AP IMAGES
VENICE VIDI VICI

Ο Thom Yorke ήθελε να σκοτώσει τον Jonny Greenwood

Σε μια αποκλειστική συνέντευξη, ο frontman των Radiohead μας μιλάει για το σάουντρακ του ‘Suspiria’ και την πρόκληση του να γράφει μουσική ταινίας για πρώτη φορά.

Η πρώτη φορά που ζήτησαν από τον Thom Yorke να γράψει μουσική ταινίας ήταν το ‘Fight Club’. “Και γιατί το αρνήθηκες;”, η φυσιολογική ερώτηση.

Χαμογελάει σα να έκανε μόλις την πιο ασήμαντη σκανταλιά που μπορείς να σκεφτείς.

“I was fuuuuuucked” λέει με τη φωνή του να σπάει από το γέλιο.

Μοιάζει χαλαρός, σίγουρα πιο χαλαρός από ό,τι θα περίμενε κανείς που ακούει τις μουσικές των Radiohead από τα ‘90s, αλλά όπως παραδέχεται κι ο ίδιος, μεγαλώνοντας αυτή η χαλαρότητα έρχεται παρέα. “Χρόνια μετά κατάλαβα πως η όλη ουσία είναι το να αφεθείς”, λέει. Μιλάει για την εμπειρία του στα λάιβ εν προκειμένω, αλλά μπορεί κανείς εύκολα να τραβήξει μια ευθεία γραμμή από αυτό το συγκεκριμένο παράδειγμα σε μια γενικότερη οπτική του Yorke απέναντι στην τέχνη, απέναντι στον κόσμο.

Κάποτε ας πούμε δε θα είχε πάει να μπλεχτεί με το σινεμά. Δε θα ήταν όλα υπό τον έλεγχό του, ή ίσως να μην ήταν σίγουρος πώς να γράψει μουσική ενός σάουντρακ, ή να μην ήθελε να φτιάξει κάτι κατά παραγγελία. Πολλοί οι παράγοντες. Όμως τώρα, ο frontman των Radiohead, το έκανε κι αυτό.

Ο Luca Guadagnino, ο αγαπημένος Ιταλός σκηνοθέτης του ‘Call Me By Your Name’ (φίλος του σάιτ), κυνήγησε τον Yorke προκειμένου να τον πείσει πως ήταν ο άνθρωπος για αυτή τη δουλειά. Για τη σύνθεση της πρωτότυπης μουσικής του φιλόδοξου νέου πρότζεκτ του, αυτού του υστερικού, ολότελα σωματικού, θεοπάλαβου ριμέικ του θρυλικού ‘Suspiria’ του Dario Argento. Ο Guadagnino προσέγγισε την ταινία έχοντας μπόλικες ανορθόδοξες ιδέες (αυτό είναι που την κάνει και τόσο ιδιαίτερο κινηματογραφικό πείραμα), και μια από αυτές ήταν το να πείσει τον ηγέτη των Radiohead να γράψει το πρώτο του κινηματογραφικό σάουντρακ.

Πριν από τον Yorke, ένας άλλος Radiohead είχε ανοίξει το δρόμο. Ο Jonny Greenwood, σταθερός πια συνθέτης των ταινιών του Paul Thomas Anderson και προσφάτως υποψήφιος και για Όσκαρ για το μαγικό τους ‘Phantom Thread’, είχε κάνει την αρχή. Τώρα, ήταν σειρά του Thom, που στα μάτια και τα αυτιά του Luca ήταν ο ιδανικός μουσικός για να αποδώσει αυτή την άγρια οπερατική ιστορία τρόμου μαγισσών.

Τρόμου είπαμε; Ο τρόμος έτσι κι αλλιώς υπό μία έννοια δεν ήταν πάντα κομμάτι της μουσικής του Thom Yorke;

“Yeeeeeeah”, απαντά αργόσυρτα, απολαμβάνοντας το καταφατικό κούνημα του κεφαλιού ενώ γελάνε μέχρι και τα μάτια του.

Συναντήσαμε τον Thom Yorke στο 75ο Φεστιβάλ Βενετίας στο πλαίσιο της παγκόσμιας πρεμιέρας της ‘Suspiria’ όπου μας μίλησε -αποκλειστικά- για το πώς δημιουργεί τις μουσικές του, τι τον έκανε να γράψει το πρώτο του κινηματογραφικό score, και γιατί αναφώνησε «ήθελα να ΣΚΟΤΩΣΩ τον Jonny!» όταν τον ρωτήσαμε πώς του φάνηκε το ‘Phantom Thread’.

