ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ

Αναστάσης Ροϊλός: «Θα ήμουν ανόητος, αν έπαιρναν τα μυαλά μου αέρα»

Λίγο πριν ξεκινήσει καλοκαιρινή περιοδεία με την κατά Δημήτρη Τάρλοου Ηλέκτρα, ο ταλαντούχος ηθοποιός μιλά για τις σημερινές τραγωδίες της ζωής, τη γρήγορη αναγνωρισιμότητα που κέρδισε από την τηλεόραση, την υποκριτική που άργησε πάρα πολύ να παγιωθεί μέσα του ως επάγγελμα.  

Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΣΗ ΠΡΑΓΜΑΤΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΣΤΟ KOBRA ΣΤΑ ΕΞΑΡΧΕΙΑ.

Η ζωή είναι γεμάτη συμπτώσεις – καλές, κακές, περίεργες. Κάποιοι δίνουμε σημασία σε αυτές, κάποιοι άλλοι απλά τις προσπερνάμε και δεν τις θεωρούμε τέλος πάντων κάτι που είναι άξιο αναφοράς. Ο Αναστάσης Ροϊλός απ’ ό,τι κατάλαβα ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Στην κάτι λιγότερο από μία ώρα που μιλήσαμε μου ανέφερε τουλάχιστον δύο -καλές- συμπτώσεις. Η πρώτη αφορά την παράσταση που θα τον δούμε προσεχώς, την καλοκαιρινή περιοδεία της Ηλέκτρας με πρώτη στάση το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου στις 4 Ιουλίου. Η δεύτερη, την παράσταση που θα παίξει τον χειμώνα.   

«Το Θέατρο Πορεία του Δημήτρη Τάρλοου ήταν το πρώτο μου καλλιτεχνικό σπίτι στην Αθήνα. Την άνοιξη του 2013 κατέβηκα από τη Θεσσαλονίκη για να παίξω τον μονόλογο Insenso για δύο μήνες, σε σκηνοθεσία Δαμιανού Κωνσταντινίδη. Ήταν η πρώτη φορά που έμεινα τόσο καιρό στην Αθήνα μόνος μου. Όταν λοιπόν πριν από δύο χρόνια, ο Δημήτρης μου πρότεινε να παίξω στην Ηλέκτρα του Σοφοκλή είπα αμέσως το “ναι”.  Ήθελα να δουλέψουμε μαζί και να εκπληρώσω ένα συναισθηματικό μου κομμάτι: την επιστροφή μου στη γνωριμία μας, αλλά και στην πρώτη μου φορά στην Αθήνα». 

Η πρώτη του συνεργασία με τον Τάρλοου σηματοδοτεί τη δεύτερη κάθοδο του ίδιου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου, μετά την Ιφιγένεια στη Χώρα των Ταύρων από τον Θωμά Μοσχόπουλο και το ΚΘΒΕ το 2015 και την πρώτη του σκηνοθέτη. «Ο Δημήτρης προσέγγισε τη σοφόκλεια τραγωδία κι έφτιαξε το πλαίσιο της δουλειάς που κάναμε πάνω στους χαρακτήρες, μέσω του ρεαλιστικού δράματος. Αυτή η επιλογή πέρα από τη συνέπεια που έχει με το υπόλοιπο σκηνοθετικό του έργο μέχρι σήμερα και τη αναζήτησή του σε τέτοιες περιοχές, δίνει πολύ ενδιαφέρουσες ευκαιρίες για μία άλλου είδους προσπάθεια συγχρονικότητας στην τραγωδία. Πιο συγκεκριμένα βλέπει τους ήρωες ως ανθρώπους πιο κοντά σε μας και τα τεράστια βάρη που έχουν να διαχειριστούν ή τις τρομακτικές τους πράξεις, ανάμεσα στην πραγματικότητα, τον μύθο και το όνειρο.

Θεωρώ ότι δεν έχει κανένα νόημα να ανεβάσεις κανένα έργο, αν δεν βρεις τον τρόπο να το επικοινωνήσεις, να το συνδέσεις με το σήμερα και ο Δημήτρης εν προκειμένω έχει φτιάξει μία πολύ ενδιαφέρουσα πρόταση με υλικά του σύγχρονου ανθρώπου».

