LONGREADS

Τι θυμάμαι από την πενταήμερη μου

Δύο πιώματα, δύο άρρωστοι, ένας που σκόραρε και ένας που έδειρε. Οι άντρες συντάκτες του ΟΝΕΜΑΝ γράφουν για εντελώς αντρικές καταστάσεις στην πενθήμερη εκδρομή.

Τι είναι πιο αντρίκιο; Να σκοράρεις την καλή σου ή να δεις το Leeds – La Corunia; Να βγεις δεύτερος σε διαγωνισμό Drag Queen ή να πιεις θανάτου; Γιατί στην πενταήμερη του ΟΝΕΜΑΝ συνέβησαν διάφορα.

Ξερνώντας τα σωθικά μου στην Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου -Πάνος Κοκκίνης

Δεν είναι το πιο πρωτότυπο πράγμα του κόσμου να σου τύχει σε μια πενταήμερη. Για αυτό και είπα να στείλω πρώτος το κείμενο ώστε να ‘καβατζώσω’ την συγκεκριμένη εμπειρία. Αν και το πρόβλημα δεν είναι ότι ήμασταν -και οι πέντε στην παρέα- λιώμα. Ούτε καν ότι ήμασταν λιώμα πριν φτάσουμε στο club (ναι, είχαμε ξεκινήσει από το ξενοδοχείο). Αλλά ότι οι πόρτες στην Ρόδο δεν είναι ιδιαίτερα γερές.

Ίσα ίσα να ακουμπήσουν στην τζαμαρία ταυτόχρονα πέντε άτομα (που ξερνάνε) και γίνονται χίλια κομμάτια. Και άντε μετά να έρθει κανείς κοντά σου για να σε βοηθήσει. Όσο φίλος και να είναι, τον συνδυασμό αίμα και εμετού μόνο η μάνα σου τον αντέχει.

Όχι ότι πήραμε ιδιαίτερη είδηση τι μας συνέβη. Ήμασταν πολύ απασχολημένοι να γελάμε ο ένας με τα χάλια του άλλου. Τόσο απασχολημένοι που δεν πήραμε καν είδηση τις κοπέλες με τις οποίες ελπίζαμε να ‘σκοράρουμε’ να φεύγουν μακριά μας κουνώντας (με απόγνωση, θλίψη και μια πρέζα ντροπή) τα κεφάλια τους.

Πανηγύριζε για τη Λιντς ο Θοδωρής Δημητρόπουλος

Η πενταήμερή μου αποτέλεσε… μια διαδρομή, ας το θέσουμε έτσι. Ήταν μια κάποια περιπέτεια. Τα χαράματα πριν φύγουμε για Ρόδο ξύπνησα ιδρωμένος με πόνους, οι δικοί μου με τρέχανε νυχτιάτικα στο Ιατρικό όπου διαπιστώθηκε πως είχα γαστρεντερίτιδα (very nice) κι εγώ απογοητευμένος, κατάχλωμος, στεγνός, να μουρμουράω “άρα δε θα πάω ε;”. Θυμάμαι μες στην παραζάλη και την ημιλιπόθυμη κατάστασή μου, τη μάνα μου να μου λέει αποφασισμένη “ΑΥΤΟ ΞΕΧΝΑ ΤΟ” και τελοσπάντων μη σας τα πολυλογώ, μου μπουκώσαν εκεί έναν ορό στα γρήγορα, πήρα αυστηρές οδηγίες για το επόμενο τριήμερο, ένα κουτί φάρμακα κι έφυγα.

