Getty Images
ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Μάσκες, κιθάρες και θέατρο: Αυτό ήταν το πιο παράξενο καλοκαίρι της Ίου

Πέντε μέρες στην Ίο, με εικόνες, πρόσωπα, στιγμές και μια σπουδαία Αντιγόνη, στο πιο παράξενο καλοκαίρι της σύγχρονης ιστορίας του νησιού.

Tο σκοτάδι στο θέατρο ‘Οδυσσέας Ελύτης’ της Ίου ήταν πυκνό. Ξαφνικά, μπροστά σε ένα κύμα από ανθρώπινα πρόσωπα καλυμμένα από μάσκες, εμφανίζονταν επτά ανθρώπινες φιγούρες ντυμένες στα μαύρα. Μια βαθιά ανάσα αντήχησε σε όλο το θέατρο, μια αγωνία μεταδόθηκε σαν διαιρούμενος φόβος σε όλο το πλήθος. Αυτή δεν ήταν μια κλασσική καλοκαιρινή βραδιά σε ένα νησί των Κυκλάδων.

Περίληψη προηγουμένου

Έχω βρεθεί στην Ίο από το απόγευμα της 11ης Αυγούστου. Στο πλοίο οι φιγούρες των ταξιδιωτών ακροβατούν ανάμεσα στην πειθαρχία του social distancing και στην τοποθέτηση μάσκας με συνέπεια και στο “είμαι με τους κολλητούς/ με την οικογένεια μου, εδώ δεν κολλάει” που περιγράφεται από ‘ξεμάσκωτα’ πρόσωπα ή πρόσωπα με μύτες που έχουν απελευθερωθεί από την μάσκα. Ευτυχώς το κόμμα του social distancing νίκησε κατά κράτος. Ύστερα από ένα εξοντωτικό ταξίδι 9 1/2 ωρών, σε ένα καράβι που ένωνε Σίφνο, Κίμωλο, Φολέγανδρο, Σίκηνο και λιμάνια των οποίων το μέτρημα έχασα, βρισκόμουν επιτέλους στην Ίο.

Ένα πανέμορφο νησί ή μια βιομηχανία κραιπάλης;

Στην Ίο βρέθηκα για πρώτη φορά σε ηλικία 15 ετών, ακολούθησαν επτά ακόμα καλοκαίρια μαζί με τον κολλητό μου, που έζησε εκεί 3 χειμώνες αμείλικτης κυκλαδίτικης ερημιάς. Η χώρα του νησιού πάντα έσφυζε από clubs που έπαιζαν στη διαπασών europop/techno/trance ακόμα και pop/rock για να καλύπτεται όλο το φάσμα των μουσικών προτιμήσεων των επισκεπτών της Βόρειας Ευρώπης. Η εικόνα ανήλικων παιδιών με μπουκάλια βότκας στο χέρι να τρεκλίζουν στην κεντρική πλατεία βρισκόταν στο σύμπαν των αναμνήσεων μου σε αντιδικία με τα καταγάλανα νερά της Αγίας Θεοδότης, της Ψάθης, της Κουμπάρας, του Μαγγαναρίου, αλλά και με το ξεκλείδωμα της έξτρα πίστας που λέγεται ‘ξημέρωμα στην παραλία του Γιαλού’ ύστερα από χανγκόβερ. Εν τέλει, τα σώματα των τουριστών που χορεύουν σε σεξουαλική έξαψη γύρω από φλεγόμενα σφηνάκια ήταν μια εικόνα που συχνά κατάφερνε να φτιάξει ένα κακό στερεότυπο, το οποίο στην πραγματικότητα αδικεί κατάφορα ένα πανέμορφο νησί όπως η Ίος. Όμως, το καλοκαίρι του 2020 ελάχιστη σχέση έχει με αυτό το παρελθόν.