Σε έναν κόσμο που ζει εν καιρώ πολέμων, σε μια εποχή όπου η βία και η εκδίκηση παρουσιάζονται συχνά ως «αναγκαίο κακό», η Ηλέκτρα αποκτά ούτως ή άλλως ανατριχιαστική επικαιρότητα. Γίνεται ένας καθρέφτης των ανθρώπινων διλημμάτων, της διαχρονικής σύγκρουσης ανάμεσα στη δικαιοσύνη και την ηθική, του τι σημαίνει «αποκαθιστώ το δίκαιο». «Βλέπουμε να σκοτώνονται καθημερινά παιδιά, άμαχοι. Κάποια στιγμή, οι ηγέτες των χωρών που εμπλέκονται στους πολέμους θα τα βρουν, θα καταλήξουν κάπου – μακάρι να είχαν καταλήξει ήδη. Και τελικά, ποιος πλήρωσε; Αυτοί που την πληρώνουν πάντα. Οι αθώοι. Αυτή είναι η σημερινή τραγωδία της ζωής». 


Στην Ηλέκτρα, θα ερμηνεύσει τον πλέον διαβόητο μητροκτόνο στην παγκόσμια δραματουργία. «Ο Ορέστης δεν αντιμετωπίζεται ως ένας ψυχασθενής που σκοτώνει τη μητέρα του για να εκδικηθεί τον θάνατο του πατέρα του, Αγαμέμνονα. Ο φόνος που διαπράττει αποκτά συμβολικό χαρακτήρα. Σκοτώνει την Κλυταιμνήστρα και ακυρώνει την ταυτότητα του γιου, του παιδιού μιας οικογένειας. Είναι θύμα και θύτης, αναγκασμένος να συνεχίσει τον κύκλο του αίματος. Κληρονομεί την εκδίκηση που δεν οδηγεί πουθενά.

Ξέρεις, αυτό που μου αρέσει στα έργα της αρχαίας ελληνικής δραματουργίας είναι ότι, σήμερα τουλάχιστον, δεν τα βλέπουμε για το σασπένς, για το τι θα γίνει μετά, άλλωστε λίγο πολύ όλοι ξέρουμε την πλοκή, αλλά για να ακούσουμε τον λόγο. Είναι ποιητικά και παράλληλα πολιτικά, φιλοσοφικά κείμενα που παρότι γραμμένα σε διαφορετικό πλαίσιο από το σημερινό, καθρεφτίζουν τον κόσμο μας. Γι’ αυτό έχει διαχρονική αξία η αρχαία τραγωδία και πρέπει να διαβάζεται, να ανεβαίνει στη σκηνή, να διερευνάται εσαεί».

Μου διευκρινίζει ότι υπάρχει το αίσθημα της ευθύνης όταν καλείται να ερμηνεύσει τέτοια έργα, μα κυρίως τον κατακλύζει ένα δέος, που η γλώσσα που μιλάει σήμερα προέρχεται από αυτή τη γλώσσα. «Είναι σπουδαία κείμενα που όταν ασχολείσαι μαζί τους αισθάνεσαι ότι εκπληρώνεις μία υποχρέωση στον εαυτό σου», αναφέρει για να συμπληρώσω ότι δυστυχώς του δίνεται η ευκαιρία να το κάνει μόνο το καλοκαίρι, καθώς έχουμε συνδέσει την αρχαία ελληνική τραγωδία με το θέρος και με τα ανοιχτά θέατρα. «Υποθέτω πως είναι θέμα συνήθειας». 

Την έχουμε συνδέσει επίσης με το να παρουσιάζεται κλασικότροπα, σαν να μην είμαστε ανοιχτοί σε μία διαφορετική ματιά, αισθητική, μία πιο σύγχρονη αντιμετώπιση. «Ο σεβασμός κινδυνεύει να γίνει μία αφηρημένη έννοια. Το να αντιμετωπίζεις με σεβασμό τα συγκεκριμένα έργα δεν έχει να κάνει με το αν θα φορέσεις στους ηθοποιούς χλαμύδες, αλλά με το να τα διερευνήσεις σε βάθος. Το πρόβλημα ξεκινά από αυτό που ανέφερες, τη φράση ότι δεν είμαστε ανοιχτοί. Πιστεύω θα συμφωνήσουμε όλοι ότι όσο πιο πολλά ξέρεις και όσο πιο πολύ ψάχνεις τόσο πιο πολύ καταλαβαίνεις ότι δεν ξέρεις πολλά. Έρχεσαι αντιμέτωπος με το πόσο άπειρη είναι η πληροφορία, το βάθος στα πράγματα, πόσα πράγματα δεν θα καταφέρεις να μάθεις ποτέ. Αν φτάσουμε σε αυτή τη συνειδητοποίηση θα είμαστε πολύ πιο ανοιχτοί. 

