ORIGINALS

Λεξιπλάστης ήταν ο πατέρας σου;

Ένας δημοσιογράφος του Oneman εξηγεί τι είναι αυτό που μας ωθεί στη διαρκή χρήση λογοπαιγνίων.

Αν δεν είχα τελειώσει ο ίδιος σχολή επικοινωνίας και ΜΜΕ, θα ορκιζόμουν ότι ένα από τα βασικά μαθήματα τα οποία παρακολουθούν οι εκκολαπτόμενοι δημοσιογράφοι είναι το “Εισαγωγή στα Λογοπαίγνια”, ακολουθούμενο από το “Πρακτικές Εφαρμογές των Λογοπαιγνιών στους Τίτλους”.

Παραδόξως, κατά τη διάρκεια των οκτώ εξαμήνων της φοίτησης, δεν βρήκα ούτε ένα τέτοιο μάθημα, ενώ αποδείχτηκε ότι ο Μάρκος Σεφερλής δεν κατέχει κάποια έδρα στη δημοσιογραφία.

Παρ’ όλα αυτά, η εμμονή με τη χρήση λογοπαιγνίων στους τίτλους είναι σίγουρα μεταδοτική και περνάει από τη μια γενιά δημοσιογράφων στην επόμενη. Ιδιαίτερα οι αθλητικοί δημοσιογράφοι μοιάζουν να ξοδεύουν περισσότερη ώρα προσπαθώντας να δημιουργήσουν τον τέλειο τίτλο, παρά για το ίδιο το ρεπορτάζ.

 

Μην ανησυχείς, αυτό το κείμενο δεν ήρθε να ταχθεί ενάντια στη μανία των λογοπαιγνίων. Θα ήταν τουλάχιστον υποκριτικό κάτι τέτοιο άλλωστε, αφού κι εμείς εδώ στο Oneman έχουμε χρησιμοποιήσει αυτή τη λύση ουκ ολίγες φορές, ενώ οι ευρηματικοί τίτλοι του Sport24 μας έχουν κάνει να γελάσουμε δυνατά. Το επετειακό αφιέρωμα για τα 10 χρόνια του αγαπημένου site θα σου θυμίσουν αρκετούς από αυτούς τους εξαιρετικούς τίτλους.

Το μόνο που θέλω είναι να απαντήσω με κάποιο τρόπο στο ερώτημα, “τι μας ωθεί τελικά στη λεξιπλασία;”.

Μεγαλώνοντας με τον Σεφερλή

 

Ο κορυφαίος Μάρκος Σεφερλής αξίζει σίγουρα μια σειρά κειμένων αφιερωμένα σε αυτόν. Μπορεί να μην σου αρέσει το εύκολο χιούμορ του, όμως δεν γίνεται να μην παραδεχτείς ότι έχει δημιουργήσει μια σχολή. Τη σχολή των ευφάνταστων τίτλων γύρω από ένα όνομα.

 

Κάτι που κακά τα ψέμματα κάνουν και οι περισσότεροι αθλητικοί και όχι μόνο συντάκτες. Αλλά θα έρθω σε λίγο σε αυτό, αξίζει να παραμείνουμε λίγο ακόμα στο κεφάλαιο “Σεφερλής”.

Όσο σαχλό κι αν τον βρίσκεις λοιπόν, δεν γίνεται να μην έχεις γελάσεις με κάποια από τα γλωσσοπλαστικά αστεία του. Εγώ τουλάχιστον, έχω γελάσει πολλές φορές. Κι ας ντρέπομαι λίγο τη στιγμή που γελάω. Κι ας ξέρω ότι μερικά κύτταρα του χιούμορ μου χάνονται για πάντα. Χαλάλι. Ο άνθρωπος έχει δημιουργήσει το δικό του είδος χιούμορ, το οποίο βρίσκει εφαρμογή σε πολλαπλά επίπεδα.

 

Η τάση της εποχής

Για κάποια χρόνια, το να κάνεις αστεία τύπου Σεφερλή, τα λεγόμενα “σεφερλικά”, ήταν κατακριτέο. Πλέον, έχει γίνει μια “meta” μόδα με επικές διαστάσεις. Εκτός των δημοσιογραφικών τίτλων, συναντάμε λογοπαίγνια παντού.

