ΑP Images
ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ

“Στο Μιλάνο, ο φόβος ξεπερνάει τα φυσιολογικά επίπεδα”

Η Μαρία Ξανθουδάκη, η οποία ζει και εργάζεται στο Μιλάνο, περιγράφει πώς βιώνει την εφιαλτική καθημερινότητα του κορονοϊού.

Όταν στις αρχές του χρόνου διαβάζαμε και βλέπαμε στις ειδήσεις για την εξάπλωση του κορονοϊού στην Κίνα, αντιμετωπίζαμε την εκεί πανδημία σαν ταινία επιστημονικής φαντασίας. Σκληρό, αλλά συμβαίνει μακριά από εμάς, δεν πρόκειται να αγχωθούμε και πολύ.

Όπως συμβαίνει συχνά σε αυτές τις περιπτώσεις, νιώθαμε άτρωτοι, ότι το κακό δεν πρόκειται ποτέ να περάσει την πόρτα μας. Μέχρι που διαβάσαμε για το πρώτο κρούσμα στην Ιταλία και συνειδητοποίησαμε ότι μια περιπέτεια ξεκινάει και για εμάς, εδώ στην Ευρώπη. Έστω κι αν στα τέλη Φλεβάρη, ούτε οι ίδιοι οι Ιταλοί δεν μπορούσαν να προβλέψουν τι τους περιμένει.

Σχεδόν ένα μήνα μετά, η χώρα παλεύει με την ραγδαία εξάπλωση του κορονοϊού, τα θύματα καθημερινά είναι εκατοντάδες και τα νέα κρούσματα χιλιάδες, οι γιατροί με δάκρυα στα μάτια εξηγούν πώς αναγκάζονται να διαλέξουν ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει στις εντατικές των νοσοκομείων και οι κάτοικοι της Ιταλίας παραμένουν στα σπίτια τους, περιμένοντας πότε επιτέλους η καμπύλη θα αρχίσει την καθοδική της πορεία. Κάτι που δυστυχώς, συμβαίνει πλέον στο μεγαλύτερο κομμάτι του πλανήτη.

Ανάμεσά σε όσους κάθονται σπίτι, προσπαθώντας να επεξεργαστούν όσα συμβαίνουν, είναι η και η Μαρία Ξανθουδάκη, η οποία εργάζεται ως Διευθύντρια Εκπαίδευσης στο Μουσείο Επιστήμης και Τεχνολογίας Λεονάρντο Ντα Βίντσι, το μεγαλύτερο τεχνολογικό μουσείο της χώρας, με έδρα το Μιλάνο.

Ευρισκόμενη στην καρδιά του προβλήματος, μιλήσαμε μαζί της για να μας περιγράψει πώς ζει την κατάσταση και να μας μεταφέρει όσα συμβαίνουν στην γειτονική χώρα.

Κανείς δεν είχε αντιληφθεί πόσο εύκολη είναι η μετάδοση του ιού. Γνωρίζαμε όσα συμβαίνουν στην Κίνα, σκεπτόμενοι πως είναι μακριά και απλά παρακολουθούσαμε τις εξελίξεις μέχρι τις 20 Φεβρουαρίου. Ήμουν σε ένα συνέδριο σε μια κοντινή πόλη, όταν ακούσαμε την είδηση για τον ασθενή νούμερο ένα. Πήγε δύο φορές στο νοσοκομείο γιατί είχε τα συμπτώματα και τον έστειλαν σπίτι του.

Ξαφνικά, όλη η χώρα μπήκε στη διαδικασία να παρακολουθεί αυτόν τον ασθενή και πώς θα εξελιχθεί το σενάριο. Ήταν ένας πολύ κοινωνικός άνθρωπος, όλο αυτό το διάστημα μέχρι τελικά να επιβεβαιωθεί ότι έχει τον ιό είχε συμμετάσχει σε ένα σεμινάριο του Ερυθρού Σταυρού, είχε παίξει σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου, είχε πάρει μέρος σε έναν αγώνα δρόμου με άλλους 40 ανθρώπους και σπίτι του είχε έγκυο γυναίκα. Όπως μάθαμε, είχε φάει τέλη Ιανουαρίου με έναν φίλο του Κινέζο, πιθανώς από εκεί να ξεκίνησαν όλα.

