Δημήτρης Πιατάς: «50 χρόνια στο θέατρο. Κοίτα τι ευλογία ζω»
Ο σπουδαίος ηθοποιός κλείνει φέτος μισό αιώνα στη σκηνή, αλλά νιώθει σαν να ξεκίνησε χθες. Λίγο πριν την έναρξη της καλοκαιρινής του περιοδείας με την Ανδρομάχη της Μαρίας Πρωτόπαππα, εξηγεί πώς κατέληξε να παίζει σε μία παράσταση που είναι το plan B της ζωής του.
- 6 ΙΟΥΛ 2025
Ανάμεσα σε θρανία και καρέκλες, σε lockers και πίνακες -όχι τους μαυροπίνακες με την κιμωλία του παρελθόντος, αλλά τους λευκούς με τους μαρκαδόρους-, σε ένα σχολείο συνάντησα για πρώτη φορά τον Δημήτρη Πιατά. Η επιλογή του χώρου δεν ήταν τυχαία. Το ανοιχτό θεατράκι στο προαύλιο της Ελληνογαλλικής Σχολής Saint Paul στον Άλιμο, είναι εκεί όπου γίνονται οι πρόβες για τη θεατρική παράσταση με την οποία θα περιοδεύσει το καλοκαίρι ανά την Ελλάδα, με έναν από τους σταθμούς της να είναι και το Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου.
Το σχολικό περιβάλλον τού ταίριαζε απόλυτα. Ο Δημήτρης Πιατάς έχει τη ζωντάνια, την ανεμελιά, τον ενθουσιασμό, τη χαρά στο βλέμμα όταν μιλάει -μιλάει πολύ με ταχύτητα και ρυθμό- και το πλατύ χαμόγελο στα χείλη αυτού του τόσο χαρακτηριστικού προσώπου του, που μόνο με τη ζωηράδα ενός παιδιού θα μπορούσες να παρομοιάσεις την ενέργειά του – καθ’ υπερβολή και τη στάση του απέναντι στη ζωή και τον θάνατο.
Στα 74 του χρόνια, γιορτάζει φέτος 50 χρόνια στο θέατρο, στην υποκριτική, στην τέχνη που αγάπησε, έκανε επάγγελμα και την υπηρέτησε με πάθος «δουλεύοντας non stop», όπως μου είπε, κι εκείνη τον αντάμειψε απλόχερα, προσφέροντάς του μόνο «δώρα». «Η δουλειά μου με διατηρεί ζωντανό με την έννοια της ζωηράδας και της ενεργητικότητας. Με τροφοδοτεί συνεχώς με αφορμές για να κάνω ενδιαφέροντα πράγματα».
Ένα από τα τελευταία «δώρα» είναι η συνεργασία του με τη Μαρία Πρωτόπαππα στην Ανδρομάχη. Η ηθοποιός σκηνοθετεί την ευριπίδεια τραγωδία -από τα όχι και τόσο δημοφιλή και γνωστά στο ευρύ κοινό έργα του Ευριπίδη- και ετοιμάζεται μάλιστα για το σκηνοθετικό της βάπτισμα στην Επίδαυρο. Στο πρόσωπο του Δημήτρη Πιατά είδε τον Πηλέα. Εκείνος είδε το plan B της ζωής του να γίνεται παράσταση. «Μα κοίτα τώρα πώς μπλέκονται όλα υπέροχα».
Ο Δημήτρη Πιατάς ξεμπλέκει το κουβάρι μίας ζωής, που φροντίζει να τη ζει όπως θέλει, πάνω και κάτω από τη σκηνή.
Κλείνω 50 χρόνια στο θέατρο. Μισός αιώνας που δουλεύω χειμώνα-καλοκαίρι non stop, αλλά μοιάζει σαν να είναι χθες. Σαν εκείνη την πρώτη φορά που βρέθηκα σε επαγγελματικό θίασο.
