ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

“Snowpiercer”: Κάθε βαγόνι και καημός

Το “Snowpiercer” του Bong Joon-ho είναι το πιο περίεργο sci-fi που θα δεις φέτος στο σινεμά.

“Να πάω να το δω;”

Πάντα έχω πρόβλημα με αυτή την ερώτηση. Δεν ξέρω. Δηλαδή ναι, πάντα το πρώτο μου ένστικτο είναι το να πω ναι, γιατί είναι καλό να πηγαίνει ο κόσμος σινεμά. Αλλά από εκεί και ύστερα μπαίνουν μέσα ένα σωρό παράγοντες. Είναι πάντα συγκεκριμένοι οι λόγοι για τους οποίους μου αρέσει ή δε μου αρέσει μια ταινία, αλλά πάντα σχετικά περίπλοκο να εκτιμήσεις πώς ο καθένας κάνει apply στον κάθε ενδιαφερόμενο. Αυτό που αρέσει εμένα στο “Grand Budapest Hotel” μπορεί τον άλλον να τον απωθήσει. Οπότε είναι πάντα περίεργη η ερώτηση. Υπάρχει πάντα αυτό το “κι αν δεν του αρέσει;”

Όχι εδώ.

Για το “Snowpiercer” (imdb | letterboxd) η απάντηση είναι όσο απλή και σαφής μπορεί να είναι η απάντηση σε ένα τέτοιο ερώτημα:

Ναι, να πας να το δεις. Δεν έχω ιδέα αν θα σου αρέσει ή όχι, γιατί είναι μια πάρα πολύ περίεργη ταινία, αλλά ναι, να πας να το δεις. Γιατί δεν μοιάζει με τίποτα που να έχεις δει ξανά, κι αυτό είναι πάντα το ένα ζητούμενο.

 

Την ταινία την είχα δει στο Βερολίνο όπου είχε φτάσει κουβαλώντας ήδη το θρύλο της. Αυτά τα προαποφασισμένα καλτ είναι να τα φοβάσαι καμιά φορά, αλλά ο θόρυβος γύρω από το “Snowpiercer” είχε τη λογική του. Πριν επεκταθώ, ας θυμήσω τι είχα γράψει τότε από τη Γερμανία:

Θυμίζει: Το “Matrix”.

Τι είναι: Στο μέλλον η ανθρωπότητα καταστρέφεται ύστερα από μια βίαιη κλιματική αλλαγή που έχει σαν αποτέλεσμα παγκόσμιο πολικό ψύχος. Οι μοναδικοί επιζήσαντες ζουν έκτοτε μέσα σε ένα αεικίνητο τρένο, μες στο οποίο έχει σχηματιστεί ένα κανονικότατο ταξικό σύστημα, με τους πληβείους της ουράς να αποφασίζουν να εξεγερθούν απέναντι στο ολιγαρχικό καθεστώς που επιβάλλουν τα βαγόνια με τις προμήθειες.

Τι λέει: Αν ακούγεται προφανές στους συμβολισμούς του τότε εντάξει, είναι. Αλλά δεν έχει σημασία, γιατί θα σου φύγει η μαγκιά. Ο σκηνοθέτης του “Host” κάνει αγγλόφωνο ντεμπούτο με μια κοινωνικής αλληγορίας sci-fi περιπέτεια που θα σε κάνει κάθε κάθε δέκα λεπτά να αναφωνείς “τι γύρισε ο άνθρωπος”. Έχει άνισα σημεία, αλλά η δράση είναι τρομερή και η όλη πορεία από βαγόνι σε βαγόνι άκρως συναρπαστική. Η τρίτη πράξη είναι απίστευτη. ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ.

Καταρχάς, τι σημαίνει ότι θυμίζει “Matrix”: Είναι θέμα καθαρά στο πώς χρησιμοποιεί τους συμβολισμούς για να πει παρόμοια πράγματα, σαν ταινίες δεν έχουν ουδεμία σχέση. Απλά το τονίζω για να μη δημιουργούνται παρεξηγήσεις.

