Ψήνοντας στον καύσωνα: Όταν έξω από την κουζίνα κάνει κρύο
Βγήκαμε μια βόλτα στο καυτό κέντρο της Αθήνας στη χειρότερη μέρα και ώρα του χρόνου. Αυτό που εμείς λέμε κάψα, είναι απλώς άλλη μια μέρα στη δουλειά αν είσαι ψήστης. Παλεύεται η ζέστη στα σουβλατζίδικα;
- 25 ΙΟΥΛ 2025
Χαμένοι τουρίστες, χαομένοι ντόπιοι και περιπλανώμενοι αστυνομικοί που συλλέγουν κλήσεις. Το κέντρο της Αθήνας έχει ερημώσει λόγω καύσωνα και μοναδική όαση για όσους ξέμειναν στους δρόμους είναι η εσωτερική κάψα να τους βρει μία από τις επόμενες μέρες σε μια παραλία.
Το μεσημέρι είναι σίγουρα η χειρότερη ώρα για να περπατάς στα κεντρικά της πόλης. Για τους ψήστες όμως, είναι απλώς άλλη μια μέρα στη δουλειά. Στα σουβλατζίδικα, η ζέστη δεν παίρνει ποτέ ρεπό.
Ούτε και οι άνθρωποι που εργάζονται σε αυτά. Ανταλλάξαμε λίγα λόγια ανάμεσα στις παραγγελίες χωρίς να ενοχλήσουμε και πολύ.
«Έχουμε βάλει ένα φορητό κλιματιστικό, αλλά εντάξει, κοροϊδευόμαστε»
Πρώτη στάση στο Θέατρο των Τυλιχτών Ονείρων, στη Βόλβη. Ένας κύριος που μοιάζει με θαμώνα, τρώει το σουβλάκι του, πίνει την μπύρα του και όταν βλέπει τον φακό, ζητάει ευγενικά να μη φανεί το πρόσωπο του. «Έχω έρθει κρυφά», μας λέει.
Ο Άρης Δούκας, συνιδιοκτήτης του μαγαζιού, δροσίζεται με ένα ανεμιστηράκι. Μικρό, αλλά κάνει τη δουλειά του. Η ερώτηση για το αν αντέχεται η ζέστη ήταν περισσότερη ρητορική.
«Δεν παλεύεται, μπαινοβγαίνουμε μέσα έξω. Κάνεις υπομονή. Αν είχε και πολλή δουλειά, θα κλαίγαμε. Κάνουμε rotation, όλοι τα κάνουν όλα. Το παιδί που ψήνει, θα πάει μετά να αλλάξει την κοπέλα που τυλίγει, εκείνη θα βγει λίγο έξω και πάει λέγοντας. Όταν τυλίγεις, τα χέρια κάνουν πολλές κινήσεις και ζεσταίνεσαι. Αυτός που ψήνει, απλώνει τα καλαμάκια του και τα σουτζουκάκια του. Ξέρει ότι θέλουν 3-5 λεπτά, κάνει λίγο πίσω, τον παίρνει λίγο το aircondition. Μετά, πρέπει απλώς να παρακολουθεί. Το παιδί που ψήνει είναι συνήθως έξω την ώρα της δουλειάς», εξηγεί και μας τοποθετεί παράλληλα στην ατμόσφαιρα εντός του μαγαζιού. Δεν είχαμε ιδέα.
«Έχουμε βάλει ένα φορητό κλιματιστικό, εντάξει, κοροϊδευόμαστε. Σε όλα τα σουβλατζίδικα, η κουζίνα έχει φούσκα, η οποία σου κρατάει τον καπνό πάνω, αλλά μαζί με τον καπνό, τραβάει και τον αέρα. Όσο κρύο αέρα κι αν διοχετεύσεις στην ατμόσφαιρα του μαγαζιού σου, θα στον πάρει η φούσκα.
Το ξέρεις ότι πας να δουλέψεις κάπου που οι συνθήκες είναι λίγο πιο σκληρές. Το χειμώνα είμαστε καλύτερα. Με αυτή τη ζέστη όπως και να έχει είσαι καταδικασμένος. Όταν δεν έχω βάρδια είμαι σπίτι με το aircondition. 5 μέρες είναι λέω, θα περάσουν. Πες ότι έχει χιόνι και αποκλειστήκαμε», καταλήγει.
«Για εμάς έξω από την κουζίνα, κάνει κρύο»
Επόμενη στάση, Κώστας. Εκεί, που το «το σουβλάκι τρώγεται όλες τις ώρες», όπως έλεγε πριν λίγους μήνες στο OneMan, ο Αναστάσιος Καραγιαννίδης, που συνεχίζει την παράδοση του πατέρα του.