Έτυχε να θητεύσω ως βοηθός στο πλευρό του Σπύρου Ευαγγελάτου και να δουλεύω μαζί του στη θεατρική του σκηνή, στο Αμφιθέατρο. Ήταν μεγάλη σχολή. Ήμουν 22 χρονών και μόλις είχα τελειώσει τη Δραματική του Εθνικού Θεάτρου. Είχα κάνει βέβαια την προεργασία μου, καθώς το Εθνικό τότε μονοπωλούσε την Επίδαυρο με τραγωδίες και αττικές κωμωδίες. Ως σπουδαστής είχα την πολυτέλεια να βρίσκομαι και να βλέπω πρόβες και παραστάσεις. Αυτό μπορεί να μη μετράει επίσημα ως θητεία, αλλά μετράει ως εμπειρία εικόνας.
Η εικόνα εξακολουθεί να είναι η πιο ουσιαστική μου παιδεία. Αυτή είναι η δουλειά μας: να παίρνουμε λέξεις και να τις κάνουμε εικόνα. Αυτό το δούναι και λαβείν ήταν για μένα η πιο περίεργη εκπαίδευσή μου μέχρι σήμερα.
Δεν θέλω να μετράω, αλλά άντε θα το κάνω. Έχω παίξει πολλές φορές στην Επίδαυρο Αριστοφάνη, αλλά μόλις τρεις -φέτος θα είναι η τρίτη- σε τραγωδία. Είχα κάνει τις Τρώαδες με το ΚΘΒΕ, Οιδίπους Τύραννος και Οιδίπους επί Κολωνώ με το Εθνικό Θέατρο -μία πρόταση παράστασης αντίστοιχη με αυτή που κάνει φέτος ο Γιάννης Χουβαρδάς- με Ρούλα Πατεράκη στη σκηνοθεσία, Μιχαήλ Μαρμαρινό στον ρόλο του Οιδίποδα και μένα να παίζω τον βοσκό.
Κάθε φορά που με παίρνουν τηλέφωνο και μου προτείνουν να παίξω στην Επίδαυρο είναι σαν να είναι η τελευταία. Θεωρώ ότι έχοντας ξεπεράσει τον μέσο όρο της φυσικής μου παρουσίας στη σκηνή λόγω ηλικίας, τα δώρα κάποια στιγμή θα τελειώσουν.
Ένα από τα δώρα που μου έχει προσφέρει το θέατρο είναι η Επίδαυρος. Ποιος ξέρει, το φετινό μπορεί να είναι το τελευταίο ή το προτελευταίο μου. Είναι τιμή μου, κάθε φορά, που βρίσκομαι σε αυτό τον ιερό χώρο.
Η δουλειά μου με διατηρεί ζωντανό με την έννοια της ζωηράδας και της ενεργητικότητας. Με τροφοδοτεί συνεχώς με αφορμές για να κάνω ενδιαφέροντα πράγματα.
Έχει όμως ημερομηνία λήξης. Έχει βιολογική λήξη. Είμαι σαν μία αστραπή που συνεχίζει να υπάρχει, αλλά το φως και η λάμψη της κάποια στιγμή θα σβήσουν. Ακόμα το σώμα, μα κυρίως το πνεύμα, αντέχουν. Αλλά μέχρι πότε;
Δεν με αγχώνει, ούτε με τρομάζει το τέλος. Κοίτα τι ευλογία ζω και έχω ζήσει.
Το ότι έπαιξα στο Υπόγειο του Ντοστογιέφσκι ήταν επίσης ένα από τα φετινά θεατρικά δώρα. Εγώ, ένας υποτίθεται κωμικός ηθοποιός να παίζω δράμα και δη Ντοστογιέφσκι. Αποτυχία. Ποιος θα έρθει να μας δει; Κι όμως, ο κόσμος αγκάλιασε την παράσταση και έγινε επιτυχία (σ.σ. ανέβηκε στο Θέατρο Βρετάνια σε σκηνοθεσία Πάνου Αγγγελόπουλου στο δεύτερο μισό της φετινής θεατρικής σεζόν).
