ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Δεν μπορείς να κοιτάξεις στα μάτια τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο

Το Oneman γιορτάζει την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου δίπλα σε έναν ηθοποιό που έζησε τη χούντα, την αντίσταση και τον Κουν όσο κανείς.

Ένα βράδυ πριν ανέβω σε εκείνο το καφέ που βλέπει αφ’ υψηλού το μεγαλείο της Καλλιτεχνούπολης και μας πετάει κάπως στη μούρη ότι ‘κάτι ήξεραν οι παλιοί’ ηθοποιοί που αγόρασαν ένα σπίτι στο συγκεκριμένο κομμάτι της Ραφήνας, τον είχα δει στην τηλεόραση να υποδύεται τον σπασίκλα, λόγιο δικηγόρο της κινηματογραφικής Βασούλας, Τζένης Καρέζη. Σχεδόν δεν το πίστευα όταν αρκετές ώρες αργότερα, τον είχα απέναντί μου να κρατά απαλά το πούρο του και να μου λέει “Μεγαλώνω αφηρημένα“.

Έπειτα έκανε ένα μεγάλο σύννεφο καπνού και το άφησε να διαλυθεί, εντελώς κινηματογραφικά, πάνω από το μικρό τραπεζάκι με τα δύο φλιτζάνια ελληνικού καφέ που σε μικρό πλάνο, τα χώριζε μια γλάστρα και σε μεγάλο, η θάλασσα.

Φωτογραφίες: Φραντζέσκα Γιαϊτζόγλου – Watkinson

Μου εκμυστηρεύτηκε ότι σε αυτό το καφέ πηγαίνει κάθε μέρα την ίδια ώρα. Έτσι ξεκινά την ημέρα του τα τελευταία δώδεκα χρόνια. Αν έχει κάποια σχέση με τη Ραφήνα; Ουδεμία. “Εγώ είμαι παιδί της Λεωφόρου Αλεξάνδρας. Εκεί μεγάλωσα“. Φυσικά κάπου εκεί, τον ρώτησα αν είναι Παναθηναϊκός. Όχι και τόσο φυσικά, μου απάντησε: “Το τι ξύλο είχα φάει μία μέρα που το έσκασα από το σχολείο για να πάω να παίξω μπάλα, δεν περιγράφεται“.

Τον ενημέρωσα ότι θα πατήσω το rec και πριν προλάβω να αρθρώσω λέξη από την πρώτη μου ερώτηση (περισσότερο ήταν απορία) εκείνος με διέκοψε: “Μιλάμε πιο δυνατά“, είπε και έγειρε προς το μηχάνημα. Ο τόνος της φωνής ήταν τόσο υψηλός που η σερβιτόρα μας πλησίασε για να μας ρωτήσει αν ζητήσαμε να χαμηλώσει τη μουσική.

Εκείνη την ώρα έπαιζε το Fly του Ludovico Einaudi. Μπορούμε να περιμένουμε πέντε λεπτά μέχρι να βάλεις ακουστικά.

Επιχείρησα να επαναλάβω την ερώτησή μου. Μόλις είπα τη λέξη κλειδί ‘ποιητής’, εκείνος με σταμάτησε ξανά. “Ούτε κατάλαβα πώς έγινε η επιτυχία του ποιητή Φανφάρα. Του εξήγησα ότι η απορία μου, περιελάμβανε σχεδόν ολόκληρη την κινηματογραφική γκάμα των ρόλων του οι οποίοι ήταν όλοι κάπως  αλαφροΐσκιωτοι” μου είπε και γελάσαμε δυνατά όπως είχε προστάξει ο ίδιος στην αρχή.

Το Εκείνος και Εκείνος, η χούντα και το ξύλο

Η ιδέα ξεκίνησε από τους τρεις μας. Από εμένα, το Βασίλη (σ.σ.: το Διαμαντόπουλο) και τον Κώστα το Μουρσελά σε ένα υπόγειο. Σκεφτόμασταν ότι κάτι πρέπει να κάνουμε που να μην καταλαβαίνουν τι ακριβώς γίνεται. Ξεκινήσαμε σιγά σιγά. Όταν η εκπομπή βγήκε στον αέρα την πρώτη φορά δεν καταλάβαινε κανείς τι μπορεί να λένε αυτοί οι δύο τρελοί οι οποίοι κινούνταν στο θέατρο του παραλόγου“.

