TRUE DETECTIVE

Το ‘True Detective’ στις άκρες του νήματος

Όσα είδαμε στο φινάλε της 2ης σεζόν, με spoilers, πυροβολισμούς, αίματα και αγωνίες.

Και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. Χαχ.

Ακολουθούν spoilers για το επεισόδιο ‘Omega Station’, φινάλε της 2ης σεζόν της σειράς.

Μπαίνοντας σε αυτό το φινάλε ήμουν πεπεισμένος πως θα λαμβάναμε το είδος του σκληρού μας εν τέλει αισιόδοξου happy end του 1ου κύκλου, με τουλάχιστον τον Βελκόρο και τη Μπεζερίδη να λαμβάνουν μια ευκαιρία εξιλέωσης για τις προσωπικές τους αποτυχίες μέσα από όλη αυτή τη βίαιη διαδικασία, όμως ο Πιζολάτο προς τιμήν του θέλησε μέχρι τέλους να μην φτιάξει κάτι ίδιο κι απαράλλαχτο με την επιτυχημένη περσινή συνταγή.

Όχι πως τα πάντα σε αυτό το φινάλε μου άρεσαν, όμως κι αν είμαι μειοψηφία, εγώ θα συνεχίσω να του λέω μπράβο.

Ας τα δούμε αναλυτικά, ξεκινώντας από το προπαρασκευαστικό πρώτο μισό του επεισοδίου, το οποίο ανοίγει με δύο σκηνές ομολογουμένως δύσκολο να τις καταπιείς. Στην πρώτη, ο Βελκόρο και η Μπεζερίδη, έχοντας φέρει εις πέρας το απαραίτητο ερωτικό στοιχείο Χ κάθε νουάρ που σέβεται τον εαυτό του, μοιράζονται τις στιγμές που τους σημάδεψαν στην εξέλιξή τους ως πληγωμένοι, δυσλειτουργικοί ενήλικες.

Ναι, το επεισόδιο ανοίγει με την Ρέιτσελ ΜακΆνταμς να σμίγει τα φρύδια και να γλυρίζει “trees” και καταλαβαίνω  απόλυτα την οριακή αυτοπαρωδία εδώ, όμως αν προσέξεις, η σεκάνς αυτή αλληλοψυχολόγησης εξελίσεται σε κάτι αιχμηρά όμορφο. Ο Ρέι κι η Άνι, πλήρως ισότιμοι, στο κρεβάτι, μοιράζονται αυτά που μέχρι πρότινος δεν γνώριζαν καν οι ίδιοι για τους εαυτούς τους- εκείνος, για την αυτοδικία που διέπραξε εις βάρος λάθος άντρα, εκείνη, για την φορά που κάποιος την πήρε μακριά, κάπου μες στο δάσος.

Λιγότερο γοητευτική βρήκα τη σκηνή που ακολούθησε, με τον Φρανκ και την Τζόρνταν, την πιο φρικτή χαρακτήρα της σειράς, της οποίας το επίπεδο ψυχικής ακινησίας συγκρίνεται μόνο με το αλαβάστρινό της παρουσιαστικό. Η Τζόρνταν είναι, όπως κι αν το εξετάσεις, εκεί απλά για να έχει πράγματα (ιδέες, τσιτάτα, δραματουργία, πλοκή, επεξηγήσεις, μοτίβα) να πετάει στον τοίχο ο Φρανκ Σέμιον. Η Τζόρνταν δεν είναι εκεί για την ίδια, είναι εκεί για κάποιον άλλον- είναι το πιο ανυπόφορο είδος χαρακτήρα.

