.

Τα καμένα αστεία είναι αυτά που σε κάνουν αυτόματα να σκεφτείς «…πωωω, τι είπε τώρα» – αλλά πάλι γελάς. Μετά από αρκετά καμένα αστεία, αυτή η σκέψη μετατρέπεται σε «…πωωω, τι δεν πάει καλά με ‘μένα».

Ένα από τα δικά μου που έχω αδυναμία είναι το: «Ο γιατρός μου άνοιξε το νεφρό με ψαλίδι αλλά ευτυχώς είχα πέτρα και κέρδισα». Κάτι που δε θα έλεγα σε καμία περίπτωση πριν μου κάνουν εγχείρηση. Για το καλό μου.

Τώρα που το σκέφτομαι, ίσως γελάμε με καμένα αστεία όπως καμιά φορά γελάμε όταν μας συμβεί κάτι πολύ κακό στη ζωή μας.