Όταν μαθαίνεις κάτι επηρεάζει αυτό που ξέρεις ήδη, στην καλύτερη περίπτωση του προσθέτει απλώς κάτι. Στη χειρότερη περίπτωση μπορεί να το σβήσει εντελώς και όσα μέχρι πρότινος πίστευες να μην ισχύουν καθόλου.

Η ύβρις κατά τον Αριστοτέλη, για να μείνουμε και εντός θέματος, και η αλαζονεία οδηγούν στην πτώση. Και όσο ψηλότερο είναι το οικοδόμημα που φτιάχνεις, ακόμα κι αν μιλάμε για ιδέες ή μάλλον κυρίως όταν μιλάμε για ιδέες, τόσο πιο καταστροφικό θα είναι αν γκρεμιστεί.

Οπότε ο τρόπος να ζεις και να αλληλεπιδράς με τους ανθρώπους και τα πράγματα αισθάνομαι ότι πρέπει να είναι λίγο πιο συγκαταβατικός. Αν ξεκινάς κριτικά του στυλ εγώ ξέρω καλύτερα, έχεις ήδη κάνει λάθος. Γιατί κινδυνεύεις να υποτιμήσεις κάτι πριν το κατανοήσεις. Όταν υποτιμάς αποκόπτεις, και όταν αποκόπτεις χάνεις».

Στο θέατρο, ο Αναστάσης μπήκε μέσα από τη λογοτεχνία. «Από το Λύκειο που άρεσε η λογοτεχνία, τώρα αν απλώς ευθυγραμμιζόταν με τα ενδιαφέροντά μου ή αν ήταν ο σπόρος δεν το ξέρω. Πάντως, μαζί με τη φιλοσοφία και την ψυχολογία που με ενδιέφεραν, βρήκαν όλα τον χώρο τους στο θέατρο. Άσχετα αν μου πήρε καιρό να το πάρω πραγματικά απόφαση ότι αυτό θέλω να κάνω για την υπόλοιπη ζωή μου. Αν και δουλεύω από τα 20 μου στο θέατρο, τα πράγματα άρχισαν να μπαίνουν σε μία σειρά μέσα μου γύρω στα 25, όταν γνώρισα τον Θόδωρο Τερζόπουλο και πήγα πρώτη φορά στο θέατρο ΑΤΤΙΣ. Έπειτα, τα επόμενα 3-4 χρόνια, μετά την επαφή μου και με τον Tadashi Suzuki (σ.σ. Ιάπωνας θεατρικός σκηνοθέτης, συγγραφέας και φιλόσοφος) πήρε μορφή αυτό που θέλω να κάνω».

Ο σπουδαίος, διεθνώς καταξιωμένος, σκηνοθέτης, ιδρυτής του Θεάτρου ΑΤΤΙΣ που φέτος γιορτάζει τα 40 του χρόνια και ζωντανός θρύλος του ελληνικού θεάτρου είναι για εκείνον «ένα σημαντικό κεφάλαιο, όχι μόνο στην ελληνική, αλλά στην παγκόσμια θεατρική σκηνή». Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «πολλοί ξένοι σκηνοθέτες απέκτησαν διεθνή φήμη μέσα από τη δουλειά τους επάνω στην αρχαία τραγωδία, ο μόνος Έλληνας που είχε στέρεη πρόταση για την τραγωδία αλλά και σπουδαίο όραμα για το θέατρο, βλέπε ίδρυση Θεατρικής Ολυμπιάδας το 1993, ήταν ο Τερζόπουλος». Ήταν επίσης εκείνος που τον παρότρυνε να παίξει στις Άγριες Μέλισσες του ΑΝΤ1, που προβλήθηκαν τις σεζόν 2019-2022 με τεράστια επιτυχία.


«Τη φοβόμουν την τηλεόραση για καλλιτεχνικούς λόγους. Τότε, υπήρχε ακόμα η ταμπέλα του “τηλεοπτικός”/“εμπορικός” ηθοποιός κάτι που πλέον, ευτυχώς, έχει σταματήσει να υφίσταται και οφείλεται πολύ στην επιτυχία των Μελισσών. Επίσης, αν αποδεχόμουν την πρόταση, θα έπρεπε να μετακομίσω από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα, την οποία είχα στο μυαλό μου ως ένα τοπίο σκοτεινό και αφιλόξενο.

