ORIGINALS

Το ματς που θα ‘θελα να ήμουν μέσα

Οι δημοσιογράφοι του Oneman λιώνουν στα βίντεο από παλιούς αγώνες των ομάδων τους και διαλέγουν το ένα, το οποίο θα έκαναν τα πάντα για να έχουν ζήσει από το γήπεδο.

Πριν μερικές εβδομάδες, μας έπιασε πονοκέφαλος στην προσπάθεια να διαλέξουμε το ΕΝΑ σημείο του παρελθόντος που θα θέλαμε να επιστρέψουμε, αν είχαμε αυτήν την τέλεια υπερδύναμη. Κάποιοι από εμάς μάλιστα διάλεξαν κάτι αθλητικό, όπως το φοβερό Μπαρτσελόνα-Παναθηναϊκός του 2002.

Σε αντίστοιχα νοσταλγικό μοτίβο, το σημερινό ομαδικό brainstorming έχει να κάνει με τον αγώνα (ποδοσφαίρου, μπάσκετ, ποδηλασίας, μικρή σημασία έχει) που θα κάναμε τα πάντα για να έχουμε δει από κοντά. (Μην νομίζεις, ήταν απλά η τέλεια αφορμή για να θυμηθούμε επικές αθλητικές στιγμές και να σας βάλουμε στο παιχνίδι στα σχόλια. Σκεφτείτε τα δικά σας, όσο διαβάζετε).

Στον τελικό Ολυμπιακός-ΤΣΣΚΑ στο Final 4 της Κωνσταντινούπολης το 2012, ο Κωνσταντίνος Αμπατζής

 

Αρχικά θα ήθελα να σας ευχαριστήσω όλους που μου δίνετε ακόμη μια ευκαιρία να γράψω για τον αγώνα που ανατριχιάζω και μόνο που τον θυμάμαι. Ανατρίχιασα (και δάκρυσα) όταν συνέβη, ανατριχιάζω κάθε φορά που τον ξαναβλέπω, σκέψου τι θα γινόταν αν είχα ζήσει την επική ανατροπή και το πεταχτάρι του Πρίντεζη δια ζώσης. Αλλά βέβαια, το 2007 στην Αθήνα είδα από κοντά τον Παναθηναϊκό να το σηκώνει, το 2010 στο Παρίσι είδα την Μπαρτσελόνα να μας διαλύει, όταν έπρεπε, ήμουν στο σαλόνι του σπιτιού μου. Όχι ότι δεν το χάρηκα, όχι ότι δεν ούρλιαξα, όχι ότι δεν έτρεμα ολόκληρος, αλλά το να είχα ζήσει έναν απ’ τους επικότερους και πιο απροσδόκητους θριάμβους της ομάδας μου από απόσταση μερικών μέτρων, βοηθώντας κι εγώ να δημιουργηθεί η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα των τελευταίων λεπτών, θα είχε λίγη αξία παραπάνω.

Δεν πειράζει, στο επόμενο.

Το σοβιετικό έπος του ’86, ο Γιάννης Φιλέρης

 

Το Μουντομπάσκετ 86 μού έχει μείνει απωθημένο. Ήταν η πρώτη εξόρμηση της Εθνικής μπάσκετ, στην προειδοποιητική βολή της πριν από το θαύμα του επόμενου καλοκαιριού. Ήταν η συνύπαρξη τριών πολύ μεγάλων σκόρερ (Γκάλης, Ντράζεν Πέτροβιτς, Όσκαρ Σμιντ) ήταν ο Σαμπόνις κι ο Ντέιβιντ Ρόμπινσον. Και, βέβαια, ήταν το ματς του (εικοστού) αιώνα: 17 Ιουλίου 1986, στο Παλάθιο Ντε Ντεπόρτες της Μαδρίτης. Με τους Ισπανούς να βράζουν κατά του Ντράζεν Πέτροβιτς (και του αδερφού του Αλεξάντερ, για το γνωστό επεισόδιο με την καμαριέρα) και ένα σοβιετικό έπος να γράφεται στο παρκέ.