Από και μετά.

 

Είναι ένα Γαλλικό κόμικ με κουλό concept που διασκευάστηκε σε Κορεάτικη ταινία στην Αγγλική γλώσσα με διεθνές καστ. Μοιάζει εντελώς απροσάρμοστο σχήμα, και τελικά κανείς δεν εξεπλάγην όταν έφτασαν οι πρώτες πληροφορίες πως ο διανομέας στις ΗΠΑ, Χάρβεϊ Γουάινστιν, σκόπευε να κόψει 20 λεπτά από την ταινία. Τότε ξεκίνησε μια μίνι επανάσταση από το δημιουργικό τιμ, η Τίλντα Σουίντον το χαρακτήριζε αριστούργημα όπου στεκόταν κι όπου βρισκόταν, υπήρξε αντίσταση, και τελικά το ζήτημα διευθετήθηκε.

Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι: Δεν είναι μια τέλεια ταινία. Και ναι, μπορεί όντως να  είχε περιθώρια βελτίωσης.

Όμως αυτό απέναντι στο οποίο αντέδρασαν οι πάντες εδώ, δεν ήταν εν τέλει η απειλή του Χάρβεϊ προς κάτι τέλειο, αλλά -ακόμη σημαντικότερα- η απειλή προς κάτι διαφορετικό. Το “Snowpiercer” είναι ένα τόσο παράξενο, απίστευτα φιλόδοξο και γυρισμένο με περίσσή δεξιοτεχνία φιλμ, που δεν διανοείσαι να το αγγίξεις. Όχι επειδή δεν έχει προβλήματα, αλλά επειδή απλά ένα φιλμ τόσο μοναδικό, απλά δεν το αγγίζεις. Σέβεσαι την τέχνη και το όραμα πίσω από τη δημιουργία του, και χειροκροτάς.

 

Η ιδέα λοιπόν είναι φανταστική: Ένα τρένο μες στο οποίο επιβιώνει όλη η ανθρωπότητα που έχει απομείνει, και στο οποίο, όπως είναι φυσικό, ουσιαστικά χτίσαμε μια προσαρμοσμένη εκδοχή της κοινωνίας που γνωρίζουμε. Στα πίσω βαγόνια είναι οι πολλοί φτωχοί, στα μεσαία βαγόνια είναι οι λίγοι privileged, στα μπροστά βαγόνια είναι οι ελάχιστοι εκλεκτοί που κάνουν κουμάντο, επειδή γεννήθηκαν εκεί, επειδή ελέγχουν την παραγωγή και την οικονομία, επειδή είναι πιο κοντά στη μηχανή. Επειδή. Απλά επειδή. Το set-up είναι ευφυές.

(Η ουρά στην προβολή του Βερολίνου ήταν τόσο μεγάλη που απλωνόταν στην κυριολεξία σε τρεις διαφορετικούς ορόφους του σινεμά. Στο μυαλό μου το multiplex αυτό ήταν μια εναλλακτική εκδοχή του “Snowpiercer” με ορόφους αντί για βαγόνια. Και όντως! Όσο ανέβαινα τα σκαλιά και πλησίαζα στην πόρτα, τόσο λιγότερο με ένοιαζαν αυτοί που ήταν δύο ορόφους πιο κάτω. #deep_stuff)

Επίσης είναι τρομερά δύσκολο να κινηματογραφηθεί.

