ΛΙΣΤΕΣ

12 κακές ταινίες από καλούς σκηνοθέτες

Και οι καλύτεροι έχουν τα στραβοπατήματά τους. Με αφορμή την επιστροφή του Μ. Νάιτ Σιάμαλαν ψάχνουμε μελανά σημεία σε μεγάλες φιλμογραφίες.

Γιατί ο Σιάμαλαν; Διότι είναι ενδιαφέρουσα περίπτωση όπως κι αν το δεις. Υπό μία έννοια, όλο το β’ μέρος της φιλμογραφίας του (με εμφανές κρίσιμο σημείο το “Lady in the Water”) είναι ένα διαρκές μελανό σημείο- κι αυτό αν δεχτείς πως είναι ένας όντως καλός σκηνοθέτης. (Προσωπικά πιστεύω πως είναι ένας εξαιρετικός σκηνοθέτης που δεν έχει καμία συναίσθηση ή έλεγχο πάνω στις εμμονές του, οι οποίες τον έχουν οδηγήσει σε σημείο πέραν της αυτοπαρωδίας.)

Μιας και ο πολυσυζητημένος σκηνοθέτης επιστρέφει λοιπόν στη μεγάλη οθόνη με την περιπέτεια “After Earth” ενώνοντας τις δυνάμεις του με τον Γουίλ Σμιθ και τον γιο του, Τζέιντεν, αναρωτηθήκαμε ποιοι άλλοι καλοί σκηνοθέτες είχαν τη δυστυχία να παραπατήσουν τόσο απότομα στο παρελθόν. (Το “After Earth”, του οποίου το σκορ του στο Rotten Tomatoes είναι 12%, κάτω δηλαδή από το “Happening” και το “Lady in the Water”, δεν έγινε διαθέσιμο για δημοσιογραφική προβολή.)

Φυσικά η λίστα θα μπορούσε να συνεχίζεται επ’άπειρον. Ένα χαρακτηριστικό κόψιμο της τελευταίας στιγμής ήταν ο Ταραντίνο και το “Death Proof”, η χειρότερη ταινία του (κάτι στο οποίο συμφωνεί κι ο ίδιος, αν και αυτό δε σημαίνει απαραιτήτως κάτι). Όμως είναι μια αληθινά κακή ταινία; Δε θα τό’λεγα, απλά ο Ταραντίνο είχε χάσει τον έλεγχο του πόσο βαθιά έχει χαθεί μες στην παλπ αυτοαναφορικότητά του. Το ίδιο συμβαίνει και με τις χειρότερες ταινίες σκηνοθετών όπως ο Ντέιβιντ Λιντς, ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ, ο Μάρτιν Σκορσέζε κλπ- όχι πραγματικά κακές, αλλά κακές-για-το-ποιος-τις-κάνει.

Δε θα μπορούσαμε να ξεκινήσουμε από κάποιον άλλον.

Μ. Νάιτ Σιάμαλαν, “The Happening”

Η πραγματικότητα είναι πως είμαι μεγάλος φαν του σκηνοθέτη. Θα μπορούσες να με κατηγορήσεις για apologist- μου αρέσει μέχρι και το “Lady in the Water”, παρά το γεγονός ότι συνοψίζει όλα όσα πήγαν λάθος στην καριέρα του Σιάμαλαν. Όμως αν το “Lady” κατασκευάστηκε ως απάντηση στους κριτικούς και τους εχθρούς του (ΠΑΝΤΑ λάθος για έναν δημιουργό να επηρεάζεται από το κοινό και τους κριτικούς) ξεχνώντας στη διαδρομή πως ακριβώς να είναι κανονική ταινία, τουλάχιστον έφερε σημάδια της τέχνης του σκηνοθέτη και ήταν αν μη τι άλλο παθιασμένο. Η μετά-Lady καριέρα του Σιάμαλαν είναι χειρότερη για τον πολύ απλό λόγο πως αυτό που κάνει πλέον δε μοιάζει με Σιάμαλαν, είναι ένα ξεδοντιασμένο, ξεφουσκωμένο πράγμα, χωρίς πάθος, χωρίς λόγο, χωρίς αιχμή, χωρίς τίποτα. Το “Happening” αποτελεί το καλύτερο (δηλαδή το χειρότερο) παράδειγμα. Σαν ταινία φτιαγμένη για να μην τσαντίσει κανέναν απολύτως, καταφέρνει τελικά να μην δημιουργήσει και τίποτα σε κανέναν. Είναι πραγματικά ένα θρίλερ πάνω στο τίποτα, με τον Μαρκ Γουόλμπεργκ και τη Ζόι Ντεσανέλ παγιδευμένους στη χειρότερη ερμηνευτική λούπα της καριέρας τους, να τρέχουν να ξεφύγουν από τον φονικό αέρα. Δηλαδή σοβαρά τώρα.

