ORIGINALS

Είδος προς εξαφάνιση η σοκολάτα-Πάπαλα μέχρι το 2020

Αυτή η δυσοίωνη πρόβλεψη, ένεκα των πολλών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν τα κακαόδεντρα, είναι πολύ πικρή. Αλλά πέρα για αληθινή.

To σχετικό & φρέσκο αφιέρωμα του The Atlantic σχετικά με τα μύρια κακά της μοίρας τους που αντιμετωπίζουν αυτό το διάστημα τα ‘σοκολατοδάση’ του πλανήτη έρχεται να επιβεβαιώσει το τσουνάμι σχετικών δημοσιευμάτων που έσκασαν μαζικά μύτη στα τέλη του 2014.

Τότε δηλαδή που δύο από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες παραγωγής σοκολάτας στον κόσμο, η εταιρεία Barry Callebaut Group με έδρα την Ελβετία και η βρετανική Mars (σ.σ. συνολικά η ‘αξία’ της αγοράς σοκολάτας ανέρχεται σε 103 δις δολάρια ετησίως), βγήκαν ταυτόχρονα και άρχισαν να βαράνε τα κουδούνια -στον εθισμένο στη σοκολάτα πλανήτη- ότι η χρόνια αυξημένη ζήτηση για κακάο από τη μια και η συνεχιζόμενη έλλειψη του από την άλλη θα είχαν νομοτελειακά ως αποτέλεσμα η τιμή της να εκτοξευθεί στην στρατόσφαιρα.

Για να μην στο παίξω ‘δαιμόνιος ρεπόρτερ Πίκος Απίκος’ και μιλήσω για περιπτώσεις όπως του John Mason από το Nature Conservation Research Council, που έχει την έδρα του στη Γκάνα (βλέπε Δυτική Αφρική, εκεί που παράγεται το 70% της παγκόσμιας παραγωγής), ο οποίος, ήδη πίσω στο 2010, είχε προβλέψει ότι: «Η σοκολάτα θα γίνει τόσο σπάνια και ακριβή σαν το χαβιάρι. Ο μέσος άνθρωπος δεν θα μπορεί να την αγοράσει». (σ.σ. Εδώ η Heidi Klum μας επιδεικνύει πόσο χαρούμενους μας κάνει κάθε μπουκιά)

Όπως δηλαδή, στην τελική, συνέβαινε στο μεγαλύτερο μέρος της -διάρκειας 3.000 ετών- ιστορίας της. Ξεκινώντας από τότε που ο πρώτος Ινδιάνος Ολμέκ καλλιέργησε το κακαόδεντρο, το ‘δώρο των θεών προς τους ανθρώπους’. Πρώτα ως ρόφημα με πιπέρι και τσίλι και μεγαλύτερο φαν τον Μοντεζούμα που έπινε 50 κούπες την ημέρα. Συνεχίζοντας με τη 2η φάση, όταν το πήραν πρέφα οι Ισπανοί, έβαλαν μέσα ζάχαρη και βανίλια, και το έφεραν στην Ευρώπη. Και καταλήγοντας τον 20ο αιώνα, όταν και πήρε τη σημερινή μορφή (σ.σ. Το πρώτο κατάστημα άνοιξε στο Λονδίνο το 1657).

Η αλήθεια είναι ότι, παρότι κρυφο-chocoholic (η γυναίκα μου επιμένει να απορεί πως τελειώνουν τόσο γρήγορα οι σοκολάτες της κόρης μου), δεν έδωσα τότε καμία σημασία. Μου φάνηκε από τις γελοίες κινδυνολογικές προβλέψεις που ο χρόνος έρχεται και ξεφτιλίζει. Έλα όμως που, όπως συμβαίνει συνήθως, η αλήθεια είναι πιο σύνθετη. Και σαφώς πιο επώδυνη.