Υπάρχουν τεράστιες ιστορίες γύρω από την εκπομπή. Είναι μία ιστορική σειρά που ευτυχώς που την κάναμε έγχρωμη γιατί θα χανόταν. Οι άλλες μπομπίνες της ΕΡΤ έχουν χαθεί. Μόνο ένα ασπρόμαυρο υπάρχει τώρα το οποίο το είχα εγώ και τους το είχα πάει. Είναι το Αυγό. Μία μπομπίνα 1,5 ίντσα“.

Μου δείχνει το μέγεθος και χαμογελά.

Το θέμα με τη συγκεκριμένη εκπομπή ήταν πρωτίστως η σύγκρουση με την εξουσία. Το κείμενο, προτού προβληθεί περνούσε από λογοκριτή. Αυτός ήταν ή Συνταγματάρχης ή Λοχαγός και ρωτούσε τα μύρια όσα. Δεν καταλάβαινε όμως. Ρωτούσε τι είναι το μήλο; Και του λέγαμε εμείς μήλο είναι. Όταν έβγαινε όμως το μήλο στον αέρα έπαιρνε άλλη διάσταση.

 

Ζήτησα ένα παράδειγμα.

Θυμάμαι τότε που μας έκοψαν για τέσσερις μήνες. Ήταν το επεισόδιο με την παιδική χαρά. Ο Σόλων και ο Λουκάς έκαναν κούνια όταν ήρθε ένας κύριος ψηλός με κουστούμι μαύρο και ένα πούρο στο στόμα. Μας πλησίασε και μας είπε ‘Να καθίσω;’ Εμείς τον ρωτήσαμε ‘Μα, πώς θα καθίσεις; Αφού η κούνια είναι δικιά μας’. ‘Όχι δεν είναι δικιά σας είναι δικιά μου’, ‘Όχι δεν είναι δικιά σας είναι δικιά μου’, ‘Όχι δεν είναι δικιά σας είναι δικιά μου’, ‘Θα κάτσω απάνω σας’ λέει στο τέλος αυτός. Και κάθεται“.

 

Απόρησα πώς οι εφημερίδες παρότι κατευθυνόμενες, κατάφεραν να τους βοηθήσουν και εκείνος με διόρθωσε: “Οι εφημερίδες ήταν λογοκριμένες μεν αλλά παρόλα αυτά, μπορούσαν να πουν γιατί φερε ειπείν δεν παίζεται ένα κομμάτι“.

Εμείς, συνεχίσαμε στον ίδιο ρυθμό με αποτέλεσμα το Εκείνος και Εκείνος να γίνει μία εκπομπή σταθμός στην ελληνική τηλεόραση. Νομίζω και στην ευρωπαϊκή. Την είχαν πάρει χαμπάρι και οι έξω. Μάλιστα, εκείνο το Αυγό το ασπρόμαυρο, το είχα στείλει στην Αμερική. Γι αυτό είχε μείνει σε εμένα η βαλίτσα και διεσώθη. Το ζητούσαν έξω τα ξένα κανάλια“.

Ένα διάστημα είχαμε χάσει το όνομά μας. Όλοι μας φώναζαν Σόλωνα και Λουκά. Λουκά και Σόλωνα. Ήταν χαρά μας και καμάρι μας“. 

Σχολίασα ότι είναι κρίμα που εμείς δεν έχουμε δει τέτοιες εκπομπές και εκείνος με ένα ωραίο, ειρωνικό αλλά ευγενικό ύφος μου απάντησε: “Τώρα θα γίνω λίγο χυδαίος αλλά, ξαναγίνεται Παρθενώνας; Δεν γίνεται. Δεν είναι απλό πράγμα να υπάρξουν τώρα εκπομπές σαν και αυτήν. Εδώ βλέπεις ότι έχουμε πλουσιότατη ελληνική λογοτεχνία από την οποία θα μπορούσαν να πάρουμε θέματα εκπληκτικά. Αλλά δεν το κάνουν. Ασχολούνται με πιο αγοραία πράγματα τα οποία μόνο γαργαλάνε τον κόσμο και τίποτα παραπάνω“.

Εκείνη την ώρα, θυμήθηκα ότι κάπου στο διαδίκτυο πέτυχα μία είδηση ότι ο Λάκης Λαζόπουλος σκέφτεται να επαναφέρει στις οθόνες μας το Εκείνος και Εκείνος.

 

Εμείς, μετά τη χούντα, αποφασίσαμε με τον Κώστα να την ξαναγυρίσουμε τη σειρά, έγχρωμη για να κρατήσουμε το αρχείο. Τα άλλα τα κατέστρεψαν όλα. Μόνο το Αυγό έχει μείνει και αυτό γιατί το είχα εγώ“.