*****

Για το πώς αποφάσισε να γράψει μουσική για το σινεμά και το ‘Suspiria’

Δεν ήθελα απαραίτητα να μεταπηδήσω στο σινεμά, όταν μου πρωτοέγραψε ο Luca δεν συμφώνησα αμέσως με την ιδέα. Αλλά με τον τρόπο που μιλούσε σκέφτηκα πως ήταν ενδιαφέρον το πώς περιέγραφε αυτό που ήθελε να κάνει, το βρήκα συναρπαστικό. Κι αν ποτέ για κάποιο λόγο θα έκανα ποτέ κινηματογραφική μουσική, μια ταινία τρόμου έμοιαζε το προφανές μέρος να το κάνω. Οπότε δεν το σκέφτηκα μέχρι που μου περιέγραψε τι ήθελε.

Τελικά νομίζω μου άρεσε η ιδέα της συλλογικής ενέργειας των γυναικών και της μαγείας και του χορού από το πρωτότυπο. Και η κεντρική σκηνή χορού είχε κάτι προκλητικό. Καθόμασταν σε ένα καφέ στο Λονδίνο και προσπαθούσε να με πείσει να συμφωνήσω, μιλούσε για αυτό το κεντρικό κομμάτι και καθώς μιλούσε μπορούσα ήδη να το ακούσω μες στο κεφάλι μου. Χρειάστηκαν 6 μήνες μετά για να καταλήξω, αλλά αυτό ήταν που με αγκίστρωσε.

Για το πόσο τρομακτική ήταν η εμπειρία του ‘Suspiria’

Όταν το είχα χαρακτηρίσει τρομακτικό [σσ. σε συνέντευξη στο BBC] το είχα πει σαν θετικό, επειδή έσπρωξα τον εαυτό μου σε ένα σημείο, δούλεψα κατά παραγγελία, δούλεψα σε μια ταινία τρόμου, ήταν κάτι τελείως διαφορετικό. Έπρεπε να ερμηνεύσω μουσικά μια σκηνή χορού, υπήρχαν πάρα πολλά στοιχεία. Ο Luca μου πετούσε ιδέες και εγώ αντιδρούσα σαν… [κάνει πως σκουπίζει το μετωπό του] “φίου, ΟΚ”. Βάλε μια χορωδία εδώ, βάλε έγχορδα εκεί, πράγματα που εγώ ποτέ δε θα έκανα.

Για τις συμβουλές του Jonny Greenwood

Είχα δει τις ταινίες του Paul Thomas Anderson [που είχε γράψει μουσική ο Jonny Greenwood] στη διάρκεια των χρόνων οπότε ρώτησα τον Jonny κάποια πράγματα στην αρχή. Μου είπε κάποια πράγματα που με βοήθησαν πολύ αλλά την περισσότερη ώρα με δούλευε. “Πώς είναι το πιάνο σου, το κούρδισες ή ακόμα;”. [γελάει] Αλλά όχι, μου αρέσει ξεκούρδιστο!

Στην αρχή μου είπε να προσπαθήσω να δουλέψω αφηρημένα πριν δουλέψω πάνω στην ταινία, επειδή μπορεί να διαπίστωνα πως η δουλειά πάνω σε εικόνες με καθυστερεί. Κι αυτό με βοήθησε πολύ. Περιέργως, προσέγγισα την ταινία εξαρχής περισσότερο σα να έκανα ένα άλμπουμ, συγκεντρώνοντας μελωδικές ιδέες, μαζεύοντας στίχους και τραγούδια. Ξεκίνησα από ένα σημείο που γνώριζα πριν να δω οτιδήποτε, κι αυτός ήταν ο τρόπος μου για να εισχωρήσω.

