ORIGINALS

Η πρώτη μου φορά στο γήπεδο

Οι δημοσιογράφοι του Oneman αναπολούν την πρώτη φορά που πέρασαν ως φίλαθλοι τις θύρες ενός γηπέδου.

Δύσκολα ξεχνάς τις πρώτες σου φορές. Δεν είναι ανάγκη να πάει στο πονηρό η κουβέντα. Μπορεί αυτό να αφορά και την πρώτη σου ημέρα στο σχολείο, στον στρατό, την πρώτη φορά που μπήκες σε αεροπλάνο ή έπιασες στα χέρια σου τιμόνι.

Απ’ τις πιο σημαντικές στιγμές στη ζωή ενός ανθρώπου που αγαπά τα σπορ, είναι η πρώτη φορά που παρακολούθησε από κοντά την αγαπημένη του ομάδα. Ή τέλος πάντων, οποιαδήποτε ομάδα.

Οι δημοσιογράφοι του Oneman επιχειρούν ένα ταξίδι στο χρόνο και θυμούνται τη δική τους πρώτη φορά στο γήπεδο.

Παναθηναϊκός-Λάρισα στο ΟΑΚΑ στα μέσα του ’90 ο Γιώργος Μυλωνάς

Το ήξερες ότι αν πήγαινες αρκετή ώρα πριν από την έναρξη ενός αγώνα στο ΟΑΚΑ στα μέσα των 90’s, υπήρχαν ταξιθέτριες που σε συνόδευαν μέχρι τη θέση σου; Εγώ έμελλε να το μάθω την πρώτη φορά που πήγα στο γήπεδο. Ένα ηλιόλουστο κυριακάτικο μεσημέρι, ξεκινήσαμε με τον πατέρα μου με ταξί από Αμπελόκηπους για το ΟΑΚΑ. Φτάσαμε τόσο νωρίς στο γήπεδο, εξαιτίας ενός κολλήματος του πατέρα μου με το χρόνο, αλλά και του ότι είχαμε πληροφορηθεί λάθος την ώρα έναρξης του αγώνα, που δεν ήμασταν πάνω από είκοσι άτομα στο γήπεδο. Εκεί μας υποδέχτηκε μια κυρία και μας πήγε μέχρι την θέση μας στη Θύρα “9”. Ο μπαμπάς είχε θέμα με αυτή τη θύρα. Πίστευε ότι από πουθενά αλλού δεν μπορούσε να έχει καλή θέα. Το ματς δεν είχε τίποτα το συγκλονιστικό, αφού κερδίσαμε με 5-0 σε μια εποχή που Βάντσικ, Βαζέχα και Λούης Χριστοδούλου φορούσαν τη φανέλα του Παναθηναϊκού. Στα αξιοσημείωτα της ημέρας, πέρα από την ταξιθέτρια, ήταν τα σάντουιτς που φάγαμε σε μια στοά στην Ομόνοια. Με μπέικον, λουκάνικο και ντομάτα να βρέχει το σακουλάκι. Οι 5άρες-λόγω της χαμηλής δυναμικότητας αντιπάλους που επέλεγε ο πατέρας μου- και τα σάντουιτς σημάδεψαν τις πρώτες μου γηπεδικές αναμνήσεις.

Ολυμπιακός- Παναθηναϊκός μπάσκετ στο ΣΕΦ το 1994 (ίσως και 1995) ο Κωνσταντίνος Αμπατζής

 

Το έχω γράψει πολλές φορές, το άθλημα που με κράτησε και μου έδινε παρηγοριά όσο ήμουν μικρό παιδί ήταν το μπάσκετ. Βλέπεις στο ποδόσφαιρο ο Ολυμπιακός ζούσε τότε τα πέτρινα χρόνια του, παλεύοντας με οικονομικά προβλήματα και κακές επιλογές σε όλα τα πόστα. Στο μπάσκετ όμως, με τον Γιάννη Ιωαννίδη στον πάγκο, πήγαινε από πρωτάθλημα σε πρωτάθλημα, έχοντας μετατρέψει τον Παναθηναϊκό στον απόλυτο πελάτη. Ρόδα είναι και γυρίζει βλέπεις. Δεν θυμάμαι ακριβώς ποιας χρονιάς σειρά τελικών ήταν, πρέπει να ήταν είτε του 1994, είτε του 1995. Θυμάμαι όμως πως ήταν τρίτος τελικός, το σκορ ήταν στο 1-1 και το ΣΕΦ ήταν κατάμεστο. Είχαμε φτάσει στο γήπεδο με τον αδερφό μου, τον κολλητό μου τον Γιάννη και φυσικά τον πατέρα του, αρκετή ώρα πριν το τζάμπολ κι εγώ είχα μείνει να θαυμάζω την καυτή ατμόσφαιρα. Όταν ο αγώνας ξεκίνησε, θυμάμαι να πανηγυρίζω έξαλλα κάθε καλάθι μέχρι και την τελική επικράτηση, η οποία έφερε τη σειρά στο 2-1 και εμένα να χαμογελάω πλατιά, λόγω της νίκης αλλά κυρίως λόγω της εμπειρίας που είχα ζήσει. Στο δρόμο του γυρισμού έβγαλα το κασκόλ του Ολυμπιακού να ανεμίζει έξω απ’ το παράθυρο του αυτοκινήτου του πατέρα του Γιάννη και έφερνα στο μυαλό μου ξανά κάθε καλάθι, κάθε εικόνα που μου είχε κάνει εντύπωση. Παραπάνω από 20 χρόνια μετά, ετοιμάζομαι για ακόμη ένα βράδυ στο ΣΕΦ. Πλέον οδηγώ εγώ, δεν παίρνω μαζί μου κασκόλ και καταλαβαίνω περισσότερα. Ο ενθουσιασμός μου όμως είναι πάνω κάτω ο ίδιος.