Ένας συνεργάτης: Κώστας Κουτσομύτης

Από τον Κώστα έχω πολύ καλές αναμνήσεις. Και ανθρώπινες και από το χώρο της τηλεόρασης. Έχουμε κάνει μαζί ολόκληρη τη θρυλική σειρά Εκείνος και Εκείνος την έγχρωμη και κανά δύο ασπρόμαυρες”.

 

Πέρα από το Εκείνος και Εκείνος όμως, έχουμε κάνει πάρα πολλά κομμάτια μαζί όπως το Βαμμένα Κόκκινα Μαλλιά ή τον Κίτρινο Φάκελο του Καραγάτση“.

Ήταν πολύ ήπιος και συνεργάσιμος άνθρωπος. Είχε πάρα πολύ χιούμορ και αυτό δημιουργούσε ένα πολύ ωραίο κλίμα στην συνεργασία αλλά και στο αποτέλεσμα. Ήταν χαρά Θεού να συνεργάζεται κάποιος με τον Κώστα“.

Η θέση του στον Δήμο Αθηναίων και οι ‘βολεμένοι’ της Μεταπολίτευσης

Μου ξαναείπε την ιστορία με τη σωσμένη από τα δικά του χέρια μπομπίνα ‘Αυγού’ και ξαναγυρίσαμε στο θέμα της χούντας. Ή μάλλον, στην εποχή αμέσως μετά από αυτήν.

 

 

Ήμουν Δημοτικός Σύμβουλος Αθηνών επί δώδεκα χρόνια. Τρεις τετραετίες αμέσως μετά τη Μεταπολίτευση. Είχε πολύ ενδιαφέρον γιατί προσπαθούσαμε να στήσουμε το Δήμο της Αθήνας από την αρχή. Είχαμε παραλάβει μία χούντα. Ήταν μία σπουδαία εμπειρία για μένα. Ήταν ένα Δημοτικό Συμβούλιο τρεις φορές σπουδαιότερο από τη Βουλή που έχουμε τώρα. Με προσωπικότητες μέσα του. Τότε, είχε γίνει πολύ ενδιαφέρουσα δουλειά“.

 

Η αυτοδιοίκηση είναι πολύ ζωντανός θεσμός. Έχεις άμεση επαφή με το δημότη. Δεν ψηφίζεις κάποια νομοσχέδια που δεν ξέρεις τι γίνεται μετά. Ήμουν αντιπρόεδρος στη νεολαία τα δώδεκα αυτά χρόνια“.

Σε εκείνο το σημείο, θέλησα να μοιραστώ μαζί του αυτό το ‘και εμείς μια χούντα ζούμε τώρα’ που συνεχώς περνάει από μπροστά μου στα social media. Εκείνος, θύμωσε.

Είναι υπερβολή να λένε ότι σήμερα έχουμε χούντα. Δεν έχει καμία σχέση. Ίσως να έχεις μία κυβέρνηση η οποία μπορεί να μην σε ικανοποιεί απόλυτα αλλά είναι ιεροσυλία να λες ότι έχουμε χούντα“.

Όποιος έχει περάσει τη χούντα σαν και εμάς, ξέρει τι πάει να πει. Ό,τι και να λέμε τώρα, έχουμε κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αν δεν σ αρέσει, την αλλάζεις. Δεν έχεις τον άλλο από πάνω σου που δεν τόλμαγες να πεις κουβέντα και σε μπουζουριάζανε. Που δεν προλαβαίνεις να ανασάνεις“.

 

Το πιο έντονο πράγμα που θυμάμαι από τη χούντα, είναι το κυνήγι. Κλεφτοπόλεμο παίζαμε“.

 

Και έπειτα ήρθε η Μεταπολίτευση, στην οποία οι πρότινος κυνηγημένοι, αποκαταστάθηκαν. “Όχι όλοι“, με διορθώνει.

Υπάρχει ένα κομμάτι που βολεύτηκε μετά τη χούντα. Υπάρχει και ένα άλλο που δεν βολεύτηκε. Ας μην είμαστε ισοπεδωτικοί“.

Ένας δάσκαλος: Ο Κάρολος Κουν

Ο Κουν ήταν μέγας άνθρωπος. Ήταν το φυσικό φαινόμενο δασκάλου. Εγώ προσωπικά τα οφείλω όλα εκεί. Το θεατρικό μου αλφάβητο, το οφείλω στο δάσκαλό μου. Ήταν πολύ μεγάλος δάσκαλος και σκηνοθέτης. Ήταν πολύ αυστηρός“.

