ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ

Παστίτσιο ή μουσακάς;

Δύο φαγητά του μπελά, της μπεσαμέλ, της μαμάς συναγωνίζονται για μία και μόνη θέση στον ουρανίσκο του ΟΝΕΜΑΝ.

Οι ομοιότητες προφανείς: Μπεσαμέλ, μεγάλη ταλαιπώρια της Ελληνίδας της μάνας για την προετοιμασία των υλικών, φούρνος και  κυριακάτικα τραπέζια με το συγγενολόι. Οι λεπτομέρειες όμως μετράνε, εκείνες οι μικρές προσωπικές προτιμήσεις που κάνουν τη διαφορά στον ουρανίσκο και μόνο.

Μουσακά ο Χρήστος Χατζηιωάννου

Είμαι ευτυχής με αυτό το δίλημμα. Γιατί ξέρω γιατί μουσακά και γιατί όχι παστίτσιο.

Μουσακά γιατί η μελιτζάνα είναι ο βασιλιάς των λαχανικών. Και αυτή η συγχορδία που δημιουργείται από την τηγανισμένη υφή της μαζί με τα ζουμιά που στάζουν πάνω της από τον κιμά και την μπεσαμέλ (τα οποία συγκρατεί εν είδει μαέστρου η πατάτα) έχει γραφτεί για ελληνικούς ουρανίσκους. Υπέροχος συνδυασμός λαχανικών, κρέατος και μαγειρικής αλητείας.

Όχι στο παστίτσιο γιατί είναι ο φτωχός ξάδερφος μιας καλής μακαρονάδας με κιμά. Κι αν ξέρεις να φτιάχνεις καλά μία τέτοια, δεν έχεις κανέναν λόγο να κρυφτείς πίσω από την γεύση τριών εκατοστών μπεσαμέλ.

Παστίτσιο ο Μάνος Χωριανόπουλος

Ομολογώ ότι επί χρόνια τον είχα αδικήσει τον μουσακά, καθώς υπήρξα το αντίθετο του χορτοφάγου. Ό,τι φύτρωνε η καλλιεργούνταν δεν υπήρχε στο διαιτολόγιό μου για πολλά χρόνια, οπότε ο μουσακάς με τις μελιτζάνες του ήταν απαγορευμένος. Αργότερα, όταν ξεπέρασα το μίσος μου για λαχανικά, φρούτα και οπωροκηπευτικά ο μουσακάς συνάντησε άλλο ένα ανυπέρβλητο εμπόδιο. Μου έφερνε στο μυαλό τη γελοία εικόνα του “mousaka” για τον τουρίστα-σανδάλι-κάλτσα (με όποια σειρά θέλετε). Πλέον τα έχουμε βρει, αλλά είναι αργά.

Το παστίτσιο ήταν το αγαπημένο μου φαγητό στην παιδική μου ηλικία και παραμένει. Παχυντικό, με μπόλικη μπεσαμέλ, πικάντικο ενίοτε, αναλόγως τη συνταγή, ο βασιλιάς των θερμίδων και χωρίς μελιτζάνες και άλλες φλωριές. Παρά το ότι αποκατέστησα τις σχέσεις μου με τον μουσακά σταδιακά, στο συγκεκριμένο δίλημμα το παστίτσιο λέει στις μελιτζάνες “καλώς τα παιδιά 3-0”.

Μουσακά η Ρομίνα Δερβεντλή

Όχι, δεν πεθαίνω για τον μουσακά. Αλλά σιχαίνομαι το παστίτσιο. Κι αυτό επειδή τα μακαρόνια με κιμά είναι το φαγητό που θα μπορούσα να τρώω ξανά και ξανά στη μέρα της μαρμότας μου. Ναι, κύριοι, το πιο θεσπέσιο αλμυρό έδεσμα που χάρισε ο θεός στην ανθρωπότητα είναι η μακαρονάδα (μόνο σπαγγετόνι Νο7) με κιμά. Χωρίς τυρί να νοθεύει την ουράνια γεύση της. Και φυσικά χωρίς πηχτή μπεσαμέλ και κρατσαρισμένα κομμάτια που κόλλησαν στο ταψί μόνο και μόνο για να τα φτύνεις διακριτικά στην χαρτοπετσέτα.