Ολυμπιακός-Νάουσα στο Καραϊσκάκη το 1993, ο Ηλίας Αναστασιάδης

Είμαι δέκα χρονών, ΑΕΚ, και δεν έχω πάει ποτέ στο γήπεδο. Όλα, τα εκατοντάδες ματς που έχει δει πίσω από το τέρμα στο γήπεδο του Χαραυγιακού δεν μετράνε. Δεν είναι ‘πήγα γήπεδο’. Είναι βγήκα απ’ το σπίτι και πήγα να κάνω παρέα με τον φίλο μου τον Μήτσο. Το ένα μου σόι είναι γεμάτο Παναθηναϊκούς και το άλλο Ολυμπιακούς. (Έτσι συμβαίνουν τα παιδικά τραύματα). Ο μόνος θείος μου που πηγαίνει γήπεδο είναι άρρωστος Ολυμπιακός και μια Κυριακή με ψήνει να πάμε στο Καραϊσκάκη. Εγώ το Καραϊσκάκη το έχει δει μόνο από την τηλεόραση και από ένα λούνα παρκ λίγο πιο πέρα, που από την κορυφή της ρόδας μπορούσες να δεις το χορτάρι. Λέω ναι, γιατί ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΠΑΩ ΣΕ ΕΝΑ ΜΕΓΑΛΟ ΓΗΠΕΔΟ και με το που μπαίνουμε -στο ύψος της σέντρας ήταν οι θέσεις- σχεδόν βάζω τα κλάματα γιατί πιστεύω ότι μου ‘χει πει ψέματα. Το γήπεδο, οι διαστάσεις του τερέν δηλαδή, μου φαίνονται αδιανόητα μικρές. “Μα, στην τηλεόραση φαίνεται τεράστιο. Εδώ η απόσταση από τη σέντρα μέχρι το τέρμα είναι δυο βήματα”, διαμαρτύρομαι. Ο θείος μου γελάει, ο Ολυμπιακός ήδη προηγείται κι εγώ βλέπω μια γνώριμη φιγούρα στην επίθεση, τον μεγάλο Μπεν Κρίστενσεν. “Τι να πεις”, σκέφτομαι. “Δεν γίνεται να είναι συνωμοσία όλο αυτό”. Το βράδυ είδα τα στιγμιότυπα και το γήπεδο μου φαινόταν το ίδιο μεγάλο με πάντα. Σίγουρα κάποιος με κορόιδεψε.

ΑΕΚ-Άγιαξ το 1994, ο Πάνος Κοκκίνης

Με αυτό το μαράζι πέθανε ο πατέρας μου. Ότι δηλαδή, ενώ εκείνος είχε οργώσει, πίσω στα 60s, τα γήπεδα της Ευρώπης ακολουθώντας την ΑΕΚ παντού και πάντα, ο μοναχογιος του ήταν πάντοτε παντελώς αδιάφορος όσον αφορά τα γήπεδα, τις εξέδρες και οτιδήποτε δεν είχε να κάνει με βιβλία ή κινηματογράφο. Σκέψου ότι, με τον πατέρα μου, δεν πήγα ποτέ γήπεδο. Στον συγκεκριμένο αγώνα βρέθηκα με τον φίλο μου τον Χάρη. Δεν θυμάμαι γιατί με πήρε μαζί (μάλλον δεν μπορούσε κανένας άλλος). Δεν θυμάμαι καν το σκορ, παρά μόνο ότι, μετά το πρώτο γκολ που φάγαμε, και το οποίο δεν είδα γιατί κάτι άλλο είχε αποσπάσει την προσοχή μου, έψαχνα -συνηθισμένος από τον καναπέ- να βρω που θα δείξει το replay.

Ίκαρος- Πανσερραϊκός στο Μπάσκετ (μπορεί και π.Χ.) η Δώρα Τσαμπάζη

Εκεί στα εξωτικά Σέρρας, είχαμε το δικό μας τοπικό ντέρμπι που γινόταν χαμούλης και έπεφταν κορμιά, το Ίκαροι – Πανσερραϊκός για την Α2, αν δεν με απατά η μνήμη μου. Στο κλειστό δημοτικό στην Κοιλάδα των Σερρών, ήταν ενα κλασικό απόγευμα Κυριακής, πρέπει να ήμουν στη Δ’ δημοτικού. Όχι δεν πρόκειται να σας πω πότε πήγαινα Δ’ δημοτικού. Δεν θυμάμαι καν τι υποστήριζα σε αυτό το παιχνίδι.Οι Ίκαροι ήταν δυνατή ομάδα, και είχαν κάνει το μεγάλο τους όνομα εκείνη την εποχή, αλλά είχαν γίνει και μόδα, ενώ ο Πανσερραϊκός ήταν σταθερή αξία. Τελος πάντων, κάπως έτσι άρχισα να έχω ενδιαφέρον για το μπάσκετ και να παρακολουθώ χωρίς τα βαριέμαι τουλάχιστον τα 3 από τα 4 δεκάλεπτα.