Σχεδόν αμέσως, έβαλαν σε καραντίνα το χωριό του και 10 γύρω χωριά, στην Λομβαρδία.

Εμείς πηγαίναμε κανονικά στη δουλειά, αλλά από την Κυριακή 23 Φεβρουαρίου το μουσείο αποφάσισε να κλείσει για το κοινό για μία εβδομάδα, με δική μας και όχι με κυβερνητική πρωτοβουλία.

Τρεις μέρες αργότερα στείλαμε για πρώτη φορά το προσωπικό να δουλέψει από το σπίτι για τη δική του ασφάλεια. Αρκετοί συνάδελφοι έρχονταν από μακριά και έμπαιναν στα μέσα μαζικής μεταφοράς για μεγάλο διάστημα, ανάμεσα σε χιλιάδες άλλους ανθρώπους. Κι εγώ για να πάω στο μουσείο από το σπίτι μου θέλω μισή ώρα με τη συγκοινωνία.

Ενώ τα θύματα στα γύρω χωριά αυξάνονταν, ο δήμαρχος πήρε την απόφαση να ανοίξει ξανά τα μουσεία, θεωρώντας πως το Μιλάνο πρέπει να διατηρήσει ζωντανό τον πολιτισμό του. Έτσι, την  Τρίτη 3 Μαρτίου ανοίξαμε ξανά, με αυστηρά μέτρα και μικρές ομάδες στο χώρο.

Μια ημέρα μετά όμως, εφαρμόστηκαν τα πρώτα κυβερνητικά μέτρα στο Βορρά και έτσι το μουσείο έκλεισε και δουλεύαμε πάλι από το σπίτι. Τα σχολεία είχαν ήδη κλείσει από τα τέλη του Φλεβάρη. Τα καφέ και τα εστιατόρια έμεναν ανοιχτά μέχρι τις 6, ενώ δεν σέρβιραν στα μπαρ, παρά μόνο σε τραπέζια για να κρατιούνται οι αποστάσεις. Νομίζαμε ότι αυτό θα ισχύσει μέχρι το τέλος εκείνης της εβδομάδας και μετά βλέπουμε.

Την Κυριακή 8 Μαρτίου όμως, τα μέτρα έγιναν ακόμα πιο αυστηρά και πλέον σε κρατικό επίπεδο. Οπότε ουσιαστικά από τις 4 Μαρτίου, όλοι οι εργαζόμενοι στο μουσείο δουλεύουμε από το σπίτι. Ευτυχώς στο μουσείο δεν είχαμε κάποιο κρούσμα.

Το καλό της υπόθεσης είναι ότι έχουμε βρεθεί μέσω Skype με ανθρώπους που είχαμε να μιλήσουμε χρόνια. Έχω μιλήσει με συμμαθητές που είχαμε χάσει επαφή καιρό, όλο αυτό μας έφερε πιο κοντά, τώρα που έχουμε και περισσότερο χρόνο.

Από τις 4 του μήνα είμαι συνεχώς σπίτι, δεν έχω βγει καθόλου. Ό,τι θέλω από το σούπερ μάρκετ το παραγγέλνω, πλέον κάνει περίπου δύο εβδομάδες να έρθει, οπότε θέλει σωστό και προσεκτικό προγραμματισμό.

Όσο περνάνε οι μέρες δυστυχώς αυξάνονται τα κρούσματα και οι νεκροί. Υπήρξε μια μικρή πτώση των θυμάτων το Σαββατοκύριακο για δύο μέρες αλλά μετά η καμπύλη ανέβηκε ξανά.

Ο κόσμος δεν υπακούει στα μέτρα, ήδη έχουν επιβληθεί χιλιάδες πρόστιμα.

