ORIGINALS

Πώς είναι να ζεις πέντε χρόνια χωρίς πετρέλαιο

Εξομολογήσεις ενός ανθρώπου που βιώνει το κρύο στο πετσί του.

Φορούσα διπλές κάλτσες. Κολάν. Φόρμα. Πιο πολλές μπλούζες από όσες μπορούσα να μετρήσω κι ένα φούτερ με κουκούλα. Πέρασα την κουκούλα στο κεφάλι μου, έβαλα τα χέρια στις τσέπες και εξέπνευσα την βαθιά ανάσα που είχα πάρει δευτερόλεπτα νωρίτερα. Όσο χάζευα τα χνώτα μου, τα οποία λόγω κρύου είχαν αποκτήσει υλική υπόσταση, έσπρωξα την πόρτα. Δεν έβγαινα από σαλέ του Καϊμακτσαλάν με προορισμό κάποια πίστα του χιονοδρομικού κέντρου. Έβγαινα από το δωμάτιό μου με προορισμό την τουαλέτα.

Το παραπάνω σκηνικό δεν αποτελεί εξαίρεση, αλλά την (σχεδόν) καθημερινότητά μου, κάθε χειμώνα στο Παγκράτι. Εδώ και πεντέμισι χρόνια μένω με τον κολλητό μου σ’ ένα σπίτι 115 τ.μ. κοντά στο Καλλιμάρμαρο. Το διαμέρισμά μας βρίσκεται στο δεύτερο πάτωμα ενός διώροφου κτιρίου, με αποτέλεσμα τις ακραίες καιρικές συνθήκες να τις ζούμε έντονα. Ειδικά τις χειμερινές τις ζούμε στον κολοφώνα τους, αφού εδώ και πέντε χειμώνες δεν έχει μπει πετρέλαιο στο κτίριο. Ούτε σταγόνα.

Λεφτά για πετρέλαιο από όλους τους ενοίκους δεν υπάρχουν, ενώ το κτίριό μας είναι τόσο παλιό που η πιθανότητα εγκατάστασης συστήματος φυσικού αερίου είναι μικρότερη από να έγραφε ο Θουκυδίδης σε greeklish. Όταν, λοιπόν, για να ζεσταθώ δεν κάθομαι μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή βάζοντας στο ριπίτ το παρακάτω video:

(δοκίμασέ το, βοηθάει)

ανάβω ένα αερόθερμο, το οποίο έχω αγοράσει για το δωμάτιό μου. Ο συγκάτοικος χρησιμοποιεί air condition στο δωμάτιό του (εγώ τα air condition τα σιχαίνομαι), την ώρα που τα υπόλοιπα 80 περίπου τετραγωνικά του σπιτιού μένουν εκτεθειμένα στον παγετό. Δεν θα ξεχάσω ένα χειμωνιάτικο απόγευμα που γλίστρησα για άσχετο με το κρύο λόγο στο σαλόνι και (σχεδόν) άκουσα τη φωνή του Αλέξη Κωστάλα να λέει ”τετραπλό τόλουπ και άξελ από τον Γιώργο Μυλωνά”.

Ας μείνουμε, όμως, στο σαλόνι. Από τον Δεκέμβριο μέχρι τον Μάρτιο, το σαλόνι είναι το πιο άχρηστο δωμάτιο του σπιτιού, αφού λόγω κρύου δεν καθόμαστε ποτέ εκεί. Όσες φορές τοποθετήσαμε αερόθερμα ή σόμπες, δεν αυξήθηκε καθόλου η θερμοκρασία, αφού από την μία είναι πολύ μεγάλο και από την άλλη διαθέτει δύο μπαλκονόπορτες κι ένα παράθυρο, του οποίου τα κουφώματά είναι λίγο πιο σύγχρονα από τα αντίστοιχα της Καλύβας του Μπαρμπα-Θωμά. Για καλεσμένους, ούτε λόγος.