Σε αυτή τη σκηνή, ο Φρανκ της υπόσχεται πως θα τη συναντήσει σε 2 βδομάδες και πως θα φοράει το λευκό του κουστούμι, και πως θα τον κατεβάσουν από τον ουρανό 4 ροζ μονόκεροι που θα σέρνουν το έλκηθρο του Άη Βασίλη, αλλά κωλοφτιαγμένο για να μοιάζει σα να δραπέτευσε από το “2 Fast 2 Furious”. Είναι ήδη προφανές πως ο Φρανκ δε θα το βγάλει το επεισόδιο, εκτός κι αν η σειρά το κάνει τόσο προφανές ώστε να το οδηγήσει σε διπλή μπλόφα, όπως (99.9% προβλέψιμα, αααπ) και στην περίπτωση του Ρέι Βελκόρο, που π ρ ο φ α ν ώ ς και μετά από όλα αυτά, θα ήταν ο βιολογικός πατέρας του γιου του.

(Άμπιγκεϊλ Σπένσερ. Θαύμα της ύπαρξης στο “Rectify”, απλή κομπάρσα εδώ, ένα ακόμα θύμα στην τρανή παράδοση Προβληματισμένων Συζύγων στα ποτισμένα με αλκοόλ και νύχτα #αντρικά νουάρ. ΔΕΙΤΕ “RECTIFY”!)

Τελοσπάντων, μετά από αυτά τα όμορφα αποχαιρετιστήρια, ήρθε η ώρα για να μπει όλη αυτή η ιστορία σε τελική ευθεία. Ο Ρέι κάνει τη σύνδεση για τον χαμένο αδερφό της Λόρα, που υποθέταμε πως είναι εκείνη που σκότωσε τον Κάσπερ. Με τρόπο που δε μου είναι 100% προφανής συμπεραίνει πως ειναι ο φωτογράφος από τα γυρίσματα της τύπου “Mad Max” ταινίας που γύριζε ο όχι-Κάρι Φουκουνάγκα κοτσιδάκιας σκηνοθέτης στο 2ο επεισόδιο.Βγάζει νόημα, με την έννοια πως πιθανώς από εκεί βούτηξε το κεφάλι-πουλί που φόραγε όταν πυροβόλησε και τον Ρέι, όπως και το γιατί δε τον σκότωσε: Δεν τον ήθελε νεκρό, τον ήθελε απλά μακριά από τα πόδια του καθώς έκλεβε τον γεμάτο ενοχοποιητικά στοιχεία σκληρό δίσκο.

Ο Ρέι κι η Άνι πάνε στο σπίτι του, βρίσκουν εκεί τη Λόρα δεμένη στο τζάκι, κι αφού την ελεύθερώνουν, α) μαθαίνουν πως τελικά ο αδερφός της είναι που σκότωσε τον Κάσπερ, β) μαθαίνουν πως τα ενοχοποιητικά στοιχεία από το περιβόητο σκληρό χάθηκαν στον αιθέρα επειδή ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ δε τους θέλει και γ) βάζουν τη Λόρα σε ένα λεωφορείο και τη στέλνουν μακριά από το Βίντσι, σε ένα μακρινό λιβάδι μαζί με όλους τους συγγενείς των4 ηρώων μας, όπου μπορούν ξέγνιαστα να τρέχουν και να γαβγίζουν όλη μέρα.

Όσο το κάνει αυτό η Άνι, ο Ρέι πάει να βρει τον αδερφό (Λένι τον λένε αν δεν έχω μπερδέψει τα πάντα), στο σταθμό του τρένου- έχει πάει εκεί για να αναταλλάξει τα υποτιθέμενα στοιχεία με τον Χόλογουεϊ, αλλά στην πραγματικότητα θέλει, φυσικά να τον σκοτώσει κι αυτόν. Ο Ρέι τον προλαβαίνει παρότι ξεκίνησε με δυο ώρες καθυστέρηση (χέι, πραγματικά είναι πιο ικανός από όσο φαντάζονταν!) και τον πείθει αντί να γίνει μακελειό, να κάτσει σαν ΠΑΝΤΕΛΩΣ ΥΠΟΠΤΟΣ ΚΟΥΚΟΥΛΟΦΟΡΟΣ στο πίσω παγκάκι ηχογραφώντας όλη την ενοχοποιητική συζήτηση που σκοπεύει να έχει ο Βελκόρο με τον Χόλγουεϊ, σαν ας πούμε μικρή περίληψη όλης της σεζόν.