Σε μία συνάντηση λοιπόν που είχα με τον Τερζόπουλο, τον ρώτησα τι να κάνω με τις Μέλισσες, ποια ήταν η γνώμη του. Αφού του είπα κάποια πράγματα για τη σειρά, με ρώτησε ποιοι θα παίζουν. Από τους πρώτους που του ανέφερα ήταν ο Γιάννης Στάνκογλου, με τον οποίο έχουν δουλέψει μαζί και τον αγαπάει πολύ. Μου είπε “κάν’ το, θα σου κάνει καλό”, και αυτό με ξεκλείδωσε. Για πολλούς λόγους ο Τερζόπουλος είναι μεγάλος Δάσκαλος αλλά και γι’ αυτό, γιατί είναι βαθιά πνευματικός και ουσιαστικός καλλιτέχνης, καθόλου κατ’ επίφαση. Σύμφωνα με τα καλλιτεχνικά “ήθη” του τότε όλοι θα έλεγαν μη κάνεις τηλεόραση θα καείς και δεν θα ξανακάνεις θέατρο».

Και του έκανε πράγματι, καλό. Ακολούθησε η συμμετοχή του σε θεατρικές περιοδείες (Μήδεια σε συνσκηνοθεσία Αιμίλιου Χειλάκη και Μανώλη Δούνια), παραστάσεις ρεπερτορίου (Φαίδρα του Δημήτρη Καραντζά, Γυάλινος Κόσμος του Γιώργου Νανούρη), αλλά και σε σειρές όπως Η Μάγισσα, Φλόγα και Άνεμος, Απαραίτητο Φως. Η τηλεόραση φέρνει έκθεση και η έκθεση φέρνει αναγνωρισιμότητα στο ευρύ κοινό. «Αυτή είναι η δύναμή της», συμπληρώνει. Η γρήγορη αναγνωρισιμότητα δεν τον τρόμαξε, ούτε του φούσκωσε τα μυαλά. «Θα ήμουν ανόητος αν με επηρέαζε, αν έπαιρναν τα μυαλά μου αέρα. Όπως επίσης αν έπαιρνα τις μετρητοίς τη συμπάθεια και τα όμορφα λόγια του κόσμου». Ειδικά την περίοδο προβολής της Μάγισσας, είχαν κυκλοφορήσει αμέτρητα χιουμοριστικά memes στο X, που δεν αφορούσαν μόνο το υποκριτικό του ταλέντο, αλλά κυρίως την όμορφη εξωτερική του εμφάνιση. «Αυτά είναι χιούμορ, πολύ χαριτωμένο χιούμορ», λέει και γελάει.

«Ο καθένας εκφράζει όπως θέλει και τα καλά και τα κακά, σύμφωνα με αυτό που έχει μέσα του. Ακόμα και η υπερβολή σε κάτι καλό προέρχεται από μία καλή ή και αγνή, αν θέλεις, περιοχή της ψυχής μας, οπότε τη δέχομαι με ευγνωμοσύνη. Μόνο καλό είναι να εκφράζονται όμορφα συναισθήματα. Και γι’ αυτόν που τα δίνει και γι’ αυτόν που τα δέχεται. Από κει και πέρα, εγώ με τη σειρά μου οφείλω να τα μεταφράσω ως θετική ενέργεια κι έτσι να τα κρατήσω μέσα μου. Αλίμονο αν τα διάβαζα ή τα άκουγα και νόμιζα ότι ήμουν κάποιος». 

Επειδή λοιπόν, όπως μου εξηγεί, η δουλειά του έχει από μόνη της μεγάλη έκθεση και προβολή, έχει social media, αλλά δεν ασχολείται. «Το να ανεβάζω συνέχεια τα μούτρα μου σε Facebook και Instagram μού φαίνεται ότι μπορεί να με βάλει σε μία επικίνδυνη δίνη ναρκισσισμού και δεν το θέλω». 

«Τελικά, με την Αθήνα τι έγινε; Την αγάπησες;», τον ρωτώ. «Φυσικά», απαντά. «Είναι το σπίτι μου. Έχω εδώ πλέον τους ανθρώπους μου, τα comfort μέρη μου. Είμαι πάντα ανοιχτός στο να κάνω λάθος και να αναθεωρήσω. Η εικόνα δηλαδή που είχα για την Αθήνα άλλαξε άρδην μέσα από τη ζωή που έφτιαξα σε αυτήν».