Η Γιουγκοσλαβία του Τσόσιτς (ασίσταντ κόουτς ο Ίβκοβιτς) προηγείται 85-76 με καλάθι του Τσούτουρα και ενώ το χρονόμετρο, μπαίνει στο τελευταίο λεπτό. “Η Γιουγκοσλαβία δεν χάνει με τίποτε. Είναι στον τελικό”, αναφωνεί σε μια ιστορική μετάδοση, ο αείμνηστος Φίλιππος Συρίγος και πριν αποσώσει τη φράση του, έρχονται δυο τρίποντα. Ένα του Σαμπόνις (4/4 παρακαλώ) και ένα αμέσως μετά. Κλέψιμο του Χόμιτσους και σουτ του Τιχονένκο. Στα 41” η Σ. Ένωση μειώνει σε 85-82 και ο Φίλιππος αναφωνεί: “Το μεγαλείο του μπάσκετ. Τίποτε δεν έχει κριθεί ακόμη”.

Δεν είχε κριθεί. Οι Σοβιετικοί κάνουν δυο φάουλ, σταματώντας το ρολόι, με την Γιουγκοσλαβία να παίζει από πλάγια (οι κανονισμοί, είχαν τότε δικαίωμα επιλογής). Στη δεύτερη, η μπάλα πάει στον 18χρονο Βλάντε Ντίβατς, που κάνει διπλή ντρίπλα! Στα 12” η Σ. Ένωση έχει επίθεση και ο Βάλντις Βάλτερς με νέο τρίποντο ισοφαρίζει 85-85. Ο Συρίγος σε έκσταση. Κι όλος ο κόσμος του μπάσκετ το ίδιο, μέχρι να λήξει και η παράταση που βρήκε θριαμβευτές τους Σοβιετικούς με 91-90. Ναι, αυτό το ματς ήθελα να το δω από κοντά, όσο κανένα άλλο.

Το Πορτογαλία-Ελλάδα 1-2, ο Γιώργος Μυλωνάς

 

Μου έχει μείνει απωθημένο να κάνω μια φορά διακοπές με ιντερέιλ. Έχω φτάσει 2-3 φορές κοντά στην πραγματοποίησή του, αλλά την τελευταία στιγμή πάντα κάτι χαλούσε. Πριν το Πάσχα του 2004, είχα αρχίσει να κάνω πλάνα με τον κολλητό μου τον Αντώνη για να πραγματοποιήσουμε το όνειρό μας. Με την πρόκριση της Εθνική στο Euro, σκεφτήκαμε πως θα ήταν τέλειο να συνδυάσουμε ένα από τα ματς του ομίλου -γιατί σιγά μην προκρινόμασταν- με ένα ταξίδι με τρένο στην ιβηρική χερσόνησο. Τσεκάραμε τα αεροπορικά εισιτήρια για Φάρο και την τιμή του εισιτηρίου για το ιντερέιλ και για 1-2 μήνες πιστεύαμε πως θα τα καταφέρναμε. Τον Μάιο συνειδητοποιήσαμε ότι το μπάτζετ μας αρκούσε για να πάμε στο Φάρο, αλλά όχι και για να γυρίσουμε από εκεί. Θα ήθελα πολύ να βρίσκομαι πίσω από την διαφημιστική πινακίδα που κλώτσησε ο Καραγκούνης στον πανηγυρισμό του για το 0-1.