Στα ονόματα καφετεριών και εστιατορίων, σε σελίδες στο Facebook, στα αστεία μιας παρέας. Τα μαγαζιά ειδικότερα δίνουν ρέστα, επιδιδόμενα σε μια άτυπη κόντρα για τον πιο καμμένο τίτλο. “Γύρομπανκ”, “Μενού και φαντασία” και “Αντίπεινα” είναι μερικά μόνο από αυτά που έχω δει μπροστά μου και τα χειροκρότησα με ενθουσιασμό.

Είναι η ίδια μόδα που δημιούργησε μυθικά αστεία όπως αυτό:

 

Αλλά και αυτό:

 

Και φυσικά δεν πρόκειται μόνο για ελληνική τάση. Ας υποκλιθούμε όλοι σε αυτόν τον κύριο:

 

Αλλά ας μη ξεφεύγουμε. Το θέμα μας είναι η λεξιπλασία στους δημοσιογραφικούς τίτλους κι ήρθε η ώρα να αναφερθούμε και στα του οίκου μας. Όχι που θα μας άφηνα απ’ έξω. Αφού κι εμείς είμαστε μεγάλοι λογοπαιχνιδιάρηδες.

Τα του οίκου μας

 

Αρκετές φορές, ο αξιότιμος κύριος διευθυντής του Oneman, Χρήστος Χατζηιωάννου, φωνάζει τον Ηλία Αναστασιάδη και τον υπογράφοντα αναζητώντας βοήθεια για την εύρεση κάποιου τίτλου.

 

Όπως καταλαβαίνεις, αν ξαφνικά αρχίσω να κριτικάρω τη χρήση λογοπαιγνίων και το παίξω υπεράνω, θα γυρίσει το πληκτρολόγιο να με χτυπήσει και θα έχει και εξαιρετικό (πληκτρο)λόγο (συγγνώμη).

Δεν ξέρω αν ευθύνεται ότι μεγαλώσαμε με Σεφερλή και σκεφτήκαμε μέσα σε λίγα λεπτά αυτούς τους τίτλους ή αν απλά έχουμε τόσο εύκολο και κακό χιούμορ. Μπορεί να φταίει ότι από μικροί διαβάζουμε αθλητικές εφημερίδες, οι οποίες παίζουν τέτοιους τίτλους στα δάχτυλα.

Σημασία έχει ότι όση ώρα αναζητούσαμε έναν τέτοιο τίτλο, περάσαμε καλά. Γελάσαμε, κοροϊδέψαμε ο ένας τον άλλο και τελικά βρήκαμε και αυτό που ψάχναμε. Άρα λοιπόν γιατί να κριτικάρω έναν συνάδελφό μου από το αθλητικό ρεπορτάζ που πιθανώς έκανε ακριβώς το ίδιο;

Έβγαλε μια ασίστ ο Πάρντο και αντί να πάει στην εύκολη λύση, έστυψε το κεφάλι του και κατέληξε στο “Πάρντο-Βάλτο”. Γιατί να μην το επικροτήσω αυτό; Τι με ενοχλεί που το κούρασε λίγο παραπάνω, φώναξε πιθανότατα έναν συνάδελφο να καυλαντίσουν και τελικά κατέληξε σε κάτι αστείο και πρωτότυπο;

Άλλωστε κάπως έτσι προέκυψαν τα (drumroll):

Games Of Throne

………

Το backflip κράτησε μια μέρα

Εμπρός, Mars!

Δεν πρόκειται λοιπόν να αρχίσω να κοροϊδεύω αυτό που κάνουμε εμείς οι ίδιοι και φυσικά πρώτος απ’ όλους εγώ.

Η απρόσμενη αγάπη για τα λογοπαίγνια

Πως τα φέρνει όμως η ζωή. Από εκεί που σκεφτόμουν να ξεκινήσω ένα κείμενο που θα κατακρίνει τη μανία των λογοπαιγνίων, βρέθηκα να προσπαθώ να τα εξηγήσω και κατέληξα να τα υπερασπίζομαι.

Πάντα, όταν βλέπω ένα αποτέλεσμα που μου δίνει τη σιγουριά ότι αυτοί που το παρήγαγαν διασκέδασαν μέχρι να φτάσουν εκεί, δεν μπορώ παρά να μην το σεβαστώ. Ένα καμμένο σενάριο ταινίας, ένα παράξενο τραγούδι, μια εκπομπή που βγάζει γέλιο, ακόμη κι αν εμένα δεν με εκφράζει το χιούμορ της, θα με κάνει πάντα να πω ότι “ζηλεύω αυτούς που το έφτιαξαν, πρέπει να πέρασαν γαμώ όσο το έγραφαν”.