Να και τα αποδεικτικά στοιχεία:

Όλη η διαδρομή ήταν ανυπόφορη αλλά όσο φτάναμε γινόμουν καλύτερα. Όταν εν τέλει το απογευματάκι ήμασταν εκεί, ήμουν λίγο ως πολύ καλά, δηλαδή δεν είχα τίποτα που θα με απέτρεπε από το να δω συναυλία ή να βγω κέντρο ή τέτοια πράγματα. Όμως ας πούμε πως στο σχολείο δεν ήμουν ακριβώς social animal κι επίσης, ακόμα κυριότερα, είχε μπάλα. Τετάρτη βράδυ, Απρίλης μήνας, που θα πει προημιτελικά, η χρονιά ήταν 2001 που θα πει Λιντς. Αχ, εκείνη η μαγική Λιντς, Κιούελ, Σμιθ, Βίντουκα, Φέρντιναντ, Ε ΤΙ ΟΜΑΔΑΡΑ! Εννοείται πως όλοι ήμασταν Λιντς εκείνη τη χρονιά. Κι έπαιζε πρώτο προ-ημιτελικό με τη Λα Κορούνια. Η ουσία είναι, φτάνοντας εκεί, παίρνω μίζερο υφάκι, γυρνάω στον Λυκειάρχη μου και το λέω “κύριε, εγώ αν δεν έχετε αντίρρηση θ προτιμούσα να μην ακολουθήσω απόψε”. Εννοείται, φυσικά, κλπ, εν ολίγοις επιλέγω να πιστεύω πως η θριαμβευτική τριάρα της Λιντς συνέβη επειδή εγώ θυσίασα το 1/5 της πενταήμερής μου για να κάτσω στο ξενοδοχείο να δω το ματς.

Να η πρώτη βραδιά της πενταήμερής μου:

 

Βέβαια τελικά το ξεφύλλισμα του άλμπουμ μου θύμισε μπόλικα ξεφτιλίκια από τις επόμενες 4 μέρες, και όλα τελικά κατέληξαν το τελευταίο βράδυ με εμένα να χορεύω την Παπαρούνα του Σφακιανάκη πάνω σε τραπέζι με δυο συμμαθήτριές μου πριν ξεχυθούμε στα σοκάκια της Ρόδου φωνάζοντας ΓΑΜΩ ΤΗ ΓΑΣΤΡΕΝΤΕΡΙΤΙΔΑ (αληθινοί ποιητές). Οπότε ξέρεις. Όλα καλά. Για τη Λιντς κυρίως, αλλά κι εγώ παράπονο δεν έχω.

Ο Καπετάν Ανδρέας Ζέπος και κάτι μεθύστακες. Ανάμεσά τους ο Χρήστος Χατζηιωάννου

Τόπος: Κρήτη. Σχολείο: Α’ Λύκειο Βούλας. Κύλησε ομαλά μπορώ να πω αυτή η πενταήμερη. Και είχε όλα τα γελοία πράγματα για τα οποία την διαφήμιζαν οι προγενέστεροι. Τύπους να ξερνάνε στα δωμάτια, άλλους να νομίζουν ότι θα πηδήξουν απλά και μόνο επειδή πήγαν πενταήμερη, χαλαρά ήθη, cool και uncool δωμάτια και φυσικά το πυροτέχνημα. Εκείνη την στιγμή που σου μένει. Όχι επειδή έγινε κάτι ιδιαίτερο αλλά γιατί έτσι δουλεύει η μνήμη. Επιλεκτικά.

Για κάποιο λόγο λοιπόν θυμάμαι κυρίως ένα μεσημέρι στα Χανιά. Σε μια ταβέρνα που λεγόταν Ζέπος. Ή Καπετάν Ανδρέας. Ή τέλος πάντων κάτι σχετικό.

Το ένα τραπέζι έγινε τριά, τα τρία πέντε και ξαφνικά ήταν η μισή Γ’ Λυκείου στην ταβέρνα να μπεκροπίνει και να χορεύει. Τα ίδια βλαμμένα που χορεύαμε και καλά μόνο soulful house, είχαμε πιαστεί χέρι-χέρι και χορεύαμε οτιδήποτε ακουγόταν. Κρητικό ή μη. Καμία πρωτοτυπία θα μου πεις. Πράγματι. Τα πρωτότυπα γίνονταν εκτός πενταήμερης. Μακριά από την Κρήτη.