Στο Άρσεναλ-ΠΑΟΚ 1-1 τον γλυκό Σεπτέμβρη του 1997, ο Αντώνης Τζαβάρας

 

Το βράδυ που ο Ζήσης Βρύζας άδειαζε τον Τόνι Άνταμς και τρύπαγε μαεστρικά τα δίχτυα του Ντέιβιντ Σίμαν για να ισοφαρίσει το γκολ του Ντένις Μπέργκαμπ μέσα στο θρυλικό Χάιμπουρι, εγώ ήμουν στον οφθαλμίατρο. Είδα το ματς στο mute, σε μια τηλεορασούλα απ’ αυτές που συναντάς μόνο στα rooms to let, βιδωμένη σε ένα βραχίονα κοντά στο ταβάνι της αίθουσας αναμονής. Πρακτικά, ούτε το άκουσα ούτε το είδα (αν μπορούσα να βλέπω σε μικρές οθόνες στο ύψος του ταβανιού δεν θα ήμουν στον οφθαλμίατρο). Και να το είχα δει, δηλαδή, πάλι θα ήθελα να ήμουν στο Χάιμπουρι. Γιατί ΠΑΟΚ είσαι, γιατί Χάιμπουρι (back then το ακούγαμε και ανατριχιάζαμε, το είχαμε στο μυαλό μας λίγο σαν το Κάμελοτ ή το King’s Landing), γιατί Τόνι Άνταμς, Ντένις Μπέργκαμπ, Ντίξον, Σίμαν, Όφερμαρς, Βιεϊρά, Ρέι Πάρλουρ, Νάγκμπε, Ολιβάρες, Άγγελος, πρόκριση. Πρόκριση.

Το ΑΕΚ-Λεβερκούζεν 2-0, ο Ηλίας Αναστασιάδης

 

Είναι Δεκέμβριος του 2000, πρακτικά τα καλύτερά μας χρόνια, τρίτη Λυκείου, ανεμελιά και μοναδικό άγχος το ‘από ποιον θα αντιγράψουμε στο φροντιστήριο’. Το βράδυ που η ΑΕΚ έφερνε το παρανοϊκό 4-4 στη Γερμανία, ήμουν πράγματι στο φροντιστήριο (ευτυχώς, δεν χρειαζόταν να αντιγράψω από κάπου) και έπαιρνα SMS με την εξέλιξη του σκορ από το τότε κορίτσι μου. Μετά το 2-4, ήμουν σίγουρος ότι βλέπει το λάθος παιχνίδι ή το λάθος άθλημα. Τέλος πάντων, ο εντυπωσιασμός από το 4-4 έκανε τις μέρες μέχρι τη ρεβάνς να μοιάζουν με τέσσερα δισεκατομμύρια χρόνια. Για κάποιο διαστημικό λόγο που δυστυχώς δεν μπορώ να θυμηθώ, η ρεβάνς του Νίκος Γκούμας ορίστηκε να ξεκινήσει στις 2 το μεσημέρι. Μικρός έκανα λίγο στίβο, είχα επικεντρωθεί στα 50άρια και τα 60άρια σπριντ. Το ρεκόρ μου το σημείωσα κάνοντας σπριντ ενάμιση χιλιομέτρου από το σχολείο μέχρι το σαλόνι μου για να μη χάσω τη σέντρα. Ευτυχώς είχαμε 6ωρο και σχολάγαμε 13.20. Μέχρι να ξαναβρώ τις ανάσες μου, το ματς είχε τελειώσει. Ο Νάβας, αυτός ο άτιμος σέρφερ που από σπόντα έμπλεξε με το ποδόσφαιρο, είχε κάνει τη δουλειά.

Το 2-3 του Παναθηναϊκού στη Ρώμη, ο Χρήστος Χατζηιωάννου

 

