Κώστας Αρβανίτης
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

Ελεάνα Καυκαλά, η ανθυπολοχαγός που αγαπήσαμε

Η ταλαντούχα πρωταγωνίστρια του «Παρουσιάστε» με το καθηλωτικό βλέμμα, είναι μια οριγκάμι σφίγγα τυλιγμένη σε μυστήριο. Αυτό που λένε σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες.

Το βλέμμα της τα λέει όλα, η ίδια αποκαλύπτει ελάχιστα. Αυτό είναι το συμπέρασμα μετά από ένα γεμάτο δίωρο συνέντευξης με την φουλ καλλιεργημένη, φουλ ευγενική και φουλ -αιθέρια γοητευτική- πρωταγωνίστρια του «Παρουσιάστε» του Ant1 (την οποία γνωρίσαμε τηλεοπτικά από πρόπερσι με το ‘Μην Ψαρώνεις’).

«Ήμουν η πιο βαρετή έφηβη. Το μόνο που έκανα είναι να διαβάζω και να πηγαίνω σχολείο, φροντιστήριο και σχέδιο. Φορούσα φαρδιά ρούχα που πολλές φορές ήταν του μπαμπά ή της μαμάς μου γιατί βαριόμουν να πάω για ψώνια. Είχα παραπάνω κιλά από τώρα και ήμουν αυτό που λένε φυτό».

Εκεί που, ως αψεγάδιαστη ανθυπολοχαγός του πεζικού και κόρη του αυστηρού συνταγματάρχη Γιάννη Μπέζου έχει τον άχαρο – κατ’εμέ – ρόλο του να είναι η φωνή της λογικής σε ένα στρατόπεδο όπου γίνεται ο κακός ο χαμούλης.

«Δεν ξέρω αν ως 30άρα (σ.σ. είναι 33 ετών αν και μικροδείχνει) είμαι -όπως ρωτάς- πιο ενδιαφέρουσα, αλλά σίγουρα είμαι πιο έφηβη, πιο αυθόρμητη και λιγότερο γραμμική. Μικρότερη είχα ένα πολύ μαθηματικό τρόπο σκέψης που καταπίεζε όλες τις παρεκκλίσεις. Έλεγα στον εαυτό μου ‘αφού μετά από αυτό γίνεται αυτό, γιατί να κάνεις το άλλο;’ Τώρα είμαι πολύ πιο ανοιχτή στο να κάνω ότι προκύψει».

Με μια επιπλέον δόση Οιδιπόδειού συμπλέγματος (daddy issues για να συνεννοούμαστε) καθώς καλείται να επιλέξει ανάμεσα στον φωνακλά καραβανά (που είναι ίδιος ο πατέρας της) και τον ευαίσθητο ψάρακλα (που είναι το ακριβώς αντίθετο).

«Η ανθυπολοχαγός που υποδύομαι είναι πολύ οργανωμένη και τακτοποιημένη, με μια περίεργη σχέση εξάρτησης από τον πατέρα της. Αυτό που την καταπιέζει είναι παράλληλα και αυτό που την καθορίζει κιόλας. Προσπαθεί, μέσα σε όλη αυτή την σουρεαλιστική συνθήκη που συμβαίνει σε αυτό το στρατόπεδο, να κρατήσει λίγο τα μπόσικα, χωρίς να τα καταφέρνει».

Είμαι σίγουρος ότι η ίδια, στον συγκεκριμένο ρόλο, έχει ανακαλύψει άλλα 15 επίπεδα βάθους. Έχει φτάσει, αν θες, ως τα «θεμέλια» του χαρακτήρα όντας αριστούχα (βλέπε βαθμός πτυχίου 8.3) απόφοιτος της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.

«Όταν ήμουν στην εφηβεία έλεγα στις φίλες μου ότι, όταν μεγαλώσω, θέλω να γίνω ντετέκτιβ- ιστορικός τέχνης, επηρεασμένη από μια τηλεοπτική σειρά που έβλεπα τότε. Ευτυχώς μια φίλη μου είπε ‘δεν το ψάχνεις καλύτερα με την αρχιτεκτονική;’. Παρόλο που, μέχρι τότε, αν και θαύμαζα το επάγγελμα, δεν είχα δείξει κάποιον ενδιαφέρον για αυτό».

Με άλλα λόγια, το πήρε το πτυχίο πριν αποφασίσει να πάρει το μεγαλύτερο ρίσκο της ζωής της, με το να αφήσει τα γραμμικά και «προβλεπόμενα» και να δώσει εξετάσεις στην Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών.