Φράνσις Φορντ Κόπολα, “Jack”

Αν στη διαδρομή του Σιάμαλαν μπορείς να διακρίνεις έστω ένα λόγο πίσω από τη θλίψει, στου Κόπολα απλά αποχωρείς με σκυμμένο κεφάλι σαν τον Τσάρλι Μπράουν (ή σαν τους χαρακτήρες του “Arrested Development” να παίζουν τον Τσάρλι Μπράουν). Διότι τίποτα απολύτως δεν εξηγεί πως ο άνθρωπος που καθόρισε την επανάσταση του σινεμά των ’70s γυρίζοντας 4 από τις σημαντικότερες ταινίες όλων των εποχών, ξέπεσε στο να σκηνοθετεί ένα παντελώς ανόητο και cheesy οικογενειακό δράμα από αυτά που θα περίμενες άνετα να πετύχεις στο Lifetime. Όχι ότι η υπόλοιπη σύγχρονη φιλμογραφία του είναι καλή (το “Tetro” είναι ίσως το πιο ερασιτεχνικό πράγμα που έχει κάνει ποτέ αποδεδειγμένα επαγγελματίας σκηνοθέτης), αλλά η ασημαντότητα που αναδύει το “Jack” σε κάνει πραγματικά να ξύνεις το κεφάλι σου.

Τιμ Μπάρτον, “Η Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων”

Δεν ξέρω πώς φτάσαμε εκεί, αλήθεια δεν ξέρω. Τι δουλειά είχε ένας άνθρωπος με συγκεκριμένο στυλ και κοινό να σκηνοθετεί μια από αυτές τις τηλεταινίες που βάζει το Star και γελάς με το πόσο ψεύτικες μοιάζουν. Αλλά από την άλλη είναι μια από τις 12 πιο εμπορικές ταινίες όλων των εποχών οπότε τι να πεις; Απλώς χάνεις σιωπηλά την πίστη σου στην ανθρωπότητα. *κοπανάει αργά αλλά σταθερά το κεφάλι του στον τοίχο*

Γκας βαν Σαντ, “Ψυχώ”

Δεν είμαι ο μεγαλύτερος φαν του βαν Σαντ, αλλά δεν αμφισβητείται το γεγονός πως είναι μια πολύ σημαντική φιγούρα για το ανεξάρτητο σινεμά. “Το Δικό Μου Αϊντάχο” είναι μια βαθύτατα προσωπική ταινία, και πολύ θαρραλέα επίσης- σήμαινε πάρα πολλά για ένα πολύ μεγάλο διάστημα. Το “Elephant”, η προσωπική μου αγαπημένη της φιλμογραφίας του, αναδεικνύει στο απόλυτο την ικανότητα του βαν Σαντ να λέει αλήθειες με το βάρος της σιωπής. Το “Milk” δεν ήταν το πιο λεπτογραμμένο ή παιγμένο πράγμα στον κόσμο, αλλά είπε ορισμένα πράγματα (κι έκλεψε το Όσκαρ που ανήκει στον Μίκι Ρουρκ, αλλά αυτό δεν είναι του παρόντος αλλά το μισούμε γι’αυτό). Όλα αυτά δεν ξέρω γιατί τα λέω, απλώς υποθέτω δεν έχω κάτι να πω για το πόσο ακατανόητο ήταν το όλο εγχείρημα του ασφυκτικά, κωμικά πιστού ριμέικ του “Ψυχώ”. Παραμένει ένα από τα μεγάλα μυστήρια της ιστορίας του σινεμά.

Αδερφοί Κοέν, “The Ladykillers”

Οι Κοέν έχουν σχεδόν σοκαριστική σταθερότητα στην ποιότητα των έργων τους, ειδικά δεδομένου του πόσο συχνά σκηνοθετούν νέα ταινία, οπότε αυτό και μόνο θα αρκούσε για να συγχωρήσει το όποιο στραβοπάτημα. (Κι έχουν γυρίσει και τον “Μεγάλο Λεμπόφσκι”, οπότε παίρνουν μόνιμη ‘get out of jail’ κάρτα. Όμως το “Ladykillers”, τόσο μηδενικά αστείο, τόσο ανόητο, τόσο μα τόσο βαρετό, καταφέρνει να είναι τόσο κουραστικό (ένα απίστευτο ντεμαράζ αστοχιών σε κάθε τι που συνήθως λειτουργεί στις ταινίες των Κοέν) που σχεδόν μας προκαλεί. ΟΚ, σχεδόν.