Είχα να διαβάσω Ντοστογιέφσκι από τα 20 μου. Τότε, τον θεωρούσα υπερβολικό και αρρωστημένο. Τίποτα δεν ισχύει από αυτά. Τώρα τον εκτίμησα στη δύση μου. Ήταν ειλικρινής με τον εαυτό του. Κατάφερε να φωτογραφίσει τη σημερινή μας εποχή, έναν κόσμο όπου χάνουμε τον άνθρωπο με ό,τι σημαίνει αυτό. «Δύο και δύο κάνουν τέσσερα, αλλά μπορεί να κάνουν και πέντε. Αυτή είναι η ομορφιά», είναι μία από τις φράσεις -ελπίζω να τη θυμάμαι σωστά-, που μίλησαν μέσα μου.
Με τη Μαρία (Πρωτόπαππα) δεν είχαμε ποτέ την τύχη να συνεργαστούμε, να παίξουμε μαζί στο θέατρο. Είναι όμως από τους ηθοποιούς της νεότερης γενιάς, που εκτιμώ βαθύτατα για τη δουλειά και το ταλέντο τους. Είναι σπουδαία. Πέταξα από τη χαρά μου όταν με πήρε τηλέφωνο για την Ανδρομάχη.
Η Ανδρομάχη είναι μία τραγωδία με εξαιρετικές αρετές, που δεν ανεβαίνει συχνά. Είναι αμφιλεγόμενη και άγνωστη στο ευρύ κοινό. Μεταφέρει την οδύνη του πολέμου και της βαρβαρότητας της εξουσίας απέναντι στον οποιοδήποτε θεωρεί ότι είναι υφιστάμενός, υποτελής, δούλος της.
Η Ανδρομάχη είναι πρόσφυγας πολέμου από την Τροία και δούλα, χήρα του Έκτορα και σκλάβα του Νεοπτόλεμου. Έχει χάσει η Τροία και η Ελλάδα έχει νικήσει. Οι «πολιτισμένοι» έχουν νικήσει τους «βαρβάρους», αλλά τελικά ποιος είναι ο πολιτισμένος και ποιος ο βάρβαρος όταν μιλάμε για πόλεμο; Βλέπουμε τι γίνεται σήμερα στον κόσμο. Μπαίνει λοιπόν στο παιχνίδι η Σπάρτη με τον Μενέλαο, που θέλει να σκοτώσει την Ανδρομάχη και το παιδί της υπό τον φόβο του μην «χαλάσει» η φυλή και πάρει την εξουσία η Τροία. Δες όμως τώρα τι συμβαίνει με τις μετακινήσεις των πληθυσμών. Στην πραγματικότητα, ο τρόμος όλων είναι να μη χάσουν τα κεκτημένα και την καθαρότητα μιας φυλής, η οποία δεν υπάρχει πλέον. Οι επιμειξίες είναι ένα βασικό στοιχείο της φύσης για να επιβιώσουμε ως είδος. Οι καθαρές φυλές θα φέρνουν πάντα αρρώστια.
Εγώ παίζω την εξουσία, μία εξουσία που παραδίδει τα όπλα. Η Μαρία μού εμπιστεύτηκε -και λόγω ηλικίας- τον ρόλο του Πηλέα. Είναι ο ιδρυτής του Πηλίου και της Φθίας. Ο γιος του από το γάμο του με τη Θέτιδα είναι ο Αχιλλέας που σκοτώθηκε, ο εγγονός του είναι ο Νεοπτόλεμος, που είναι η ανερχόμενη δύναμη και τον οποίο θα σκοτώσει η σύζυγός του, Ερμιόνη μαζί με τον Ορέστη. Η Ερμιόνη, γεμάτη ζήλια και φθόνο, θα κατηγορήσει την Ανδρομάχη ότι εξαιτίας της ο Νεοπτόλεμος δεν τη θέλει πια και δεν επιθυμεί να αποκτήσει παιδί μαζί της, ενώ έχει ήδη ένα παιδί με την Ανδρομάχη.