Δε φάνηκε να τον ταράζει τόσο η ζέστη, αλλά περισσότερη η συνειδητοποίηση ότι κάνει αυτή τη δουλειά εδώ και πολλά, πάρα πολλά χρόνια. 45 Ιουλίους μετά, η κάψα συνηθίζεται. Ο Δημήτρης δίπλα του χρειάστηκε μόνο 8 λέξεις για να περιγράψει τα πάντα. «Για εμάς έξω από την κουζίνα, κάνει κρύο».
«Αλλάζω 7 γάντια σε κάθε βάρδια, αλλάζω και μπλούζα. Οι συνθήκες είναι δύσκολες αλλά την κάνουμε πολλά χρόνια αυτή τη δουλειά και έχουμε συνηθίσει. Έχω κάνει και φοιτητής στη Λάρισα, εκεί να δεις ζέστη. 45-46 βαθμοί, λίβας. Μεταξύ μας, πέρσι ήταν χειρότερα», μας λέει ο Τάσος, χαμογελώντας πάνω από την ψησταριά.
«Ανά 2-3 ώρες, καθόμαστε για δέκα λεπτά»
Το οδοιπορικό συνεχίζεται στον ιστορικό Λευτέρη. Η άφιξη μας πέφτει παράλληλα με μια παραγγελία ενός πραγματικού meat lover, που σίγουρα θα αντιδρούσε αν άκουγε αυτό τον χαρακτηρισμό. «Άλλα δύο, μόνο σκόνες».
Ένας υπάλληλος delivery καταπίνει αμάσητο ένα τυλιχτό, χωρίς να βγάλει καν το κράνος. Ακριβώς απέναντι του, ο Δημήτρης ιδρώνει τη φανέλα και σήμερα, έχοντας αλλάξει ήδη δύο μπλούζες.
«Αυτή είναι η τρίτη μπλούζα που αλλάζω. Και τα γάντια το ίδιο, σκίζονται. Τι να κάνεις, όταν ψήνεις μπροστά στο πλατό έχει ζέστη. Οι ανεμιστήρες κάνουν δουλειά, έχω γυρίσει σε δέκα ψητοπωλεία που δεν είχαν τίποτα, άντε ψήσε εκεί να σε δω. Είναι ανοιχτός ο χώρος, παίζει ρόλο κι αυτό», μου λέει και τον ρωτάω για τα πλάνα μετά το μεροκάματα.
«Ε τι κάνουμε, καθαρίζουμε το πόστο μας και φεύγουμε. Το βράδυ που φεύγουμε έχει πέσει η ζέστη. Φτάνεις σπίτι, μπάνιο, aircondition, αυτά», καταλήγει και πιάνει την επόμενη παραγγελία.
«Και τίποτα να μην κάνεις, η φωτιά σε κουράζει»
Τελευταία στάση του tour, ο Μπαϊρακτάρης, διαχρονικός πρεσβευτής του greek souvlaki στο κέντρο. Δύο τουρίστες ζήτησαν τον κωδικό του Wi-Fi προτού παραγγείλουν, άδειασαν τα πιάτα και απολαμβάνουν την μπύρα τους, κάτω από την ασφάλεια του ανεμιστήρα.
Στο πλάι τους, στέκεται ένας σερβιτόρος που καμουφλάρει πολύ πειστικά την κούραση του. «Με αυτή τη ζέστη τι να φάω, μόνο νερό», λέει σε ένα συνάδελφό του. Ο Θωμάς συγκατοικεί με δύο γύρους, δεξιά και αριστερά του. «Και στο δρόμο μόνο που περπατάς, ζαλίζεσαι», μας εξηγεί.
«Είναι ενάμισης μήνας δύσκολος. Πάω σπίτι, κάνω ένα κρύο μπάνιο, ανοίγω το aircondition, αυτά, τι να κάνω; Σου τρώει ενέργεια. Αν δεν πας σπίτι να φρεσκαριστείς δεν πας πουθενά. Αν ξαπλώσεις ένα μισαωράκι μπορείς να πάρεις τα πάνω σου. Τις περισσότερες φορές βέβαια, δεν έχεις και πολλή όρεξη. Είναι ψυχολογική η κούραση της φωτιάς. Και εδώ να κάθεσαι και τίποτα να μην κάνεις σε κουράζει. Μέσα είναι λίγο καλύτερα», καταλήγει.
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.