«Με βοήθησε να πάρω αυτή την απόφαση μια φίλη που ήρθε στο Παρίσι όσο ήμουν εκεί στο πλαίσιο του Erasmus. Ήμασταν καθισμένες σε ένα καφέ και εγώ της έλεγα πόσο την θαυμάζω που κυνηγάει το όνειρό της να γίνει σκηνογράφος και ότι σκέφτομαι να κάνω το ίδιο γιατί μου αρέσει το θέατρο. Οπότε γυρίζει και μου λέει ‘Θα σου γλιτώσω τώρα πολύ χρόνο από την ζωή σου και αυτό θα μου το χρωστάς. Μην γίνεις σκηνογράφος επειδή σου φαίνεται πιο κοντινό στο αρχιτεκτόνισσα. Εσύ ηθοποιός θέλεις να γίνεις. Και αυτό γίνε».

Και τώρα που με τον άτεχνο αυτό τρόπο σου ανέφερα και το πτυχίο Αρχιτεκτονικής της, ένα από τα πράγματα που κάθε δημοσιογράφος νομοτελειακά τονίζει για αυτή, ας περάσουμε στα ψυχολογικά θέματα.

«Είπα στους γονείς μου ότι σκοπεύω να γίνω ηθοποιός, μόνο αφότου πέρασα στις εξετάσεις στην δραματική σχολή. Γενικά μου πήρε πολύ χρόνο να απογαλακτιστώ από το ότι είμαι αρχιτεκτόνισσα. Ακόμη και όταν πήγαινα δραματική δεν έλεγα ‘σπουδάζω ηθοποιός’ ή ‘θέλω να γίνω ηθοποιός’, αλλά ότι ‘ασχολούμαι γενικά με το θέατρο’. Δεν ντρεπόμουν, φοβόμουν επειδή ήταν ένα πράγμα που μου ήταν τελείως άγνωστο. Έπρεπε να αλλάξει η δομή της σκέψης μου. Και μέχρι να συμβεί αυτό, ζοριζόμουν».

Όχι τα δικά της τα ψυχολογικά (βλέπε πότε έπεσε στα πατώματα και για ποιον λόγο), που πολύ θα ήθελα να τα μάθω και τα οποία είμαι σίγουρος ότι έχει αλλά δεν έχει καμία διάθεση να δημοσιοποιήσει. Αλλά στα δικά μου.

«Είχα μεγαλώσει στην λογική ‘διαβάζω πολύ, δίνω εξετάσεις, πετυχαίνω’. Το θέατρο ήταν ένα ρίσκο για εμένα γιατί εδώ τα πράγματα δεν είναι γραμμικά. Μπορεί να δουλεύεις πολύ, να είσαι αφοσιωμένος και το πράγμα να μην πάει καλά. Ήταν η πρώτη φορά που έπρεπε να συμβιβαστώ με ότι θα κάνω κάτι επειδή μου αρέσει και όχι επειδή είμαι καλή σε αυτό».

«Το θέατρο ήταν ένα ρίσκο για εμένα».

Εκείνα που, άθελά της, εκείνη μου δημιούργησε. Με έκανε να νιώσω ανεπαρκής. Ως δημοσιογράφος πάντα. Παρότι κουβαλάω πίσω καμιά πεντακοσαριά συνεντεύξεις, τα 15 χρόνια που δουλεύω, με όλους τους συνεντευξιαζόμενους να μου ανοίγουν διάπλατα τα σώψυχά τους (κάτι για τους οποίους τους ευχαριστώ), μαζί της ένιωσα ότι έπεσα με 200χλμ πάνω σε τσιμεντένια κολώνα.

Γιατί ενώ διψούσα να μάθω ιστορίες για εκείνη, ιστορίες που να μου εξηγούν πως γίνεται να έχει τόσο αληθινό, τόσο ειλικρινές και -στο μυαλό μου- τόσο πονεμένο βλέμμα, η πρασινομάτα Ελέανα έπαιξε άμυνα βγαλμένη από σεμινάριο.

«Το πιο περίεργο πράγμα που μου έχει συμβεί είναι όταν κατέβηκα σε μια γενική απεργία την εποχή των μνημονίων, με το σωματείο των μισθωτών τεχνικών, με σταμάτησαν για εξακρίβωση αστυνομικοί με πολιτικά και -παρόλο που είχα ταυτότητα- με πήγαν στην ΓΑΔΑ και πέρασα μια ολόκληρη μέρα εκεί».