Για να βγεις έξω υπάρχει και εδώ μια γραπτή φόρμα που πρέπει να συμπληρώσεις. Υπάρχουν τρεις λόγοι μετακίνησης, εργασία, αν δουλεύεις ως γιατρός, φαρμακοποιός ή στον τομέα των τροφίμων, για ιατρική ανάγκη ή για τα απαραίτητα ψώνια σου.

Ο κόσμος δεν υπακούει στα μέτρα, ήδη έχουν επιβληθεί χιλιάδες πρόστιμα. Το πρόστιμο ξεκίνησε κι εδώ από τα 150 ευρώ και έχει φτάσει στα 3.000 ευρώ. Τα αποτελέσματα των μέτρων τρέχουν αργά, ενώ ο ιός τρέχει γρήγορα.

Κάθε απόγευμα στις 6, ο υπεύθυνος της πολιτικής προστασίας βγαίνει στην τηλεόραση και ενημερώνει για τον αριθμό των κρουσμάτων και των θυμάτων.

Ανάλογα με το κανάλι που παρακολουθείς στην ιταλική τηλεόραση, υπάρχει και η αντίστοιχη ψυχραιμία. Προσωπικά προτιμώ να ενημερώνομαι από τις εφημερίδες και από τα ραδιοφωνικά δελτία.

Χρειάζεται και μία αποστασιοποίηση. Όταν βλέπεις τις εικόνες από το Μπέργκαμο, με τα στρατιωτικά φορτηγά που μεταφέρουν τα φέρετρα να γεμίζουν τους δρόμους, ο φόβος ξεπερνάει τα φυσιολογικά επίπεδα, χρειάζεται μια ισορροπία. Πρέπει να ενημερωνόμαστε, αλλά επιλεκτικά και μόνο από απόλυτα έγκυρες πηγές.

Όλες οι μέρες μοιάζουν ίδιες πια. Δεν έχεις την κλασική ρουτίνα σου, το ταξίδι για το γραφείο, δεν είσαι στο σπίτι σου όσο περιποιημένος θα ήσουν πηγαίνοντας στη δουλειά.

Περνάμε ατέλειωτες ώρες online, πριν λίγες μέρες κάναμε μια συνάντηση μέσω ίντερνετ, η οποία κανονικά θα γινόταν στην Βαρκελώνη. Μιλάμε με τους συναδέλφους μέσω Skype, προχωράω τα πρότζεκτς που μπορώ να προχωρήσω, αλλά δεν υπάρχει πια η ανθρώπινη επαφή, τα ταξίδια, οι επισκέπτες του μουσείου.

Στη γειτονιά που μένω δεν έχω δει κόσμο να βγαίνει στα μπαλκόνια. Την περασμένη εβδομάδα διοργάνωσε η RΑΙ ένα κάλεσμα να βγει ο κόσμος να τραγουδήσει τον εθνικό ύμνο στα μπαλκόνια του, αλλά εδώ που μένω τουλάχιστον δεν ανταποκρίθηκε. Αλλού πάντως βγαίνουν, ο κόσμος φοβάται, είναι ξεσπάσματα αυτά, όχι τόσο οργανωμένα.

Όταν χαιρετάς τον κόσμο από το μπαλκόνι σου, στέλνεις ένα μήνυμα αλληλεγγύης. Υπάρχουν ομάδες στο FB που πάνε και ψωνίζουν για ανθρώπους που δεν μπορούν να βγουν έξω, εθελοντές που βοηθάνε στα συσσίτια, οργανώνονται πρωτοβουλίες για να βοηθήσουν τους άστεγους.

Πρέπει να έχουμε εμπιστοσύνη στους επιστήμονες, όλο αυτό να μας γίνει ένα μάθημα. Όταν με το καλό τελειώσει, να μην αφυπνιστούμε, να πάρουμε μέτρα ώστε αν συμβεί ξανά, να μην μας πιάσει απροετοίμαστους.