Ίσως φταίει ότι το είδα σε μια 14άρα τηλεορασούλα στο περιοδικό MAX παρέα με τον Αναστασιάδη. Ίσως το ότι το πρώτο παιχνίδι στο ΟΑΚΑ το είχα ζήσει στα κάγκελα. Ίσως ακόμα και το ότι εκείνο το βράδυ ο Σωτήρης Νίνης έκανε το καλύτερο παιχνίδι της καριέρας του, ένα παιχνίδι από αυτά που νομίζαμε ότι θα κάνει συνέχεια αλλά δεν. Όπως και να ‘χει είναι ένα βράδυ με τον τελευταίο Παναθηναϊκό που μου άρεσε για αυτή και τις επόμενες 15 ζωές. Κατσουράνης, Σιμάο, Νίνης, Σαλπιγγίδης και Σισέ με αλλαγές Λέτο και Ζιλμπέρτο Σίλβα. Ναι, ξέρω, έχουν κάνει έπη οι ελληνικές ομάδες στην Ευρώπη, ο Παναθηναϊκός, ο Ολυμπιακός, ο ΠΑΟΚ, η Εθνική. Εγώ αυτόν τον καταιγισμό στην Ρόμα θα ήθελα να έχω ζήσει.

Το γκολ του Βαζέχα στο Άγιαξ-Παναθηναϊκός, ο Δημήτρης Κουπριτζιώτης

 

Το 1996 άρχισα να καταλαβαίνω γιατί ο πατέρας μου, ο νονός μου και κυρίως ο ξάδερφός μου με έκαναν Παναθηναϊκό. Θυμάμαι καθόμουν στον πάγκο της κουζίνας όταν έβλεπα τον Άγιαξ να σφυροκοπάει την άμυνά μας και ξαφνικά ο Δώνης ανοίγει την κούρσα και π Βαζέχα που δεν ήταν οφσάιντ αν του έδινε την μπάλα και του την δίνει και ο Βαζέχα πλασάρει, η μπάλα πάει συστημένη στο γάμα και η συνέχεια είναι μόνο ανατριχίλα. Από τότε όποτε βλέπω αυτή την φάση η ίδια ανατριχίλα με διαπερνά. Δεν μπορώ να διανοηθώ τι θα συνέβαινε στο είναι μου αν παρακολουθούσα αυτό το γκολ και ήμουν εκεί την στιγμή που πάγωσε το Αμστερνταμ. Αν ήμουν μέσα την στιγμή που ο Βαζέχα βάζει αυτό το γκολ.

Στο Ολυμπιακός-Παναθηναϊκός 3-0 στη Ριζούπολη, ο Γρηγόρης Μπάτης

 

Αν κάτι μου ‘χει μάθει το Oneman, μ’ αυτές τις φίνες του ερωτήσεις, είναι να απαντώ πάντα, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό. Είναι το πιο αυθόρμητο, το πιο τίμιο και το πιο αληθινό, που μπορείς να κάνεις σ’ ένα κείμενο, αποφεύγοντας τα διπλωματικά “ναι μεν, αλλά”. Και σ΄αυτή την ερώτηση, το πρώτο ματς που μου ήρθε στο μυαλό ήταν το 3-0 στη Ριζούπολη. Σαν να λέμε, το πιο αμφιλεγόμενο ποδοσφαιρικό ματς της τελευταίας 20ετίας. Κι όποιος δεν ήθελε να βρίσκεται και να δει με τα μάτια του, όσα έχουν περιγράψει πολλοί κατά καιρούς από διαφορετική οπτική, να σηκώσει το χέρι του, να γραπώσει το mouse και να κάνει ένα εμφατικό scroll down.

Για να μπούμε στο ψητό.. Έχω βρεθεί στο ΟΑΚΑ (2010) δίπλα από το παρολίγον καμένο πούλμαν του Ολυμπιακού προσπαθώντας να αποφύγω φωτοβολίδες. Έχω βρεθεί στην Λεωφόρο όταν ο Πράνιτς κόντεψε να χάσει το χέρι του από κροτίδα. Έχω βρεθεί και στο ΟΑΚΑ, όταν μια εργαζόμενη στην ασφάλεια έχασε μερικά δάχτυλα. Έχω βρεθεί στο ‘Καραϊσκάκης’ όταν οι οπαδοί έσπαγαν το γήπεδό τους και έπαιζαν μπουνιές μεταξύ τους στο τελευταίο ματς επί Σωκράτη Κόκκαλη. Έχω βρεθεί σε τόσα και άλλα τόσα παρόμοια σκηνικά κι αν νομίζετε πως όλα τα παραπάνω γράφτηκαν για να ξεπλύνω τα της ομάδας μου, κάτι λάθος έχετε καταλάβει.