Το έργο είναι μία μικρογραφία οικογενειών και φυλών που μάχονται, με τον Πηλέα να εκπροσωπεί το παλιό, το κατεστημένο. Στο τέλος της ζωής του, συνειδητοποιεί ότι όλο αυτό που το θεωρούσε εξουσία ήταν τελικά, αέρας. Τίποτα δεν του έχει μείνει πια. Έχει χάσει τον γιο του, θα χάσει τον εγγονό του και το εγγόνι του και θα οδηγηθεί σε πόλεμο με τη Σπάρτη και τον Μενέλαο. Το τέλος δεν θα είναι αίσιο και το μόνο που του απομένει είναι να διεκδικήσει έναν αξιοπρεπή θάνατο.
Εκείνο που δεν ήξερε η Μαρία όταν μου πρότεινε τον ρόλο του Πηλέα είναι η ακόλουθη ιστορία. Γεννήθηκα στην Αθήνα. Η μητέρα μου ήταν από την Τήνο, αλλά δεν είχε επαφές με το νησί και ο πατέρας μου ήταν Κωνσταντινουπολίτης. Συνεπώς, δεν είχαμε χωριό. Όταν λοιπόν έκανα τη δική μου οικογένεια, ήθελα να έχουμε έναν τόπο αναφοράς. Η πρώτη μου κίνηση λοιπόν όταν έβγαλα αρκετά χρήματα ήταν να αγοράσω ένα σπίτι στον Λαύκο, στο Πήλιο. Δεν το ήξερε κανείς τότε στα 80s. Έτσι, λοιπόν έφτιαξα ένα χωριό για την οικογένειά μου και ταυτόχρονα, ένα plan B για μένα – πού θα αποσυρθώ για να πεθάνω: στο χωριό που έκανα χωριό μου, στο Πήλιο.
Μα κοίτα τώρα πώς μπλέκονται όλα υπέροχα. Να καταλήγω να παίζω σε μία παράσταση που είναι το plan B της ζωής μου. Η Μαρία μου έκανε μία πρόταση που δεν μπορούσα να αρνηθώ.
Μη σε μπερδέψω όμως, δεν είμαι αναχωρητής. Θα πάω στο Πήλιο να πεθάνω, όχι στο Άγιο Όρος. Κοινωνικός άνθρωπος είμαι, που θα ήθελε ο κύκλος της ζωής του να κλείσει αν γίνεται όμορφα. Η φύση θα το καθορίσει αυτό. Εγώ απλά μπορώ κάπως να το εκβιάσω.
Οι προτάσεις για δουλειά συνεχίζουν να είναι πολλές. Ίσως, γιατί με χρειάζονται ηλικιακά. Έχουν ανάγκη από ηθοποιούς της ηλικίας μου.
Ξεκούραση μετά την Ανδρομάχη; Καλέ εγώ συζητάω από τώρα για δουλειές που θα κάνω το 2027. Με τη νέα θεατρική σεζόν, θα με δείτε στην επανάληψη του Πουπουλένιου του Μάρτιν ΜακΝτόνα σε σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη στο Σύγχρονο Θέατρο και αργότερα, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών -στη συνέχεια και στο Θεσσαλονίκης- να παίζω τον Στάλιν. Θα είναι μία μουσικοθεατρική παράσταση, που έγραψε και θα σκηνοθετήσει ο Χριστόφορος Χριστοφής και θα περιστρέφεται γύρω από τον Στάλιν και την κόρη του, Σβελτάνα. Θα δείχνει τη μεταμόρφωσή του από έναν καλό πατέρα στο τέρας που έγινε.
Το ατύχημα ή ευτύχημα είναι ότι από νεαρός δεν είχα πρόβλημα εργασίας σε ένα επάγγελμα που μαστίζεται από τεράστια ανεργία από πάντα. Ήμουν αγαπητός; Έκανα καλά τη δουλειά μου; Ποιος ξέρει γιατί. Θα ήμουν άδικος πάντως αν παραπονιόμουν.