Βέβαια φυσικά και ακολουθεί μακελειό. Ο Λένι έσπασε τελειωτικά στο σημείο της διήγησης-ομολογίας-περίληψης που ο Χόλγουεϊ λέει ότι ο λόγος που, ουσιαστικά, δεν άφησαν την οικογένεια να ζήσει όταν τους βούτηξαν τα διαμάντια, ήταν επειδή η Λόρα ήταν κόρη του Κάσπερ και βρήκε ευκαιρία να απομακρυνθει από περαιτέρω μπλεξίματα. Τι; Είχες φοβηθεί πως τελείωνε η σεζόν και φοβήθηκες πως δε θα έπαιζε έστω και λίγη αιμομιξία; Forget it Jake, it’s Vinci!

Στο χαλασμό που ακολουθεί ο Λένι και ο Χόλογουεϊ σκοτώνονται αλλά το κυριότερο είναι πως οι δικοί μας μένουν με τα corrupted data στο χέρι. Μηδέν! Τι κάνεις λοιπόν σε αυτή την περίπτωση; Αν είσαι ο Ρέι, στέλνεις την Άνι στη Βενεζουέλα να βρει τη Τζόρνταν επειδή κάποιος πρέπει να τη βγάλει καθαρή για να πει την αλήθεια στον κόσμο, και παίρνεις τηλέφωνο τον Σέμιον, που στο μεταξύ έχει βρει τον Τσασάνι νεκρό στην πισίνα του σπιτιού του (ξεράθηκα με τον τρόπο που είπε στην γυναίκα του Τσασάνι, βασικά, “είσαι τελείως ηλίθια;” πριν της εξηγήσει τι συνέβη*), συμφωνώντας να πάνε στην καλύβα στο δάσος για ένα τελευταίο ξεκάθαρισμα λογαριασμών- και αρπαγή χρημάτων, από τον ανίερο συνεταιρισμό ρώσικης μαφίας (εχθροί του Σέμιον) και διεφθαρμένου κατεστημένου (εχθροί των 3 που ερευνούσαν την υπόθεση).

(*Μια καλή στιγμή να ξεκαθαρίσω πως αν και έχω ακολουθήσει λίγο ως πολύ την ουσία της πλοκής, αρκετά ώστε να καταλαβαίνω τι βλέπω, τι συμβαίνει, ποιος απειλεί ποιον, και γιατί, δεν έχω κατανοήσει απολύτως κάθε σεναριακή στάση της σεζόν. Δεν ξέρω αν αυτό με κάνει “τελείως ηλίθιο”, αλλά ειλικρινά δεν με νοιάζει. Το έχω απολαύσει όπως και νά’χει.)

Στην καλύβα στο δάσος δε μένει τίποτα όρθιο, ο Φρανκ σκοτώνει τον Όσιπ όταν εκείνος του λέει “είσαι σαν γιος μου”, σκοτώνουν και τον ΜακΚάντλς, αφήνοντας πλέον τον Μπέρις ως τον μοναδικό ζωντανό της αρχικής ομάδας που έκλεψε τα διαμάντια. Θέλω μια στιγμή εδώ να κάνω άλμα στο τέλος της ιστορίας επειδή αυτό το πόιντ εδώ μου άρεσε πάρα πολύ. Πλην Μπέρις, που έτσι κι αλλιώς ήταν, είναι και θα είναι ένα πολιτικά ασήμαντο δεύτερο χέρι, όλοι όσοι ξεκίνησαν αυτή την ιστορία κλοπής κατέληξαν νεκροί, θύματα εκδίκησης. Δεν είναι ότι κέρδισαν αυτοί, όμως να, το τέρας που δημιούργησαν ή έστω ανέθρεψαν, θριαμβεύει. Ο μικρός Τσασάνι είναι νεός δήμαρχος. Ο Γκέλντοφ κυβερνήτης. Ο καταραμένος σιδηρόδρομος στην Γη της Απάτης προχωρά κανονικά. Ο Βελκόρο είναι οδιεφθαρμένος μπάτσος που σκότωσε άλλους μπάτσους. Όλα είναι στη θέση τους. Η διαπλοκή ούτε θυμάται ή νοιάζεται ποιος ξεκίνησε τι και γιατί. Η μηχανή προχωρά ακάθεκτη.