Ρόμπερτ Άλτμαν, “Popeye”

Αισθάνομαι άσχημα που βάζω μια από τις λεγόμενες ‘ευγενείς αποτυχίες’ μέσα σε μια λίστα γεμάτη από απρόσωπες, κακές ταινίες, αλλά πραγματικά το “Popeye” δε βλέπεται. Ο Άλτμαν προερχόταν από ένα πολύ ατυχές σερί εμπορικών αποτελεσμάτων των ταινιών του, οπότε άρπαξε την ευκαιρία να γυρίσει μια οικογενειακή κομιξοταινία μπας και φέρει τα πράγματα λίγο στα ίσα. Ότι πήρε το “Popeye” και το μετέτρεψε σε ένα κήρυγμα για την πάλη των τάξεων θα ήταν ενδιαφέρον αν δεν ήταν τόσο κακογυρισμένο, αν τα τραγούδια δεν ήταν τόσο φρικτά, αν το ύφος του φιλμ δεν ήταν τόσο ασυνεπές και άτονο. Δεν υπάρχει άνθρωπος στα καλά του που να απολαμβάνει αυτό το δημιούργημα πέραν του ίδιου του Άλτμαν όσο το έφτιαχνε (υποθέτω) και ορισμένων φανς του σκηνοθέτη που το εκτιμούν περισσότερο για την πρόθεση ενός μεγάλου δημιουργού (fair enough) παρά για το αισθητικό αποτέλεσμα. Σε όλη τη διάρκεια του φιλμ είχα στο πρόσωπό μου ζωγραφισμένο ένα τεράστιο “WTF είναι αυτό που βλέπω”.

Στίβεν Σπίλμπεργκ, “Indiana Jones and the Kingdom of the Crystal Skull”

Υπάρχουν πολλά σημεία της ενήλικης περιόδου του Σπίλμπεργκ που με ενοχλούν, και κατά βάση πιστεύω πως μετά την αρνητική αντίδραση στο “Hook” κάτι πέθανε μέσα του και άλλαξε ριζικά ταχύτητες. Δεν αγαπώ τον ενήλικο Σπίλμπεργκ. Υπάρχουν άλλες ταινίες του που βαριέμαι ή που με ενοχλούν περισσότερο. Το “Πορφυρό Χρώμα” είναι χάλια. Το δεύτερο “Jurassic Park” δεν έπρεπε να το έχει κάνει ποτέ. Η “Λίστα του Σίντλερ” είναι πολύ μεγάλο θέμα, όχι του παρόντος. Το “War Horse” ήταν φανταστικό αν σου αρέσουν οι απίστευτα βαρετές ταινίες με CGI άλογα που νιώθεις πως απέχουν λίγα δευτερόλεπτα από το να πετάξουν ή/και αρχίσουν να τραγουδάνε. Αλλά τελοσπάντων τίποτα από αυτά δεν έχει σημασία. Διότι στην φαιδρή άσκηση νοσταλγίας που ήταν το 4ο Ιντιάνα Τζόουνς, με τίτλο που προφανέστατα δημιουργήθηκε από κάποιον online name generator, ο Ίντι επιβιώνει πυρηνικής έκρηξης μπαίνοντας μέσα σε ένα ψυγείο.

Μπράιαν Σίνγκερ, “Jack the Giant Slayer”

Είναι πολύ πρόσφατο αυτό αλλά το βάζω γρήγορα στη λίστα στην περίπτωση που το ξεχάσω πάλι. Είναι τόσο μα τόσο δύσκολο να κρατήσεις στη μνήμη σου αυτή την ταινία, είναι το χειρότερο και πιο ανέμπνευστο είδος αρπαγής μισθού από καλό σκηνοθέτη που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια. Πιο μηχανική εκτέλεση βαρετής πλοκής δεν έχω δει φέτος στο σινεμά. Κι αυτό έρχεται από τον τύπο που μας έδωσε το “Συνήθεις Ύποπτοι”, το υποτιμημένο αριστούργημα “Apt Pupil”, το νοσταλγικό “Superman Returns” (που δεν το αγαπάνε όλοι, το γνωρίζω, αλλά είναι υπέροχο για αυτό που δηλώνει με σαφήνεια πως είναι) και πάνω απ’όλα, που ουσιαστικά εκκίνησε την σημερινή Χρυσή Εποχή του υπερηρωικού Χόλιγουντ με τα δύο πρώτα “X-Men”. Δηλαδή σοβαρά, το ίδιο το Χόλιγουντ θα όφειλε να δει τι άτεχνη κοτσάνα έχει ξεπετάξει ο Σίνγκερ με τον “Jack” και να μαζευτούν όλα τα μεγάλα στούντιο, να βάλουν όλοι από κάτι σαν διαχρονικό ευχαριστώ, και να πετάξουν τις κόπιες στα σκουπίδια. Ο Σίνγκερ δεν υπήρξε ποτέ auteur, αλλά ήταν πάντα (πολύ) καλός σκηνοθέτης. Ο “Jack” είναι πολύ πολύ κατώτερος από αυτό που του αξίζει.