Μετά την περιοδεία της Ηλέκτρας, μετά από ένα απαιτητικό από άποψη δουλειάς καλοκαίρι, ξεκινά για τον Αναστάση ένας ακόμα πιο απαιτητικός χειμώνας. «Προετοιμάζομαι για μία καινούργια τηλεοπτική σειρά, που δεν είναι ωστόσο ακόμα ανακοινώσιμη και από τον Οκτώβριο, θα παίζω στο Misery του Stephen King σε σκηνοθεσία Έλενας Καρακούλη στο Θέατρο Άνεσις. Αναλαμβάνω τον ρόλο του συγγραφέα Πωλ Σέλντον που σώζεται από αυτοκινητικό ατύχημα από τη “νούμερο ένα θαυμάστριά του”, Άννι Γουιλκς, την οποία θα υποδύεται αγαπημένη μου Φιλαρέτη Κομνηνού, που την είχα και δασκάλα στη σχολή. Είναι ένα έργο με δύο επίπεδα αφήγησης, αυτό που συμβαίνει, που λίγο πολύ βλέπουμε στην ταινία του 1990, και αυτό που αποκαλύπτεται στο τέλος στον θεατή ότι συνέβαινε καθόλη τη διάρκεια παράλληλα αλλά υπογείως. Η αίσθηση δηλαδή που αφήνει το μυθιστόρημα στον αναγνώστη. Διαβάζουμε το έργο με τη σκέψη ότι η προσωπική μάχη του καθενός με τους φόβους, τα άγχη, την ανικανοποίητη ανάγκη μας για την αποδοχή των άλλων, είναι τα δεσμά και οι δαίμονές μας.». 

Κάπου εδώ, μπήκε στην κουβέντα μας η δεύτερη θεατρική σύμπτωση, όπως ανέφερα στην αρχή.

 «Όσο ζούσα στη Θεσσαλονίκη, κατέβαινα αρκετά συχνά στην Αθήνα για να δω θέατρο. Σε μία από αυτές τις καταβάσεις μου, είχα δει το 2009 το Misery με τον Νίκο Ψαρρά και την Ανέζα Παπαδοπούλου σε σκηνοθεσία του Πέτρου Ζούλια στο Θέατρο Χώρα. Όταν λοιπόν ήρθε τώρα η πρόταση για να παίξω στο Misery, με πήγε από μόνο του το συναίσθημα να πω το “ναι”. Δεν πίστευα επίσης ποτέ ότι θα είχα την ευκαιρία να παίξω θρίλερ στο θέατρο και να που θα γίνει κι αυτό». 

***

Ηλέκτρα

Μετάφραση: Γιώργος Χειμωνάς

Σκηνοθεσία: Δημήτρης Τάρλοου

Σκηνικά & Κοστούμια: Πάρις Μέξης

Μουσική Σύνθεση: Φώτης Σιώτας

Σχεδιασμός φωτισμών: Αλέκος Αναστασίου

Χορογραφίες: Μαρκέλλα Μανωλιάδη

Συνεργάτις δραματουργός: Έρι Κύργια

Σχεδιασμός Ήχου: Ηλίας Φλάμμος

Βοηθοί σκηνοθέτη: Δήμητρα Κουτσοκώστα, Αρίστη Τσέλου

Βοηθός σκηνογράφου- ενδυματολόγου: Έμιλυ Κουκουτσάκη

Βοηθός χορογράφου: Μάρω Σταυρινού

Βοηθοί φωτιστή: Χάρης Δάλλας, Ναυσικά Χριστοδουλάκου

Διεύθυνση παραγωγής: Στέλλα Γιοβάνη

Οργάνωση & εκτέλεση παραγωγής: Άννα Πασπαράκη, Βασιλεία Τάσκου

Σύμβουλος Επικοινωνίας – Πληροφ. για τα ΜΜΕ : Σάσα Παπαχριστοπούλου

Διαφήμιση – SoMe : Renegade Media

ΔΙΑΝΟΜΗ

Ηλέκτρα: Λουκία Μιχαλοπούλου

Ορέστης: Αναστάσης Ροϊλός

Κλυταιμνήστρα: Ιωάννα Παππά

Αίγισθος: Νικόλας Παπαγιάννης

Παιδαγωγός: Γιάννης Αναστασάκης

Χρυσόθεμις: Γρηγορία Μεθενίτη

Πυλάδης: Περικλής Σιούντας

ΧΟΡΟΣ (Αλφαβητικά)

Μαργαρίτα Αλεξιάδη

Ασημίνα Αναστασοπούλου

Ελένη Βλάχου

Ιωάννα Δεμερτζίδου

Ελένη Κιλινκαρίδου – Σίστη

Ιωάννα Λέκκα

Λυδία Στέφου

Άννα Συμεωνίδου

Χαρά Τζόκα

Μουσικοί επί σκηνής: Φώτης Σιώτας, Τάσος Μισυρλής

Προπώληση για περιοδεία και για Επίδαυρο.

Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.