Ε, κάπως έτσι νιώθω κι εγώ όταν βλέπω έναν καλοδουλεμένο τίτλο, με ένα έξυπνο λογοπαίγνιο. Αφού ο συντάκτης διασκεδάζει όταν το σκέφτεται, εμένα δεν μου πέφτει λόγος. Επίσης, όταν εγώ διασκεδάζω και γελάω προσπαθώντας να βρω έναν έξυπνο τίτλο, λίγο με νοιάζει αν κάποιος θα το σχολιάσει αρνητικά. Μου αρκεί που πέρασα καλά και έφτασα σε ένα αποτέλεσμα που εμένα με ικανοποιεί.

Σε τελική ανάλυση, από σεβασμό στον αναγνώστη γίνεται όλο αυτό, για να μην του προσφέρεις ακόμη έναν βαρετό, κοινότυπο και τετριμμένο τίτλο.

Η υπερ-βολική χρήση κάνει κακό

 

Ο Σεφερλής, η αίσθηση ότι έτσι πρέπει να γίνεται στη δημοσιογραφία, η γενικότερη μόδα των λογοπαιγνίων και η ανάγκη για το κάτι παραπάνω, μας έφεραν σε αυτό το σημείο.

Το κακό είναι ότι, όπως συμβαίνει και με όλα τα πράγματα σε αυτή τη ζωή, η υπερβολική χρήση μπορεί να καταστρέψει κάτι όμορφο. Δεν χρειάζεται να είναι όλοι οι τίτλοι ευρηματικοί και ψαγμένοι. Πολύ απλά γιατί δεν γίνεται να είναι όλοι οι τίτλοι ευρηματικοί και ψαγμένοι.

Θα είναι πολύ κρίμα, μερικοί μέτριοι τίτλοι λόγω έλλειψης έμπνευσης να καταδικάσουν και εκείνους τους πραγματικά ευρηματικούς τίτλους για τους οποίους αξίζεις όλα τα εύσημα του κόσμου. Αν δεν σου έρχεται κάτι έξυπνο έπειτα από κάποια λεπτά σκέψης, συμβιβάσου με έναν συμβατικό τίτλο.

Για κάθε “Μπουανανότε και καλή τύχη”, χρειάζονται και μερικά απλά και λιτά “Μαγικός Μπουανανότε” για να εκτιμήσεις και να αναδείξεις ακόμη περισσότερο τον ωραίο, τον δουλεμένο τίτλο με το μαγικό λογοπαίγνιο.

Επομένως, δεν μετανιώνω για κανένα λογοπαίγνιο που έχω χρησιμοποιήσει σε τίτλο μου, ακόμα κι όταν χρησιμοποιώ λογοπαίγνιο σε κείμενο για τα λογοπαίγνια. Αν όμως έρθει η μέρα που από τα 10 μου κείμενα, τα 9 περιέχουν κάποιο ευφυολόγημα στον τίτλο, μην διστάσεις να μου αφήσεις ένα διακριτικό σχόλιο για να με επαναφέρεις στην τάξη.

Η γνώμη του ειδικού

Ένα κείμενο για τα λογοπαίγνια θα ήταν ελλιπές, αν δεν περιελάμβανε και την τοποθέτηση του μετρ του είδους και δηλωμένο φαν τέτοιων λεκτικών κατασκευών, Στέφανο Τριαντάφυλλο.

Δικαιωματικά λοιπόν, το μικρόφωνο σε εκείνον για ένα δυναμικό κλείσιμο:

Η μούντζα από το fist-bump πρακτικά απέχει ελάχιστα. Πέντε κλειστά δάχτυλα. Τίποτα παραπάνω. Ουσιαστικά, όμως, η διαφορά είναι τεράστια. Όσο είναι το χάσμα μεταξύ ενός καλού τίτλου και ενός κακού τίτλου. Στο γραφείο σηκώνουμε τα χέρια συχνά. Είτε για το ένα , είτε για το άλλο. Εκτός αν είναι για παράδειγμα μια από εκείνες τις στιγμές. Που κάποιος πει κάτι μεγαλειώδες. Και επέλθει το χειροκρότημα. Ή το φατούρω.