Αλλά από την άλλη θα σας καταλάβω αν βγάλετε νικητή το παστίτσιο. Είναι ότι πιο κοντά στα μακαρόνια με κιμά. Αν και ποτέ δεν θα καταλάβω την εσωτερική ανάγκη που σε ωθεί να περιμένεις άλλο ένα μισάωρο για να φας κάτι υποδεέστερο του αρχικού πιάτου. Είναι σαν έρχεται λεωφορείο με την Σοφία Βεργκάρα έτοιμη για όλα κι εσύ να λες, όχι,μωρέ, θα περιμένω το επόμενο που θα έχει την Σοφία, τη φίλη του Τάκη από το πανεπιστήμιο. Και όχι η Σοφία του Τάκη δεν μπορεί να είναι καλύτερη από την Βεργκάρα. Καμία δεν είναι.

Πατσίτσο ο Στέφανος Τριαντάφυλλος

Κάποτε ένας λαμπρός άνδρας (λογικά) είχε μια ιδέα, που έμελλε να αλλάξει τον κόσμο μας. Αποφάσισε να ενώσει τα μακαρόνια, τον κιμά και τη μπεσαμέλ και να ποιήσει πατσίτσιο. Πήρε τα τρία πιο γαμάτα υλικά στον κόσμο (δάσκαλε, τη φέτα την προσθέτω εγώ από δίπλα, μην ανησυχείς – συνεχίζω επάξια το έργο σου) και δημιούργησε το καλύτερο φαγητό στον κόσμο.

Έτσι είναι. Παστίτσιο uber alles, λοιπόν. Και στο σπίτι χωρίζουμε τις μερίδες με τετραγωνικά μέτρα και τρώει ο καθένας με το δικό του φτυαράκι.

Ο μουσακάς από την άλλη, αυτός ο άγνωστος, αν και έχει προοπτικές και δυνατότητες έχει ένα πολύ βασικό μειονέκτημα. Ένα deal-breaker, που δεν χωρά συμβιβασμούς. Αν πάψει να κάνει παρέα με μελιτζάνες, μπορεί να έχει μια ευκαιρία στο μέλλον. Διότι απλούστατα η μελιτζάνα είναι η προσωποποίηση (;) του κακού στον κόσμο. Είναι το “χειρότερο” στο “ό,τι χειρότερο”. Είναι το λαχανικό, που πιθανότατα αν εξαφανιστεί θα κάνει τον κόσμο μας ένα κλικ καλύτερο. Δεν έχω  δοκιμάσει ποτέ και ούτε πρόκειται. Να μην έκανε κακές παρέες.

Μουσακά ο Ηλίας Αναστασιάδης

Δύο μεγάλες παρανοήσεις συνέβησαν στο πατρικό μου σπίτι. Η πρώτη είναι ότι η μαμά, χωρίς να ρωτήσει κανέναν, νόμιζε ότι η μπεσαμέλ είναι κάτι που αρέσει σε όλο τον κόσμο. Η δεύτερη είναι ότι η μαμά, πάλι χωρίς να ρωτήσει κανέναν, νόμιζε ότι δεν μας αρέσουν οι μελιτζάνες.

Η χούντα του παστίτσιου και ο γύψος της μπεσαμέλ (ξέρω ότι έχει κι ο μουσακάς μπεσαμέλ, αλλά μη μου το χαλάς τώρα) γράφτηκε με μελανά γράμματα στο μενού του πατρικού μου, μέχρι που ενήλικος πια ανακάλυψα τη μαγεία του κολοκυθιού, της μελιτζάνας, της παρέας τους με τον κιμά και την πατάτα.

Το παστίτσιο του συστήματος μπεσαμέλ-μακαρόνια-κιμάς είναι πιο βαρετό συμβάν από όλα τα “Πάμε Πακέτο” μαζί (όχι, εσύ Βίκυ, εσύ είσαι μια χαρά). Ο μουσακάς παρότι μπρανταρίστηκε από τους πολέμιους ως κλασική, ελληνική, τουριστική πρόταση, ξεφτίλισε το mainstream και στέκει καμαρωτό στο καλύτερο σουπλά της ελληνικής κουζίνας.

Παστίτσιο η Ελιάνα Χρυσικοπούλου

Χοντρό μακαρόνι, παχιά στρώση σπιτική μπεσαμέλ με μοσχοκάρυδο, αρμυρούτσικος κατακόκκινος κιμάς με γαρύφαλλο, κίτρινο τυρί τριμμένο. Και κούνημα. Καλό κούνημα ταψιού, πιρούνιασμα στα μακαρόνια, ώστε ο κιμάς και τα τυριά να κρυφτούν καλά μέσα στους παχουλούς σωλήνες pasta και να κάνουν ξανά την εμφάνισή τους στο στόμα σου.