Τα clubs της χώρας, όσο δεν είχαν με πρόστιμα λόγω μη τήρησης κανόνων υγιεινής για τον κορονοϊό, λειτουργούσαν με κράτηση τραπεζιού και μπουκάλι. Τα βράδια ο κόσμος, μειωμένος αισθητά σε σχέση με περασμένες χρονιές, αναζητούσε μαγαζιά με αυλές και τραπέζια, κάτι που στην γλώσσα της νυχτερινής ζωής της Ίου μεταφράζεται ως ψύλλος στα άχυρα. Μπορώ να θυμηθώ μια στιγμή που ταρακούνησε με πολλά db την ραστώνη της χώρας, όταν μια παρέα 10-20 Άγγλων έστησε ηχεία και με κάτι σαν trap/tribal pop προσπάθησε να δημιουργήσει street party στην κεντρική πλατεία. Ύστερα από 20-30 λεπτά και με το μηδενικό ενδιαφέρον των περαστικών, η παρέα των Άγγλων συνέχισε τρεκλίζοντας το ταξίδι της στη νύχτα των αμήχανων λαθών που γεννούν τα εφηβικά μεθύσια. Με την ανατολή του ήλιου, το υγρό στοιχείο του νησιού έκανε και πάλι την ‘Παραλία’ του Danny Boyle να ντρέπεται μπρος στο μεγαλείο του. Οι ακρογιαλιές της Ίου πάντα θα συνθέτουν σπιθαμή προς σπιθαμή, τον μύθο της απόλυτης καλοκαιρινής απόδρασης. Με πανδημίες ή χωρίς.

Χειροκρότημα και χαμόγελα

Η ‘Αντιγόνη’ του Σάββα Στρούμπου και της ομάδας Σημείο Μηδέν είναι ένα ξεχωριστό θέαμα. Απαλλαγμένη από πομπώδεις ακαδημαϊσμούς και επικεντρωμένη στην πλαστικότητα των σωμάτων και στην ειλικρίνεια των συναισθημάτων που χρωματίζουν τον κάθε ένα από τους χαρακτήρες, η σκηνοθεσία του Στρούμπου, αλλά και οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών καταθέτουν μια ανανεωτική πρόταση στο σύγχρονο θέατρο. Με σεβασμό στο πρωτότυπο και με μια λιτή παραγωγή που υποκλίνεται στην ουσία του έργου, η αρχαία τραγωδία μπορεί να συγκινήσει από τους μελετητές του σύγχρονου θεάτρου μέχρι τους θαυμαστές κάθε είδους νέου ρεύματος τεχνών. Οι φιγούρες των ηθοποιών της ομάδας Σημείο Μηδέν καταλήγουν σοκαριστικά άχρονες, σαν να βρίσκονται ταυτόχρονα στο 442 Π.Χ και στις σελίδες κάποιου graphic novel του Frank Miller. Είναι ένας πόλεμος ιδέων, μια τραγική ιστορία όπου η λύτρωση αναζητείται. Ακόμα.

Ομάδα Σημείο Μηδέν / Σταύρος Τσουμάνης

Στην παράσταση της Ίου βρίσκονται αρκετοί Έλληνες αλλά και αλλοεθνείς τουρίστες, ενώ ξεχωρίζουν οι Ιταλοί που απολαμβάνουν την παράσταση με σταφύλια και κρασί, όπως αρμόζει στην δική τους παράδοση τεχνών. Οι μόνιμοι κάτοικοι του νησιού έχουν δώσει επίσης δυναμικά το παρόν, για να τιμήσουν τους σμιλευτές ενός θεάματος που σπάνια δίνει το παρόν στη σκηνή του πανέμορφου θεάτρου ‘Οδυσσέας Ελύτης’.

Ομάδα Σημείο Μηδέν / Σταύρος Τσουμάνης

Άνθρωποι που δεν έχουν δει ποτέ τους αρχαία τραγωδία χειροκροτούν με αγάπη και χαμόγελα που γίνονται ορατά μέσα από τις μάσκες. Ο παπάς του νησιού σχολιάζει στο τέλος την παρουσίαση του έργου με θαυμασμό καθώς συγχαίρει τον πρωταγωνιστή, παιδικό μου φίλο και πάλαι ποτέ κάτοικο του νησιού, Γιάννη Γιαραμαζίδη. Μπρος στο κύμα των θεατών τους, ο Κωνσταντίνος Γώγουλος, η Έλλη Ιγγλίζ, η Ρόζι Μονάκη, η Εβελυν Ασουάντ, ο Στέλιος Θεοδώρου-Γκλίναβος, η Άννα Μαρκά – Bonissel περπατούν με σώματα διαλυμένα, σαν να έχουν κάνει πάρτι μέσα σε μια φλεγόμενη Πομπηία. Ο φόβος της πανδημίας έχει για λίγο δώσει τη θέση του στις εμπειρίες που μοιραζόμαστε άφοβα, χωρίς ημερομηνία λήξης. Αυτές που μένουν ανεξίτηλες, ακόμα και μέσα από μάσκες.