Όταν βγήκα από τη Σχολή του, πάντα ήμουν σε ένα θέατρο που απαιτούσε από τους υποκριτές να είναι καλά οπλισμένοι, να ασχολούνται με κείμενα τα οποία τους εκφράζουν“.

 

Πάντα είναι δύσκολο να γίνεις καλός. Το θέμα είναι τι ανατροφή έχεις πάρει, τι γούστο έχεις, τι αντιστάσεις. Πόσο υπηρέτης του χρήματος είσαι και πόσο της δουλειάς“.

Σήμερα δεν υπάρχουν τέτοιοι δάσκαλοι. Τότε υπήρχαν δύο ακαδημίες, η μία ήταν του Κουν και η άλλη του Ροντήρη. Επρόκειτο για δύο σπουδαίες ακαδημίες που έβγαζαν ηθοποιούς με εντελώς διαφορετικές τεχνικές. Ο Κουν ήταν στο πιο μοντέρνο, το πιο καθημερινό. Ο Ροντήρης, επίσης πολύ μεγάλος δάσκαλος, ήταν πιο ακαδημαϊκός. Ο μαθητής τότε είχε να επιλέξει“.

Η Σχολή του Κουν, οι ρόλοι και το κασέ ενός ηθοποιού

Έκανα μία καριέρα, τα πενήντα χρόνια καριέρας τα ‘τσιμπάω’ που λένε. Μόνο ρεπερτόριο έχω παίξει. Είμαι γεμάτος. Τώρα που έχω φτάσει στη δύση της καριέρας μου, δεν έχω απωθημένα. Έχω καταφέρει να παίξω όλα τα είδη θεάτρου“.

Έχω την ευτυχία να έχω παίξει όλα τα έργα του Αριστοφάνη. Είναι 14. Έχω παίξει στα 12 εκτός από Πλούτο και Σφίγγες και αυτό από άποψη. Τα θεωρώ κάπως υποδεέστερα καθώς τα έγραψε προς το τέλος του. Είχαν έρθει και οι τριάκοντα Τύραννοι τότε, είχε αρχίσει και η χούντα. Ο Αριστοφάνης λοιπόν, ήταν περισσότερο μαζεμένος“.

 

Είναι πολλοί οι ρόλοι που έχω αγαπήσει. Η διαδρομή είναι πάντοτε επώδυνη. Ιδίως η περίοδος της μελέτης, είναι σχεδόν γέννα. Φοβάσαι μέχρι και την αποβολή“.

Οι ηθοποιοί δεν βγάζουν ποτέ πολλά λεφτά. Είναι εντελώς λάθος αντίληψη αυτή“.

 

Τότε, ήταν μία εποχή που υπήρχε ας το πούμε χρήμα σε αυτήν τη δουλειά. Δεν ξέρω τα κασέ τους ακριβώς, αλλά υπήρχε. Εγώ δεν είχα και μεγάλη συμμετοχή. Πέρα από τον Φανφάρα που έκανα. Δεν μας άφηνε ο Κουν. Δεν ήθελε να φεύγουμε από το κέντρο που λέγεται θέατρο και να παίρνουν τα μυαλά μας αέρα σε άλλα πεδία“.

Κάπου εκεί, θέλησα να έρθουμε λίγο στο σήμερα και στους δασκάλους των σημερινών ηθοποιών.

 

Σήμερα, δεν υπάρχει τίποτα. Σήμερα οι σχολές είναι ελλειπέστατα στελεχωμένες. Ο καθένας λέει ότι μπορεί να διδάξει. Το να είσαι νέος και να μπορείς να διδάξεις σημαίνει ότι είσαι τόσο φωτισμένος για να το κάνεις δίχως πείρα. Άντε βρες μία τέτοια περίπτωση. Και εγώ ήμουν δάσκαλος δώδεκα χρόνια στο Εθνικό. Στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ήμουν επισκέπτης καθηγητής, αλλά είχα πίσω μου μία ιστορία“.

Θυμήθηκε το συμμαθητή του στο Κουν, Μίμη Χρυσομάλλη και μου εξομολογήθηκε ότι οι δυο τους ήταν πρώτοι μαθητές και είχαν τους καλύτερους βαθμούς. Τότε μου είπε:

Το κράτος όφειλε να στελεχώσει καταρχήν, καλύτερα τη Σχολή του Εθνικού. Καταρχήν. Και αν υπήρχε κράτος, γιατί δεν υπάρχει. Όχι τώρα, χρόνια. Χρειαζόταν ένας ουσιαστικός έλεγχος στις Δραματικές Σχολές“.