 Αυτό είναι το παστίτσιο, η σπεσιαλιτέ της μαμάς μου, που δεν προλάβαινε να φτιάχνει ταψιά για να τα δίνω στις φίλες μου, που μου άφηνε καβάτζα πυρέξ στο ψυγείο όταν έφευγε για διακοπές και την έβγαζα όλο το Δεκαπενταύγουστο. Αυτό το ίδιο παστίτσιο το έχω τελειοποιήσει πλέον, το απολαμβάνω παραμιλώντας μπουκωμένη “γεια στα χέρια μου”, ενώ παράλληλα το χρησιμοποιώ ως υπερόπλο γοητείας (κολλάει τους άντρες περισσότερο και από μίνι-τακούνια-wonderbra). Θα μου πεις, το ίδιο πράγμα μπορεί να κάνει και ένας ωραίος μουσακάς. Δεν αντιλέγω. Αλλά δεν προτίθεμαι για κανέναν άντρα να κλειστώ 3 ώρες στην κουζίνα να τηγανίζω μελιτζάνες, τις όποιες δεν συμπαθώ καν πάρα πολύ. Και μάλλον την ίδια άποψη είχε και η μαμά μου, διότι στο δικό μας σπιτικό, Εθνικό Φαγητό ήταν το παστίτσιο.

Μουσακάς και με εννιά  μποφόρ ο Πάνος Κοκκίνης

Θέλω να σας πω ένα μυστικό. Η μάνα μου είναι άθλια μαγείρισσα. Απλά δεν το ξέρει. Και αν μάθει πως σας το κάρφωσα, είναι σίγουρο ότι -παρότι μοναχοπαίδι- θα με αποκληρώσει. Τι σχέση έχει αυτό με το δίλημμα; Ότι επειδή βαριόταν να φτιάξει μουσακά (σ.σ. ενώ παστίτσιο έχωνε την ξαδέλφη της την Δέσποινα να μας ετοιμάσει) μου πούλαγε επίχρόνια κάτι που ονόμαζε «ψευτο-μουσακά». Δηλαδή απλά πατάτες με κιμά στην κατσαρόλα. Όντως εντελώς ζώο και εγώ, της το ζήταγα συνέχεια. Ήταν το αγαπημένο μου φαγητό. Και διατυμπάνιζα ότι είναι καλύτερος από τον μουσακά.

Όλα αυτά μέχρι την πρώτη στιγμή που δοκίμασα κανονικό μουσακά, δηλαδή όταν πήγα στο ναυτικό. Ο σεφ σε μια από τις φρεγάτες που υπηρετούσα ήταν εκπαιδευμένος στην Ελβετία σεφ. Και, αφού έδινε σαβούρα στους υπόλοιπους, έπαιρνε καμία δεκαρία από εμάς και μας τάιζε νέκταρ από το ειδικό prive ταψί που είχε ετοιμάσει.

Ένα τέτοιο ταψί είχαμε βάλει ανάμεσά μας, εγώ και ένας ψαράς από την Χαλκιδική, κατά την διάρκεια μιας καταιγίδας εν πλω. Είμαστε στην μέση Παρμενίωνα κάπου έξω από την Θάσο και οι μοναδικοί στο πλοίο που δεν ξερνούσαν τα έντερα τους ήταν ο αρχιπλοίαρχος, ο πλοίαρχος και εμείς οι δυο.

Κάπως έτσι βρεθήκαμε εντελώς μόνοι στην τραπεζαρία. Ο καθένας καθισμένος στην αντίθετη μεριά του τραπεζιού. Και κάθε φορά που το πλοίο έγερνε από την μια ή την άλλη πλευρά, τρώγαμε διαδοχικά και από μια κουταλιά μουσακά. Πολύ απλά δεν θα έμπαινα σε τέτοιο κόπο για κανένα παστίτσιο.

Παστίτσιο η Έλενα Μπουζαλά

Επειδή δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο από ένα πιάτο μακαρόνια με κιμά, κομψά κομμένα σε ένα πιάτο, με λεπτή μπεσαμέλ και πολύ τριμμένο τυρί από πάνω ( η μητέρα μου το βάζει στο τέλος του ψησίματος, Χρήστο). Στα παιδικά χρόνια μου (αφού τελικά κάνουμε ομαδική ψυχοθεραπεία) αυτό ήταν το φαγητό του Σαββάτου, κάτι σαν γιορτή το είχε δει η μαμά μου (επειδή ήμασταν όλοι μαζί), αυτό που έβρισκα και έτρωγα κρύο από το ψυγείο μετά από ξενύχτι, εκείνο που έπαιρνα μαζί μου σε μπολ, ως φοιτήτρια. Μου αρέσει και ο μουσακάς, αλλά βγάζω την μελιτζάνα. Το μόνο που αξίζει τελικά στον μουσακά είναι οι πατάτες.

