ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

Οι 5 μεγαλύτερες γκάφες μου ως δημοσιογράφος

Υπάρχουν τα σαρδάμ, αλλά αυτά είναι το μικρότερο κακό που μπορεί να σου τύχει όταν στέκεσαι μπροστά από ένα μικρόφωνο ή όταν τρέχεις πίσω από το ρεπορτάζ.

Ξέρω, με τους δημοσιογράφους οι περισσότεροι από εσάς δεν τα πάτε καλά. Αν είχα από δέκα ευρουλάκια για κάθε φορά που έχω ακούσει την εισαγωγή “εσείς οι δημοσιογράφοι αυτό” ή “εσείς οι δημοσιογράφοι εκείνο”, τώρα αντί να περιπλανιέμαι στα επικίνδυνα μονοπάτια του αυτοσαρκασμού, θα έπινα Pina Colada με το βλέμμα στο άπειρο και τις πατούσες στο κύμα. Μόνιμα. Όπως καταλαβαίνετε, δεν μου τα έδωσε κανείς αυτά τα ευρουλάκια άρα ‘είμαι ακόμα εδώ, κι αυτό το καλοκαίρι’ που τραγουδούσαν και τα Σπαθιά τα Ξύλινα.

Μόνο που αυτή την εβδομάδα, αντί για ιπποδυνάμεις και λάδια, θα καταπιαστώ με σαρδάμ και γκάφες. Λίγοι τις άκουσαν / είδαν, ακόμα λιγότεροι τις κατάλαβαν. Όμως δεν έχει σημασία, εγώ ξέρω πως τις έκανα. Και τώρα θα τις μάθετε κι εσείς. Σε ένα χώρο που εμείς οι δημοσιογράφοι όλο λέμε τι γαμάτοι τύποι είμαστε, πόσο cool ζωή περνάμε και πόσο καλά το στρίβουμε το τιμόνι, εγώ λέω να το πάρω αλλιώς. Ακολουθούν λοιπόν, τα χειρότερά μου και παρακαλούνται τυχόν εργοδότες, να πάρουν άμεσα το βλέμμα από την οθόνη.

#5: Σε γνωστό ξενοδοχείο της Αθήνας

Η χιλιετία ακόμα δεν είχε αλλάξει. Στη ζωή μας δεν υπήρχαν iphone, instagram, facebook, ακόμα και οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές ήταν κάτι φρέσκο και άγνωστο. Με λίγα λόγια, για να μεταφέρεις μία είδηση είχες τέσσερις επιλογές να τη μάθεις:

> Να τη διαβάσεις στις πρωινές αθλητικές εφημερίδες που τότε πουλούσαν σα ζεστά κουλούρια.

> Αν αφορούσε το ρεπορτάζ σου, να κάνεις ρεπορτάζ (το προφανές).

> Να έρθει με Fax (ναι Fax) από το γραφείο Τύπου μίας ομάδας ή ομοσπονδίας και τέλος…

> Να τη στείλει με τηλεγράφημα (το πρόλαβα κι αυτό) το ΑΠΕ.

Στη συγκεκριμένη περίπτωση, καμία από τις τέσσερις επιλογές δεν ήταν διαθέσιμη.

Θυμάμαι ήταν φινάλε βάρδιας κι ενώ ετοιμαζόμουν να πάρω δύο λεωφορεία για να πάω σπίτι μου (θα σέβεστε), παλαιότερος ασκεί πρακτικές στρατού και επειδή έχει μία πολύ σημαντική υποχρέωση που μάλλον αφορούσε χαριτωμένη νεαρά, με χώνει να παρακολουθήσω την κλήρωση του πρωταθλήματος ποδοσφαίρου για να κάνω εγώ το θέμα για το βραδινό δελτίο ειδήσεων.

Δεν είναι τίποτα, 50 δεύτερα θεματάκι. Ξέρεις, σε γνωστό ξενοδοχείο της Αθήνας έγινε η κλήρωση που έβγαλε ντέρμπι την τάδε αγωνιστική μπλα μπλα και μπλα μπλα”, μου λέει ο παλιός ενώ διαβαίνει το κατώφλι του τμήματος, ήσυχος πως τίποτα δεν μπορεί να πάει στραβά. Με τη διαφορά ότι η κλήρωση γινόταν σε γνωστό ξενοδοχείο της Θεσσαλονίκης – όχι της Αθήνας. Και η πιο κλισέ εισαγωγή της τότε εποχής για τέτοιου είδους θέματα, με έβαλε στις στήλες media κουτσομπολιού στις εφημερίδες της επόμενης ημέρας. Ευτυχώς ανώνυμα. Μέχρι σήμερα.