Αυτή η ιδέα είναι που τελικά κρύβεται βαθιά μέσα στην ψυχή όλης αυτής της σεζόν. Εξαρχής ήταν μια ιστορία ασύνδετων μεταξύ τους προσώπων που η μοίρα τους ένωσε τις διαδρομές, φέρνοντας σε απότομη σύγκρουση ένα σωρό αντικρουόμενα συμφέροντα. Μια ληστεία το 1992, μια διεφθαρμένη πολιτεία, ένα εμπορικό συμφέρον σε μια μολυσμένη γη, τρεις πληγωμένοι ντετέκτιβ, ένας μαφιόζος που εμπιστεύτηκε τα λεφτά του στο λάθος άνθρωπο τη λάθος  στιγμή. Από μόνο του, τίποτα από τα παραπάνω δεν έχει συνέπεια, όλα μαζί δημιουργούν ένα τρελό ντόμινο, σαν μια καλοσχεδιασμένη μηχανή που λειτουργεί χωρίς να κατανοεί, στην πραγματικότητα, τι είναι αυτό που κάνει.

Και οι διαδρομές, όσο τυχαία ενώθηκαν στο τέλος εκείνου του πρώτου επεισοδίου, έτσι εδώ ξετυλίγονται βίαια. Ο Πολ Γούντρο είναι φυσικά ήδη νεκρός (αντίο και πάλι, Τέιλορ Κιτς, ως την επόμενη φορά)όμως για τους υπόλοιπους η αποσύνθεση τώρα ξεκινά. Όσο καπρίτσιο της μοίρας ήταν η συνάντησή τους, τόσο κακόγουστο αστείο είναι απομάκρυνση.

Ο Ρέι επισκέπτεται, πριν τη μεγάλη απόδραση με τα χρήματα, τον γιο του για μια τελευταία φορά. Τον χαιρετά από μακριά, μα όπως επιστρέφει στο αμάξι του διαπιστώνει πως τον ακολουθεί η αστυνομία του Βίντσι. Αντί να τους οδηγήσει στο πλοίο για τη Βενεζουέλα, προτιμά να σιγουρευτεί πως η Άνι (μαζί με τα στοιχεία) θα ανέβει σε αυτό, και οδηγεί τους διώκτες του στο δάσος, εκεί που συνέβησαν όλα και εκεί που, ουπς!, δεν έχει αρκετό σήμα για να στείλει στον γιο του ένα τελευταίο μήνυμα αγάπης. Σκληρό, ΝικΠιζ! Ο Ρέι τελικά πεθαίνει υπό τα πυρά της αστυνομίας, σε μια καλή προσπάθεια για ελεγειακή σκηνή από τον Τζον Κρόουλι, που γυρίζει το δεύτερο επεισόδιό του για φέτος.

(Μου θύμισε μια αντίστοιχη σκηνή θανάτου από το “Blackhat”, αν το “Blackhat” ήταν γυρισμένο από κάποιον σπουδαστή του Μάικλ Μαν αντί από τον ίδιο. Κάτι που μπορούμε να πούμε για πολλά σημεία της φετινής σεζόν, βασικά. Ακούγεται υποτιμητικό, το ξέρω, αλλά τουλάχιστον το ένα πράγμα που κανείς δε μπορεί να αρνηθεί σε αυτή τη σεζόν είναι πως υπήρξε πανέμορφη.)