Εγώ προσπαθούσα να καταλάβω πόσο πάθος κρύβει μέσα της, κάτι που βγαίνει απίστευτα στο βλέμμα της, και εκείνη με ντρίπλαρε, με ζάλιζε, με έκανε -χωρίς να το επιδιώκει- να ντρέπομαι για το χαμηλό μου επίπεδο, οπότε καταλήγαμε να μιλάμε για θεατρικές παραστάσεις στα λιθουανικά.

«Στο Παρίσι ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που βρέθηκα εκτός πεδίου βολής μου. Ήταν πολύ απελευθερωτικό. Ήμουν μόνη μου, εγώ και ο εαυτός μου, και με αρκετό ελεύθερο χρόνο. Οπότε πήγαινα, σε αντίθεση με την Αθήνα, πάρα πολύ στο θέατρο. Η παράσταση που με άφησε με το στόμα ανοιχτό ήταν ένας Φάουστ στο Odeon από έναν Λιθουανό σκηνοθέτη και μάλιστα στα λιθουανικά».

Δεν θέλω να την παρεξηγήσεις. Η petite (βλέπε 1,60 ύψος) κόρη του Ρεθυμνιώτη πρωταθλητή στίβου εφήβων και τοπογράφου και μιας φιλόλογου, που έχει προλάβει να δουλέψει ως καθηγήτρια σε φροντιστήριο γραμμικού σχεδίου για παιδιά τρίτης λυκείου (ναι, την έχει ερωτευτεί μαθητής, ακόμη και αν δεν το παραδέχεται) -αλλά και σε μπιτσόμπαρο στο Χαλκούτσι- είναι ο ορισμός της διακριτικότητας και της ευγένειας.

Εγώ το έχω το πρόβλημα που έχω πάθει μίνι-ψύχωση με το βλέμμα της. Επιμένω ότι κρύβει πολλά. Αισθάνομαι ότι όλα τα διθυραμβικά σχόλια που έχουν γραφτεί για τους θεατρικούς της ρόλους (βλέπε Σούμαν,  Τιτανομαχίες, Eroica, Young Lear, Περηφάνια και Προκατάληψη) είναι πέρα για πέρα αληθινά και ανυπομονώ, όταν τελειώσει η φάση Covid, να πάω να την δω από κοντά.

«Η πρόβα για να κάνεις μια θεατρική παράσταση είναι για εμένα μια διαδικασία αναντικατάστατη. Μου λείπει πολύ το θέατρο, τώρα που λόγω πανδημίας δεν μπορώ να κάνω. Μου λείπει ότι είμαστε με τους συναδέλφους πάνω στην σκηνή και λέμε την ιστορία κάθε βράδυ».

Να την δω ναι, αλλά επίσης να κλείσω τα μάτια και να την ακούσω αφού η φωνή της, βελούδινη και κρυστάλλινη, είναι επίσης εντελώς χαρακτηριστική.

«H φωνή, όπως και το βλέμμα και το σώμα, είναι απλώς κομμάτι των εκφραστικών μέσων που έχουμε για να μεταφέρουμε την ουσία του πράγματος. Με νοιάζει να τα προσέχω και να τα δουλεύω όσο μπορώ».

Τι μένει για το τέλος; Να σου επιβεβαιώσω ότι η Ελεάνα πρόκειται για τον ορισμό του κοριτσιού γαλλικά, μπαλέτο και πιάνο».

«Το πιάνο το ξεκίνησα πρόσφατα γιατί μου αρέσει η μουσική. Σκέφτομαι ‘μα καλά, θα πεθάνω και δεν θα ξέρω μουσική;’».

Να της ευχηθώ να διαγράψει τα πάντα από το bucket list της.

«Tι άλλο έχω στο bucket list μου; Nα πάω ένα ταξίδι στην Λατινική Αμερική, να πάω να δω τον θείο μου τον Βρασίδα στην Αυστραλία (σ.σ. βλέπε καθηγητής πανεπιστημίου-έχει την έδρα ελληνικής φιλολογίας στο πανεπιστήμιο του Σίδνεϋ) και γενικότερα να πάω σε μέρη που είναι δύσκολο να πάω»

«Θέλω να πάω ένα ταξίδι στην Λατινική Αμερική».

Να της ευχηθώ να παίξει επιτέλους αυτόν τον ντετέκτιβ-ιστορικό τέχνης που έχει απωθημένο από την εφηβεία (ίσως σε κάποια θεατρική μεταφορά του ‘Κώδικα Ντα Βίντσι΄;).

Και να θυμηθώ να της στείλω τον λογαριασμό από τον ψυχίατρο που αναγκάστηκα να πάω εξαιτίας της. Αυτό που λένε μου έκανε Matinis (έτσι λένε το ρουά ματ στα λιθουανικά).