ORIGINALS

Ο θερινός που αγάπησα

Η συντακτική ομάδα του ONEMAN, έτοιμη να ξεκινήσει τις εφορμήσεις στους θερινούς για αυτή τη σεζόν, είπε να θυμηθεί τους αγαπημένους της.

Η χρονιά είναι περίεργη και δύσκολη για τους θερινούς κινηματογράφους, οι οποίοι καλούνται να περάσουν σε νέα ψηφιακά δεδομένα εν μέσω μια τριετίας που δεν έχουν δει και τα μεγαλύτερα έσοδα της ζωής τους. Κι ο μόνος τρόπος για να κρατήσουμε εμείς αυτή την παράδοση ζωντανή είναι να τους αγαπάμε και να τους επισκεπτόμαστε. Κι ας μην παίζουν την τελευταία μπλοκμπαστεριά, γιατί φέτος ειδικά οι περισσότεροι δεν θα μπορούν καν να την προβάλλουν.

Ενδεικτικό της κατάστασης το ότι πολλοί από αυτούς που θα διαβάσεις παρακάτω, δεν λειτουργούν πια.Πάμε να δούμε έναν – έναν τους αγαπημένους θερινούς των συντακτών του Oneman. Πες μας κι εσύ στα σχόλια τον δικό σου αγαπημένο…

Το ‘Άνεσις’ για τον Ηλία Αναστασιάδη

 

Γιατί είναι το πιο γαμάτο θερινό σε όροφο που θα βρεις στην Αθήνα. Γιατί μπροστά μπροστά έχει ξαπλώστρες. Γιατί έχει το κορυφαίο και πιο πλήρες μπαρ που έχεις δει σε σινεμά τα τελευταία χρόνια, συμπεριλαμβανομένων και των μεγάλων κινηματογράφων. Γιατί ακόμη και το περασμένο καλοκαίρι που χρειάστηκε να δούμε το ‘The Best Offer’ όρθιοι στο πάσο μπροστά από το μπαρ, ήταν τέλεια. Γιατί μπορώ να γράφω δυο μέρες ολόκληρες ‘γιατί’. Το θέμα είναι ότι η θετικότητα που βγάζει αυτός ο θερινός εκεί που η Αλεξάνδρας συναντά την Κηφισίας έχει σώσει ένα σωρό φορές τυχόν μέτριες ταινίες που μπορεί να είδες στο Άνεσις. Γιατί νιώθεις καλά που είσαι εκεί έτσι κι αλλιώς. Αυτό θα πει άνεση.

Το Σινέ Θησείον για τον Χρήστο Χατζηιωάννου

 

Κάποιες από τις πιο όμορφες παιδικές μου αναμνήσεις είναι στην Βιολέτα στην πλατεία της Βούλας. Εκεί έμαθα να αγαπώ τον θερινό κινηματογράφο, παρέα με τη γιαγιά μου. Κι όσο περνούσαν τα χρόνια έθετα κάποια standards για να μου αρέσει ένας θερινός. Να έχει αγιόκλημα, γιασεμί ή νυχτολούλουδο για να ξεχνιέσαι. Να έχει παλιακές καρέκλες για να στριμώχνεσαι. Να κουβαλά μια ιστορία για να θαυμάζεις. Μετά την πρώτη φορά στο Σινέ Θησείον, δεν άλλαξα τα standards. Γιατί αν το έκανα θα έπρεπε να επιλέγω κάθε φορά αυτό ή το Cine Paris για να δω μια ταινία κάτω από καθαρό ουρανό. Έδωσα όμως στο Σινέ Θησείον τον τίτλο του καλύτερου θερινού. Για τις εικόνες, τις μυρωδιές, το κυλικείο, την ατμόσφαιρα και την αίσθηση ότι στις καρέκλες του εγκαταλείπεις για λίγη ώρα όσα ζεις έξω από αυτόν. Τα έγραψα πιο αναλυτικά και πριν μερικούς μήνες. Το περίεργο είναι ότι δεν έχω πάει ποτέ με κάποιο κορίτσι μου στο Σινέ Θησείον. Ίσως γιατί ανήκει κι αυτό στην κατηγορία εκείνων που οφείλεις να κάνεις μόνο με τη γυναίκα της ζωής σου. Σκηνή από Love Actually, πρόταση γάμου, Σινέ Θησείον.