Ας ξεκινήσουμε από τη ζήτηση για κακάο, η οποία, από τη στιγμή που έχει μπει στο παιχνίδι η Κίνα και η Ινδία (ως καταναλωτές), συνεχίζει να αυξάνεται με γεωμετρικούς ρυθμούς. Τι σημαίνει πρακτικά αυτό, σύμφωνα με τους ειδικούς; Ότι σε επτά χρόνια θα χρειαστεί να ανακαλύψουμε από το πουθενά μια ακόμη Ακτή του Ελεφαντοστού, που είναι και η μεγαλύτερη παραγωγός κακάο παγκοσμίως. Κάτι που προφανώς δεν γίνεται.

Και όχι, αν αναρωτιέσαι, δεν γίνεται να παραχθεί το κακάο κάπου πιο ‘πολιτισμένα’ και οργανωμένα, αφού μιλάμε για ένα πολύ ευαίσθητο και ‘περίεργο’ φυτό που αναπτύσσεται μόνο γύρω από τον Ισημερινό (επίσης παίρνει χρόνια να ωριμάσει το δέντρο και οι καρποί μεγαλώνουν πάνω στον κορμό-κάτι που σημαίνει ότι τους κόβεις μόνο ‘χεράτα’ και όχι με μηχανήματα).

Ενώ και ότι προσπάθεια έχει γίνει μέχρι τώρα να το ‘πειράξουν’ γενετικά, έχει δυσμενή αποτελέσματα σε εκείνο που τελικά μετράει, δηλαδή τη γεύση. Όπως επίσης άθλια γεύση έχει το κακάο συγκεκριμένης -υποδεέστερης- ποικιλίας που χρησιμοποιούν οι αγρότες επειδή είναι πιο ανθεκτικό.

Από την άλλη η παραγωγή δεν είναι καθόλου, μα καθόλου εύκολο να μεγαλώσει. Όσα παιδιά και αν επιστρατευθούν ως ‘σκλάβοι’ (τα περισσότερα έχουν ουλές στα χέρια αφού κόβουν το σκληρό περίβλημα του καρπού με ματσέτες).

Ο λόγος; Κλιματική αλλαγή, ευαισθησία του φυτού στις ασθένειες (σε ποσοστά τύπου 33% το χρόνο) και, κυρίως, τα κάτω από 2 δολάρια την ημέρα που κερδίζουν κατά μέσο όρο οι εξαθλιωμένοι (και συνήθως άνω των 50 ετών) παραγωγοί που πρέπει, μέρα μπαίνει μέρα βγαίνει, να πάρουν την ματσέτα και να προσπαθούν να βγάλουν το μεροκάματο μέσα σε ένα δάσος από σκληροτράχηλα ‘σοκολατό-δεντρα’. Κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να στρέφονται μαζικά σε άλλες καλλιέργειες, όπως αυτή του φοινικέλαιου και του καουτσούκ.

Άρα, η πρόβλεψη για το τέλος της σοκολάτας (όπως την ξέρουμε) ως το 2020, στέκει σήμερα πιο πολύ από ποτέ. Μια αναπόφευκτη κατάσταση που εταιρίες αντιμετωπίζουν προσωρινά με το να προσθέτουν στη ‘συνταγή’ φρούτα, ξηρούς καρπούς, καραμέλες ή να προσπαθούν να στρέψουν το focus των καταναλωτών στις γκοφρέτες.

Όσο και να ακούγεται οξύμωρο, ο μοναδικός τρόπος να σώσουμε τη σοκολάτα που αγαπάμε (και να μην καταλήξουμε να τρώμε αηδίες) είναι να θέλουμε όντως να αυξηθεί η τιμή της. Να το απαιτήσουμε.Ώστε και οι αγρότες (μέσω fair trade φάσης) να πληρώνονται καλύτερα και να έχουν κίνητρο να συνεχίσουν να καλλιεργούν τις πιο αρχαίες & γευστικές ποικιλίες και οι εταιρίες να έχουν τη δυνατότητα να μας σερβίρουν καλύτερη ποιότητα. Με άλλα λόγια, αν σου αρέσει η σοκολάτα, άρχισε να ασχολείσαι λίγο παραπάνω με ποιος είναι αυτός που στην προσφέρει.