Δύο βεντέτες: Η Αλίκη και η Τζένη

Η Βουγιουκλάκη και η Καρέζη ήταν προσωπικότητες της εποχής. Ήταν δύο πόλοι. Δεξιά και αριστερά. Επέλεγες με ποιαν είσαι. Όχι ότι είχαν ιδεολογική σφραγίδα. Αλλά όπως και να το κάνουμε, υπήρχαν βουγιουκλακικοί και καρεζικοί“.

 

Η Βουγιουκλάκη μαζί με τον Παπαμιχαήλ με είχαν παντρέψει“.

Η Καρέζη ήταν άλλη φάση. Με την Καρέζη έπαιξα και στο θέατρο και τον κινηματογράφο“.

 

Σήμερα δεν υπάρχουν τέτοια μεγέθη. Η ίδια η εποχή δεν το επιτρέπει. Και ευτυχώς να λες. Ποιο θα ήταν το κέρδος; Έχουμε έλλειμμα επειδή δεν έχουμε δύο βεντέτες;

Αφού ελληνικός κινηματογράφος όπως τότε, δεν υπάρχει. Τότε γεμίζανε ουρές. Δεν υπάρχει το star system που υπήρχε τότε, ούτε στους άντρες ούτε στις γυναίκες. Τώρα υπάρχει η τηλεόραση, η οποία έτσι κοψοχωλιασμένη όπως είναι δεν έχει μέσα της κανένα σταριλίκι για να παρασύρει κανέναν“.

Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι ότι σίγουρα, υπάρχουν καλοί ηθοποιοί. Σίγουρα, υπάρχουν καλές παραστάσεις, σίγουρα υπάρχουν κακές παραστάσεις“.

Το Θέατρο και τα σημερινά ‘εγκλήματα’

Ρώτησα για τις κακές παραστάσεις. Μου εξήγησε.

Κακή παράσταση είναι μία άστοχη παράσταση. Μία παράσταση στην οποία υπερεκτιμάς τις δυνατότητές σου“.

Γίνονται εγκλήματα πολλά στο θέατρο. Υπάρχουν περιπτώσεις που οι σκηνοθέτες (σκηνοθετήτες) είναι επάνω από το συγγραφέα. Ο σκηνοθέτης δηλαδή, θεωρεί τον εαυτό του ανώτερο από τον συγγραφέα. Και λες, ‘τι σου φταίει’ το έργο; Μπορούσες να πάρεις ένα δικό σου κείμενο αν έχεις τις ικανότητες. Τι σου φταίει Ίψεν για παράδειγμα και τον πιλατεύεις; Αυτό φυσικά, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να δίνεις ανάσα σε ένα παλιό κείμενο για να το φέρεις στα τωρινά μέτρα. Αλλά δεν πρέπει να φεύγεις και από τις ράγες του“.

Προσπάθησα να ‘υποστηρίξω’ κάπως τους σκηνοθέτες αυτού του είδους που περιγράφει λέγοντάς του ότι αφού δεν υπάρχουν κείμενα, ίσως οι τελευταίοι να έρχονται αντιμέτωποι με έναν κορεσμό. Και γι αυτό να βρίσκουν ως λύση την αποδόμηση των κλασικών κειμένων.

 

 

Δεν έχουμε αυτήν τη στιγμή κείμενα. Ένας Πίντερ, έχει σταματήσει ας πούμε. Υπάρχουν κάποιοι συγγραφείς οι οποίοι δεν είναι τόσο λαχταριστοί. Το μεγάλο έργο δεν έχει γίνει ακόμα. Υπάρχει μία κρίση“.

 

Μία διαπίστωση για την Παγκόσμια Ημέρα Θεάτρου (για κλείσιμο)

Ο κόσμος το αγαπάει το θέατρο. Το θέατρο είναι εκκλησίασμα. Γι αυτό κρατάει πάντα το ενδιαφέρον“.

Σ(ημείωση).Σ(υντάκτη).: Όταν είχαμε ήδη κλείσει τα πάντα (φωτογραφικές, μαγνητοφωνάκια) και καθώς απολαμβάναμε την ησυχία του τοπίου, του ζήτησα να μου δώσει μία διεύθυνση για να του στείλω το κείμενο. Φώναξε τη σερβιτόρα και της ζήτησε τον ταχυδρομικό κώδικα της περιοχής.

*Ο φάκελός μου, θα έχει μαζί με το όνομα του παραλήπτη και τον τίτλο: Γράμμα σε έναν ποιητή. Του αξίζει.