#4: Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Νότιας Αφρικής

Λίγο αργότερα στο χρονικό χάρτη, με δική μου ραδιοφωνική εκπομπή σε αθλητικό σταθμό να πραγματεύεται μικρά και extreme σπορ, είπα κι εγώ να παρουσιάσω extreme καταστάσεις. Έχοντας φτάσει στο στούντιο μετά κι από το σήμα αρχής, εμπιστεύομαι τυφλά το script που έχει ετοιμάσει η θυμωμένη συμπαραγωγός μου που σε αντίθεση με την αφεντιά μου, είχε έρθει στην ώρα της. Τόσο που το διανθίζω και με δικές μου εμπνεύσεις, όπως τη λέξη ‘πανελλήνιο’. Μόνο που το θέμα μας αφορούσε διοργάνωση που λάμβανε χώρα στη Νότια Αφρική. Και ως γνωστόν, ούτε πανελλήνιο, ούτε Σπόρτινγκ έχουν εκεί.

#3: Αχ αυτή η κληρωτίδα

Ίδια σεζόν, ίδια εκπομπή. Με γυναίκα στο απέναντι μικρόφωνο, γυναίκα μουσική επιμελήτρια, γυναίκα ηχολήπτρια. Εποχές αξιομνημόνευτες. Όπως και η γκάφα #3 που όμως πρέπει να παραδεχθείτε πως θα μπορούσε να συμβεί στον καθένα. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν υπάρχει εκφωνητής που να σέβεται τον εαυτό του και να μην την έχει πατήσει με αυτόν τον τρόπο. Βλέπετε η κληρωτίδα παίζει συχνά τέτοια παιχνίδια και μεταμορφώνεται σε κλειτορίδα! Το αστείο της υπόθεσης είναι πως συνεχίζω να μιλάω χωρίς να έχω καταλάβει τι έχω ξεστομίσει και μόνο όταν είδα και τις τρεις συνεργάτιδες να γουρλώνουν τα μάτια και να βάζουν το χέρι στο στόμα, άρχισα να πονηρεύομαι. Πταίσμα.

#2: Συνέντευξη από λάθος άνθρωπο

Ως εδώ η αλήθεια είναι πως ήταν light τα ατοπήματα. Πάμε σε καλύτερες γκάφες. Η επόμενη είναι πρόσφατη, άρα και χωρίς δικαιολογίες για άγουρα χρόνια και έλλειψη εμπειρίας. Έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης μπορεί. Βρίσκομαι στο πριγκιπάτο του Μονακό και στο στάδιο Louis II, για τον φιλανθρωπικό αγώνα της Nazionale Piloti (της ποδοσφαιρικής ομάδας των πιλότων της F1 και άλλων θεσμών) με την All Stars Monaco του Πρίγκιπα Αλβέρτου.

Πριν τον αγώνα έχω την ευκαιρία να κάνω σειρά συνεντεύξεων on camera και μία από αυτές αφορούσε τον Davide Valsecchi. Ξεκινώ τις ερωτήσεις και σύντομα φτάνω στο ρόλο του ως δοκιμαστής Ferrari. Παίρνει ένα περίεργο ύφος, αρχίζει να ξύνει το κεφάλι του και μου πετάει ένα ιταλικό, γεμάτο στόμφο «No». Διότι δεν ήταν στην οικογένεια της Ferrari αλλά της Lotus F1. «Μα πως είναι δυνατόν να έκανα τέτοιο λάθος», αναρωτιέμαι σχεδόν φωναχτά. Προσπερνάω το φάλτσο μου και προχωράω στις επόμενες ερώτησεις. Πάμε να βρούμε ρυθμό και κάπου εκεί του λέω πως είχα περιγράψει αγώνες του και πως είχε κάνει εξαιρετική δουλειά καθοδόν για τον τίτλο στη Superleague Formula. Παίρνει το ίδιο αγουροξυπνημένο ύφος, ξεφυσάει λες και έφαγε δυο πιάτα μακαρόνια με κιμά, ξύνεται λες και έχει ψείρες.