Πολ Βερχόφεν, “Showgirls”

Καταρχάς όποιος πει ότι ο Βερχόφεν δεν είναι καλός σκηνοθέτης, να περάσει έξω. Είναι σκηνοθετάρα, και το “Starship Troopers” είναι ευφυέστατη αλληγορία, το σερί “Ρόμποκοπ” -> “Ολική Επαναφορά” – > “Βασικό Ένστικτο” είναι όσο καλό σερί έχει υπάρξει στο mainstream εμπορικό σινεμά στις αρχές των ’90s, και ο “Τέταρτος Άνθρωπος” είναι ταινιάρα. Αλήθεια, αν δεν είχε γυρίσει το παντελώς σαχλό “Αόρατο Άγγιγμα” θα ήμουν διατεθειμένος ακόμα και να εξετάσω την περίπτωση το “Showgirls” να είναι παρεξηγημένο αριστούργημα, γιατί θα ήταν η μόνη -ακραία- φρικτή ταινία σε μια φανταστική φιλμογραφία. Αλλά μετά ήρθε η δυσβάσταχτη μετριότητα εκείνου του θρίλερ για να υπογραμμίσει το γεγονός πως ο Βερχόφεν όντως είχε γυρίσει, στα μέσα των ’90s, μια από τις χειρότερες ταινίες όλων των εποχών. Τι μπορεί να σκεφτόταν. Τι.

Τέρι Γκίλιαμ, “Οι Αδερφοί Γκριμ”

Υπάρχει μια σαφής στιγμή στο χρόνο που ο Γκίλιαμ μοιάζει απλά να παραδόθηκε, και αυτή η στιγμή είναι τα καταστροφικά γυρίσματα του “Δον Κιχώτη” που δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. Ό,τι έχει κάνει έκτοτε είναι μέτριο, λες και κάποιος τον αντικατέστησε με ένα bot που παράγει ανέμπνευστες ταινίες που μοιαζουν με κάτι που θα είχε σκεφτεί ο Γκίλιαμ, αυτός ο auteur της φανταστικής απόδρασης. Από όλα τα ασήμαντα ’00s του όμως, είναι οι “Αδερφοί Γκριμ” που αποκαλύπτουν πόσο πολύ είχε κουραστεί, πόσο πολύ δεν είχε πλέον κάτι άλλο να δώσει. Ήταν χαζαρένιο και ακίνδυνο, με ένα τρόπο που καμία ταινία του ποτέ δεν ήταν. Δεν θα σταματήσει ποτέ να είναι ένας από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες (και δημιουργός μιας εκ των τοπ-5 αγαπημένων ταινιών μου ever, του “Brazil”), όμως μετά από αυτό το παραμυθάκι τίποτα δε θα ήταν ξανά ίδιο.

Ντάριο Αρτζέντο, “Giallo”

Ο θεός του giallo, των φανταστικών αυτών αιματηρών νουάρ των ’70s και των ’80s (θα δώσω ακόμα και τα υποτιμημένα του ’90s), κατέληξε με αυτή την βαρετή, σχεδόν κωμική κλισεδούρα με τον Έιντριεν Μπρόντι να βάλει σε κίνδυνο ακόμα και την υστεροφημία του. Γιατί αυτή η ανέμπνευστη περιπέτεια είναι ακριβώς το είδος της generic ταινίας που σε κάνει να αμφισβητήσεις ακόμα κι αν αυτά που έβλεπες τόσα χρόνια είναι όσο καλά θυμόσουν ότι είναι. Είναι, μην ανησυχείτε. Οι τρεις γεμάτες δεκαετίες του Αρτζέντο δεν αμφισβητούνται από κανέναν- το ανησυχητικό είναι πως η τελευταία ταινία του (ο “Δράκουλας” που όλοι οι φανς φίλοι μου που εμπιστεύομαι με έχουν διατάξει να μην δω) μάλλον είναι ακόμα χειρότερη. Απλά ας του πάρει κάποιος την κάμερα από το χέρι, εδώ πονάμε.

Γούντι Άλεν, “Hollywood Ending”

Ό,τι πιο εσωτερικής κατανάλωσης έχει κάνει ο άνθρωπος στον οποίο βασιζόμαστε εδώ και μισό αιώνα για αλήθειες ζωής. Τι είναι αυτά τα πράγματα; Δώσε πόνο ρε Γούντι. Ευτυχώς οι βόλτες στην Ευρώπη τον αναζωογόνησαν. Κατά κύριο λόγο.