Clubbing? #NOT

Περίμενα πως σαν έβγαινα στον πηγεμό για την Ίο, ύστερα από λίγες μέρες θα έβλεπα το πρόσωπο μου στα πλάνα των ειδήσεων που περνούν γενεές δεκατέσσερις όλους τους “ανεύθυνους νέους που διασκεδάζουν ως το πρωί”. Στην πραγματικότητα, ακόμα και το να κυκλοφορείς στην χώρα του νησιού χωρίς μάσκα, ήταν μια ριψοκίνδυνη αποστολή, ή έστω μια αποστολή με έντονο στοιχείο ανασφάλειας. Αποφάσισα να ακολουθήσω τους πρωταγωνιστές της ομάδας Σημείο Μηδέν μετά την παράσταση, για να διαπιστώσω αν εμείς οι ‘νέοι’ είμαστε ανεύθυνοι, αν βγαίνουμε σε club σφιχταγκαλιασμένοι μέχρι εφίδρωσης, αν κάνουμε καυγάδες και καντάδες σχεδόν ταυτόχρονα, όπως οι χαρακτήρες από τη σειρά ‘Αραχτοί και Λάιτ’ του Γιάννη Δαλιανίδη, όπως υπαγορεύουν οι πομπώδεις τίτλοι των δελτίων ειδήσεων της εποχής.

“Πάμε παραλία; Θα φέρω κιθάρα” πρότεινε με βεβαιότητα ένας από την ομάδα, μερικοί ακόμα είχαν ήδη εξασφαλίσει μπύρες από ανοικτό μίνι μάρκετ. Μέτα από μια ώρα ανάπαυσης στην παραλία του Γιαλού, οι επτά ηθοποιοί είχαν στήσει ένα διονυσιακό, οργιαστικό γλέντι με τριφωνίες, τετραφωνίες, χορούς, λαϊκά, ροκ και ρεμπέτικα, ενώ από τα γύρω δωμάτια έβλεπες φώτα και παράθυρα ανοικτά να παρακολουθούν στα κλεφτά, κλέβοντας λίγη λάμψη από το σκοτεινό περίγραμμα του έναστρου ουρανού. Στο γλέντι εκείνο ήμουν παρατηρητής, ίσως και να έκανα προθέρμανση για να πάρω μέρος στην παραλιακή μάζωξη που ακολούθησε στις 4 το μεθεπόμενο πρωί, με ηθοποιούς και guest stars ξεχωριστές παρουσίες από Ελλάδα και Γαλλία (παρέα που βρισκόταν παραπλεύρως), σε κάτι που εξελίχθηκε σε συναυλία, σε άπταιστα παριζιάνικα/αθηναϊκά!

Οι τελευταίες μου εικόνες από το νησί περιείχαν:

  • ένα πλάνο ματαιοδοξίας και λύπης από την παραλία Κουμπάρα, με δεκάδες ξαπλώστρες και κρεβάτια παραλίας αδειανά, με την house μουσική να παίζει από ηχεία ξεκούρδιστα και πρόχειρα τοποθετημένα, με αστεία καθυστέρηση.
  • σπηλιές και βράχια στα περιθώρια γνωστών παραλιών, λουσμένα από νερό πιο γαλάζιο από το τελευταίο έντονο γαλάζιο που μπορείς να θυμηθείς. Ανθρώπινες φιγούρες να διασχίζουν διακριτικά τα βράχια, αναζητώντας λίγη ακόμα μοναξιά.
  • Τεράστιες εκτάσεις ακινήτων υπό ανέγερση, με το χτίσιμο τους να έχει απότομα διακοπεί. Πολεοδομικά ζόμπι ύστερα από μετωπική σύγκρουση με τον κορονοϊό.
  • Μια βραδινή διαδρομή στο πλακόστρωτο μονοπάτι από την χώρα στο γιαλό, σε μια ζαλισμένη παλέτα ήχων και χρωμάτων που ξεκινούσε από τον θόρυβο ποτηριών ξέχειλων από αλκοόλ και κατέληγε στην γαλήνη ενός κύματος. Αναρχία στις Κυκλάδες.
  • Μπραντς σε έρημη ταβέρνα-καφετέρια-beach bar και ατέλειωτες συζητήσεις με τους σερβιτόρους.
  • Μια οθόνη τηλεφώνου και ένα βίντεο σε λειτουργία: Στέλνω στην παρέα ένα τελευταίο ρεφρέν, από την τελευταία βραδιά στην παραλία.
  • Ο απόηχος από ένα τραγούδι.