Θέλει σίγουρα να με βρίσει ή έστω να σηκωθεί να φύγει. Κοιτά όμως την κάμερα και αποφασίζει να κρατήσει την αξιοπρέπειά του παρότι εγώ χάνω ολοένα και περισσότερο τη δική μου

Βλέπετε για λόγους που η επιστήμη ακόμα δεν έχει εξηγήσει, στους δαιδαλώδεις διαδρόμους του θολωμένου μου μυαλού, οι ερωτήσεις για τον Davide Valsecchi κάπου μπλέχτηκαν με ερωτήσεις για τον Davide Rigon! Πρωταθλητής GP2 ο ένας, πρωταθλητής SF ο άλλος. Ιταλός ο ένας, Ιταλός κι ο άλλος. Davide o ένας, Davide κι ο άλλος! Άνθρωπος είμαι, τους έκανα δύο σε ένα! Συνεχίσαμε και ολοκληρώσαμε τη συνέντευξη χωρίς άλλο blooper. Αλλά σε περίπτωση που έχετε κάποια αμφιβολία σχετικά, φυσικά δεν προβλήθηκε ποτέ.

#1: Μούντζα on air!

Σας έχει τύχει να βλέπετε Θέμο (ή την αντίστοιχη εκπομπή που είχαν ένα φεγγάρι η Μαρία Μπακοδήμου με τον Φώτη Σεργουλόπουλο σε απέναντι κανάλι), φοβούμενοι μην είστε πρωταγωνιστές σε ένα από τα χιουμοριστικά video; Εμένα ναι. Είμαι όμως τυχερός γιατί η εκπομπή της F1 δεν ήταν τότε υψηλής επικινδυνότητας για γκάφες ολκής. Τα video των σατιρικών εκπομπών ‘έγραφαν’ άλλους κι έτσι η χειρότερη στιγμή μου ever, δεν έγινε viral. Video δεν έχω, υπόσχομαι πως αν εντοπιστεί από κάποιον από εσάς θα το ανεβάσω, αφού είπαμε: η σοβαροφάνεια είναι έξω από εδώ. Ετοιμάζεται σύνδεση με πίστα και αποστολή συναδέλφων κι εγώ μόνος μου στο στούντιο ξεκινώ το one man show on camera, κάνοντας ένα μικρό και ασήμαντο λάθος, το οποίο 999 στους 1000 δεν πήραν καν χαμπάρι. Συνεχίζω το μονόλογό μου αλλά είμαι τόσο θυμωμένος με τον εαυτό μου που βράζω. Κι αφού δίνω την ‘πάσα’ στους συναδέλφους στην πίστα, ξεσπάω. Πως; Ψιθυρίζοντας λόγια για ‘μπιπ’ και ρίχνοντας στον εαυτό μου μία μεγαλοπρεπή μούντζα για το λάθος μου.

Όταν άκουσα από το ακουστικό στο δεξί αυτί το σκηνοθέτη να φωνάζει σχεδόν κλαίγοντας ‘τι κάνεις;’, συνειδητοποίησα πως το αυτομαστίγωμα είχε γίνει σε κοινή θέα

Για τους μη μυημένους στα τηλεοπτικά, σε τέτοιες περιπτώσεις ο παρουσιαστής έχει μπροστά του δύο μόνιτορ: ένα με εικόνα από το δορυφόρο και το αθλητικό γεγονός κι ένα με την εικόνα που προβάλλει ο τηλεοπτικός σταθμός. Για κάποιο λόγο, αυτές είχαν αλλάξει μεταξύ τους θέση. Με την κλεφτή λοιπόν ματιά να μου δείχνει πως πλέον η σκυτάλη έχει περάσει στους συναδέλφους, κάνω το Μαυρογιαλούρο. Μόνο που στην πραγματικότητα, εκείνη ακριβώς τη στιγμή, ο σκηνοθέτης έκανε το εφέ όπου το παράθυρο με την εικόνα από το στούντιο έκανε μία κίνηση στην οθόνη, μεγάλωνε και χανόταν για να μεγαλώσει μετά με τη σειρά του το παράθυρο με την εικόνα από την πίστα. Και η μούντζα, ήρθε ακριβώς τη στιγμή που το παράθυρό μου μεγάλωνε, με το δεξί μου χέρι να εναρμονίζεται και με την κίνηση του οπτικού εφέ. Είχε λοιπόν περίσσια χάρη! Παρότι μετά το φινάλε του ρόλου μου εκείνη τη μέρα, ανέβηκα διστακτικά στο γραφείο, έτοιμος να μαζέψω μπογαλάκια, η ζωή συνεχιζόταν κανονικά. Και όλοι συμπεριφέρονταν λες και κανείς δεν είχε προσέξει πως είχα αυτό-μουντζωθεί ‘στον αέρα’! Γιατί αλλιώς, με μούντζες θα με υποδέχονταν…