Για να είμαι ειλικρινής, κατά περιόδους, στο σαλόνι συναντώ άτομα που δεν έχουμε καλέσει. Για παράδειγμα ένα περσινό βράδυ με τη θερμοκρασία γύρω στους 5 °C βγήκα από το δωμάτιό μου με σκοπό να φέρω ένα ποτήρι νερό από την κουζίνα. Όταν πέρασα από το σαλόνι, μου φάνηκε πως είδα, με την άκρη του ματιού μου, έναν White Walker να κάθεται στον καναπέ μας.

Πανικοβλήθηκα.

Έκανα ένα βήμα πίσω, κοίταξα ξανά και τι είδα;

Δεν ήταν ένας οποιοσδήποτε White Walker.

Ήταν ο Knight King αυτοπροσώπως.

Αυτούς τους πέντε -προς έξι- χειμώνες στο Παγκράτι έμαθα, βέβαια, και μια σειρά από χρηστικά πράγματα αντιμετώπισης του κρύου, τα οποία αξίζει να μοιραστώ μαζί σου:

> Το κολάν είναι η σπουδαιότερη ενδυματολογική εφεύρεση. Δεν είναι τυχαίο που το φορούν και οι ήρωες.

> Χρησιμοποιούμε το ψυγείο σαν φούρνο μικροκυμάτων. Αν έχουμε αφήσει το φαγητό πολλή ώρα εκτός ψυγείου το βάζουμε ξανά μέσα για να ζεσταθεί.

> Πλένουμε τα πιάτα αμέσως μετά το φαγητό. Σε διαφορετική περίπτωση όσο λάδι μείνει πάνω τους μετατρέπεται σε βούτυρο. Βούτυρο που ούτε Έλληνας λαντζέρης το ’60 στην Αστόρια δεν θα μπορούσε να καθαρίσει.

> Δεν χρησιμοποιούμε σεντόνι στο κρεβάτι. Η τάση του σεντονιού να μαζεύει κρύο είναι μεγαλύτερη από αυτή ενός μαγνήτη να μαζεύει πρόκες.

> Αφήνουμε καθημερινά για μισή ώρα ανοιχτές τις πόρτες και τα παράθυρα του σπιτιού. Ο αέρας εκτός σπιτιού είναι ξεκάθαρα πιο ζεστός.

Καμιά φορά, ενώ βλέπω το παραπάνω video με το τζάκι με πιάνω να κάνω ασυναίσθητα δύο πράγματα. Πρώτον, να τρίβω μεταξύ τους τις παλάμες μου καθώς τις πλησιάζω προς την οθόνη του υπολογιστή. Ευτυχώς, μόλις την ακουμπάω επανέρχομαι στην πραγματικότητα. Δεύτερον, να γεμίζω το μυαλό μου με αναμνήσεις από τα χρόνια προ Παγκρατίου.

Γιατί δεν μεγάλωσα στο Νευροκόπι ή στον Ομαλό. Ούτε καν στην Κηφισιά. Τα πρώτα 27 χρόνια της ζωής μου τα πέρασα σ’ ένα τριάρι στους Αμπελόκηπους, όπου κάθε χειμωνιάτικο απόγευμα δεν μπορούσα να διαβάσω τα μαθήματά μου για το σχολείο, αφού η λαύρα που έβγαινε από το συνεχώς αναμμένο καλοριφέρ μετέτρεπε το κεφάλι μου σε ζελέ. Ενώ δεν ήταν λίγες κι οι φορές που κοιμόμουν ανάποδα στο κρεβάτι, αφού το καλοριφέρ βρισκόταν στο προσκεφάλι μου με αποτέλεσμα να σκάω από τη ζέστη. Αν άναβαν σήμερα τα καλοριφέρ του Παγκρατίου θα γαντζωνόμουν πάνω τους σαν τσιτάχ.

Και μιας και μιλάμε για καλοριφέρ, την επόμενη φορά που θα ακούσω το τρίξιμο ενός σώματος καθώς αρχίζει να κυλάει νερό στους σωλήνες του, θα με πάρουν αυτομάτως τα κλάματα από συγκίνηση.