Για το ‘Phantom Thread’

Το λάτρεψα! Ήθελα να ΣΚΟΤΩΣΩ τον Jonny! Γιατί το αγαπημένο μου πράγμα που έκανε σε αυτό το σάουντρακ, και το τόσο διαφορετικό, ήταν να τον βλέπω να μελετά μουσικές εκείνης της περιόδου, κυριολεκτικά αυτό έκανε, καθόταν και μελετούσε πώς έγραφαν μουσική τότε, το απορροφούσε, και μετά κάθεται μπροστά μου και αρχίζει να το κάνει κι εκείνος. Και σκέφτομαι «holy shit man, εγώ δουλεύω με αυτόν τον τύπο και μπορεί να κάνει αυτό». Ήμουν πολύ περήφανος και χαρούμενος για αυτόν.

Για τη σχέση του με το πρωτότυπο και με τον τρόμο

Έχω δει πολλές φορές την πρωτότυπη ταινία επειδή η προφανής αντίδραση που είχαν όλοι ήταν «πως διάολο θα το κάνεις αυτό;». Είναι κάτι τόσο δεμένο με την εποχή του, το σάουντρακ αυτής της ταινίας είναι σαν ένα εκτεταμένο ροκ βίντεο, τόσο έντονο. Αλλά όταν είδα τι πρότεινε ο Luca και τι σκόπευα να κάνω, ήταν κάτι τόσο μακριά από αυτό που δεν υπήρχε απαραίτητα η ανάγκη για να κάνω αναφορές ή για να τρομάξω, επειδή ήταν δύο διαφορετικά πράγματα. Το κεντρικό concept με ενδιέφερε, η ιδέα της μαγείας, του χορού, της γυναικείας ενέργειας, όλα αυτά μαζί.

Κι ο τρόμος είναι για τον εαυτό μου η απόλυτη απόλαυση, επειδή απολαμβάνω να δημιουργώ τρομακτικούς ήχους. Οπότε το να έχω το ελεύθερο να είμαι στο στούντιό μου για μέρες με το synth να φτιάχνω τρομακτικούς ήχους και κάποιος να με πληρώνει για αυτό…

Για το σινεμά στη ζωή του

Βλέπουμε πολλές ταινίες στο σπίτι, ο Christopher Nolan είναι αγαπημένος στο σπίτι μας. Όταν μεγάλωνα ήταν το ‘2001’, υποθέτω. Και με το ‘OK Computer’ βλέπαμε πολλά σπαγκέτι γουέστερν για τον Morricone.

Όσο προχωράω στη ζωή σημαίνει και περισσότερα. Αρχικά ως τραγουδοποιός έκανα ένα τραγούδι 3 ή 4 ή 7 λεπτά. Αλλά όσο περνάει ο καιρός και απολαμβάνω να δημιουργώ αφηρημένα πράγματα, αυτά φαίνεται να πηγαίνουν καλά δίπλα σε εικόνες. Κι ύστερα ήρθε κι αυτή η ταινία. Θαυμάζω πολύ κάθε σκηνοθέτη που μπορεί να σηκωθεί ένα πρωί και απλά να πάει να δημιουργήσει μια ταινία. Ξέρω πόσο δύσκολο είναι να φτιάξεις έναν δίσκο από το τίποτα και μετά βλέπω τι κάνει κάποιος σαν τον Luca για να φτιάξει μια ταινία από το τίποτα και να μπορεί να παραμείνει δημιουργικός μέσα από όλη τη διαδικασία; Δε μπορώ να το φανταστώ.

Για το αν μετανιώνει που δεν έκανε το ‘Fight Club’

Δε μπορούσα να κάνω τίποτα εκείνη την περίοδο, πόσο μάλλον ένα σάουντρακ. Ήταν στο τέλος του ‘OK Computer’. Ξέρω καλά τον Ed Norton και κάθε φορά που με βλέπει θα κάνει κάποιο αστείο για αυτό. Μου είχαν στείλει και το σενάριο, και ήμουν σε φάση «naaaah, can’t do that». [γελάει] Φυσικά και το μετανιώνω! Αλλά όχι, δε θα μπορούσα να το έχω κάνει. Και το σάουντρακ των Dust Brothers ήταν τέλειο ούτως ή άλλως, οπότε…