Η ταράτσα του Τροπικάλ για τον Πάνο Κοκκίνη

 

Δεν υπάρχει πια. Και, χωρίς να ήταν ποτέ κάτι ιδιαίτερο αισθητικά ή από οπτικοακουστική άποψη, μου λείπει. Ειδικά κάθε φορά που περνάω από μπροστά και βλέπω το supermarket που υπάρχει στη θέση του. Γιατί εκεί, στα 200 μέτρα από το σπίτι μου, ήταν που είδα την πρώτη ταινία της ζωής μου. Εκεί βγήκα πρώτη φορά ραντεβού με την μέλλουσα γυναίκα μου (και όλες τις προηγούμενες, αλλά δεν τα λέμε αυτά γιατί γινόμαστε γραφικοί). Και εκεί πέρασα ολόκληρο το καλοκαίρι που είχα σπάσει το πόδι μου και είχα ξεμείνει στην Αθήνα μόνος. Κάτι σαν το δικό μου Cheers. Το μέρος όπου όλοι ήξεραν το ονομά μου και ήταν πάντοτε χαρούμενοι που με έβλεπαν. Ειδικά στο snack bar. Για να είμαι ειλικρινής, αν υπήρχε ακόμη, εκεί θα πήγαινα την κόρη μου να δει πρώτη φορά θερινό. Έτσι για να έρθει ο κύκλος και να κλείσει γλυκά.

Ριο με χοτ ντογκ για τον Στέφανο Τριαντάφυλλο

 

Για τα νότια προάστια θερινός σημαίνει Ρίο (RIP). Το πρώτο και για πολυ καιρό μοναδικό καλοκαιρινό σινεμά της Γλυφαδας που έμεινε στην ιστορία για πολλούς λόγους, διαφορετικούς για τον καθένα. Για μένα ήταν τα χοτ ντογκ (σήμα κατατεθέν) . Απόλαυση και πρωτοποριακή ιδέα αν μη τι άλλο . Κρίμα που έκλεισε . Πλέον θερινό με την έννοια του όρου ειναι το Σινε Παρί.

Το παλιό Βάρκιζα για τον Θέμη Καίσαρη

 

Χαλίκι, διπλανό χωράφι για πάρκινγκ, καλοκαίρια στα τέλη της δεκαετίας του 80 και στις αρχές των 90’ς. Πανικός από κόσμο. Εκεί είδαμε το Top Gun, το Cocktail, το Rain Man, το Cape fear το A few good men και το Roger Rabbit, με τη μάνα μου οι δυο μας το Driving Miss Daisy, κτλ. Με την απέναντι πολυκατοικία να έχει τα πιο προνομιούχα μπαλκόνια, με απρόσκοπτη θέα στην οθόνη. Με τα χρόνια ο κόσμος μειώθηκε δραματικά. Τελευταία φορά που πήγα στο παλιό Βάρκιζα ήταν μια καθημερινή, να δω το Casablanca. Μόνος μου πήγα, άλλος ένας ήταν εκεί. Το παλιό Βάρκιζα έκλεισε και άνοιξε το νέο, που έχει και κλειστές αίθουσες το χειμώνα. Όποτε κι αν το επισκέπτομαι, το μάτι μου πάντα πέφτει στο ερειπωμένο κτήριο του παλιού. Γι’αυτό και το καλοκαίρι μ’αρέσει να πηγαίνω στο Ρία, το άλλο σινεμά της περιοχής, που έχει μείνει ίδιο από τότε. Και με επικό hot-dog.

Πανόραμα Αλεποχωρίου για τον Μάνο Μίχαλο

Το Ρίο με τα χοτ ντογκ είναι μια πολύ καλή απάντηση, αλλά την έδωσε ο Στέφανος (γνώστης θερινών και χοτ ντογκ), οπότε ας μιλήσει το συναίσθημα. Το Πανόραμα Αλεποχωρίου είναι θερινός σινεμάς σε παραθαλάσσιο θέρετρο. Δηλαδή η απόλυτη λύση για να βγεις από το εξοχικό σου, όταν μάλιστα οι άλλες επιλογές είναι μετρημένες και συγκεκριμένες. Κάτι φοβερό σε φαγητό δεν έχω να θυμάμαι, αλλά υπάρχει κάτι που δεν μπορείς να βρεις αλλού: Κάθε φορά, σε κάθε ταινία διακόπτεται σε ένα σημείο ο ήχος. Κανείς δεν το έχει φτιάξει, κανείς δεν έχει παραπονεθεί. Έτσι είναι όμως, τις θερινές αγάπες τις δέχεσαι όπως είναι. Αν ήταν τέλειες θα κρατούσαν και τον χειμώνα.