Πατσίτσιο ο Στέλιος Αρτεμάκης

Μου αρέσει πολύ ο μουσακάς, δε λέω. Ειδικά όπως το φτιάχνει η μάνα μου. Θα με πεις μαμάκια τώρα αλλά δε νομίζω ότι διαφέρω από τους υπόλοιπους Έλληνες άντρες κάτω των 50, που έχουν μείνει σπίτι μέχρι τα τριάντα, που παίρνουν ταπεράκι μουσακά στη δουλειά, που παντρεύονται και νοικιάζουν στην ίδια πολυκατοικία δύο ορόφους πιο κάτω, που βάζουν τη γυναίκα του να μαθητεύσει κοντά στη μαμά για να φτιάχνει το μουσακά ίδιο και απαράλαχτο. Λοιπόν η φανταστική αυτή συνταγή είναι χωρίς πατάτες και χωρίς μελιτζάνες, με μακαρόνια και κιμά. Πατσίτσιο λέγεται αυτό; Α, τι λες;

Μουσακά ο Θανάσης Κρεκούκιας

Όποιος δε γουστάρει τις μελιτζάνες έχει προβλήματα. Όποιος δε γουστάρει τις πατάτες είναι βλαμμένος. Όποιος δε γουστάρει τα μακαρόνια με κιμά να πάει να κοιταχτεί. Όποιος δε γουστάρει το παστίτσιο είναι παλαβωμένος. Αλλά όποιος πει ότι δε γουστάρει τον μουσακά, να έρθει να το πει μπροστά μου. Εκεί τελειώνουν όλα. Ανοίγω παρένθεση. Χρήστο Χατζηιωάννου είσαι ποιητής. Ο τροβαδούρος της γεύσης. Κλείνω παρένθεση. Την ξανανοίγω. Χρήστο Χατζηιωάννου έχω δακρύσει. Την ξανακλείνω. Και καταλήγω. Δυο είναι οι λέξεις που έχουν χαρακτηρίσει την μεταπολεμική Ελλάδα στον υπόλοιπο κόσμο. Μουζάκα και μαλάκα. Για το μουζάκα βάζεις και το γκρικ μπροστά. Για το μαλάκα όχι. Είναι πατενταρισμένο στη φυλή. Σταματάω γιατί δεν έχει νόημα. Αρχίζω και χάνω τον ειρμό. Χρήστο Χατζηιωάννου μου έφτιαξες το πρωινό. Δεσμεύομαι να σε πάω στο χωριό μου να φας μουσακά από τον Βασιλάκη τον Μίγγα. Κλαίω. Από συγκίνηση. Μουσακάς. Αμήν.

Μουσακά η Νίκη Χαγια

Για μένα δεν τίθεται καν δίλημμα. Καθότι χορτοφαγικη φαμιλια ο μουσακάς είναι για μασ ότι το γουρουνοπουλο για τον Οβελιξ. Ένας γευστικος οργασμος με φρεσκα λαχανικά, κιμα απο σόγια και πλούσια μπεσαμελ. Τι και αν κάθε φορα που τον φτιαχνω κάνω μια κουζίνα εμπόλεμη ζώνη, με το που βάζω την πρώτη μπουκιά στο στόμα και σκάει η γεύση της μελιτζανας, με τη ζουμερη πατατουλα και το κολοκυθακι, ξεχνάω το πλύσιμο που έχω για μετα (που εντάξει εδω που τα λέμε ούτως η αλλιώς δεν θα το έκανα εγω, αλλα το αγόρι).

Παστίτσιο Ογκρατέν ο Άλκης Βασιλείου

Για να είμαι ειλικρινής, τόσο το παστίτσιο όσο και ο μουσακάς, δεν ανήκουν ούτε καν στο top 30 των γαστριμαργικών επιλογών μου. Για την ακρίβεια, αν δεν μου ανακοίνωνε μια μέρα περιχαρής η γιαγιά μου -που έμαθε να μαγειρεύει στα 70 της- “Άλκη μου, σήμερα έχουμε παστίτσιο”, νομίζω δεν θα το ζητούσα ποτέ στη ζωή μου.