Στο κρεβάτι, με πυρετό και στην Ρόδο ο Ηλίας Αναστασιάδης

Δύο πράγματα θυμάμαι από την πενταήμερη της Γ’ Λυκείου. Πρώτον, ότι ήμουν μάλλον ο μόνος μαθητής λυκείου σε πανελλαδική εμβέλεια που ΔΕΝ ήθελε να πάει πενταήμερη. Όχι απλά άστο, βαριέμαι, πού να τρέχουμε. Εννοώ ότι ΔΕΝ ήθελα να πάω με τίποτα, ότι το να κάνω πέντε 7ωρα συνεχόμενα με απανωτά απροειδοποίητα διαγωνίσματα μου φαινόταν καλύτερη ιδέα. Δεύτερον, η μόνη θύμηση που έχω από την Ρόδο είναι από το δωμάτιο που έμενα με τους τρεις κολλητούς μου, το βράδυ του Σαββάτου που όλοι έβαζαν τα καλά τους, ενώ εγώ άλλαζα μπλούζα επειδή είχε μόλις πέσει ο πυρετός και είχα γίνει μούσκεμα. Μεταξύ μας, δεν θυμάμαι καμία σχολική εκδρομή που να μην έχω αρρωστήσει. Προφανέστατα, εξαιτίας του πόσο κόντρα στον οργανισμό μου ήταν αυτές οι μαζικά πολυαναμενόμενες ψυχαναγκαστικές εξορμήσεις. Fun hipster ήμουν μικρός.

5ήμερη = Ρόδος νόμιζε ο Στέφανος Τριαντάφυλλος

Τι εννοείς “5ήμερη κάπου αλλού εκτός από Ρόδο”; Νόμιζα ότι 5ήμερη = Ρόδος, σαν το χαλούμι και την Κύπρο. Σαν την Ελβετία και τους σουγιάδες. Καταρχήν, είμαι παρά πολύ χαρούμενος που δεν βρέθηκε κανείς να πει “ρε συ, λέγεται πενθήμερη” και ορμώμενος από αυτό το αίσθημα ευτυχίας γυρνάω το ρολόι 14 χρόνια πίσω (για την ακρίβεια γυρνάω το ημερολόγιο, γιατί με το ρολόι θα μου πάρει όλο το Σαββατοκύριακο) όταν είχαμε πάει στο νησί των Τσαμπίκων. Τυπική 5ήμερη εκδρόμα με ημι-παράνομο μπάνιο στην πισίνα (ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΟΥΤΕ ΕΝΑΣ ΛΟΓΟΣ ΝΑ ΚΑΝΕΙΣ ΜΠΑΝΙΟ 25Η ΜΑΡΤΙΟΥ), με καλλιστεία (βλέπε προηγούμενη παρένθεση και βάλε στο τέλος “γενικά”), με μεθύσια δίχως αύριο, με πεσίματα, με ηρωικά ξενύχτια, με τηλεφωνικές φάρσες, με τα όλα της, δηλαδή. Και όπως κάθε flash-back που σέβεται τον εαυτό του πρέπει να συνοδεύεται από το πρέπον soundtrack κάθε φορά που σκέφτομαι “5ήμερη” τρυπάει το μυαλό μου η τρανς έκδοση του “Τελευταίου των Μοϊκανών”. (Δεν είμαι περήφανος για τα μουσικά γούστα των συμμαθητών μου)

Υποκινούμενη όλη η τάξη από τη ρήση που είναι γραμμένη σε αρχαία ελληνικά στην πατούσα του Κολοσσού,  “Ιδού η Ρόδος, ιδού και τη πήδημαν”, όλη η τάξη από το πρώτο βράδυ κοιμήθηκε σε “κάποιο άλλο δωμάτιο”. Οι περισσότεροι με επιτυχία, λίγοι με μεγαλύτερη επιτυχία (κλείνω μάτι αν δεν το έχετε καταλάβει) και υπήρξε και ο Αλέκος που την έβγαλε στο διάδρομο. (Αλεκάρα, μη μασάς ο κόσμος δεν ξέρει ότι μετά τη χυλόπιτα της 5ήμερης τα έφτιαξες με τη λεγάμενη για 1 1/2 χρόνο. Σε στηρίζουμε!)