Δεν θα βάλω σε ζυγαριά το απεχθές οπαδικό καφριλίκι, δεν θα πω πως σε παρόμοιες περιπτώσεις τα επεισόδια δεν έκριναν το αποτέλεσμα, ούτε θα γράψω υποθετικά πως αν μια από τις τελικές του Ολισαντέμπε κατέληγε στα ερυθρόλευκα δίχτυα, όλα θα ήταν διαφορετικά. Επιτρέψτε μου να σταθώ μόνο στο αγωνιστικό μέρος. Εκεί που ο Παναθηναϊκός πήγαινε για τρία αποτελέσματα (νίκη, ισοπαλία, ήττα μέχρι 2 γκολ) και ο Ολυμπιακός ψέκασε, σκούπισε, τέλειωσε. Πόσο συχνά βλέπουμε ποδοσφαιρικό ντέρμπι τελευταίων αγωνιστικών που κρίνουν τον πρωταθλητή, διάολε; Ε σ’ αυτά γιατί να μην θέλουμε να είμαστε στις εξέδρες; Για να νικήσουν οι κάφροι όλων των αποχρώσεων;

Στο έπος του Φουέντε Ντε στη Vuelta του 2012, ο Θανάσης Κρεκούκιας

 

Η πρώτη μου σκέψη ήταν αυτόματα ο τελικός του Μουντιάλ του 1986, το 3-2 της Αργεντινής επί της Δ. Γερμανίας. Όμως έχω γνωρίσει από κοντά τον Μαραντόνα, τον έχω αγγίξει, τον έχω αγκαλιάσει, του έχω πει ότι το να βρεθώ δίπλα του, ήταν το όνειρο της ζωής μου. Οπότε επιτρέψτε μου να κάνω άλλη επιλογή. Όχι ακριβώς σε γήπεδο, αλλά στη διαδρομή του 17ου ετάπ του Γύρου της Ισπανίας το 2012. Σε ένα από τα ποδηλατικά έπη με την υπογραφή του πιστολέρο. Εκεί όπου είδαμε μια από τις μεγαλύτερες ανατροπές στην πρόσφατη ιστορία του αθλήματος, με τον Αλμπέρτο Κονταδόρ να κάνει επίθεση στην ανηφόρα του Κογιάδο ντε λα Οθ, 55 χιλιόμετρα πριν τον τερματισμό, να πιάνει στον ύπνο τόσο τον πρωτοπόρο της γενικής, Πουρίτο Ροντρίγκεθ, όσο και τον Αλεχάνδρο Βαλβέρδε και να φτάνει πρώτος στο Φουέντε Ντε, πανηγυρίζοντας έξαλλα τη νίκη του (στην επιστροφή του μετά την τιμωρία), αλλά και την κατάκτηση της κόκκινης φανέλας, την οποία διατήρησε μέχρι τη Μαδρίτη. Εκείνη τη μέρα, που ούρλιαζα μέσα στο μπουθ του Eurosport μαζί με τον Βασίλη Αναστόπουλο, θα προτιμούσα να βρισκόμουν μέσα στο αυτοκίνητο της Saxo-Tinkoff, συνοδηγός του Μπιάρνε Ρίις!

