© Ben Curtis/AP
ΕΚΛΟΓΕΣ

Το Facebook έκρινε τις εκλογές στην Ουγκάντα

Απαγορεύσεις, προπηλακισμοί και απειλές σε έναν σκληρό διαδικτυακό πόλεμο.

«Η Ουγκάντα είναι δική μας» δήλωσε, στις 14 Ιανουαρίου, o Yoweri Museveni μετά τη νίκη στις τελευταίες εκλογές  του αφρικανικού κράτους. Ο 76χρονος Πρόεδρος, ο οποίος κατέχει το αξίωμα από το 1986 έως σήμερα χωρίς διάλειμμα, αντιμετώπισε 10 διαφορετικούς αντιπάλους στην κάλπη. Αυτός, όμως, που του έβαλε τα μεγαλύτερα εμπόδια ήταν μία εταιρεία από το Μένλο Παρκ της Καλιφόρνιας. Το όνομά της; Facebook.

Όλα ξεκίνησαν μετά τις καταγγελίες του Bobi Wine που ήρθε δεύτερος στην εκλογική αναμέτρηση λαμβάνοντας το 34,83% των ψήφων, σε σχέση με τον νικητή που έλαβε 58,64%. Ο 38χρονος πρώην rapper/ηθοποιός/entrepreneur και νυν πολιτικός δήλωσε χαρακτηριστικά στο BBC: «Κανείς δεν μπορεί να μπει ή να φύγει από το σπίτι μου. Επίσης, όλοι οι δημοσιογράφοι -τόσο των τοπικών όσο και των διεθνών Μέσων- δεν μπορούν να έχουν καμία είδους πρόσβαση σε εμάς».

Λίγο πριν, ο Wine είχε κάνει λόγο για προπηλακισμό και επίθεση ενάντια στη ζωή του από εντεταλμένους του Museveni. Κάπου εκεί όμως, μία μέρα πριν τις εκλογές, ήταν που πραγματοποιήθηκε ένα communication breakdown με την πραγματικότητα της αφρικανικής χώρας. Οι υποστηρικτές και το οργανωμένο σύστημα που συντηρεί ο σχεδόν αιώνιος Πρόεδρος της χώρας έστησαν μία καλοδουλεμένη μηχανή fake news: Ψεύτικα προφίλ, στοχευμένη διαχείριση σελίδων, εμπρηστικά σχόλια, μαγείρεμα στατιστικών.

Το δίκοπο μαχαίρι του Facebook

Μέσα σε ελάχιστες ώρες το Facebook της Uganda είχε μετατραπεί σε ένα προπαγανδιστικό όπλο του Museveni. Βέβαια, δεν ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε κάτι τέτοιο. Μάλιστα, η δικιά του κυβέρνηση είχε τη φαεινή ιδέα να εισάγει έναν φόρο στα social media, έτσι ώστε να μειώσει αυτό που η ίδια ονόμασε ως «κουτσομπολιό». Σε παλιότερες εκλογικές αναμετρήσεις (2016, 2018) είχε δράσει πιο απλά απαγορεύοντας το ίντερνετ για μερικές μέρες.

Ύστερα από τις καταγγελίες του Digital Forensic Research Lab, ενός οργανισμού που ασχολείται αποκλειστικά με τις χαλκευμένες ειδήσεις και τις fake news στρατηγικές που χρησιμοποιούνται στο ίντερνετ, το Facebook πήρε την κατάσταση στα χέρια του: Κατέβασε δεκάδες σελίδες και accounts, ένα ολόκληρο σύστημα παραπληροφόρησης που είχε στηθεί από τον Museveni με άλλα λόγια. Λίγο αργότερα, το Τwitter έκανε το ίδιο.

Η απάντηση του Προέδρου της Ουγκάντα ήταν άμεση και ιδιαίτερα σκληρή. Μερικές ώρες πριν την εκλογική αναμέτρηση, απαγόρευσε όχι μόνο το Facebook αλλά και τις περισσότερες social media πλατφόρμες (WhatsApp, Instagram, Twitter). Οι εκλογές πραγματοποιήθηκαν με ανοιχτές τις κάλπες αλλά ερμητικά κλειστά κοινωνικά δίκτυα. Στην περίπτωση του Museveni, η ιστορία έδειξε ότι διατηρούσε τόσο το καρπούζι όσο και το μαχαίρι στα δικά του χέρια. Ναι, κέρδισε τη μάχη. Είναι όμως ικανός να νικήσει σε έναν μακροχρόνιο πόλεμο όπου τα social media θα παίζουν βασικό ρόλο;

Το Brexit κρίθηκε στους διαδρόμους των κοινωνικών δικτύων. Ο Donald Trump τα χρησιμοποίησε όπως εκείνος νόμιζε, αρχικά για να ανελιχτεί ταχύτατα, και αργότερα παρουσιάζοντάς τα ως τον απόλυτο εχθρό που θέλει να καταστρέψει τη Λευκή Αμερική. Τώρα, βλέπουμε ότι σε κάθε γωνιά της Γης, οι εκλογές κερδίζονται ή χάνονται στους ίδιους αυτούς διαδρόμους. Μετά από αρκετά χρόνια και τρομερά σκάνδαλα, το Facebook φαίνεται -επιτέλους- να παίρνει θέση.

Η τακτική του Πόντιου Πιλάτου που είχε για χρόνια ακολουθήσει δε λειτουργεί πια. Το γεγονός όμως ότι αποφάσισε να δράσει κρύβει πολλούς κινδύνους και παγίδες. Γιατί είναι πολύ δύσκολο να οριστεί το πού ξεκινά το αίσθημα ευθύνης του Facebook και πού ακριβώς τελειώνει η δυνατότητα των πολιτικών να μανιπουλάρουν τα κοινωνικά δίκτυα κατά το δοκούν. Στο τέλος της μέρας, χρειάζεται να βρεθεί ένα πλαίσιο για να προστατευθεί η ελευθερία των πολιτών από την Ουγκάντα μέχρι την Ελλάδα και από τις Η.Π.Α μέχρι την Κίνα. Τόσο από επίδοξους δικτατορίσκους όσο και από την ξαφνική και υπερβολική ευαισθησία που δείχνει το δημιούργημα του Mark Zuckerberg.