Είναι από αυτά που τα ακούς και λες ότι θα έκαναν ένα φανταστικό κόμικ, αλλά το οποίο δεν μεταφέρεται στο σινεμά. Πώς κάνεις ενδιαφέρουσα περιπέτεια μέσα από κάτι τόσο στατικό και γραμμικό;

 

Ο Μπονγκ δεν καταλαβαίνει από τέτοια. Κάθε βαγόνι, κάθε κεφάλαιο αυτής της επανάστασης, προσφέρει και ένα διαφορετικό highlight, και ένα διαφορετικό αποστομωτικό set piece. Δες την ταινία και θυμήσου τη σεκάνς με το τούνελ, ας πούμε. Δε ξέρω αν έχουμε δει καλύτερες σκηνές δράσης φέτος στο σινεμά, υποθέτω όλο και κάποια, ναι, αλλά δεν υπάρχει καμία που να θυμάμαι εντονότερα. Όσο υπάρχουν στιγμές που γίνεται μια κοιλιά ή που ο συμβολισμός έρχεται με βάθος ρυζόχαρτου, άλλο τόσο στη μισή ταινία θες απλά να σηκωθείς από τη θέση σου, να πας στο διάδρομο της αίθουσας και να αρχίσεις να προσκυνάς.

Επίσης ο Μπονγκ έχει μια σπάνια αίσθηση μεταφοράς των ανατολικών αισθητικών στοιχείων στο αγγλόφωνο σινεμά, κάτι στο οποίο πολλοί την έχουν πατήσει. Ας πούμε ο χαρακτήρας της Τίλντα Σουίντον, μια από τις καρικατούρες-πιόνια της άρχουσας τάξης: Είναι ένα ανδρείκελο, μια αισθητική υπερβολή, κάτι που καταλύει κάθε έννοια ορίου και φρένου. Η ταινία είναι γεμάτη με τέτοια over the top στοιχεία, ώστε κάθε βαγόνι να σου υπενθυμίζει πως βλέπεις κάτι αληθινό σε αλληγορικό επίπεδο, αλλά το οποίο έχει πραγματοποιήσει πλήρη αποχώρηση από την πραγματικότητα στο κυριολεκτικό.

(Άλλη μια διαπίστωση: Ο Κρις Έβανς είναι φανταστικός ηθοποιός. Φάνηκε κάπως και στο “Captain America: The Winter Soldier” αλλά γενικά τον αδικεί τρομερά η λαστιχένια κοκκινομπλέ περιβολή.)

 

Στην εξέλιξη του φιλμ, ο Μπονγκ κάνει άριστη χρήση της καθαρά ασιατικής δομής οικονομίας αφήγησης. Όσο λιγότερη πλοκή απομένει, τόσο πιο γοργά συμβαίνουν οι εξελίξεις, που σημαίνει τόσο πιο φρενήρες το ταξίδι ανάμεσα στα βαγόνια. Το ξαναλέμε: Είναι στιγμές που θα σου πέσει το σαγόνι στο πάτωμα.

Η τρίτη πράξη, εν τέλει, οδηγείται σε μια άλλου είδους φιλόδοξη κατάληξη, καταδικασμένη είτε να ξενίσει είτε να απογειώσει- αλλά εδώ που τα λέμε, δεν υπήρχε ασφαλής τρόπος για να ολοκληρωθεί μια τέτοια παρανοϊκή ιστορία. Υπάρχει τουλάχιστον ένα σημείο αυτού του φινάλε -για το οποίο έχω ενστάσεις αλλά σε γενικές γραμμές αποδέχομαι- που μου σήκωσε την τρίχα κάγκελο.

Η ταινία εν τέλει δοκιμάζει πράγματα, τολμά πράγματα, έχει να πει πράγματα. Είναι το sci-fi που χρειαζόμαστε. Όσο κι αν αγαπώ το καλοκαιρινό μπλοκμπάστερ και την απενοχοποίησή του, αυτού του είδους οι περιπέτειες είναι σαν μικρές αντιστάσεις στις παντός είδους φόρμες. Είναι κάτι θαρραλέο και σχεδόν τρελό, κάτι που αν ήσουν παραγωγός εσύ, πολύ απλά δε θα το δοκίμαζες. Το ότι υπάρχει, είναι υπέροχο. Το ότι είναι όσο καλό είναι; Είναι λόγος να πας σινεμά.