Κι ενώ η Άνι όντως σαλπάρει προς το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα, ο Φρανκ παγιδεύεται από τους μαφιόζους που ήλεγχαν τα μπαρ που έκαψε στο προηγούμενο επεισόδιο. Είπαμε, μοιραίο ντόμινο. Τον οδηγούν στην έρημο όπου και τον αφήνουν νεκρό- έστω, ύστερα από ένα, ας είμαστε ειλικρινής, άστοχα ξεκαρδιστικό σκηνικό με τον Φρανκ να βαδίζει προς την πόλη καθώς φαντάσματα που παρελθόντος του κάνουν καβλάντα εκεί μες στη μέση της ερήμου. Άβολο.

Τελικά, τόσο τα διαμάντια που είχε στην τσέπη του σακακιού του ο Φρανκ, όσο και τα λεφτά που κουβαλούσε ο Ρέι, χάνονται και γίνονται ένα με το μέρος όπου ο καθένας τους άφησε την τελευταία του πνοή.

Περιμένατε τόσο θανατικό; Εγώ ειλικρινά όχι. Τουλάχιστον τη γλίτωσε η Άνι. Αλλά περίμενε.

Γιατί προχωράμε μερικούς μήνες μετά, όταν η Άνι και η Τζόρνταν, σε κάποιο ιδρωμένο νοικιασμένο δωμάτιο κάποιου ανώνυμου ξενοδοχείο της Λατινικής Αμερικής, επιβιώνουν (μαζί με το παιδί του Βελκόρο) μέχρι που η Μπεζερίδη βρίσκει τον ρεπόρτερ από την αρχή της σεζόν, εκείνον που κλήθηκε ο ίδιος ο Ρέι να σωπάσει για λογαριασμό του Σέμιον. (Ναι, από όλο αυτό το χάος και το μακελειό της 2ης σεζόν επιβίωσαν τελικά η Άνι, η Τζόρνταν και η Λόρα, αφήνοντας τους αντίστοιχους άντρες συνοδοιπόρους τους νεκρούς.) Η Άνι του απλώνει στο κρεβάτι κάθε φάκελο, κάθε φωτογραφία, κάθε σύνδεση. Αρνείται να καταθέσει. Του τα δίνει όλα έτοιμα και, μαζί με τη Τζόρνταν και το μωρό, αποχωρεί.

“Είναι πλέον δική σου ιστορία,” του λέει, σε μια απειλή γεμάτη υπόσχεση ή μια υπόσχεση γεμάτη απειλή.

Φινάλε γλυκόπικρο και φανταστικά μη-οριστικό. Θα ξεσκεπαστεί η συνωμοσία από τον ρεπόρτερ; Το ένστικτο επιβίωσής μας λέει “ναι”, γιατί άλλο λόγο να δεις μια νουάρ ιστορία ραγισμένων ηρώων αν όχι για μια ελπίδα πως υπάρχει διέξοδος, αν όχι για αυτούς, έστω για την αλήθεια.

Και μετά θυμάσαι πως ο ίδιος ρεπόρτερ έχει σωπάσει ξανά, από τον ίδιο άνθρωπο του οποίου το όνομα τώρα θα πρέπει να καθαρίσει.

Και μετά θυμάσαι πως 20+ χρόνια μετά την ληστεία που τα ξεκίνησε όλα, οι φυσικοί αυτουργοί είναι πια σχεδόν όλοι νεκροί, μα το τέρας που δημιούργησαν είναι πανίσχυρο ακόμα.

Καλωσήρθατε στη μηχανή. Οι διαδρομές μας μπορεί να συναντηθούν βίαια και σημαντικά, μα όταν κοιτάξεις από αρκετά ψηλά, βλέπεις μόνο οργανωμένο χάος.