Κι επειδή η 5ήμερη είναι μια ευθεία γραμμή, δεν έχει πάνω-κάτω, τη ζεις συνεχώς στο “κόκκινο”, θα σταθώ στην τελευταία ανάμνηση γιατί δεν μπορώ να ξεχωρίσει άλλη, στο τελευταίο βράδυ που η τάξη είχε βγει σε τοπικό ρεμπετάδικο και οι μισοί επέστρεψαν ημι-λιπόθυμοι και οι υπόλοιποι τραγουδώντας το “σ’ αγαπώ γιατί είσ’ ωραία” (????) έπρεπε να τους φροντίσουν και παράλληλα να μαζέψουν συντρίμμια και πράγματα γιατί το πούλμαν για το αεροδρόμιο περίμενε ήδη κάτω στην είσοδο. Ότι να ‘ναι, δηλαδή. Αλλά what happens in 5ήμερη, stays in 5ήμερη.

Ντου, παγωτό και ξύλο μαζί με μια ντουζίνα τσόκλιν ο Μάνος Μίχαλος

Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάτι συγκεκριμένο, τι το διαφορετικό στην τελική η δική μου 5ήμερη από τη δική σου; Άντε, λίγο ξύλο, αυτό που έπεσε προς το τέλος της με ένα άλλο σχολείο, επειδή μας χώρισαν οπαδικές διαφορές (μικροί ήμασταν, μαλακίες κάναμε) ή ότι εγώ, σε αντίθεση με σένα (ή τους περισσότερους από εσάς) έχω να καυχιέμαι για τη 2η θέση που κατέκτησα στα τραβελο-καλλιστεία, πίσω από τη νικήτρια τσοκλινέτα, τον Πάνο Βέργο, πρόεδρο του 15μελους, ο οποίος οργάνωσε την εκδρομή και διαχειρίστηκε με επιτυχία το οικονομικό σκέλος της.

Όμως, 13 χρόνια μετά από εκείνη την 5ημερη στη Ρόδο, μπορώ να πω και να γράψω ότι τα σκάφανδρα του Τζετ (που ήρθε σκαστός, καθώς είχε μείνει τάξη και ο υποδιευθυντής Χατζηαντωνίου ακόμη χαζογελάει στο βίντεο που τον έχουμε, τη στιγμή που σκάει μύτη ο Άρης, εντελώς τσόντα στην εκδρομή) τα πήραμε μαζί, τα “έι Βλάχοοοου” τα λέμε ακόμη και τώρα, ο Γούτος ήταν ένας ήρεμος άνθρωπος και όχι αυτό το τεραστίων διαστάσεων “τέρας” που έγινε μετά, ο Αρτόπουλας το παίζει δικηγόρος, ενώ τότε το έπαιζε κλόουν, η γυναίκα που στέκεται τώρα δίπλα μου είναι η ίδια που τότε βγάζαμε φωτογραφίες στην παλιά πόλη, τρώγοντας παγωτό από έναν Ιταλό μάστορα στο είδος και μόνο ένας λείπει, από όλους, ο Νάσος, για να μας πει αν έχουμε λαγό, αν έχει αυτιά, γεγονός που κάνει την ανάμνηση της Ρόδου, λίγο πιο “σκυθρωπή” από όσο πρέπει.

Πάντως, πέρα από την πλάκα, αν ο Νάσος ήταν τώρα εδώ και τον ρωτούσα “τι να γράψω ρε για την 5ημερη;”, θα μου έλεγε “ότι ήσουν με τους πιο γελοίους τύπους που θα μπορούσες να βρεις στα 17 σου και θα πρέπει να λες πάλι καλά, γιατί μόνος σου, θα ήσουν ξενέρωτος”. Δίκιο θα είχε.