Σινέ Παρί ο Θοδωρής Δημητρόπουλος

 

Γενικά δεν έχω καμιά τρομερή σχέση με τα θερινά σινεμά. Η φάση αγιόκλημα-ουρανός-μοχίτο-κύριος με αγώνα Μουντιάλ στο γωνιακό μπαλκονάκι δεν με γοητεύει ιδιαίτερα, γιατί όταν πηγαίνω σινεμά θέλω να πηγαίνω σινεμά, που θα πει πως άμα μπορείς να έχεις τις καλύτερες συνθήκες ήχου και εικόνας γιατί να μη τις έχεις; Ωστόσο υπάρχουν οι στιγμές που κάτι τέτοιο έχει μια κάποια αξία. Αφενός υπάρχει το καθαρά αναμνησιακό κομμάτι, όπου πχ στο Σινέ Κάρυστος είχα δει τα καλοκαίρια τις μισές μεγάλες κυκλοφορίες των 90s σε οικογενειακές διακοπές. Να μην έχεις ιδέα τι βγήκε όλο το χρόνο (επειδή ήμουν 10-11) και ξαφνικά εκεί μέσα σε λίγες μέρες να βλέπεις από Jurassic Park μέχρι Seven κι από Sleepers μέχρι English Patient. Αλλά αυτά ανήκουν εκεί, μέσα στην κιβωτό των αναμνήσεων σαν αυτή που βούτηξε ο Χάρι για να μάθει το παρελθόν του Ντάμπλντορ. (ΜΗΝ μπουν ιδέες σε κανέναν.) Για κάτι πιο πρόσφατο, τα θερινά τα προτιμώ κυρίως όταν είναι πράγματα που έχω ξαναδεί οπότε, κοινώς, δε με νοιάζει τόσο πολύ. Φάσεις ας πούμε όπως το Athens Open Air που διοργανώνουν κάθε χρόνο οι Νύχτες Πρεμιέρας, προβάλλοντας κλασικές ταινίες σε χώρους από θερινά μέχρι παιδότοπους και πλατείες. Γιατί δηλαδή να μείνεις στο πλαστική καρέκλα-ποτάκι όταν μπορείς να έχεις το πλατεία οκλαδόν-μπύρα; Αν τώρα έπρεπε καλά και ντε να διαλέξω ένα όμως θερινό για να βλέπω τις όποιες ταινίες θα έβλεπα στη διάρκεια ενός καλοκαιριού, θα ήταν σίγουρα το Σινέ Παρί στην Κυδαθηναίων, γιατί μου αρέσει που είναι σε ταράτσα, που έχει vintage αφίσες στην είσοδο, που είναι σε σημείο εντελώς γραφικό (κι αν είναι να την κάνουμε τη γραφικότητα, ας το αγκαλιάσουμε κι ας το απολαύσουμε στο φουλ), είναι σε σημείο της Αθήνας γενικότερα τέλειο να βλέπεις σινεμά, και γιατί εκεί έχω δει πρόσφατες αγαπημένες ταινίες (Basterds του Ταραντίνο, Super 8 του JJ) δίχως να έχω νιώσει μετά πως έχασα κάτι. Και μετά είσαι και σε φανταστική θέση για βόλτα και ποτάκι.

Στον κήπο στα Χανιά ο Στέλιος Αρτεμάκης

 

Όχι επειδή είναι η καταγωγή μου, αλλά το θερινό σινεμά στα Χάνια δεν υπάρχει #kanenaszefyros. Απλά στα Χανιά δεν το έχουν εκτιμήσει γιατί δεν ζουν ο ένας πάνω στον άλλο όπως στη Αθήνα. Εδώ έχεις μια ταράτσα από μπετό που βράζει από τον ήλιο και τη βαφτίζεις καταπράσινη όαση γιατί έχει δύο βουκαμβίλιες σε γλάστρα. Έχεις ένα ακάλυπτο και τον λες “γωνιά της πόλης”. Όταν έχει και σουβλάκι αρχίζουν οι πανηγυρισμοί. Ε λοιπόν αυτός θερινός στα Χανιά βρίσκεται στο πιο ωραίο κομμάτι της πόλης, αυτό με τα νεοκλασικά, είναι μέσα στον κήπο, κάτω από το ρολόι της πόλης. Σου δίνει την αίσθηση ότι είσαι στο ’60 και βλέπεις Αντονιόνι σε πρώτη προβολή. Ασε που παίζει όλο Αντονιόνι, Αδερφούς Μαρξ και γενικά αυτό που λέμε καλό κινηματογράφο. Πρέπει να κατέβεις Αύγουστο στα Χανιά και να δεις για να καταλάβεις το feeling.