Γι’ αυτό και λέω ότι δεν πείνασα κάνοντας θέατρο. Το υπηρέτησα και μου το ανταπέδωσε. Μου έδωσε τη δυνατότητα να ζω αξιοπρεπώς και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό. Είμαι βέβαια και ολιγαρκής σαν άνθρωπος. Δεν διεκδικώ πολυτέλειες στη ζωή μου.
Αν δουλεύεις στην τηλεόραση, έχεις λύσει όλα σου τα προβλήματα. Όμως, δεν είναι αυτός ο σκοπός πάντα. Υποκλίνομαι στους ανθρώπους που θα κάνουν πράγματα για να επιβιώσουν. Αλίμονο. Ξέρω σε τι καιρούς ζούμε. Η δημιουργία όμως δεν έχει καμία σχέση με την επιβίωση.
Χαίρομαι που με θυμάσαι τηλεοπτικά από τη Φρουτοπία. Δεν έχω κάνει άλλωστε πολύ τηλεόραση. Τη θεωρώ συμπλήρωμα, ότι το κυρίως γεύμα. Είναι συμπλήρωμα της τέχνης, δεν είναι η τέχνη. Περιέργως, ζούμε στην εποχή των συμπληρωμάτων. Παίρνουμε συμπληρώματα διατροφής με μανία, πιστεύοντας ότι θα μας κάνουν αυτομάτως υγιείς.
Ο κινηματογράφος όμως είναι άλλη ιστορία. Είναι τέχνη. Πολύ μεταγενέστερη του θεάτρου, καθώς αξιοποιήθηκε η τεχνολογία για να παράγει εικόνα ισχυρή και ισχυρές ερμηνείες. Με τον κινηματογράφο, οι ηθοποιοί πέτυχαν αυτό που πέτυχαν οι εικαστικές τέχνες: την αιωνιότητα, την αθανασία. Ο Roland Barthes είχε αναφερθεί στην αιωνιότητα της φωτογραφίας και της εικόνας. Καταφέρνει να σταματήσει τον χρόνο, το οποίο είναι τεράστια δύναμη.
Στο θέατρο δεν μπορείς να σταματήσεις τον χρόνο. Ό,τι κάνουμε είναι στο εδώ και τώρα.
Η σχέση της οικογένειάς μου με την τέχνη ήταν ότι την αγαπούσε. Κανείς δεν ζούσε ποτέ από αυτήν. Μόνο εγώ.
Στο σπίτι με τη γυναίκα μου δεν ασχολούμαστε με το τι θέλει να πει ο ποιητής, ο Ευριπίδης ή ο Σαίξπηρ. Η καθημερινότητά μας έχει την απλότητα που έχει όλων των ανθρώπων.
Η επιτυχία -αν υπάρχει επιτυχία- είναι ότι όταν δουλεύω είμαι ταμένος στη δουλειά, αλλά όταν κλείνει η πόρτα της δουλειάς, είμαι ταμένος στην οικογένειά μου, στους φίλους μου, στους ανθρώπους μου.
Η ζωή είναι κουτάκια. Κατάφερα και πέτυχα κάποια από αυτά, τα οποία έχω κλειδώσει και έχω επιβιώσει ευτυχισμένος και ήρεμος με αυτό τον τρόπο.
Η γυναίκα μου βέβαια συνεχίζει να με ανακαλύπτει. Τελευταία μαθαίνει τι έχω κάνει (γελάει). Έγραψα ένα βιβλίο, το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, το Σινέ Λαύκος και εκείνη το έμαθε τυχαία από μία φίλη της. Είναι ένα βιβλίο για το χωριό μου, τους ανθρώπους που γνώρισα εκεί και έγιναν φίλοι μου, συνοδοιπόροι, το σπίτι μας που μετρά 40 χρόνια. Αναμνήσεις, στιγμές, όλα τα κατέγραψα για να τα θυμάμαι, να μην τα ξεχάσω.