Για το πώς αντιμετωπίζει τις υπηρεσίες streaming

Όταν είχαμε ξεσπαθώσει απέναντι στις υπηρεσίες streaming, το πρόβλημά μας δεν ήταν οι ίδιες οι υπηρεσίες αλλά το πώς οι εταιρείες έχουν δέσει τα συμβόλαιά τους. Οι μουσικοί δεν έχουν τρόπο να υπολογίσουν τα χρήματα που παίρνουν από τις streaming υπηρεσίες, γιατί οι συμφωνίες των μεγάλων εταιρειών -κι αυτό είναι ίδιο και στην κινηματογραφική βιομηχανία- είναι σαν όλα να μπαίνουν σε ένα μικρό μαύρο κουτί. Και κανείς δεν ξέρει τι υπάρχει εκεί μέσα, απλά παίρνεις ένα τυχαίο αριθμό. «Θα πάρεις τόσα λεφτά.» Εντάξει…;

Δεν είναι αναγκαίο να γίνονται έτσι τα πράγματα. Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες του streaming θα μπορούσα να ξυπνήσουν αύριο και να συνομιλούν απευθείας με τους καλλιτέχνες αλλά δεν το κάνουν. Μπορούν να αλλάξουν τα πάντα αύριο. Το ίδιο και στην κινηματογραφική βιομηχανία. Αν πεις πως κάθε stream δίνει τόσα στον σκηνοθέτη, μπορείς να πορευθείς έτσι. Γιατί να βάλεις αυτό το γαμημένο μαύρο κουτί μες στη μέση; Αυτό ήταν πάντα το πρόβλημά μας με το streaming. Είναι παντού, ο τρόπος που υπολογίζεται εμπορικά το streaming είναι λάθος.

Για το πώς η μουσική της ταινίας εξελίχθηκε σε ένα προσωπικό διπλό άλμπουμ

Αρχικά για το φινάλε έγραψα αυτό το κομμάτι που ονομάζεται A Choir of One, που είναι ένα ολόκληρο κομμάτι με φωνή που έντυνε όλη τη σεκάνς. Αλλά τελικά ήταν υπερβολικά αμείλικτο. Το έγραφα σα να ήταν μια παρανοϊκή όπερα, γιατί όταν μου δώσαν αυτή τη σεκάνς ο μόνος τρόπος που μπορούσα να την κατανοήσω ήταν σαν το πιο διεστραμμένο ροκ βίντεο που γυρίστηκε ποτέ. Οπότε κάπως προσπάθησα να βγάλω νόημα, αλλά μετά χρησιμοποιήθηκε μόνο ένα μέρος του κομματιού, το οποίο δε με πειράζει, έτσι πάει. Αλλά έχω ένα σάουντρακ τώρα! Και τώρα το σάουντράκ μου για την ταινία είναι ένα διπλό άλμπουμ με όλα όσα δημιούργησα γύρω από αυτήν, ακόμα και κάποια αχρησιμοποίητα. Μιξάροντας την ταινία κοίταζα όλο το υλικό και συνειδητοποίησα πως όλο αυτό ήταν ένα άλμπουμ από μόνο του, ένα πολύ περίεργο συναίσθημα.

Το καλύτερο που έγινε είναι που πριν μερικές βδομάδες μου έγραψε ο Luca και μου λέει «ντάρλινγκ, χρειαζόμαστε μουσική για το κόκκινο χαλί» οπότε έγραψα αυτό το πράγμα όλο αστραπές και βροντές και με φωνές που πάνε [κάνει πρώτα χαμηλή φωνή] «ααααα» και [ύστερα κάνει βαθιά, χαμηλή] «μπρουαααααα», το οποίο ήταν τέλειο, αυτή η βραδιά ήταν χαιλάιτ της χρονιάς για μένα. Το να έχω τη μουσική μου σε αυτή την ατμόσφαιρα. Ο φίλος μου ο Benedict [σσ. δεν ξέρω αν εννοεί τον Cumberbatch, πάντως τον είδαμε κι εκείνον να κόβει βόλτες στο Λίντο εκείνες τις μέρες, τυχαίο;] μου έγραψε μετά την πρεμιέρα και με ρωτάει «αυτή η μουσική που έπαιζε ήταν δική σου; ήταν το πιο αρρωστήμενο πράγμα!». Ήταν κάτι που έφτιαξα για αυτή τη στιγμή.

Όλη αυτή η μουσική θα βγει ως άλμπουμ. Θα είναι το σάουντρακ της ταινίας αλλά και ό,τι άλλο έφτιαξα γύρω από την ταινία, ακόμα και τραγούδια που δεν εμφανίζονται στο φιλμ. Είναι ενάμισης χρόνος από τη ζωή μου και δεν ανήκει πουθενά αλλού, οπότε επέλεξα να το κάνω ένα διπλό άλμπουμ. Το ένα μέρος πιο ήρεμο, το άλλο πραγματικά αρρωστημένο.