Τέλος πάντων, επειδή η γιαγιά μου, αποφάσισε να βγει στη σύνταξη και να γίνει τυπική γιαγιά, λίγο πριν μπει στην 8η δεκαετία της ζωής της, δεν ήθελα να της χαλάσω το χατίρι, αλλά έθεσα μια σημαντική πρϋπόθεση. “Γιαγιά ο κιμάς δεν μου αρέσει και η μπεσαμέλ θέλω να είναι όσο πιο λίγη γίνεται. Φτιάξε κάτι με τυρί που να είναι στεγνό και ξεροψημένο”. Και… εγένετο ογκρατέν, το οποίο στο οικογενειακό τραπέζι παρουσιάστημε εν χορδαίς και οργάνοις, αναγκάζοντας τον παππού μου να αναφωνήσει “κούκλα μου, 50 χρόνια παντρεμένοι, πρώτη φορά μου μαγειρεύεις”.

Και τι φαγητό ε; Ογκρατέν!!!

Μουσακά ο Μάνος Μίχαλος

Κάθε φορά που γράφουμε για φαγητό στο Αιώνιο Δίλημμα, ο Κρεκούκιας μας λέει και από έναν τύπο στο χωριό του που το κάνει τέλεια και ο Θανάσης είναι ο Καλλίδης του χωριού που τα έχει φάει όλα. Ας επιστρέψω στο θέμα, στο δίλημμα θέλω να πω: Μικρός φοβόμουν τη μελιτζάνα. Αυτή η μπλαβί απόχρωση, τα σποράκια μέσα και το “νιανιά” που γίνεται με την πρώτη πηρουνιά μου προκαλούσαν ένα ρίγος, ψηλά στην πλάτη.

Με τα χρόνια, όμως, ωρίμασα και κατάλαβα ότι χωρίς τη μελιτζάνα, παπουτσάκια δεν έχει. Και τα παπουτσάκια ήταν η πρώτη κίνηση καλής θέλησης προς τον μουσακά. Έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν τρελάθηκα με το στυφό παστίτσιο, οπότε έψαχνα κάτι για να το αντικαταστήσω στο ταψί μου (όχι μου, αλλά καταλαβαίνετε). Ο μουσακάς επί της ουσίας είναι το πιο περιγραφικό φαγητό, για τη φιλοσοφία αυτής της χώρας: βάλτα όλα μαζί, κάντα κιμά, κάντα πατάτα και άσε τη μελιτζάνα να έρθει τελευταία στιγμή να σώσει τα πράγματα. Όχι;

Μουσακά η Ιωάννα Μαμάη

Μετά από ένα σερί φιλοσοφημένων διλημμάτων όπου κάναμε κατάθεση ψυχής ορισμένοι, όπως θα έλεγε και ο Μικρούτσικος, το συγκεκριμένο δίλημμα μάλλον μπήκε γιατί κάποιοι δεν άντεξαν τα ψυχολογικά μας. ΟΚ, δεν τρέχει τίποτα που λέει και το νέο άσμα της Κατερίνας Στικούδη. Προσωπικά για εμένα δίλημμα δεν υπάρχει γιατί ο μουσακάς όχι απλά βάζει κάτω το παστίτσιο αλλά νικά με 4-0 εκτός έδρας. Τα μακαρόνια με οτιδήποτε είδος κρέας από μοσχάρι μέχρι κιμά μου φέρνουν τέτοια αηδία που και μόνο στη σκέψη μπορώ να κάνω εμετό. Ενώ ο μουσακάς; Αγνή μελιτζανούλα, πατατούλα και κιμάς (για να πάρεις και το σίδηρό σου). Μουσακάς ftw και δεν ακούω κουβέντα.

ΔΙΛΗΜΜΑ ΤΕΛΟΣ: ΜΟΥΣΑΚΑΣ ΜΕ 61,5%

Η μελιτζάνα έδινε βραχεία κεφαλή στο σκορ για το μουσακά, η μελιτζάνα ισοφάρισε όταν προς στιγμή το παστίτσιο βρήκε το ρυθμό του, η μελιτζάνα έβαλε τα γκολ της νίκης. Ντέρμπι λέμε!

ΨΗΦΙΣΕ ΚΙ ΕΣΥ ΣΤΟ ΑΙΩΝΙΟ ΔΙΛΗΜΜΑ…


 

ή