Στο πρώτο διπλό στη Βρέμη, ο Πάνος Σεϊτανίδης

Είχαν περάσει 31 επίπονα εκτός έδρας παιχνίδια: το χέρι του Ρομπέρτο Κάρλος, οι ψαράδες της Ρόζενμποργκ, οι καρδούλες της Χέρενφεν, τα επτά κακά της μοίρας μας από τη Γιούβε και το πιο επίπονο απ’ όλα, το βολέ-αποκλεισμού από τον γίγα Τζέραρντ στο Άνφιλντ. Κι όμως, εκείνο το κρύο βράδυ του Οκτώβρη του 2007 στη Βρέμη, έβαλε επιτέλους τέλος στην κατηφόρα. Απλά, αγνά και παρθένα για τα έως τότε ευρωπαϊκά βιώματα κάθε γαύρου, η απάντηση στο γκολ του νυν Ενωσίτη Αλμέιδα ήρθε μέσα σε 17 λεπτά – και ήταν τριπλή! Στο 72’ ισοφάρισε ο Στολτίδαρος. Εννέα λεπτά μετά ο Πάτσα σούταρε από τη… Φρανκφούρτη και έστειλε τη μπάλα στο πλεκτό, με τον Ντάρκο να ρίχνει τη χαριστική βολή στο 87, ξορκίζοντας κάθε κατάρα. Δεν θυμάμαι πόση ώρα πανηγύριζα εκείνο το βράδυ, θυμάμαι όμως πως ήμουν πιστό αντίγραφο του Spiderman σκαρφαλώνοντας μεθυσμένος από το νέκταρ του διπλού σε τοίχους, βιβλιοθήκες και πολυελαίους!

Ακολούθησαν κι άλλες νίκες εκτός έδρας αλλά καμία δεν θα είναι ποτέ τόσο γλυκιά. Μακάρι να ήμουν εκεί!

Το (πρώτο) Λίβερπουλ-Τσέλσι 1-0, ο Θέμης Καίσαρης

 

Ξέρετε τι έγινε στην Πόλη. Εμείς που ήμασταν εκεί ξέρουμε πως το ματς τελείωσε στο 3-1. Σκόραρε ο Τζέραρντ, το γήπεδο ανατινάχθηκε, τέλος, η Λίβερπουλ πρωταθλήτρια Ευρώπης. Όλα κρίθηκαν στο 3-1. Κάθε φορά που με ακούει ο φίλος μου ο Λουκάς να μιλάω για τον τελικό παίρνει το ίδιο ύφος και λέει την ίδια ατάκα: “Ντάξει Θεμάκο, όντως έγινε χαμός, αλλά δεν ήταν δα και Τσέλσι”. Επαναληπτικός στο Άνφιλντ, εκείνος ήταν εκεί, εγώ όχι. Πρώτο ματς 0-0. Η σίγουρη πρωταθλήτρια Τσέλσι ερχόταν στο Λίβερπουλ για το εισιτήριο στο τελικό. Όσοι ήταν στο γήπεδο μιλάνε για την καλύτερη ατμοσφαιρα των τελευταίων δεκαετιών. Τα βίντεο είναι κακής ποιότητας, αλλά ο ήχος αρκεί, κάτι καταλαβαίνεις. Μία ώρα πριν τη σέντρα το γήπεδο κόχλαζε.

 

Κι όταν έγινε η σέντρα, έλιωσαν τα σίδερα. Οι Μπλε άσπρισαν, “ξέβαψαν”. Οι ιαχές ακόμα και σε ένα κερδισμένο πλάγιο σκέπαζαν τα πάντα. Το γήπεδο κατηφόρισε, ο Γκαρσία σκόραρε και η κάμερα τρέμει λες και στο γήπεδο γίνεται σεισμός, λες και καταρρέουν οι εξέδρες. Ο κόσμος έκανε το 1-0, έμεναν άλλα 90 λεπτά με τις καθυστερήσεις για να βοηθήσει την ομάδα να το κρατήσει. Και οι ανάσες απ’το Kop έστειλαν έξω το σουτ του Γκουντγιόνσεν, όλοι ξάπλωσαν στο χορτάρι και η Λίβερπουλ πήγε στην Πόλη.

(το πρώτο γιατί δύο χρόνια αργότερα το έργο επαναλήφθηκε)