Στο Sport24.gr μάθαμε την αρχαία τέχνη του λογοπαίγνιου από έναν γέρο μοναχό στη Σαϊτάμα. Μας είχε στείλει ο Σταύρος όταν είδε για δεύτερη φορά σε μια ημέρα τον τίτλο “… εσύ σούπερ σταρ” και αποφάσισε να λάβει τα μέτρα του. Καταλήξαμε σε ένα μικρό ιαπωνικό χωριό, σ’ ένα ντόζο εσωτερικής αναζήτησης, απ’ αυτά που ό,τι ώρα και να ‘ναι έχει πάχνη και νομίζεις ότι μόλις χάραξε. Ολημερίς κοιτούσαμε τον γερο-Σαολίν,  για να πιάσουμε στον αέρα ένα μικρό ψήγμα σοφίας, όπως ο Μιγιάκι τα κουνούπια. Και περνούσαν οι ώρες να τον χαζεύουμε να διαλογίζεται καθισμένος σε έναν βράχο, ανοίγοντας το στόμα του μόνο για να φάει βραστό ρύζι ή να ψελλίσει “Όνειρο ήμουν και ΠΑΟ” ή κάτι άλλο του στυλ “”Ρεμί πως είναι τρελός”, ένα “Αγκουμαχώντας” ή κάτι σαν “Επέστρεψε Δημήτριος”. Επιστρέψαμε κρατώντας τα σοφά του λόγια σαν φυλακτά στον κόρφο μας. Και έκτοτε επιδοθήκαμε σε ένα ντεμαράζ λογοπαιγνίων, σε σημείο που αν ο τίτλος δεν είχε ένα τέτοιο twist, μια κάποια τσαχπινιά νιώθαμε κενοί.

Περνάμε εμείς καλά κι αυτό βγαίνει προς τα έξω, όπως λένε και στους θεατρικούς θιάσους. Οι έξυπνοι τίτλοι με τα λογοπαίγνια αρέσουν πρώτα σε μας. Για αυτό τους βάζουμε. Έστω κι αν συχνά αγγίζουν τα όρια της υπερβολής. Ή της χαζομάρας. Πόσες φορές να παίξεις με το χρώμα; Πόσες φορές η επικαιρότητα (εκλογές, η καλύτερη μας) θα σου κάνει το χατίρι; Ενώ, το λογοπαίγνιο; Έχει τη χάρη του. Το βλέπεις και σου κλείνει το μάτι. Για μας που μεγαλώσαμε με τους τίτλους “Θρύλος” και “Μόνο εσύ” σηματοδοτεί και μια νέα κουλτούρα. Αυτή που μας έκανε να αγαπήσουμε το Twitter, που μετέτρεψε τα “λες” σε “εννοείται” και τα “ναι αλλά” σε “γιατί όχι”.

Νομίζω, πάντως, ότι είναι κολλητικό. Πάντα το αρχίζει κάποιος και μετά εξαπλώνεται σαν επιδημία σ’ έναν ολόκληρο όροφο. Μέχρι αυτός ο κάποιος άλλος να ξεπεράσει τα όρια, όπως για παράδειγμα να βάλει δεύτερη παρένθεση και αντί για τίτλο να προκύψει ρέμπους στην καλύτερη, σουντόκου στη χειρότερη.

Η κατάσταση μας είναι τόσο προχωρημένη που έχουν γίνει θέματα, απλά για να βάλουμε τον τίτλο, όπως το μυθικό “Baby Lino” το οποίο κρατούσε ο Γιώργος Χριστοφόρου στο συρτάρι για μήνες, πριν πιάσει την ευκαιρία και αποθεώσει τον Βραζιλιάνο αμυντικό του ΠΑΟΚ που ξαφνικά ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία παίκτης του ΠΑΟΚ και ο πρώτος σε χρόνο συμμετοχής.

Προσοχή όμως! Μην ανοίξει κανείς αυτό το συρτάρι. Θα βρει αραχνιασμένα λογοπαίγνια που δεν μπήκαν ποτέ. Αυτά που γίνονται φαντάσματα. Όπως το “Ξάνθη, αγαπημένη Παναγιά”, το οποίο έχει δώσει ευχή και κατάρα ο Φιλέρης να μη χρησιμοποιηθεί ποτέ για τη Σκόντα. Αλλά που θα πάει… Δεν θα κάνει κάτι ο Πανόπουλος ανήμερα Δεκαπενταύγουστου;