Για τη μέθοδο του να γράφει μουσική

Ήταν πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία, δεν την έχω κάνει ποτέ ξανά πριν, ουσιαστικά δούλευα κατά παραγγελία όλο αυτό τον καιρό, «θέλουμε κάτι εδώ» ή «χρειαζόμαστε ένα τραγούδι έτσι» και τελικά καταλήγεις να ερμηνεύεις αυτά που σου λένε και να φτιάχνεις κάτι δικό σου. Η δική μου μέθοδος δημιουργίας μουσικής είναι μέσω τραγουδιών, γράφω τραγούδια, μια αφήγηση κατά κάποιο τρόπο. Το αφηγηματικό μου όραμα είναι κάτι το αφηρημένο, έρχεται στον αέρα, είναι σαν αλαμπουρνέζικα, αλλά στην πορεία βάζοντας τα πράγματα το ένα δίπλα στο άλλο προκύπτει κάτι. Με βοήθησε και το να διαβάζω το σενάριο και να μπαίνω μες στους χαρακτήρες. Δύσκολο να περιγραφεί, παράξενη διαδικασία.

Το μόνο άλλο τέτοιο πράγμα ήταν όταν έκανα το Exit Music για το ‘Romeo + Juliet’ του Baz Luhrmann. Μου έστειλε μια σκηνή 10 λεπτών από την ταινία και κάτι κλίκαρε μες στο κεφάλι μου τη στιγμή που αποφασίζουν να το σκάσουν. Ήταν παρόμοιο με το ‘Suspiria’, που ο Luca μου είπε ότι θέλει να φτιάξει κάτι πολύ μελαγχολικό, την πιο μελαγχολική ταινία τρόμου που έχει γυριστεί ποτέ. Κι αυτό με έκανε να σκεφτώ “αααα, ενδιαφέρον, μπορώ να κάνω κάτι μελαγχολικό”. Οπότε άνοιξα το ντουλαπάκι μου της μελαγχολίας και [κάνει κινήσεις σα να τοποθετεί πράγματα στη θέση τους].

Για το αν απολαμβάνει ακόμα το να είναι ροκ σταρ στα 50

Το απολαμβάνω περισσότερο τώρα από ό,τι όταν ήμουν 20. Όταν ήμουν 20 δεν ήμουν άνετος με πολλά από όσα αυτό συμπεριλάμβανε. Ήμουν ένας angry fucker, επαναστατούσα απέναντι στα πάντα!

Με τον τρόπο μου ήμουν ένας μονομανής τελειομανής και δε μπορούσα ποτέ να αφήσω μια κατάσταση να εξελιχθεί πάνω στη σκηνή, κάτι που χρόνια μετά κατάλαβα πως η όλη ουσία μιας συναυλίας είναι το να αφεθείς. Μεγάλωσα εντελώς εμμονικά, ότι αυτό πρέπει να είναι έτσι, εκείνο να είναι αλλιώς. Όσο έβρισκα ειρήνη με τον εαυτό μου, συνειδητοποίησα πως ο ενθουσιασμός έρχεται μέσα από την καλλιτεχνική διαδικασία του να ξεκινάς με μια ιδέα αλλά να μην ξέρεις πού θες να πας. Όπως και με μια ταινία τρόμου που δεν ξέρεις τι διάολο συμβαίνει και αποδέχεσαι το πού καταλήγεις. Όταν ήμουν στα 20 ούτε που ονειρευόμουν το να κάνω κάτι τέτοιο. Τώρα ξέρω πως δεν είναι όλα στον έλεγχό μου, είμαι εδώ για τη διαδρομή, κι ας είναι το δικό μου χέρι πάνω στο συνθεσάιζερ. Θέλω απλά να δω πού θα πάω μετά.

* Το ‘Suspiria’ κυκλοφορεί στις αίθουσες την 1η Νοεμβρίου από τη Seven.

Κεντρική φωτογραφία: Joel C Ryan/Invision/AP

ΔΙΑΒΑΣΕ ΑΚΟΜΑ

Suspiria: Το ριμέικ τρόμου του φθινοπώρου