Δεν έχω social media. Ούτε e-mail έχω. Δανείζομαι της γυναίκας μου για να επικοινωνώ. Μου αρέσει που είμαι offline.
Μου φαίνεται άγριο να μοιράζομαι την προσωπική μου ζωή, αλλά και το ότι αν δεν ανεβάσω φωτογραφία του πού είμαι ή του τι κάνω, είναι σαν να μην πήγα ή σαν να μην το έκανα.
Το τελευταίο μου ταξίδι ήταν στην Αίγυπτο. Έγραψα λοιπόν στην έρημο «Ολίβια», το όνομα της υπέροχης εγγονής μου. Το φωτογράφισα και της το έστειλα. Φύσηξε ο αέρας, η άμμος έφυγε, αυτό που έγραψα χάθηκε. Πρόλαβα όμως να το καταγράψω για μένα. Γιατί να το δώσω στον κόσμο; Αν το κάνω το εμπορευματοποιώ, χάνει η πράξη την αξία της.
Είμαι λυτρωμένος με τη ζωή μου με τα καλά, με τα άσχημα. Είναι πολύ ωραίο πράγμα να είσαι θεατής, όχι μόνο του εαυτού σου, αλλά και των όσων γίνονται δίπλα σου. Να μπορείς να βλέπεις τα άσχημα και να χειροκροτείς τα όμορφα. Δεν είναι μονοδιάστατη η ζωή. Δεν έχει ένα χρώμα.
Η ζωή πάνω και κάτω από τη σκηνή κάνει εξαιρετικά σενάρια και είμαι ακόμα ανοιχτός σε όλα.
***
Ανδρομάχη
Μετάφραση: Γ. Β. Τσοκόπουλος
Σκηνοθεσία, Απόδοση, Δραματουργική επεξεργασία: Μαρία Πρωτόπαππα
Συνεργασία στη Δραματουργική Επεξεργασία: Έλενα Τριανταφυλλοπούλου
Καλλιτεχνική Συνεργασία: Ελένη Σπετσιώτη
Σκηνικά- Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης
Κοστούμια: Βάνα Γιαννούλα
Μουσική: Λόλεκ
Κίνηση: Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου
Φωνητική Δραματουργία, Διδασκαλία: Άννα Παγκάλου
Βοηθός Σκηνοθέτριας: Εύη Νάκου
Βοηθός Σκηνογράφου: Νατάσα Τσιντικίδη
Κατασκευή Μακέτας: Όλγα Κουτρουμάνου
Διεύθυνση, Εκτέλεση Παραγωγής: Kart Productions
Επικοινωνία & Γραφείο Τύπου: Μαρία Τσολάκη
Διαφήμιση-social media: Renegade Media, Βασίλης Ζαρκαδούλας
Φωτογραφίες promo- Video: Μαρίζα Καψαμπέλη
Camera: Αλέξανδρος Γεωργίου
Μακιγιάζ Φωτογράφησης: Ειρήνη Γάτου
Video Trailer παράστασης: Θωμάς Παλυβός
Promo Design: Γιάννης Σταματόπουλος
Παραγωγή: ΘΕΑΤΡΟΥ ΤΕΧΝΗ Ε.Ε.
Διανομή:
Γυναίκα: Μαρία Πρωτόπαππα
Ανδρομάχη: Αργύρης Ξάφης
Ερμιόνη: Τάσος Λέκκας
Μενέλαος: Γιάννης Νταλιάνης
Πηλέας: Δημήτρης Πιατάς
Θέτις: Στέλλα Γκίκα
Χορός (σε αλφαβητική σειρά): Δημήτρης Γεωργιάδης, Νώντας Δαμόπουλος, Δημήτρης Μαμιός, Γιάννης Μάνθος, Κωνσταντίνος Πασσάς και Γιώργος Φασουλάς
Σε συμπαραγωγή με το Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου.
Προπώληση Επιδαύρου εδώ και περιοδείας εδώ.
Ακολουθήστε το OneMan στο Google News και μάθετε τις σημαντικότερες ειδήσεις.